Όταν έληξε η τελευταία θητεία μου στη Δημαρχία (το 2006) υποσχέθηκα στον εαυτό μου να μην αναμιχθώ στο εξής χωρίς να μου ζητηθεί στην εξέλιξη κανενός τοπικού θέματος, ώστε οι εκάστοτε ιθύνοντες του Ρεθύμνου να εκφράσουν το ταλέντο τους και τις απόψεις τους ανεπηρέαστοι. Πράγματι, όλα τα χρόνια από τότε μόνο μια φορά ζητήθηκε η γνώμη μου για ένα θέμα από τον αντιδήμαρχο Θωμά Κρεβετζάκη. Κράτησα μόνο το δικαίωμα της ιστορικής θεώρησης των θεμάτων της πόλης μας και έγραψα αρκετά και για την πόλη ολόκληρη και για επί μέρους στοιχεία της περιοριζόμενος στα χρονικά όρια της εικοσιεφτάχρονης θητείας μου στον Δήμο μας.
Τώρα συζητείται ευρέως ένα πολύ σοβαρό θέμα του Πανεπιστημίου Κρήτης. Έχει εγκριθεί μια πρωτοφανής χρηματοδότηση υπέρ αυτού, 255.360 εκατομμύρια ευρώ, για την κατασκευή μέσω Σύμπραξης με τον ιδιωτικό τομέα (ΣΔΙΤ) μέχρι 3.000 φοιτητικών κατοικιών (1810 στο Ρέθυμνο και 1023 στο Ηράκλειο) και ενός Μεγάλου Αμφιθεάτρου στο Ρέθυμνο. Το δίλημμα που αντιμετωπίζεται τώρα είναι:
1.Να ολοκληρωθεί το αρξάμενο έργο του Μεγάλου Αμφιθεάτρου; Ή
2.Να καθαιρεθεί το κατασκευασμένο στοιχείο του και να ανεγερθεί εξ υπαρχής νέο;
Επειδή έχω βιωματική σχέση με το Πανεπιστήμιο, γιατί εφ’ ενός το καθόρισα ήδη από τη δεκαετία του ’60 ως τον ένα από τους δύο πυλώνες της Ρεθεμνιώτικης Οικονομίας για τη μετάβασή της από τον Πρωτογενή και Δευτερογενή τομέα (τα γεωργοκτηνοτροφικά προϊόντα) στον Τριτογενή (τις Υπηρεσίες), ως άλλο πυλώνα όρισα τον Τουρισμό, και αφ’ ετέρου, ας μου επιτραπεί να το υπενθυμίσω, έπαιξα κεντρικό ρόλο στην ίδρυσή του στην πόλη μας, όπως υπογράμμισε ο τ. Αντιπρύτανης κ. Γιάννης Πυργιωτάκης στην ομιλία του στο Λύκειο στα πλαίσια της τιμητικής εκδήλωσης του Ιδρύματος για μένα: «Αν έλειπε ο Δημήτρης Αρχοντάκης, η Κρήτη θα είχε Πανεπιστήμιο, αλλά το Ρέθυμνο δεν θα είχε», αισθάνομαι την ανάγκη αν πω κι εγώ τη γνώμη μου.
Με τα κίνητρα αυτά αναζήτησα στοιχεία από διάφορες πηγές και κατέληξα στις εξής διαπιστώσεις:
Α. Σε ότι αφορά την κατανομή των φοιτητικών κατοικιών μεταξύ Ρεθύμνου και Ηρακλείου η γενόμενη, κατά τη γνώμη μου, έχει καλώς. Η πλούσια χρηματοδότηση σημαίνει ότι το κράτος προσδοκά μελλοντική μεγαλύτερη ευδοκίμηση του Πανεπιστημίου πέραν των σημερινών μέτρων, επομένως δεν απευθύνεται στο παρόν αλλά στο μέλλον. Η μόνη παρατήρηση που έχω να κάνω είναι η απουσία διαμερισμάτων για οικογένειες ερευνητών, Ελλήνων και ξένων, που φυσιολογικά θα έρθουν στο Πανεπιστήμιο για σπουδές και Μελέτες αυξάνοντας διεθνώς το κύρος του. Για τους ερευνητές αυτούς πιστεύω ότι πρέπει να προβλεφθεί ένας μικρός αριθμός κατοικιών, υποθέτω τρεις με τέσσερις.
