«Ποτέ δεν είναι ο άνθρωπος ο απατός του μόνο,
μα ένα φύλλο, ένα κλαδί σ’ ενούς δεντρού τον κλώνο
και ζούνε μέσα ντου πολλοί που πάντα του ‘κλουθούνε
κι όλο γυρεύγουν αφορμές στα φανερά να βγούνε…»
Ο δραστήριος Πολιτιστικός Σύλλογος Κρύας Βρύσης «Οι 35 Εθνομάρτυρες», με αφορμή τη νέα χρονιά, έδωσε τη δυνατότητα «στα φανερά να βγούνε» «Οι παλιοί α(ν)θρώποι-Β», όπως τιτλοφορείται το βιβλίο που μόλις εξέδωσε, στο οποίο προεισαγωγικά αναφέρονται και οι προαναφερόμενοι στίχοι του Γιώργη Καρατζή από τη Συλλογή του «Δίλογα».
Πρόκειται για τη συνέχεια (εξού και η ένδειξη «Β») της έκδοσης του 2015 με την Α σειρά των «παλιών α(ν)θρώπων» της Κρύας Βρύσης.
Δεν πρόκειται δηλαδή απλώς για ένα ημερολόγιο με ημερομηνία λήξης στο τέλος του νέου έτους, καθώς το ημερολογιακά του στοιχεία είναι το ελάχιστο, ενώ το μείζον είναι οι μικροϊστορίες «παλιών α(ν)θρώπων» του χωριού.
Η καταγραφή στηρίχθηκε σε συνεντεύξεις και καταθέσεις προφορικές ή γραπτές των συγχρόνων και περιορίστηκε στους γεννηθέντες πριν από το 1900, μια και ο χρονολογικός αυτός σταθμός εγκαινιάζει το νέο αιώνα, αλλά και για ένα πρακτικό λόγο που έχει να κάνει με τη διαχειρισιμότητα του αριθμού των «παλιών».
Πρόκειται δηλαδή για ανθρώπους που έζησαν πριν από την Αυτονόμηση της Κρήτης (1898), σε μια εποχή αναβρασμού, με εμβληματικά ιστορικά γεγονότα την Επανάσταση 1866-1869 και την αυτοθυσία στ’ Αρκάδι. αλλά και μετά από την Αυτονόμηση, με εμβληματικά γεγονότα, την Ανεξαρτησία της Κρήτης (1913), που ακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-13, τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και την Ανταλλαγή των Πληθυσμών (1924), που άλλαξαν τη σύνθεση του πληθυσμού της Κρήτης, καθώς και τον Αλβανικό Πόλεμο του 1940 και τη Γερμανοκατοχή, που σημάδεψε την Κρύα Βρύση με το ολοκαύτωμα του 1944 και τη θανάτωση-πυρπόληση των 35 χωριανών, γεγονός στο οποίο παραπέμπει η ονομασία του Πολιτιστικού Συλλόγου του χωριού.
Το βιβλίο -κειμενικά και φωτογραφικά- λειτουργεί σαν μια θεατρική ορχήστρα όπου μέσα από χαρώνιες κλίμακες αναδύονται οι «παλιοί α(ν)θρώποι» της Κρύας Βρύσης. Άνθρωποι με τις παλιές-παραδοσιακές ενδυμασίες των ασχολιών τους και των σχολάδων τους, με τα εύσημα του ηρωισμού τους στο πεδίο της μάχης ή της καθημερινής επιβίωσης, με την αυστηρότητα αλλά και με τη θυμοσοφία και το χωρατό τους. αντρικές μορφές που λες και απέδρασαν από τις σελίδες του «Καπετάν Μιχάλη» του Καζαντζάκη ή ζωντάνεψαν θρύλους από νεότερες εποποιίες μας. γυναικείες μορφές του μόχθου, μαυρομαντηλούσες, «μάνες- Παναγιές». οικογένειες πατριαρχικές και σόγια «βιβλικά»…
Μπορεί να μην ανήκουν όλοι οι «παλιοί» στις ίδιες γενιές, διαθέτουν όμως όλες τους τούς ίδιους κώδικες αξιών του παρελθόντος, που σήμερα συχνά και εύκολα «ξεπερνιούνται» λόγω της τεράστιας ταχύτητας της εποχής μας. Όχι βέβαια «ατιμωριτί», γιατί, αν δεν σεβαστείς το παρελθόν δεν θα σε σεβαστεί το μέλλον (χωρίς φυσικά αυτό να αποτελεί βολικό «άλλοθι» για τυφλή αποδοχή κάθε παλιού αδιακρίτως ως αξιοσέβαστης παράδοσης).
