Το νέο βιβλίο με τον ιδιαίτερα ελκυστικό τίτλο «Στη σκιά του π. Ανυπόμονου» του Πρωτ. Ανδρέα Ηλ. Μαμαγκάκη, φίλου από τα μαθητικά μας χρόνια, υπηρετεί με συνέπεια το διπλό ρόλο της αυτοβιογραφίας: τον ενημερωτικό, ως άμεση μαρτυρία, και τον παιδαγωγικό, ως διδακτική πρόθεση ή διδακτικό αποτέλεσμα.
Ο πρώτος στόχος υπηρετείται πλουσιοπάροχα, καθώς το βιβλίο καλύπτει την εποχή των τελευταίων πενήντα χρόνων παρουσιάζοντας πολλά στοιχεία ή αναδεικνύοντας άλλα για την εκκλησιαστική ζωή, την εκπαίδευση, τον αθλητισμό, την οικονομική και κοινωνική εξέλιξη γενικότερα στη χώρα μας. Και όλα αυτά με συνεκτικό ιστό το συγγραφέα, ο οποίος λειτουργεί σαν «ξεναγός» μας στις εφημεριακές «περιπλανήσεις» του, χωρίς ποτέ να λησμονεί τη γενέθλια γη, το «γλυκό του Ρεθεμνάκι», που έρχεται και επανέρχεται στην αφήγησή του σε κάθε ευκαιρία ως άλλη Ιθάκη. Το βιβλίο με άλλα λόγια, δεν είναι απλώς ένα θυλάκιο προσωπικής μικροϊστορίας, αλλά αποτελεί και ένα θησαυροφυλάκιο τοπικής και εθνικής ιστορίας. Ο ενημερωτικός στόχος «διακονείται» ειδικότερα μέσα από την προβολή τα ευχάριστων άλλα και των δυσάρεστων που συνθέτουν την ιερατική ζωή.
Ο διδακτικός χαρακτήρας υπηρετείται μέσω της εξιστόρησης των «άθλων» του συγγραφέα από άποψη επιβίωσης και μάθησης, που είχαν ως έπαθλο την κατάκτηση των δύο λειτουργημάτων, του ιερατικού και του εκπαιδευτικού και την εξέλιξή του σ’ αυτά. μέσω της ιώβειας υπομονής του απέναντι στα κτυπήματα της μοίρας και της βαθειά φιλοσοφημένης στάσης του απέναντι στη «χαρμολύπη»-ζωή. μέσω της αναγνώρισης της προσφοράς των δασκάλων του και άλλων συνανθρώπων του που τον βοήθησαν και της αδιάλειπτης ευγνωμοσύνης του προς αυτούς. μέσω του συμβιβασμού/συμφιλίωσής του με τη φθορά του χρόνου και το αναπόφευκτο «τέλος» και μέσω της καταπολέμησης της υπαρξιακής αγωνίας μέσα από τη δημιουργία. μέσω της πρόταξης του μεγαλείου της ανοχής και συγχώρησης απέναντι στη μικρότητα του εγωισμού και τη δειλία της ένοχης αποσιώπησης. μέσω της αυτοκριτικής, του αυτοελέγχου και της αυτοπαραδοχής, αλλά μέσω και της ευθυκρισίας και της σθεναρής κατακριτικής στάσης απέναντι στο μεμπτό. μέσω της «φιλοζωίας» με την ευρεία έννοια της αγάπης για τη ζωή σε όλες της τις εκφάνσεις. μέσω της αναγνώρισης του ρόλου της γυναίκας ως «ογκόλιθου της εκκλησίας και της κοινωνίας». μέσω της ισότητας, που δεν ταυτίζεται με την ισοπέδωση, αλλά συμπεριλαμβάνει και την αξιοκρατία. μέσω του μέτρου ανάμεσα στην πνευματική και κοινωνική παρουσία, στο κοσμικό και το υπερκοσμικό, στο τοπικό και το υπερτοπικό, στο εθνιστικό (αλλά όχι εθνικιστικό) και το διεθνιστικό, στην παράδοση και την πρόοδο στις υγιείς μορφές τους…
Ο αυτοβιογραφούμενος, με άλλα λόγια, διδάσκει μέσα από την ενσάρκωση του ιδανικού κατά τον Περικλή πολίτη, του «ενεργού πολίτη» που απορρίπτει την «απραγμοσύνη» ως προσωπείο της «αχρειότητας», αλλά και ως «ποτέ από το χρέος μη κινών» κατά τον Αλεξανδρινό ποιητή.
