Κλειστά παρέμειναν στην πλειοψηφία τους τα εμπορικά καταστήματα του Ρεθύμνου την Κυριακή, ημέρα κατά την οποία σύμφωνα με τον νόμο οι έμποροι θα μπορούσαν να κρατήσουν ανοιχτές τις επιχειρήσεις τους. Ωστόσο, όπως ανέφερε στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος του εμπορικού συλλόγου Ρεθύμνου, η εικόνα δεν διαφοροποιήθηκε σε σχέση με άλλες αντίστοιχες Κυριακές, αφού σε ποσοστό 85% οι έμποροι δεν άνοιξαν τα καταστήματα τους, θεωρώντας πως δεν συνέτρεχε λόγος καθώς οι όποιες εισπράξεις θα ήταν ελάχιστες. Ανοιχτά, όπως είπε, ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου παρέμειναν μόνο τα τουριστικά καταστήματα, τα οποία συνηθίζουν να ανοίγουν κάθε Κυριακή.
Σημειώνεται ότι για το κυριακάτικο άνοιγμα των καταστημάτων πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Εργατικό Κέντρο Ρεθύμνου μετά από κάλεσμα που απεύθυνε ο Σύλλογος Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ρεθύμνου.
Σε σχετικές δηλώσεις του στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Ρεθύμνου Γιώργος Πολιουδάκης, τόνισε πως η προχθεσινή Κυριακή δεν διέφερε από τις προηγούμενες καθώς μονάχα τα τουριστικά καταστήματα παρέμειναν ανοιχτά.
«Ελάχιστα ήταν τα μαγαζιά που άνοιξαν την Κυριακή. Ουσιαστικά άνοιξαν τα αμιγώς τουριστικά και όχι τα εμπορικά. Το 80% των εμπορικών καταστημάτων δεν άνοιξε. Εμείς είμαστε κατά του ανοίγματος όλο τον χρόνο αλλά λόγω τουριστικής περιοχής λέμε την τουριστική περίοδο, Απρίλιο με Νοέμβριο, να είναι ανοιχτά τα τουριστικά καταστήματα. Η περιφέρεια, με τη σύμφωνη όμως γνώμη μας, επέτρεψε λόγω κρίσης να ανοίγουν την καλοκαιρινή περίοδο τις Κυριακές και τα εμπορικά καταστήματα», ανέφερε.
Την ίδια στιγμή χλιαρή χαρακτηρίζεται η κίνηση στα εμπορικά καταστήματα την πρώτη εβδομάδα των θερινών εκπτώσεων. Καταναλωτές κατεβαίνουν για βόλτα ή για έρευνα αγοράς στο κέντρο της πόλης, χωρίς να αποφέρουν ακόμα έσοδα στα ταμεία των εμπορικών καταστημάτων.
Το όποιο ενδιαφέρον παρατηρείται αφορά κυρίως στοχευμένες αγορές ντόπιων καταναλωτών, οι οποίοι περίμεναν τη συγκεκριμένη περίοδο για να τις πραγματοποιήσουν, καθώς και τα ψώνια που γίνονται από τους τουρίστες που καθημερινά κάνουν τη βόλτα τους στους εμπορικούς δρόμους της πόλης αφορούν κυρίως σουβενίρ και αναμνηστικά είδη.
Οι πρώτες εντυπώσεις δεν ικανοποιούν αλλά ούτε και απογοητεύουν τον εμπορικό κόσμο, ο οποίος θεωρεί ότι μέχρι το τέλος του Αυγούστου, οπότε και θα ενισχυθεί η τουριστική κίνηση και από Έλληνες, η κίνηση στην αγορά θα αυξηθεί. Θεωρούν ωστόσο δεδομένο ότι ο όποιος τζίρος καταγραφεί στην εκπτωτική περίοδο δεν θα είναι ικανοποιητικός, αφού δεν θα ισοδυναμεί με εισπράξεις για τους επιχειρηματίες, οι οποίοι καλούνται να καταβάλλουν υπέρογκα, όπως λένε, ποσά για να καλύψουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.
Σχολιάζοντας τη μέχρι σήμερα κίνηση των καταστημάτων στην περίοδο των εκπτώσεων τη χαρακτήρισε χλιαρή και χαρακτηριστικά, τόνισε:
«Όσον αφορά τις εκπτώσεις λόγω τουρισμού έχουν κάποια κίνηση τα καταστήματα όχι όμως όση θα έπρεπε. Υπάρχει κινητικότητα λόγω του τουρισμού και όχι τόσο λόγω των εκπτώσεων. Σε ότι αφορά τους ντόπιους ψωνίζουν μόνο εκείνοι που κάνουν στοχευόμενες αγορές. Περίμεναν δηλαδή την εκπτωτική περίοδο για να προμηθευτούν συγκεκριμένα προϊόντα. Κατά τα άλλα παρά τα υψηλά ποσοστά εκπτώσεων και τις προσφορές είναι φανερό πως πλέον ο κόσμος δεν έχει την οικονομική δυνατότητα ακόμα και αν το θέλει να επενδύσει στην αγορά. Τα ψώνια γίνονται πολύ περιορισμένα και αφορούν είδη πρώτης ανάγκης».
«Πλήγμα» για τον εμπορικό κόσμο η υπερφορολόγηση
Η βαριά φορολογία εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο «πλήγμα» για τον εμπορικό κόσμο ο οποίος επανειλημμένως έχει διαμαρτυρηθεί για την κατάσταση που επικρατεί από τους πολλαπλούς φόρους που έχουν ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει πλέον διαθέσιμο εισόδημα για τους ίδιους.
