Είναι ενθαρρυντικό ότι εν μέσω περιρρέουσας ατμόσφαιρας λαϊκισμού και υποβάθμισης των πολιτιστικών εκφάνσεων, που έχει κατακλύσει τη χώρα, με τις αποκλίνουσες συμπεριφορές, την απαξίωση στους θεσμούς, στους ηθικούς και θρησκευτικούς κανόνες, τον ειδεχθή κώδικα επικοινωνίας, τις ευτελείς ψυχαγωγικές προτιμήσεις, τις διονυσιακές ευωχίες, τον καταιγισμό φτηνών εντύπων, εκπομπών στα ΜΜΕ και κάθε άλλης απατηλής αντίληψης, παρ’ όλ’ αυτά βλέπομε συχνά να εκδίδονται και να κυκλοφορούν αλλεπάλληλες σημαντικές μελέτες. Πρόκειται για πονήματα, επιμελημένα, ενδελεχή, καλαίσθητα πνευματικού περιεχομένου, και εμπλουτισμένα βάση ιστορικών ή άλλων δεδομένων.
Σ’ αυτή την ποιοτική σειρά κυκλοφόρησε πρόσφατα ένα πόνημα αξιώσεων. Με χαρακτηριστικό εναργές ύφος, άνεση και μοναδική δεξιότητα στο χειρισμό της εκκλησιαστικής, θεολογικής ορολογίας η φιλόλογος κυρία Κυριακή Εμμ. Παντελάκη-Τζιρίτα σε πρωτότυπη μελέτη «Ρουμελί, Ενοριακός Ιερός Ναός Αγίας Ζώνης», αναπτύσσει το θέμα εμπεριστατωμένα και αποκαλύπτει πλείστα άγνωστα ιστορικά στοιχεία, σχετικά με αυτό τα απαράμιλλο, ιερό μνημείο. Σημαντικό ότι καταξιώνει στην ιστορία τους αγιογράφους, οι οποίοι ιστόρησαν της εικόνες των ιερών ναών.
Ένθερμος και ένθεος ο Χριστιανικός ζήλος της συγγραφέως, να αναδείξει τον Ιερό Ναό της Αγίας Ζώνης, με όλα του τα θαυμάσια υπέροχα, μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας κειμήλια. Ήτοι: την απέριττη αρχιτεκτονική του μνημείου, τις περίτεχνες, λιθανάγλυφες διακοσμήσεις, και τις παραστάσεις με τους διακριτικούς σημαίνοντες συμβολισμούς, τις πλείστες, βαρύτιμες εξαϋλωμένες αγιογραφίες, τεχνοτροπίας της περιώνυμης Κρητικής Σχολής.
Δύο είναι οι κυριότερες υποδιαίρεσεις της Βυζαντινής Ζωγραφικής Σχολής. Η Κρητική Σχολή (Θεοφάνης) και η Μακεδονική (Πανσέληνος).
Ιδιαίτερη τιμή περιποιεί στη συγγραφέα ο συγκινητικός, παραμυθητικός πρόλογος με το βαθύ, νοηματικό περιεχόμενο του Προκαθήμενου της Ι. Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγενίου.
«Ως Επίσκοπος της Τοπικής Εκκλησίας, συγχαίρομε, επαινούμε, ενθαρρύνουμε και ευλογούμε», αναφέρει «τέτοιες πρωτοβουλίες που ρίχνουν σελίδες φωτός στους δύσκολους καιρούς μας, αποτελούν ελπιδοφόρες προσεγγίσεις, όσων συχνά παραθεωρήσαμε, λησμονήσαμε ή ακόμη και εξοστρακίσαμε από τη ζωή μας, η έλλειψη των οποίων φάνηκε ιδιαίτερα τελευταία». Φαίνεται το δίχως άλλο θα ‘ταν ευλογημένη εκείνη η ώρα και η στιγμή της προχειρίσεως του σεβαστού ποιμενάρχου.
Ανάμεσα στις γεωργικές παραγωγικές κοινότητες του Κάτω Μυλοπόταμου (Αγγελιανά, Μαργαρίτες κ.λπ.) με τις άλλοτε εκτεταμένες καλλιέργειες αμπελώνων, συγκαταλέγεται και το Ρουμελί.
