Όλοι θυμόμαστε σε προηγούμενες Αυτοδιοικητικές εκλογές τον χάρτη να χρωματίζεται με πράσινο και μπλε, ανάλογα με τα αποτελέσματα στους δήμους και τις περιφέρειες της χώρας. Αυτή τη φορά, οι ίδιοι υποψήφιοι που με την εκλογή τους απέδωσαν το χρώμα στον τόπο εκλογής τους διακηρύττουν με επιμονή πως οι εκλογές δεν σχετίζονται με πολιτικές αποχρώσεις, πως είναι «καθαρά Αυτοδιοικητικές», πως πρέπει να ψηφίσουμε με μόνο κριτήριο το καλό του τόπου, τις γνώσεις και ικανότητες των προσώπων.
Η εξήγηση προφανής: δεν θέλουν να χρεωθούν με την οργή των πολιτών για τις ασκούμενες από τα κόμματα της συγκυβέρνησης πολιτικές του μνημονίου. Είναι μια στρατηγική που μπορώ να καταλάβω. Δεν μπορώ όμως να δεχθώ τον ισχυρισμό ότι ένας δήμος ή μια περιφέρεια μπορούν να λειτουργήσουν προσπερνώντας το θέμα «μνημόνιο». Το μνημόνιο είναι εδώ! Δεν σηματοδοτεί μια απλουστευτική διάκριση «μνημονιακοί-αντιμνημονιακοί», αλλά μια πολιτική επιλογή που δεν είναι συγκυριακή, δεν είναι καν εθνική. Μια πολιτική επιλογή που, σχηματικά, λέει πως για να ξεπεράσουμε την κρίση πρέπει να συρρικνώσουμε το κοινωνικό κράτος, να ιδιωτικοποιήσουμε τα δημόσια αγαθά, να περιορίσουμε τα εργασιακά δικαιώματα, να παραδώσουμε στην αγορά τη δημόσια περιουσία.
Μα, θα πει κάποιος, γιατί θα πρέπει μια αυτοδιοικητική παράταξη να πάρει θέση απέναντι σε κεντρικές πολιτικές επιλογές; Ισχυρίζομαι πως δεν μπορεί να το αποφύγει, χωρίς να χάσει και αυτήν ακόμα τη …διαχειριστική της αξιοπιστία.
Δύο μόνο παραδείγματα για τον Δήμο Ρεθύμνου:
1. Το λιμάνι του Ρεθύμνου έχει περιέλθει, μαζί με όλα τα λιμάνια της χώρας, στο ΤΑΙΠΕΔ, με στόχο την πώλησή του σε ιδιώτες. Ο Δήμος έχει κινηθεί νομικά καταθέτοντας αίτηση ακύρωσης της απόφασης αυτής, δηλώνοντας ότι ακόμα κι αν δεν καταφέρει δια της νομικής οδού να αποτρέψει την πώληση, θα διεκδικήσει ένα ρυθμιστικό ρόλο του Λιμενικού Ταμείου στη νέα κατάσταση. Καλώς! Όταν όμως ο Δήμος περιορίζεται στις νομικές κινήσεις, αποφεύγοντας να διατρανώσει μαζί με τους πολίτες μια συνολική αντίθεση στις πολιτικές ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου, αναγνωρίζει για τον εαυτό του μόνο το ρόλο του «φρόνιμου» υπηρεσιακού παράγοντα. Συνεπώς, αν η νομική του αντίδραση δεν ευοδωθεί, φρόνιμα πάλι θα αποδεχθεί και θα υλοποιήσει τις κυβερνητικές αποφάσεις, έτσι δεν είναι;
2. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης, όπως και τα υπόλοιπα Πανεπιστήμια της χώρας, έχει πληγεί βάναυσα από την περιλάλητη δημοσιονομική προσαρμογή. Η μείωση του προϋπολογισμού του χρόνο με το χρόνο την τελευταία πενταετία αγγίζει το εφιαλτικό ποσοστό του 60%! Ταυτόχρονα, στη συνεχόμενη μείωση του προσωπικού του από συνταξιοδοτήσεις που δεν καλύπτονται με νέες προσλήψεις, ήρθε να προστεθεί από το φθινόπωρο του 2013 η ένταξη ενός σημαντικού αριθμού διοικητικών υπαλλήλων σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Όπως έχουν δημόσια δηλώσει τα ίδια τα διοικητικά του όργανα (Σύγκλητος, Πρυτανεία, Συμβούλιο) και όχι κάποιοι κινδυνολογούντες αντιπολιτευόμενοι, πρόκειται για συνθήκη που πλήττει τις ζωτικές λειτουργίες του και το οδηγεί στο όριο της αδυναμίας λειτουργίας του.
