Της ΛΙΤΣΑΣ ΠΑΤΡΕΛΑΚΗ- ΚΟΥΓΙΟΥΜΟΥΤΖΗ*
Αγαπημένη μου Ελισάβετ, διάλεξες τα λυπητερά του βίου και κέρδισες την ειρήνη στο άγιο βήμα της ψυχής σου. Μόλις τελείωσα (βαθύτατα συγκινημένη και συγκλονισμένη), το έξοχο πόνημά σου, το υπέροχο βιβλίο σου ποιημάτων «Ηλιόγερμα» και μου είναι αδύνατο να μην αποτυπώσω, έστω στο ελάχιστο, όμως αληθινά και ανθρώπινα, το θαυμασμό, το κύμα της ιεροπρέπειας που άπλωσες στην ψυχή μου, με τη μεγάλη φωτεινή, ολοφώτεινη δική σου ψυχή.
Σταχυολογώ πετράδια μικρά, αποσπάσματα από τα ποιήματά σου, κομμάτια παλλόμενα μιας καρδιάς ζεστής, τρυφερής και αγαθής, που γεμίζει χρυσές ανταύγειες όποιον την αγγίξει με σεβασμό και τρυφεράδα, κάνοντάς τον να αντικρίζει τα πάντα με μια άλλη καινούρια όραση ιερή και πανάγια).
Γράφεις στο ποίημα «Ηλιόγερμα»:
Λάμπουν σαν κρύσταλλα σπασμένα
τα συννεφάκια τα ασημένια
Κι όπου καθένας τους τελειώνει,
ούγια χρυσή τα περιζώνει!
Η δύση όλη αντιφεγγίζει
κι ό,τι αγγίσει το φλογίζει!
Μάγια ομορφιάς ολούθε απλώνει
από το υψηλό της το μπαλκόνι.
Μην την αφήσουμε να σβήσει
Στον άδειο αγέρα να σκορπίσει.
Βαθιά ας μείνει στην καρδιάς μας
Περνώντας μεσ’ απ’ τη ματιά μας!
Και στο ποίημά σου «Μνήμες», (αφιερωμένο στο μεγάλο μας ποιητή Κωστή Παλαμά), γράφεις:
Κουράστηκες ως τα βαθιά γεράματα
Ωραίο ναό του πνεύματος να κτίσεις
στης γης τους ζωντανούς και τους αγέννητους
τρανή κληρονομιά να τους αφήσεις.
Η πένα της ποιήτριας βουτηγμένη στης καρδιάς της το αίμα για μελάνι, το παίρνει και μας συνεπαίρνει στο υπέροχο ποίημά της, ακροστιχίδα «Η πόρτα» αφιερωμένο στο Πολυτεχνείο, γράφει:
Πολύβουο, ανήσυχο φοιτητικό μελίσσι
Ολογυρού στα κάγκελα σμαριάζει ανταρεμένο.
Λαγούμια μες στα σωθικά έχει ο καιρός ανοίξει.
Υπόγειες βαθιές στοές, να ξεχυθούνε φλόγες.
Τα μαύρα πέπλα της σκλαβιάς, μ’ ορμή να κατακάψουν!
Δεν γίνεται να μην σταθώ στο επίσης θαυμάσιο «Θριαμβικό»:
Στης Λευτεριάς το κάστρο αδελφωμένα
Τα Νιάτα της Ελλάδας τα τείχη υπερασπίζονται τα χαμηλά
Που ωστόσο,
Με του κορμιού τους την προέκταση,
Με της καρδιάς τους την παμφάγα φλόγα
Ως τα ουράνια θα τα στήσουν
Κι απόρθητα θα τα κρατήσουν
Τρία μερόνυχτα…
Κι ενώ οι βάρβαροι -μικρόψυχοι-
Τ’ άντρο της Λευτεριάς σφυροκοπούνε,
Τα Νιάτα ορθά
Μέσα στο φως πεθαίνοντας,
Μ’ ό,τι ωραίο μελλοντικό ετοιμάζουνε,
Θριαμβικά το θάνατο νικούνε!
Και για την ωριόπλουμη Κρήτη μας, την πανέμορφη περισπωμένη της Ελλάδας μας, γράφει:
Την πίστη και την αρχοντιά,
Φοράει κατασάρκι
Τη δόξα και τη λευτεριά,
Κορώνα στα μαλλιά της
Την λεβεντιά και την τιμή,
Στο δάχτυλο αρραβώνα
Και τα φαρμάκια της σκλαβιάς,
γιορντάνι στο λαιμό της,
φρεγάτα αταξίδευτη στο πέλαο στοιχειωμένη.