Όπως είχε πρόσφατα αναφέρει η ΕΣΕΕ οι νέοι φόροι με τους οποίους είναι αντιμέτωποι οι επιχειρηματίες και πολίτες από αυτό τον μήνα και τον Ιανουάριο του 2019, συνοψίζονται στους εξής:
-
- Φόρος Εισοδήματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων
- Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης,
- Προκαταβολή φόρου εισοδήματος επόμενου έτους
- Φόρος πολυτελούς διαβίωσης
- ΕΝΦΙΑ 2018.
- Οι παραπάνω επιβαρύνσεις, εκτός του ότι δημιουργούν, όπως υποστηρίζουν οι έμποροι, σοβαρά ζητήματα στη βιωσιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στερούν παράλληλα έσοδα από την αγορά αφού αντίστοιχη είναι και η φορολόγηση που έχει επιβληθεί στα περισσότερα νοικοκυριά.
- «Δυστυχώς παρά το ότι έχουμε επανειλημμένως σαν Ομοσπονδία τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε με την υπέρμετρη φορολόγηση δεν υπάρχει καμία μέριμνα από το κράτος και τίποτα δεν αλλάζει. Αντίθετα κάθε χρόνο τα πράγματα χειροτερεύουν. Ήδη φέτος ο φόρος εισοδήματος είναι μεγαλύτερος από πέρυσι και αναμένουμε τον ΕΦΝΙΑ και τον ΦΠΑ και γενικώς δεν κάνουμε τίποτα άλλο παρά να αποδίδουμε χρήματα στο κράτος και μάλιστα χρήματα που τις περισσότερες φορές δεν διαθέτουμε. Η επόμενη χρονιά προβλέπεται πολύ δύσκολη. Και οι εκπτώσεις δεν αναμένεται σε καμία περίπτωση να βελτιώσουν τη δύσκολη αυτή κατάσταση» σχολίασε ο κ. Πολιουδάκης.
- Μείωση των τραπεζικών προμηθειών για τις συναλλαγές με πλαστικό χρήμα ζητούν οι έμποροι
- Εν τω μεταξύ με αυξητικές τάσεις συνεχίζονται οι αγορές με πλαστικό χρήμα ενώ σύμφωνα με την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου τα 27 δισ. ευρώ θα φτάσει το 2018 ο τζίρος από τις συναλλαγές που γίνονται με κάρτες. Η ΕΣΕΕ επισημαίνει τις δυσανάλογα υψηλές τραπεζικές χρεώσεις στις επιχειρήσεις ενώ επαναφέρει το θέμα του ακατάσχετου λογαριασμού.
- Με βάση τη διαμόρφωση του περυσινού τζίρου μέσω «πλαστικού» χρήματος στα επίπεδα των περίπου 27 δις ευρώ και δεδομένου πως η μεσοσταθμική τραπεζική χρέωση για τις συναλλαγές μέσω POS ανέρχεται στο 0,7%,
- Το κόστος χρήσης καρτών για τις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες υπολογίζεται ετησίως κοντά στα 190 εκατ. ευρώ και θα αυξάνεται συνεχώς τονίζει η ΕΣΕΕ.
- Το ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ αναφορικά με το κόστος, διατυπώνει 3 παρατηρήσεις:
- Τα 27 δις ευρώ για το 2017 περιλαμβάνουν και τις συναλλαγές των τουριστών – χωρίς αυτές ο τζίρος του 2017 ήταν 23,5 δις ευρώ, τζίρος που εκτιμάται ότι θα φτάσει στα 27 δις για το 2018. Το πρόβλημα είναι πως οι κάρτες των τουριστών δεν έχουν εκδοθεί από ελληνικές τράπεζες, με συνέπεια η μέση χρέωση 0,7% επί κάθε συναλλαγής να διαφοροποιείται και να μην προκύπτει ως γενικός μέσος όρος,
- Η μεσοσταθμική χρέωση 0,7% ισχύει στη διάρκεια του 2018 (τελευταίο τρίμηνο – εξάμηνο), με την αντίστοιχη χρέωση για το 2017 να κυμαίνονταν σε σαφώς μεγαλύτερα επίπεδα (περίπου 1%),
- Το κόστος για τις επιχειρήσεις δεν είναι σταθερό κάθε έτος, γιατί οι 2 συνιστώσες του – τζίρος & μέση τραπεζική προμήθεια – είναι δυναμικά μεγέθη και μεταβάλλονται κάθε χρόνο).
Η ΕΣΕΕ σημειώνει ότι η ευρεία χρήση πλαστικού χρήματος έχει τονώσει τόσο τον αριθμό όσο και την αξία των συναλλαγών με αποτέλεσμα την αύξηση των εσόδων των τραπεζών. Συνεπώς και προκειμένου να δοθεί ακόμη μεγαλύτερο κίνητρο στους επιτηδευματίες, οι τραπεζικές χρεώσεις θα πρέπει να μειώνονται περαιτέρω, όταν καταγράφεται αύξηση των καταγεγραμμένων, μέσω POS, πωλήσεων/τζίρων.
Τέλος, επαναφέρει το αίτημα για τη νομοθέτηση της αύξησης του ακατάσχετου ορίου για τα ποσά που πιστώνονται από τη χρήση καρτών στους δηλωμένους επαγγελματικούς λογαριασμούς.
«Αυτό το ζητάμε εδώ και καιρό καθώς έχει αυξηθεί η χρήση του πλαστικού χρήματος και οι τράπεζες με το να βγάζουν παραπάνω λεφτά θα έπρεπε να μειώσουν το ποσοστό της προμήθειας που παίρνουν. Έχουμε κάνει παρέμβαση σε όλες τις τράπεζες να μειώσουν το ποσοστό ωστόσο μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ανταπόκριση» τόνισε ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Ρεθύμνου.