Σε μιαν επίσκεψη-προσκύνημα στον Ιερό Ναό της ενοριακής Αγίας Ζώνης έμεινα έκπληκτος, όταν τύχη αγαθή και πέραν πάσης προσδοκίας, εντόπισα σε πολλές εικόνες με μικροσκοπικά ψηφία, το όνομα σημαντικού προγόνου μου, του π. Νικολάου Κούνουπα ιερέως, από τον οποίον είχαν ιστορηθεί. Εξ άλλου γνώριζα ότι υπήρχε το ίδιο και σ’ εκείνη της Υπαπαντής, η οποία βρίσκεται ως οικογενειακό μου κειμήλιο και ως πολύτιμο κληρονομικό απόκτημα κατ’ οίκον.
Από πού όμως αρρύεται η πληροφορία, ότι η τεχνοτροπία του αγιογράφου Νικολάου Κούνουπα είναι κατά τεκμήριον της Κρητικής Σχολής; Θα ‘ταν, κατά τη δεκαετία του 70, όταν σε επίσκεψη μου στο Βυζαντινό Μουσείο επέδειξα φωτογραφίες των εικόνων στην άλλοτε προϊσταμένη κ. Μυρτώ Ποταμιάνου, η οποία αφού τις παρατήρησε, με αμέριστο ενδιαφέρον, με ρώτησε σε ποιά εκκλησία της Κρήτης βρίσκονται και αφού εκδήλωσε το θαυμασμό της, με διαβεβαίωσε και εγγυήθηκε ως ειδική, ότι δεν αμφιβάλλει για την αυθεντικότητα, και ότι ταυτίζονται με εκείνες τις εικόνες, τις ανεκτίμητες αγιογραφίες της Κρητικής Σχολής.
Έκτοτε αποδύθηκα σε επίμονη αναζήτηση στοιχείων σχετικών με την εξιστόρηση της ζωής, όπως ενός σύντομου βιογραφικού του, εξ αντικειμένου προικισμένου πατέρα Νικολάου Κούνουπα, αλλά και τόσο ταπεινού, ώστε να παραμείνει στην αφάνεια. Όταν προ μηνός έλαβα το εν λόγω πόνημα της διακεκριμένης φιλολόγου στη σελίδα 44 με περίμενε μια ακόμα ανέλπιστη έκπληξη. Στη σελίδα εκείνη του περισπούδαστου πονήματος αντίκρισα με εύλογη συγκίνηση, εντός διακριτικού πλαισίου, εκτεταμένη αναφορά του βίου αλλά, πράγμα παράδοξο, ακόμα και μιαν έξοχη, διαυγή φωτογραφία του μακαριστού.
Κατά τον ταλαντούχο εικονογράφο και συγγραφέα Φώτη Κόντογλου ο ξεχωριστός χαρακτήρας και το αριστοτεχνικό ύφος στα έργα της Κρητικής Σχολής έγκειται στους: «χρωματισμούς βαθέως τόνου στις ασκητικές μορφές και τις απότομες φωτοσκιάσεις. Επιδίωξις ανάγλυφου όψεως των προσωπικοτήτων δια βιαίων αντιθέσεων. Δια ταύτης επιτυγχάνεται αποτέλεσμα κατ’ εξοχήν εντυπωσιακόν, ενέχει δε ποιάν τινά τάσην προς το φυσικότερον, ολιγότερον διακοσμητικόν και χρώματα θερμότερα».
Κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος της Κρητικής Σχολής υπήρξε ο Θεοφάνης. Πολλά έργα του σώζονται σε Μονές του Αγίου Όρους και σε πολλές άλλες.
«Αγλάισμα και εγκαλώπισμα» αναφέρει η συγγραφέας «του ιερού ναού αποτελούν τα δύο εικονοστάσια, αφήνουν ανεξάλειπτες εντυπώσεις στη μνήμη του κάθε ευλαβούς επισκέπτη και προσκυνητή, ο οποίος θαυμάζει το ξυλόγλυπτο εικονοστάσι του κλίτους της Αγίας Ζώνης με το περίσσιο κάλλος του, ενώ εκστασιάζεται με τη μοναδικότητα του πέτρινου σκαλιστού εικονοστασίου του κλίτους του Αγίου Χαράλαμπου, που αποτελεί ένα μνημείο απαράμιλλης λαϊκής τέχνης».