Αναμφισβήτητα η μνήμη ως γέφυρα συνάντησης των παλιών με τους νέους και ως κοινός τόπος του υλικού και άυλου πολιτισμού τους ενδυναμώνει τις σχέσεις των συγχωριανών μεταξύ τους και με το χωριό, εδραιώνοντας τη συνοχή και τη συνέχεια της τοπικής κοινωνίας. Η μηνυματική όμως εμβέλεια αυτού του βιβλίου υπερβαίνει τα στενά όρια του συγκεκριμένου τόπου, γίνεται υπερτοπική.
Μέσα από την αναδρομή αναδύεται ο τρόπος ζωής των απλών «παλιών α(ν)θρώπων»: η σχέση του ανθρώπου με τον άνθρωπο, του ανθρώπου με τη φύση και του ανθρώπου με το μεταφυσικό. Αναδύονται στοιχεία που προσφέρονται στην ψυχαγωγία των νεότερων όχι μόνο με την έννοια της απλής διασκέδασης αλλά με την έννοια της «αγωγής ψυχής», του στοχασμού και αναστοχασμού, της κριτικής και αυτοκριτικής, της σύγκρισης του χθες με το σήμερα. Στοιχεία που μπορούν να βοηθήσουν στην εξήγηση της σημερινής κρίσης αλλά και στον επαναπροσδιορισμό της πορείας προς το αύριο (χωρίς βέβαια να αγιοποιούμε ή να δαιμονοποιούμε καταστάσεις).
Όπως είναι αυτονόητο, πρόκειται για μια ιχνηλασία καθόλου εύκολη, γιατί πολλά ίχνη τα απάλειψε ο οδοστρωτήρας του χρόνου. Το σημαντικό όμως είναι ότι ο Σύλλογος των Κρυοβρυσανών σήμερα πρόλαβε να διασώσει περισσότερα απ’ όσα θα έσωζε αύριο.
Πιστεύω, μάλιστα, ότι ο Σύλλογος αυτός με αυτή την «επετειακή έκδοση» βρήκε τον καλύτερο τρόπο να εορτάσει τα 40 χρόνια λειτουργίας του και ότι αυτοδίκαια παίρνει μεγάλη τιμή αποδίδοντας τιμή στους «παλιούς», όπως και αυτοδίκαια δέχεται τις ευχές «να τα εκατοστίσει» (και βλέπουμε)…
Η επιμέλεια έκδοσης υπογράφεται από το δημιουργικό φιλόλογο Γιώργη Μαυροτσουπάκη, ενώ η ηλεκτρονική σελιδοποίηση από το δραστήριο παπά Γιώργη Φωτάκη. Και οι δύο είναι άξιοι πολλών συγχαρητηρίων και ευχαριστηρίων, όπως και όλοι οι συντελεστές του βιβλίου, που απέδειξαν για άλλη μια φορά τι μπορεί να πετύχει η συνεργασία και η εθελοντική προσφορά.
Αποδιαβάζοντας το βιβλίο, στ’ αυτιά σου ηχούν οι «εξαίσιοι» στίχοι από το ποίημα «Πατέρες» του Κωστή Παλαμά:
Παιδί, το Περιβόλι μου που θα κληρονομήσεις,
όπως το βρεις κι όπως το δεις να μη το παρατήσεις.
Σκάψε το ακόμα πιο βαθιά και φράξε το πιο στέρεα
και πλούτισε τη χλώρη του και πλάτυνε τη γη του.
Μια υποθήκη με δραματική επικαιρότητα που αντιλαλεί όχι μόνο μέσα στα όρια της Κρύας Βρύσης αλλά και πολύ πιο πέρα από το Κέδρος και τη Βουβάλα, στα πέρατα της ελληνικής επικράτειας και παραπέρα…