Ο Αντωνάκης χαίρεται και λέει: σα δε ντρέπεται,
ο κόσμος θα ματώσει και τα χρέη θα πλερώσει.
Και το Βαγγέλη το χοντρό, τον έβαλενε στο χορό,
λέει του ν’ αβαντάρει και θα του χρωστεί μια χάρη.
Φώτη μου, έλα με τα μας, να πορευτούμε μονομιάς,
τα κάλαντα να πούμε, λίγο να σοβαρευτούμε.
Τη Τρόϊκα που ‘σάξανε, φαίνεται πως δε σφάξανε,
τους πήρανε χαμπάρι, χάσανε το καλαμάρι.
Άγιος Βασίλης κουβαλά τη βούργια, μα δε τους μιλά,
ποκάμαν’ του τα δώρα και τσι προσπερνά με φόρα.
Στη χέρα του βαστά ραβδί κι ένα χοντρό φαρδύ λουρί,
να τσι ξυλοφορτώσει κι ο λαός μας να γλυτώσει.
Σταύρος Φωτάκης