Από τη σελίδα 51 (Δεσποτικές εικόνες) μέχρι τη σελίδα 61 η συγγραφέας αναφέρεται διεξοδικά και εμπεριστατωμένα στις εικόνες του Ι. Ναού. Ιδιαιτέρως σ’ αυτό το κεφαλαίο με εύστοχα σχόλια, παρεμφερείς συσχετισμούς, και καλλιέπεια λόγου περιγράφει, με κάθε λεπτομέρεια, τις εικόνες της ιστορημένες «δια χειρός» του μακαριστού ιερωμένου π. Νικολάου Κούνουπα. Οι πετυχημένες φωτογραφήσεις και αντίστοιχα οι έγχρωμες, προσεγμένες εκτυπώσεις της Γραφοτεχνικής με την κρυστάλλινη διαύγεια των εικόνων πιστοποιούν την ποιότητα του βιβλίου.
Οι αριστουργηματικές σύμφωνα με το Δωδεκάορτο, εικόνες του π. Νικολάου Κούνουπα είναι οι εξής:
1. Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, 2. Η Γέννησις του Χριστού, 3. Η Περιτομή του Χριστού, 4. Η Υπαπαντή του Χριστού, 5. Η Βάπτισις του Χριστού, 6. Η Μεταμόρφωσις του Χριστού, 7. Η Έγερσις του Λαζάρου, 8. Η Σταύρωσις του Χριστού, 9. Η Βαϊοφόρος του Χριστού, 10. Η Ψηλάφησις του Θωμά, 11. Η Ανάληψις του Χριστού, 12. Η Αγία Τεσσαρακοστή.
Όλες οι εικόνες είναι ενυπόγραφες και με τις ημερομηνίες της ιστόρησης τους. Ακολουθεί το κεφάλαιο με «Τα εικονοστάσια του κλίτους της Αγίας Ζώνης»., «Το βημόθυρο με τη σκηνή του Ευαγγελισμού, και τρείς «δεσποτικές εικόνες». Οι τρεις αυτές κοσμούν το εικονοστάσι. Η μια παριστάνει τη Θεοτόκο ένθρονη και Βρεφοκρατούσα. Η άλλη το Χριστό ένθρονο και η τρίτη την Κοίμηση και Μετάσταση της Θεοτόκου. Και οι τρεις εις το κατώτατο τμήμα φέρουν την εξής μεγαλογράμματη επιγραφή: «Εγένετο δαπάνη του Α.Α.Μ. Αυτοκράτωρος Πασών των Ρωσιών Αλέξανδρου Α’ ου μνήσθητι Δέσποινα». Πρόκειται για τον γνωστό Τσάρο Αλέξανδρο Α’ τον αλήστου μνήμης δια την εγκατάλειψη και άρνηση στήριξης του στον Καποδίστρια.
Επειδή όμως είναι πανομοιότυπες, με τις παρακείμενες του μακαριστού π. Νικολάου Κούνουπα, οδηγούν στο συμπέρασμα, ότι έχουν ιστορηθεί από τον ίδιο, όπως εξ άλλου παρατηρεί εύστοχα και η ίδια η συγγραφέας στη σελίδα 71 «Αν και οι επιγραφές των τριών δεσποτικών εικόνων, που αναφέρουν το όνομα του αυτοκράτορα Αλέξανδρου, μας παραπέμπουν στη Ρωσία, εν τούτοις οι ειδικοί αποφαίνονται, ότι δεν έχουν καμία σχέση με το ρωσικό εργαστήρι, αλλά με τοπικό εργαστήρι του 19ου αιώνα. Ομοιότητες που διαπιστώνονται τόσο στους εικονογραφικούς τύπους, όσο και στα τεχνοτροπικά τους χαρακτηριστικά, και την ποιότητα με άλλες εικόνες του ενοριακού ναού, που φέρουν την υπογραφή του αγιογράφου ιερέως π. Νικολάου Κούνουπα, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι και αυτές οφείλονται στον ίδιο αγιογράφο».
