Με προβλήματα που επικεντρώνονται στις ελλείψεις εκπαιδευτικού προσωπικού φαίνεται πως θα ξεκινήσει η σχολική χρονιά για την Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στο Ρέθυμνο. Τα δεδομένα τουλάχιστον μέχρι στιγμής δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας και ο εκπαιδευτικός χάρτης με τα κενά για τα Γυμνάσια και τα Λύκεια του Ρεθύμνου θα είναι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των διευθυντών, όπως πέρυσι.
Αυτό σημαίνει ότι τα δύο ΕΠΑΛ, Ρεθύμνου και Γαράζου, αντίστοιχα, δεν θα έχουν ικανό αριθμό εκπαιδευτικών ειδικοτήτων τεχνικής εκπαίδευσης, ενώ σύμφωνα με τον προϊστάμενο της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του νομού, οι όποιες ελλείψεις καθηγητών στα μαθήματα Γενικής Παιδείας θα καλυφθούν με την εφαρμογή του μέτρου της αύξησης του ωραρίου των εκπαιδευτικών.
Ειδικότερα, ο κ. Ταξάκης, ανέφερε: «Η αγωνία μας, ως υπεύθυνοι των Διευθύνσεων είναι να λειτουργήσουν από το Σεπτέμβριο σωστά τα σχολεία. Δεν είμαι όμως πολύ αισιόδοξος. Με την αύξηση του ωραρίου, δεν θα έχουμε προβλήματα και κενά στην Γενική Παιδεία, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως.
Σε ό,τι αφορά τις τεχνικές ειδικότητες όμως θα έχουμε ελλείψεις και πάλι στα ΕΠΑΛ. Έχουμε βγάλει τα κενά με τα νέα ωράρια και φαίνεται πως έχουμε ελλείψεις περίπου όπως φέτος δηλαδή 40 κενά, τα οποία φυσικά θα ζητήσουμε να αναπληρωθούν. Αυτό που είναι σημαντικό και που πρέπει να προσέξουμε είναι τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, διότι χωρίς εκπαιδευτικούς αξιοπρεπείς, δεν μπορεί να γίνει εκπαιδευτική διαδικασία».
Λίγο καλύτερη φαίνεται πως είναι η εικόνα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση του Νομού, καθώς εκεί δεν φαίνεται μέχρι στιγμής να καταγράφονται σοβαρές ελλείψεις και όποια κενά προκύψουν θα αντιμετωπιστούν όπως έγινε και πέρυσι, σημείωσε σε σχετικές δηλώσεις του ο προϊστάμενος της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης κ. Στάθης Κοντογίάννης:
«Περιμένουμε τις μεταθέσεις των εκπαιδευτικών. Θα έρθουν τις επόμενες ημέρες και μετά θα γίνουν οι αποσπάσεις. Δεν έχουμε κάτι επίσημο από ό,τι αντιλαμβάνομαι θα λειτουργήσουμε όπως και φέτος και θέλω να πιστεύω ότι έτσι θα γίνει».
Οι εκπαιδευτικοί φέτος θα είναι μειωμένοι αφού 6.000 συνταξιοδοτούνται και 7.000 αναπληρωτές δεν θα προσληφθούν.
Σύμφωνα με το «Έθνος», τα δημόσια σχολεία θα λειτουργήσουν από τον Σεπτέμβριο με 13.000 λιγότερους δασκάλους και καθηγητές. Από αυτούς οι περίπου 6.000 (3.500 στη δευτεροβάθμια και 2.500 στην πρωτοβάθμια) θα συνταξιοδοτηθούν. Οι υπόλοιποι είναι αναπληρωτές που φέτος δεν θα προσληφθούν και υπολογίζονται κοντά στους 7.000.
Εκτός από τους εκπαιδευτικούς που θα μείνουν εκτός σχολείου, θα υπάρξουν και αρκετοί μόνιμοι, οι οποίοι θα μετατεθούν υποχρεωτικά -σύμφωνα με τον νέο νόμο- είτε σε σχολεία της ίδιας περιφέρειας είτε σε άλλες περιοχές της χώρας, όπου θα υπάρχει ανάγκη.
Σε αυτό το εξαιρετικά δύσκολο τοπίο που διαμορφώνεται εν όψει της νέας σχολικής χρονιάς, θα πρέπει να προστεθούν και οι μηδαμινές προσλήψεις σε μόνιμο προσωπικό.
Μάλιστα, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, το υπουργείο Παιδείας θα καλύψει τα κενά που δημιουργούνται με αύξηση του ωραρίου διδασκαλίας και μεταθέσεις. Ήδη το υπουργείο υπολογίζει τα κενά αλλά και τα πλεονάσματα, ώστε να προχωρήσει σε αναγκαστικές μεταθέσεις και επιβολή του μέτρου αύξησης του διδακτικού ωραρίου για τους καθηγητές κατά δύο ώρες την εβδομάδα.
Έτσι, αναμένεται να καταργήσει έναν σημαντικό αριθμό οργανικών θέσεων, που αυτό στην πράξη για τους καθηγητές σημαίνει απολύσεις.
Στο θέμα των υποχρεωτικών μεταθέσεων, στην αύξηση του διδακτικού ωραρίου, στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, αλλά και στο μέτρο της επιστράτευσης αναφέρθηκε ο υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος.
Ο κ. Αρβανιτόπουλος, από το βήμα της Βουλής, υποστήριξε ότι η αύξηση του ωραρίου και οι μεταθέσεις εκπαιδευτικών έρχονται ακριβώς για να καλύψουν κενά και να μην υπάρξουν υπεραριθμίες. «Θέλουμε να αποφύγουμε διά ροπάλου όλα τα ενδεχόμενα απολύσεων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος στην αύξηση του ωραρίου, ο υπουργός Παιδείας τόνισε ότι αυτό είχε ψηφιστεί τον Νοέμβριο και υπήρξαν αλλεπάλληλες συναντήσεις ακόμα και ανακοινώσεις της ΟΛΜΕ από τότε. Όσον αφορά στις υποχρεωτικές μεταθέσεις, δήλωσε ότι δεν έγινε κανένας αιφνιδιασμός. «Αυτό που έκανε το Προεδρικό Διάταγμα είναι ότι έβαλε κοινωνικά κριτήρια, ούτως ώστε να περιορίσει στο ελάχιστο τον αριθμό των αναγκαστικών μεταθέσεων, το οποίο είναι ένα έσχατο μέτρο, εάν χρειαστεί να γίνουν, μετά την εξάντληση όλων των προηγούμενων μέτρων (αποσπάσεις, εθελοντικές μετακινήσεις, μετατάξεις κ.ο.κ.)».
Σχετικά με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, ο υπουργός Παιδείας είπε πως «όλοι πρέπει να είμαστε υπέρμαχοι του συστήματος της αξιολόγησης και μάλιστα με τον τρόπο με τον οποίο θεσμοθετήθηκε και με την ανεξάρτητη αρχή, η οποία δίνει τη δυνατότητα της άρσης κάθε καχυποψίας για το αδιάβλητο της διαδικασίας».