Του ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΦΡΑΓΚΙΑΔΑΚΗ*
Κλείνουν οι πιλοτικές σχολές τουριστικής εκπαίδευσης που είχαν ανοίξει προ 3ετίας στο Ηράκλειο και στην Αθήνα (Ανάβυσσο), προϊόν της συνεργασίας – βοήθειας – επανασχεδιασμού της τουριστικής εκπαίδευσης και γενικότερα της τεχνικής – επαγγελματικής εκπαίδευσης, μεταξύ της γερμανικής και της ελληνικής κυβέρνησης στα πλαίσια της μεταφοράς ευρωπαϊκής τεχνογνωσίας στη Ελλάδα στην τεχνική – επαγγελματική μέση εκπαίδευση (και όχι μόνο.)
Με τις σχολές αυτές η γερμανική πλευρά (μέσω Ράιχενμπαχ και Γερμανικού Επιμελητηρίου στην Ελλάδα) ήθελε να βοηθήσει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα όσον αφορά την τεχνική – επαγγελματική εκπαίδευση. Τομέας που ως γνωστόν πάσχομε ως χώρα, πράγμα που αποδέχονται και οι (μετά κρίση τουλάχιστον) ελληνικές κυβερνήσεις, γι’ αυτό και η κίνηση προς την κατεύθυνση αυτή. Και πάσχει κυρίως γιατί:
• είτε διδάσκονται ειδικότητες που δεν έχουν ζήτηση στην αγορά εργασίας,
• είτε δεν διδάσκονται ειδικότητες που έχουν ζήτηση,
• είτε οι εκπαιδευόμενοι είναι αδιάφοροι για την ειδικότητα αυτή και πηγαίνουν μόνο για «το χαρτί» ή την αναβολή από το στρατό ή
• για να φύγουμε λίγο μακρύτερα από το σπίτι και τους γονείς – να απολαύσουμε βαθμούς ελευθερίας, χωρίς πραγματικά να τους ενδιαφέρει το αντικείμενο, χωρίς να έχουν σκοπό να ασχοληθούν μ’ αυτό στο μέλλον.
Πολυάριθμες κατά καιρούς στατιστικές έρευνες δείχνουν τις μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ αριθμού αποφοίτων της τεχνικής – επαγγελματικής εκπαίδευσης και της όντως, μετά την αποφοίτησή τους, απασχόλησής τους στον αντίστοιχο κλάδο.
Ποια ήταν η καινοτομία (καινοτομία για μας, στη Γερμανία έτσι δουλεύει): Ήταν το ταυτόχρονο πάντρεμα απόκτησης θεωρητικών γνώσεων με την εκ των προτέρων καθορισμένη πρακτική άσκηση – εργασία – δεδομένη απασχόληση – θέση εργασίας στον τομέα που εκπαιδεύεται κανείς θεωρητικά. Συγκεκριμένα, δεκτοί στη Σχολή αυτή Ξενοδοχειακής Εκπαίδευσης γίνονταν δεκτοί:
α) νέοι 18 – 21 ετών,
β) κατόπιν έγγραφης ονομαστικής πρότασης ενός ξενοδόχου – μελλοντικού εργοδότη τους – δεν πήγαινε κανένας μόνος του και έλεγε «θέλω να σπουδάσω, γράψτε με»
γ) με ταυτόχρονη έγγραφη δέσμευση του ξενοδόχου – εργοδότη ότι κατά τη θερινή σαιζόν ο σπουδαστής θα δούλευε, σε συγκεκριμένα ανά έτος τμήματα, αμειβόμενος συγκεκριμένος ξενοδοχείο, δεχόμενος και ελέγχους από καθηγητές της σχολής για την σύμφωνα με το πρόγραμμα της σχολής, πορεία της πρακτικής του.
δ) Η τριετής φοίτηση στη σχολή για τους νέους αυτούς ήταν δωρεάν.
Με τα προαπαιτούμενα β) και γ) εξασφαλιζόταν ότι ο σπουδαστής:
• έχει ήδη «προκριθεί» από την αγορά εργασίας
• ξέρει που θα κάνει την πρακτική / μαθητεία του η οποία είναι και της δικής του έγκρισης (αλλιώς γιατί να «υποχρεωθεί» στον συγκεκριμένο ξενοδόχο για να τον προτείνει),
• για τον ίδιο λόγο είναι συνειδητοποιημένος – «αποφασισμένος» ότι θα ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα, τουλάχιστον στο ξεκίνημα της εργασιακής του ζωής, γιατί, βέβαια, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι κάποια μελλοντική στιγμή ο οποιοσδήποτε μπορεί να αλλάξει γνώμη.