Κοντολογίς, ολόκληρο το βιβλίο του θα μπορούσε να συμπυκνωθεί σε μια μικρή φράση: «Εγκόλπιο αγάπης».
Στο σημείο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία να τονιστεί η ειλικρίνεια και αντικειμενικότητα του συγγραφέα, καθώς πρόκειται για ένα βιογραφικό είδος με εσωτερικό αφηγητή, όπου δηλαδή βιογράφος και βιογραφούμενος ταυτίζονται, και επομένως υπόκειται στον κίνδυνο του ασυνείδητου υποκειμενισμού ή, το χειρότερο, στον πειρασμό της ενσυνείδητης παραποίησης των συμβάντων -ωραιοποίησης ή κακοποίησης- για λόγους υστεροφημίας. Για την αξιολόγηση της αυτοβιογραφίας αυτής έχει μεγάλη σημασία και το ότι γράφτηκε σε μικρό σχετικά διάστημα, από ένα κατασταλαγμένο και ώριμο αυτοβιογραφούμενο ως ένα άδειασμα μνήμης και ως μια «εκ βαθέων» εξομολόγηση.
Αξιοσημείωτη για τη σημειολογία της είναι η αφιέρωση του βιβλίου του στον τ. Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αγάθωνος Αρχιμανδρίτη Γερμανό Δημάκο, τον πρώην καπετάνιο του Ελλάς και γνωστό ως παπα-Ανυπόμονο, «τον αγωνιστή και λάτρη των υψηλών ιδανικών της φυλής μας», που δεσπόζει στο εξώφυλλο και στις πρώτες σελίδες του βιβλίου ως ένοπλος αντάρτης και ένσκηπτρος ιεράρχης.
Ο λόγος του συγγραφέα διακρίνεται από αυθορμητισμό, αμεσότητα- επικοινωνιακότητα- προφορικότητα, αποφθεγματικότητα, εξομολογητικό ύφος και, όταν χρειάζεται, χιουμοριστικό.
Άξιο, επισήμανσης είναι και το πλούσιο φωτογραφικό υλικό που συνοδεύει και υποστηρίζει το λόγο.
Όλα τα προαναφερόμενα, όσο ελάχιστα κι αν είναι για το βιβλίο, νομίζω ότι στοιχειοθετούν αυτοδίκαια τον άξιο έπαινο για το συγγραφέα που ανέλαβε όχι μόνο την κατασκευή αλλά και το κόστος κατασκευής της πολύτιμης αυτής κιβωτού, καθιστώντας την «κτήμα ες αεί».
Τέλος, σημειώνεται ότι το βιβλίο ουσιαστικά αποτελεί τη συνέχεια του επίσης απομνημονευματογραφικού βιβλίου του με τον προϊδεαστικό τίτλο «Το Ρέθυμνο του Ονείρου και της Νοσταλγίας», που κυκλοφόρησε προ διετίας. Αυτά μαζί με το επόμενο, που βρίσκεται στα «σκαριά», θα ολοκληρώσουν την αυτοβιογραφική τριλογία του συγγραφέα.
Το βιβλίο διατίθεται στα κεντρικά βιβλιοπωλεία της πόλης μας.
*Ο Γιώργος Φρυγανάκης είναι φιλόλογος-συγγραφέας