Περιμένουν πως και πως κάθε χρόνο να έρθει η μέρα αυτή. Με αγάπη και μεράκι για την σπιτική ρακή, δεκάδες κρητικοί συγκεντρώνονται γύρω από τα παραδοσιακά ρακοκάζανα και γλεντούν, βγάζοντας παράλληλα τη δική τους τσικουδιά. Σε πολλά μέρη της Κρήτης, την περίοδο αυτή ερασιτέχνες παράγουν την παραδοσιακή τσικουδιά, παρέα με συγγενείς και φίλους και στήνουν γλέντια με πολύ φαγητό, ποτό και μουσική.
Τα «Ρεθεμνιώτικα Νέα» βρέθηκαν σε ένα από τα ρακοκάζανα, στο χωριό Πετρωτό Αμαρίου και αποτύπωσαν ένα τυπικό κρητικό γλέντι, που στήθηκε με αφορμή την παραγωγή της ρακής. Ιδιοκτήτης του καζανιού ο Στέλιος Πατρικαλάκης, κάτοικος του Ρεθύμνου, που κάθε χρόνο τέτοια εποχή καλεί την παρέα του στο χωριό Πετρωτό, για να γιορτάσουν και να δοκιμάσουν τη νέα του σπιτική τσικουδιά.
«Το καζάνι είναι για δική μου χρήση, είναι μεράκι και αγάπη. Μια παράδοση που κρατάμε και μας ευχαριστεί. Κάθε χρόνο θα μαζευτούμε εδώ με την οικογένεια και τους φίλους. Θα βάλουμε το καζάνι για να βγάλουμε τη ρακή μας, έχουμε το κρασί μας, τους μεζέδες μας, θα φάμε, θα πιούμε και θα περάσουμε όμορφα», αναφέρει ο κ. Πατρικαλάκης και συνεχίζει: «Κατ’ αρχήν εμείς δεν είμαστε επαγγελματίες, δεν ξέρω τι κάνουν οι επαγγελματίες αυτοί έχουν να κάνουν με χρήματα. Εμείς εδώ μαζευόμαστε παρέα, ψήνουμε καμιά μπριζόλα, κανένα παϊδάκι και περνάμε κάποιες ώρες ωραία, προσπαθώντας να ξεφύγουμε από την καθημερινότητα. Είναι μια παράδοση που κρατάμε μόνο και μόνο για να βγάλουμε το ρακάκι μας. Περιμένουμε πως και πως με τους φίλους μου να έρθει αυτή η μέρα που θα βάλουμε το ρακακάζανο. Είναι μια μέρα γιορτής για μας, μια ακόμη ευκαιρία για να κάτσουμε γύρω από το ίδιο τραπέζι και να διασκεδάσουμε, έχοντας την ικανοποίηση ότι βγάζουμε τη δική μας ρακή».
Η διαδικασία της παραγωγής της κρητικής τσικουδιάς ακολουθείται με «ευλάβεια» και ιδιαίτερη προσοχή με τον ίδιο ακριβώς παραδοσιακό τρόπο εδώ και χρόνια. Ο κ.Πατρικαλάκης μας εξηγεί όλα τα στάδια από τα οποία πρέπει να περάσει το στράφυλο για να γίνει η απόσταξη της ρακής. «Αφού πατήσουμε τα σταφύλια και βγάλουμε το κρασί στη συνέχεια παίρνουμε τα στράφυλα και τα βάζουμε σε βαρέλια. Δημιουργείται μια ζύμωση και όταν αυτή ωριμάσει πλέον και είναι η κατάλληλη, τότε προχωρούμε στο επόμενο στάδιο που είναι η απόσταξη της ρακής. Τα φέρνουμε στο καζάνι που το ζεσταίνουμε με ξύλα κι όταν πιάσει μια θερμοκρασία ατμοποιείται το σάκχαρο που έχουμε μέσα τους τα στράφυλα, δηλαδή το οινόπνευμα. Στη συνέχεια πηγαίνει μέσα από έναν σωλήνα σε αυτό που εμείς ονομάζουμε «ψύκτη», όπου εκεί πια το σάκχαρο υγροποιείται και βγαίνει το απόσταγμα της ρακής. Σε αυτό το στάδιο χρησιμοποιούμε κρύο αλλά και ζεστό νερό και πάντα προσέχουμε και ελέγχουμε τη θερμοκρασία της, η οποία συνήθως κυμαίνεται από 18 έως 20 βαθμούς. Εγώ κοιτώ να βρίσκεται πάντα στη μέση, δηλαδή στους 19 βαθμούς, αλλά αυτό το κάνεις εσύ όπως θέλεις», τονίζει.
Όπως επισημαίνει ο κ.Πατρικαλάκης για την παραγωγή της ρακής απαιτείται συγκεκριμένη διαδικασία, η οποία μάλιστα ελέγχεται αυστηρά και από τις κρατικές υπηρεσίες: «Για να βάλεις ρακοκάζανο πρέπει να έχεις κάποιες προϋποθέσεις. Να έχεις την απαιτούμενη άδεια, να ελέγχεται η χωρητικότητα του καζανιού από το τελωνείο και να συμφωνούν οι ποσότητες που δηλώνεις. Θα πρέπει επίσης να είναι σφραγισμένα με μολυβοσφραγίδες της εφορίας. Εσύ απλά ξεσφραγίζεις την ημέρα που λέει η άδειά σου για να βάλει το καζάνι και την επόμενη ημέρα να πας το καπάκι στο τελωνείο για να σφραγίσεις όταν λήγει η άδειά σου».
Σύμφωνα με τον ίδιο η ώρα στο ρακακάζανο περνά γρήγορα. Το φαγητό, το ποτό, το τραγούδι αλλά και τα πειράγματα από τους συγγενείς και τους φίλους, οι οποίοι έρχονται σε εύθυμη διάθεση, δεν έχουν τέλος. Το γλέντι που στήθηκε γύρω από το ρακοκάναζο του Στέλιου Πατρικαλάκη κάποια στιγμή όμως θα φθάσει στο τέλος του. Θα μείνει ωστόσο η ωραία ανάμνηση και η ευχή που δίνουν μεταξύ τους οι παραβρισκόμενοι να συναντηθούν όλοι μαζί και του χρόνου. Θα μείνει επίσης και η σπιτική ρακή που θα τους συντροφεύει στις χαρές και τις λύπες… μέχρι το επόμενο ρακοκάζανο.