• ο ξενοδόχος έχοντας ήδη κάνει και αυτός τα βήματα β) και γ) το πιθανότερο είναι ότι «βλέπει» στο πρόσωπο του νέου κάποιον που «του κάνει», δεν τον βλέπει μόνο για την πρακτική αλλά και για μελλοντικό επαγγελματία στο ξενοδοχείο του.
Με άλλα λόγια από το ξεκίνημα χτίζεται ήδη ένα «δέσιμο» μεταξύ του νέου, της εργασιακής κατεύθυνσης που επιλέγει και της αγοράς.
Η Σχολή λειτούργησε τρία χρόνια στο Ηράκλειο στα κτίρια των ΚΑΤΕΕ. Καθηγητές ήταν καταξιωμένα στελέχη του κλάδου, επιλεγμένοι και πληρωνόμενοι από τους Γερμανούς. Η φοίτηση τριετής, το χειμώνα θεωρία, το καλοκαίρι πρακτική – εργασιακή μαθητεία. Το πρόγραμμα (το είδα και το έχω, είχα συμμετάσχει στις συζητήσεις – παρουσιάσεις σαν αντιπρόεδρος, τότε, του Συλλόγου Ξενοδόχων Ρεθύμνου) πολυσέλιδο, πραγματικά ανταποκρινόμενο στις σύγχρονες απαιτήσεις του ξενοδοχειακού κλάδου για μεσαία (μεσαία κατ’ αρχήν, ο έχων όρεξη και ενδιαφέρον για εξέλιξη, εξελίσσεται, γίνεται και ανώτερο στέλεχος. Έχω γνωρίσει άτομα εκ του προεδρείου της ΤUI παλιότερα σαν δ/ντής της Γκρεκοτέλ και του Τόμας Κούκ τώρα σαν ξενοδοχείο – μέλος της θυγατρικής τους «Σεντίτο» τώρα και κάμποσα χρόνια, που είναι απόφοιτοι τεχνικών – επαγγελματικών σχολών και δεν είναι ούτε του Χάρβαντ ούτε κανενός άλλου Πανεπιστημίου).
Η συμφωνία με τους Γερμανούς ήταν ότι τα τρία πρώτα χρόνια, ένας πλήρης κύκλος μέχρι την αποφοίτηση της πρώτης σειράς σπουδαστών, δηλ μέχρι «να μπει το νερό στ’ αυλάκι» θα χρηματοδοτούσαν οι Γερμανοί τη λειτουργία της σχολής, τουλάχιστον κατά το τμήμα αμοιβών και πρώτων υλών, φαντάζομαι ότι φώτα, νερά βάρυναν το ελληνικό δημόσιο που στέγαζε και τη σχολή, όχι φυσικά κατ’ αποκλειστικότητα, τα ΚΑΤΕ στέγαζαν και άλλες σχολές – ειδικότητες. Μετά τα τρία χρόνια τις δαπάνες που είχαν αναλάβει οι Γερμανοί θα τις αναλάμβανε το ελληνικό κράτος. Τώρα που πέρασαν τα τρία χρόνια και ήρθε η στιγμή ν’ αναλάβει το ελληνικό κράτος, το υπουργείο Παιδείας είπε (δεν το μεταφέρω αυτολεξεί γιατί δεν το θυμάμαι αλλά η ουσία δεν αλλάζει) «δεν έχομε πεισθεί σίγουρα για την αποτελεσματικότητα, χρησιμότητα, ανάγκη ύπαρξης – έχομε σχολές τουριστικών επαγγελμάτων κλπ, …» και δεν αναλαμβάνει αυτές τις δαπάνες. Φυσικά η Σχολή αυτή φέτος δεν θα πάρει νέους σπουδαστές και με την αποφοίτηση των δευτεροετών και τριτοετών θα κλείσει.