Η συγγραφέας αμφισβητεί τη χορηγία των εικόνων από τον Τσάρο Αλέξανδρο Α’ (1801-1825) και την τοποθετεί στον επόμενο Τσάρο Αλέξανδρο Β’ (1855-1881) στον οποίο χρονολογικά και λογικά, θα οφείλεται η αναφερόμενη στις εικόνες ως δαπάνη.
Στις εν συνεχεία τρεις εικόνες από την Παλαιά Διαθήκη, οι οποίες σε μεταφέρουν σε μια ατμόσφαιρα μυστηριώδη και μεταφυσική, υποφώσκει αμυδρά η θεϊκή παρέμβαση (Η έξωση του Αδάμ και της Εύας από τον Παράδεισο, Η θυσία του Αβραάμ, ο Μωυσής με τις πλάκες του Νόμου). Ο καλλιτέχνης εμπνέεται από την εικονογραφημένη Βίβλο του διάσημου Γάλλου ζωγράφου και εικονογράφου Paul Gustave Doré.
Στο κλίτος της Αγίας Ζώνης εμπλουτίζεται ο Ι. Ναός εκτός του επιστυλίου με τις ξυλόγλυπτες παραστάσεις (άμπελος, πτηνά, θυρεοί, αγγελάκια) με ένα ακόμα Δωδεκάορτο, με τις εξής αγιογραφικές σκηνές και τους μεγαλογράμματους τίτλους:
1. Η Γέννησις της Θεοτόκου 2. Τα Εισόδια της Θεοτόκου 3. Η Κοίμησις της Θεοτόκου 4. Η Αγία Οικουμενική Σύνοδος 5. Η Ύψωσις του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού 6. Οι Άγιοι Πάντες 7. Η Κυριακή του Τυφλού 8. Η Κυριακή της Σαμαρείτιδος 9. Η Κυριακή των Μυροφόρων 10. Η Κυριακή του Παραλύτου 11. Η Γέννησις του Προδρόμου 12. Οι Άγιοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος.
Πέραν όμως των επικαλυμένων με τις φορητές εικόνες τοίχων και εκ παραλλήλου των δύο τέμπλων, ευσεβείς δωρητές, ευλαβούμενοι τις παραδόσεις και κινούμενοι από βαθύ σεβασμό θεώρησαν πρέπον προσφάτως, να διακοσμηθούν και οι κενοί άβαφοι τοίχοι. Το βαρύτιμο έργο ανέλαβε ο συγκαιρινός εικονογράφος Χ. Χρηστίδης, ο οποίος απεδείχθη αντάξιος των προκατόχων του. Ξεκίνησε αυτές τις δεκάδες τοιχογραφίες (φρέσκο) το 1997 και τις ολοκλήρωσε το 2011.
Η συγγραφέας περιγράφει επίσης το ίδιο εμπεριστατωμένα «Τα Προσκυνητάρια και τον Επισκοπικό θρόνο» και συνεχίζει με πολλές άλλες εικόνες ιστορημένες από το ζωγράφο Θεόδωρο Παπαδάκη, τον ιερέα Ευάγγελο Χατζησπύρου, την Αθηνά Καφφάτου και την Γιόλα Μαστοράκη. Στη σελίδα 111 σε ένα πάνθεον φωτογραφιών εικονίζονται οι οκτώ πατέρες εφημέριοι του Ι. Ναού, οι οποίοι λειτούργησαν όλα τα χρόνια, από την ίδρυση από τον πρώτο π. Εμμανουήλ Ανδρουλιδάκη (1879) μέχρι τον τωρινό π. Δημήτριο Σωπασουδάκη.
Στο «Δεύτερο Μέρος» του βιβλίου η συγγραφέας αναφέρεται σε όλες τις άλλες εκκλησίες της Ενορίας Ρουμελί και στα παρεκκλήσια. Στην Αγία Μαρίνα στην τοποθεσία Δρακιακά… Στον Άγιο Νεκτάριο στην τοποθεσία Χοντρό Χαράκι. Στον Άγιο Αντώνιο στην τοποθεσία «Ντάχνη». Στην Αγία Παρασκευή στο Γεροπόταμο. Στον Άγιο Γεώργιο στην τοποθεσία Πάναρμος. Στον Άγιο Μηνά σε ιδιόκτητη έκταση.