Β. Σε ότι αφορά το Μεγάλο Αμφιθέατρο, συνοψίζω τα δεδομένα που έχω στη διάθεσή μου:
- Η κατασκευή του άρχισε το 1998 και διακόπηκε το 1999 λόγω εργατικού ατυχήματος, που στοίχισε τη ζωή στον μακαρίτη Ν. Σκουλουφιανάκη. Έκτοτε στοίχειωσε στη μέση του πανεπιστημιακού χώρου (βλ. https://wwwyoutubbe.com/watch=pUUsNIX6NEO).
- Οι προδιαγραφές του κτηρίου είναι του 1995 και εγκρίθηκαν από τη Σύγκλητο το 1996. Σύμφωνα με την Απόφαση αυτή το κτήριο προοριζόταν αποκλειστικά για πανεπιστημιακή χρήση, για ομιλίες, γιορταστικές εκδηλώσεις, συνέδρια, θεατρικές παραστάσεις φοιτητών κ.τ.τ.
- Το 2005 το Πανεπιστήμιο αποφάσισε να επικαιροποιήσει το σύνολο των Μελετών για να αποπερατώσει το έργο, αλλά αλλάζοντας τον χαρακτήρα του: Πρόσθεσε τρεις Μελέτες (Σκηνής, Φωτισμού Σκηνής, Ακουστική Μελέτη), ώστε το κτήριο να μπορεί να φιλοξενεί εκδηλώσεις όχι μόνο του Πανεπιστημίου, αλλά και της πόλης.
- Το 2020 το Πανεπιστήμιο συγκρότησε Επιτροπή ειδικών και εμπειρογνωμόνων με Πρόεδρο τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή της Λυρικής Σκηνής Ρεθεμνιώτη Γιώργο Κουμεντάκη. Η Επιτροπή, μετά από εξονυχιστική μελέτη του θέματος, κατέληξε στη εκτίμηση ότι η υφιστάμενη δομή είναι ξεπερασμένη και δεν επιδέχεται βελτίωση και εισηγήθηκε την καθαίρεσή της και την ανέγερση νέας σύγχρονης δομής. Διαφορετικά θα τερματίσει τη συμμετοχή της στο έργο, γιατί δεν δέχεται να συνδεθεί το όνομα των μελών της με την αποπεράτωση της υφιστάμενης κατασκευής.
- Το Πανεπιστήμιο κατόπιν των ανωτέρω, ανέθεσε Μελέτη Στατικής Επάρκειας της υφιστάμενης κατασκευής, η οποία έκρινε ότι:
- Το σκυρόδεμα του υφιστάμενου είναι ποιότητας C20/25, το οποίο είναι σύμφωνο με τον Κανονισμό Σκυροδέματος της εποχής κατά την οποία κατασκευάστηκε. Ωστόσο, η ποιότητα του σκυροδέματος σε νέο κτήριο σήμερα θα ήταν τουλάχιστον C30/37. Αυτό θα εξασφάλιζε όχι μόνο αυξημένες μηχανικές αντοχές, αλλά και αυξημένη ανθεκτικότητα έναντι περιβαλλοντικών αντιδράσεων, (π.χ. αρμύρα της θάλασσας).
- Ο στατικός φορέας δεν εμφανίζει κίνδυνο ετοιμορροπίας στην παρούσα φάση. Εμφανίζει, όμως, σημαντικές κακοτεχνίες και φαινόμενα ενεργού διάβρωσης στο σύνολο των δομικών στοιχείων.