Το πείραμα στέφτηκε με επιτυχία, το νερό μπήκε στ’ αυλάκι αλλά τώρα … τέλος. Πίσω στα παλιά. Στις σχολές που μπαίνουν εκατό και αφού αποφοιτήσουν στον κλάδο απασχολούνται μόνο οι δέκα – είκοσι από αυτούς. Χαμένοι κρατικοί και ιδιωτικοί πόροι, χαμένος χρόνος για την πλειοψηφία των φοιτούντων από τη μια και ελλείψεις μεσαίων στελεχών με σύγχρονη και «λειασμένη» κατάρτιση στην ξενοδοχία από την άλλη. Σημειώστε ότι δεν έχω τίποτα εναντίον των Σχολών – έχω υπηρετήσει σαν καθηγητής και την Ανωτέρα Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων Ρόδου και τα ΤΕΙ Ηρακλείου, τμήμα Στελεχών Τουριστικών Επιχειρήσεων. Όμως δεν έχουν εκσυγχρονιστεί αφενός και αφετέρου όσοι μπαίνουν και με τον τρόπο εισαγωγής (πανελλήνιες κλπ. για τις ανώτερες σχολές, τυπικές εξετάσεις, βαθμός απολυτηρίου κλπ. για τις μέσες) δεν μπαίνουν συνειδητά προσανατολισμένοι και «με φλόγα» για καριέρα στα τουριστικά επαγγέλματα, γι’ αυτό και οι «διαρροές» μετά την αποφοίτηση. Φυσικά αυτό ισχύει και για ένα σωρό άλλες σχολές, για την πλειοψηφία πιστεύω της τεχνικής – επαγγελματικής προ- και μεταλυκειακής εκπαίδευσης. Αυτό ήταν ένα πιλοτικό πρόγραμμα, διαλέγοντας τον κλάδο «ατμομηχανή» της εν μέσω κρίσης ελληνικής οικονομίας, με σκοπό τη μεταφορά του (απ’ ότι είχε λεχθεί τότε) στο σύνολο της τεχνικής – επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Σκέφτομαι, εν τάξει, προχωρούμε με τις δικές μας, υφιστάμενες Σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων που όντως έχουν προσφέρει πολλά στο παρελθόν (κι εγώ είμαι ένας απόφοιτός τους και μάλιστα, όπως προαναφέρω, διδάξας σ’ αυτές μετά από επί πλέον σπουδές στο εξωτερικό), έχομε και ΙΕΚ με τμήματα ξενοδοχειακής κατεύθυνσης … αλλά δεν θα μπορούσε το υπουργείο Παιδείας και το υπουργείο Τουρισμού να υιοθετήσουν τα σημεία β) και γ); Το (α) – ηλικία: υπάρχει περίπου έτσι, δεν θα διαφωνούσε κανείς σε μια διαφοροποίηση των ηλικιακών περιθωρίων και το (δ) – δωρεάν φοίτηση: υπάρχει ήδη. Πιστεύω ακράδαντα ότι η υιοθέτηση των σημείων αυτών και ο εκσυγχρονισμός των προγραμμάτων θα θεράπευε σε μεγάλο βαθμό τις αποκλίσεις που αναφέρω παραπάνω που αποβαίνουν σε βάρος των νέων, των επιχειρηματιών αλλά και της ελληνικής κοινωνίας συνολικά – οικονομικά και κοινωνικά.
Τελειώνοντας, επανερχόμενος στο ξεκίνημα της επιστολής μου, δεν πιστεύω ότι η πρώτη ανάγκη για τον κλάδο είναι η Πανεπιστημιακή Σχολή Τουρισμού. Αυτό το μοντέλο τεχνικής / επαγγελματικής εκπαίδευσης – σφιχτής, προδιαγεγραμμένης και συνειδητής σύνδεσης – μαθητείας με την αγορά και τις ανάγκες της, αυτό το μοντέλο που τώρα σβήνει, είναι αυτό που μας λείπει. Επιτρέψτε μου να πιστεύω ότι λείπει από το σύνολο της τεχνικο-επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατά τη γνώμη μου, χωρίς να είναι ο μοναδικός, είναι ο κύριος λόγος για τις «διαρροές» μετά τις σπουδές, για τα κενά σε κλάδους της οικονομίας που έρχονται να καλύψουν ορεξάτοι για τη συγκεκριμένη δουλειά οικονομικοί μετανάστες, για την ανεργία στα ύψη (σπουδάσαμε κάτι που δεν μας αρέσει να το ασκήσομε, μας «πέφτει λίγο» κλπ.) και για τους με μέτριο επαγγελματισμό τεχνίτες – επαγγελματίες (επιτρέψετέ μου το και αυτό) σε αρκετές δουλειές.
* Ο Ευγένιος Φραγκιαδάκης, είναι αντιπρόεδρος των Ξενοδοχείων Περλ, MSc International Hotel Management