Στα ουσιαστικά προσόντα του βιβλίου η εντυπωσιακή πληθωρική και ανεπανάληπτη παρουσίαση των δεσποτικών εικόνων, φορητών και φρέσκο, του Ενοριακού Ναού Αγίας Ζώνης Ρουμελί. Αυτή η ιδανική συλλογή μιας τόσο ανεκτίμητης, μουσειακής, εκτός των άλλων, αξίας, εικόνων και κειμηλίων μεταφέρει συνειρμικά στα αντίστοιχα Καθολικά των Ι. Μονών του Αγίου Όρους.
Προσελκύει εξάλλου, την προσοχή του αναγνώστη, το αξιομνημόνευτο, γεγονός, σύμφωνα με την παράδοση, της περιπετειώδους διαδρομής και διάσωσης των λειψάνων της Αγίας Ζώνης με την Χάρη της Παναγίας και με την Παρουσία Της σε δύσκολες στιγμές, ώστε να αντιμετωπιστούν και να ξεπεραστούν ανυπέρβλητα εμπόδια.
Εν κατακλείδι το αριστουργηματικό πόνημα της περινούστατης φιλολόγου συγγραφέως κ. Κυριακής Παντελάκη – Τζιρίτα αντιστοιχεί σε ενδελεχή πραγματεία, σε πρωτότυπη επιστημονική μελέτη ενός άψογα εικονογραφημένου, εκκλησιαστικού θέματος. Πρόκειται για έρευνα αποκαλυπτική, ξεχωριστής ποιότητας περιεχομένου και υψηλού επιπέδου, με σκοπό την ανάδειξη ενός πολύτιμου μνημειακού θησαυρού της παράδοσης.
Η εύστοχη παρουσίαση της προσωπικότητας και του έργου του μακαριστού προγόνου μου π. Νικολάου Κούνουπα συνιστά αναγνώριση και επιβράβευση ενός αγνοημένου μέχρι σήμερα ταλαντούχου καλλιτέχνη ιερωμένου και αναμφίβολα αποτίει φόρο τιμής στη μνήμη του. Εξ αυτού του λόγου έχω την ηθική οφειλή να εκφράσω τις εγκάρδιες ευχαριστίες μου στην ξεχωριστή φιλόλογο-συγγραφέα κυρία Κυριακή Παντελάκη-Τζίρικα με το γόνιμο, ερευνητικό πνεύμα, τις δημιουργικές ανησυχίες και τη χριστιανική αφοσίωση!
Κλείνω αυτό το «σημείωμα» με τον «πρόλογο» από τον επίλογο του βιβλίου στον οποίο η συγγραφέας με την εκλεπτυσμένη της γραφίδα, ανεμέλπει έναν υπέροχο ύμνο στη γενέθλια γη!…
«Η ιδιόμορφη και ξεχωριστή σε ομορφιά γη της επαρχίας Μυλοποτάμου είναι διάσπαρτη από χριστιανικά μνημεία, τα οποία μαρτυρούν εδώ και αιώνες τη χριστιανικότητα και ελληνικότητα αυτού του τόπου. Οι ιεροί ναοί, που χτίστηκαν σε εποχές κατά τις οποίες ο κρητικός λαός δοκιμαζόταν από τη φτώχεια, τους λοιμούς, την πειρατεία, την ξένη κυριαρχία, την άγρια και απάνθρωπη εκμετάλλευση από τους ξένους δυνάστες, είναι οι πνευματικοί θησαυροί της ορθόδοξης πίστης, πολύτιμα κομμάτια του πολιτισμού και της παράδοσης και μοναδικά μνημεία του τόπου και της ιστορίας μας.
Μας τα κληροδότησαν οι πρόγονοί μας και έχουμε χρέος, να μην τα καταδικάσουμε στη λήθη και στην αφάνεια, αλλά να τα διατηρήσουμε, να τα αναδείξουμε, για να συνεχίσουν την πολύτιμη προσφορά τους μέσα στη διαδρομή του χρόνου».
Στο Ρέθυμνο η θεατρική παράσταση «Χόρεψέ με πατέρα» της Κατερίνας Αντωνιάδου
H θεατρική παράσταση «Χόρεψέ με πατέρα» της Κατερίνας Αντωνιάδου έρχεται στο Ρέθυμνο στο Θέατρο Αντίβαρο για δυο παραστάσεις σήμερα Σάββατο...