- Υπάρχει επάρκεια όσον αφορά τον σιδηρό οπλισμό. Εντούτοις υπάρχει συστηματική κακοτεχνία όσον αφορά τη σκυροδέτηση και την τοποθέτηση του σιδηρού οπλισμού.
- Καθώς το κτήριο παραμένει εκτεθειμένο για περισσότερα από 22 χρόνια η διάβρωση του σιδηρού οπλισμού έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της αντοχής του χάλυβα πέραν του 15%, την απώλεια συνάφειας χάλυβα – σκυροδέματος και την πιθανή αποσαθρωτική συμπεριφορά του. Και η διάβρωση δεν είναι αναστρέψιμη.
- Το κόστος ανακατασκευής – επισκευής – ενίσχυσης του υπάρχοντος κτίσματος προϋπολογίζεται περίπου σε 1.840.000,00 €, ενώ το κόστος για την κατεδάφιση και ανακατασκευή μέχρι το σημείο που βρίσκεται σήμερα προϋπολογίζεται περίπου σε 1.660.000,00€. Δηλαδή το Πανεπιστήμιο θα δαπανήσει περισσότερα κεφάλαια για να επισκευάσει το υφιστάμενο (επιτυγχάνοντας αμφισβητήσιμο αποτέλεσμα) από το να το καθαιρέσει και να κατασκευάσει νέο με σύγχρονες προδιαγραφές).
Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα η Ομάδα Μελέτης του έργου προτείνει την κατεδάφιση του υφιστάμενου σκελετού και την ανέγερση νέου κτηρίου με σύγχρονες προδιαγραφές.
6.Το 2020 ο Διευθυντής Τεχνικών Έργων του Πανεπιστημίου Μ. Κακλαμάνος κατέθεσε περιεκτική Έκθεση, στη οποία μεταξύ άλλων επισημαίνει θεσμικές αλλαγές στο νομικό πλαίσιο κατασκευής κτηρίων π.χ.
- Εισήχθη (το 2017) ο Κ.Ε.ΝΑΚ στο νομικό πλαίσιο.
- Εισήχθη νέος Σκυροκώδικας (2018) που αλλάζει τον Ελληνικό Αντισεισμικό Κανονισμό.
- Εισήχθη νέος Κανονισμός Τεχνολογίας Σκυροδέματος (2016).
- Εισήχθη νέος Κανονισμός Επεμβάσεων (ΚΑΝΕΠΕ 2017).
- Τροποποιήθηκαν οι Διατάξεις Πυρασφάλειας.
- Ισχύουν Νέες μέθοδοι κατασκευής και εισήχθησαν νέα υλικά σύγχρονης τεχνολογίας.
- Πέραν όλων αυτών έχουν ήδη χαθεί 25 περίπου χρόνια από τη θεωρητική ζωή του οπλισμένου σκυροδέματος.
Και καταλήγοντας ζητά την άμεση κατασκευή ενός «Νέου Οραματικού Πολιτιστικού Πολυμορφικού Σύγχρονου Κτηρίου Μεγάλου Αμφιθεάτρου».
7.Ο Τεχνικός Σύμβουλος του έργου ΣΔΙΤ υποστηρίζει ότι οι επικαιροποιημένοι προϋπολογισμοί του έργου αποδεικνύουν ότι το κόστος του νέου Αμφιθεάτρου 5.500 τ.μ. είναι κατά τι μικρότερο από το κόστος αποπεράτωσης του απαρχαιωμένου υφιστάμενου κτίσματος.