Μ’ όλα τα πλούσια κάλλη της!…
Και πιο κάτω, στο ποίημά της «Της Άρνησης τα τείχη», γράφει το έξοχο τετράστιχο:
Ως πότε θα θριαμβεύει το κακό;
Ως πότε θα σιωπούμε;
Καιρός, με τ ‘όχι μας να χτίσουμε,
Της Άρνησης τα τείχη,
Να το μαντρώσουμε γυρού-γυρού τη δύναμη να χάσει
Να μην μπορεί στις Κοσμογειτονιές, τη συμφορά να σπέρνει!
Στο «Χριστουγεννιάτικο» δε διαβάζω:
Μέσα στη νύχτα τη βαθιά
Κάθε ζεστή, πιστή καρδιά αξάφνου θα σκιρτήσει.
Τι μια ανάλαφρη πνοή
Μέσα στου γύπνου την αχλύ,
Σάμπως την έχει αγγίσει,
Κι ευθύς τα φύλλα της τα δυο
Μ’ έν’ ανεπαίσθητο παλμό
Διάπλατα θ’ ανοίξει,
Των ουρανών το βασιλιά
Στη σάρκινή της τη σπηλιά
Μ’ αγάπη εκεί να κλείσει.
Κανείς Ηρώδης μην το βρει
Το θεϊκό τούτο παιδί
Αν ίσως το ζητήσει,
Και στου καιρού μας το «χιονιά»
Ως την επόμενη χρονιά
Ζεστό να το κρατήσει!
Και αλλού, στο ποίημα «Ποιοι», ρωτάει με οδύνη:
Ποιοι μαύρη κόλαση μας κάνουν τη ζωή;
Ποιοι τα ποτήρια με φαρμάκι μας γεμίζουν
Κι ως καταφέρουμε ο πάτος να φανεί,
Πάλι και πάλι απ’ αρχής μας τα γεμίζουν;
Όμως, στο ποίημά της «Δώσε αγάπη», η αισιοδοξία γίνεται πάλι συντρόφισσά της:
Σπίτι, ρούχα και ψωμί
Κι όνειρα για τη ζωή…
Δίχως όμως την αγάπη,
Τίποτα απ’ αυτά δεν θα ‘ρθει!
Δώσε αγάπη, μην αργείς,
στα παιδάκια όπου γης!
Η αγάπη αν μπει μπροστάρα,
Θ’ ακολουθήσουνε και τ’ άλλα.
Η εκλεκτή ποιήτρια Ελισάβετ Διαμαντάκη – Κωνσταντουδάκη, γεννήθηκε στον Φουρφουρά Ρεθύμνου. Σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου και εργάστηκε σε σχολεία του Ν. Χανίων. Ασχολείται με την ποίηση και γράφει σε παραδοσιακό στίχο και σονέτο.
Κατά καιρούς έχει δημοσιεύσει ποιήματά της στα Χανιώτικα Νέα και έχει συνεργαστεί με Παιδαγωγικά και Λογοτεχνικά περιοδικά.
Συγχαίρω και ευχαριστώ την αγαπημένη συνάδελφο, φίλη και συσπουδάστρια, στην παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου (1.962-1.964) Ελισάβετ (Βέτα), σύζυγο του Καλού συνάδελφου Μανώλη Κωνσταντουδάκη (Δράκου), ο οποίος με την αγάπη του και τη συντροφικότητά του, της δίνει έμπνευση για την έκφραση του ωραίου ψυχικού της κόσμου, για την γεμάτη «υψηλών εννοιών» ποίησή της. Εύχομαι, ολόψυχα, να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο της «Ηλιόγερμα» και να συνεχίσει να μας εκπλήσσει ευχάριστα και στο μέλλον.
Ο κόσμος, τις περισσότερες φορές για μας, είναι ένα κλειστό, όμορφο μυστήριο.
Όλα μέσα στο βιβλίο σου, Ελισάβετ, είναι σφιχτοδεμένα και καλοβαλμένα, όπως τα σπυριά μέσα στο ρόδι. Κατάφερες να γίνεις «ζωγράφος», αλλά και αυθεντικός ερμηνευτής του ανθρώπινου «τοπίου» διδάσκοντας με την απαράμιλλη εκφραστική δύναμη που έχει ο «χρωστήρας» του λόγου σου, πως θα μπορούν οι άνθρωποι να βγούνε με ασφάλεια στο «ξέφωτο» της αλήθειας, πορευόμενοι συνεχώς στο λαβύρινθο της ζωής. Γιατί μέσα στην ψυχή του καθενός μας είναι φυτεμένες και κάτι άλλες μυστικές δυνάμεις: Η δύναμη της αγάπης, της χαράς, της αυτοθυσίας, της προσευχής. Από εμάς περιμένουν αυτές οι δυνάμεις, να τις φέρομε στο φως, να τις χρησιμοποιήσομε. Τότε μονάχα κρατάμε στα χέρια μας το μυστικό, που μας φέρνει κοντά στο Θεό και τους αδελφούς μας.
Με όλη μου την αγάπη και την εκτίμηση.
* Η Λίτσα Πατρελάκη- Κουγιουμουτζή, είναι σ. δασκάλα