Ποιός είναι ο μνημονιακός σχεδιασμός: Η σταθερή και συστηματική συρρίκνωση των δημόσιων ΑΕΙ μέσα από την απαξίωση, την οικονομική εξαθλίωση, τη μείωση προσωπικού. Το σχέδιο «Αθηνά» για συγχωνεύσεις Τμημάτων ή και Ιδρυμάτων. Οι προβλέψεις του νόμου 4009 (του γνωστού και ως νόμου Διαμαντοπούλου) για αυτοχρηματοδότηση των Πανεπιστημίων με επιχειρηματικού τύπου δραστηριότητες, η ιδιωτικοποίηση δηλαδή όσων δημόσιων ΑΕΙ τελικά επιβιώσουν.
Τι λένε οι δημοτικές παρατάξεις που δεν θέλουν να συγκρουστούν με τη συγκυβέρνηση: Πόσο πολύτιμη είναι η ύπαρξη του Πανεπιστημίου για το Ρέθυμνο, πόσο πρόθυμες είναι να το στηρίξουν, πόσο απαραίτητη είναι η σύνδεσή του με την πόλη και η συνεργασία του με τον Δήμο. Για τα μνημονιακά σχέδια ούτε ένα σχόλιο, για την επιτακτική ανάγκη στήριξης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα του Πανεπιστημίου ούτε κουβέντα.
Πώς φαντάζονται αλήθεια ότι θα επιβιώσει εκείνο το κομμάτι του Πανεπιστημίου στο Ρέθυμνο που θεραπεύει Ανθρωπιστικές Επιστήμες, σε μια προοπτική επιχειρηματικής μετάλλαξης του δημόσιου πανεπιστημίου; Πώς θεωρούν ότι θα συντηρηθούν και θα φυλαχθούν τα χιλιάδες τετραγωνικά εγκαταστάσεων, θα εξυπηρετηθούν οι 10.000 φοιτητές, τα 9 Τμήματα, τα 30 μεταπτυχιακά προγράμματα, τα δεκάδες ερευνητικά, πώς θα λειτουργήσουν οι διευθύνσεις και η περίφημη «έδρα» του Πανεπιστημίου; Πώς τελικά θα καταφέρει να επιβιώσει το Πανεπιστήμιο στο Ρέθυμνο χωρίς αντίδραση και κοινωνική αντίσταση στις πολιτικές του μνημονίου;
Την Κυριακή δεν εκλέγουμε υπηρεσιακούς παράγοντες – αν ήταν έτσι θα αρκούσε ένας διαγωνισμός του ΑΣΕΠ. Επιλέγουμε τη θέση μας ως τοπική κοινωνία απέναντι σε πολύ συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές, που επηρεάζουν πολύ συγκεκριμένα τοπικά ζητήματα εδώ και τώρα και που δεν μπορούμε να παριστάνουμε πως τις αγνοούμε.
* Μαρία Πετρουλάκη, διοικητική υπάλληλος Πανεπιστημίου Κρήτης, υποψήφια δημοτική σύμβουλος με το «Ρέθυμνο Αλληλεγγύη Ανατροπή»