8.Η αποπεράτωση της υπάρχουσας δομής σημαίνει προφανώς τη συγκόλληση δύο ετερόκλητων στοιχείων με διαφορετικό προσδόκιμο ζωής και διαφορετικά τεχνικά και νομικά δεδομένα, τα οποία εξαναγκάζονται να συνεργαστούν χωρίς να είναι συμβατά, το ένα κατασκευάστηκε με προδιαγραφές 1995 και το άλλο θα κατασκευαστεί με προδιαγραφές του 2023. Μπορεί να πει κανείς με ασφάλεια ότι η «συγκολλητική» άποψη στρέφει το έργο προς το Παρελθόν, ενώ η επιστημονική τάξη και η πλούσια χρηματοδότηση του έργου το κατευθύνουν προς το απεριόριστο Μέλλον.
9.Ο περιορισμός της χρήσης του Μεγάλου Αμφιθεάτρου σε αυστηρά πανεπιστημιακά πλαίσια, όπως προβλέπουν οι προδιαγραφές του κατασκευασμένου τμήματος, αποκλείουν την κατασκευή άλλου Αμφιθεάτρου στη πόλη του Ρεθύμνου. Δεν θα γίνει ποτέ σ’ αυτήν άλλο μεγάλο και δαπανηρό Συνεδριακό Κέντρο, αφού υπάρχει το πανεπιστημιακό. Το ίδιο συμβαίνει μέχρι τώρα και με το λιμάνι και το αεροδρόμιο. Ο Δήμος ματαίως θα ψάχνει τα απαιτούμενα εκατομμύρια, για άλλο Συνεδριακό Κέντρο.
Κατά την άποψή μου, διαμορφωμένη από τα ανωτέρω δεδομένα, το Πανεπιστήμιο δεν μπορεί να γυρίσει την πλάτη του στην πόλη και ταυτόχρονα να αποζητά στενότερη συνεργασία με την πόλη. Η στενότερη συνεργασία Πανεπιστημίου και πόλης του Ρεθύμνου δεν επιτυγχάνεται με ωραία λόγια δεοντολογίας ούτε με συνεστιάσεις και ενθουσιώδεις προσφωνήσεις αλλά πρωτίστως με πολλαπλές πρακτικές λειτουργικές διασυνδέσεις, πολιτισμικές, αθλητικές, κοινωνικές κλπ. Αν το Πανεπιστήμιο βασίζεται στη πόλη για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών του και η πόλη αντίστοιχα στο Πανεπιστήμιο, μόνο τότε η σχέση τους αποκτά σταδιακά αξιόλογη δυναμική για την ανάπτυξη και των δύο.
Εξ άλλου, οι πολιτισμικές εκδηλώσεις των φοιτητών είναι αυτονόητο ότι δεν μπορούν να καλύψουν οικονομικά τη συντήρηση του μεγάλου αυτού έργου, γιατί μάλλον δαπάνες και όχι οικονομικό όφελος επιβάλλουν στο Πανεπιστήμιο. Αντίθετα, η συμμετοχή της πόλης στη λειτουργία του Μεγάλους Αμφιθεάτρου ως Συνεδριακού Κέντρου θα στηρίζει οικονομικά το Πανεπιστήμιο και ταυτόχρονα συμπληρώνει τον πολιτισμικό εξοπλισμό του Ρεθύμνου και ισχυροποιεί τον δεσμό του Ιδρύματος μ’ αυτήν.
Για τους ανωτέρω λόγους πιστεύω ότι θα είναι μέγα λάθος, αν το Μεγάλο Αμφιθέατρο κατασκευαστεί με βιασμένη συγκόλληση παλαιού και νέου κτίσματος, μη συμβατών στοιχείων, ίσως και νομικά επισφαλές. Το ζητούμενο είναι μια νέα, ενιαία κατασκευή, ανοιχτή προς το Μέλλον του Πανεπιστημίου, του Ρεθύμνου και της Κρήτης.
Η «συγκολλητική» άποψη είναι εντελώς ανεπέρειστη και προφανώς ζημιογόνως και η πόλη, η Κοινή Γνώμη, οφείλει να αντιδράσει και ασφαλώς θα αντιδράσει.
Ο Δημήτρης Z. Αρχοντάκης είναι τ. Δήμαρχος Ρεθύμνης