Όλες οι δημοφιλείς σειρές της τηλεόρασης που καθηλώνουν κάθε βράδυ κόσμο και κοσμάκη αναφέρονται στη βεντέτα. Ακόμα και η νέα παραγωγή του Θοδωρή Παπαδουλάκη «Κομάντα και Δράκοι» στο πανάρχαιο αυτό στίγμα μια μικρής κοινωνίας εστιάζει την πλοκή της.
Θέμα πάντα επίκαιρο η βεντέτα. Και αφορμή να γράψει ο Παντελής Πρεβελάκης το περίφημο έργο του «Ο ήλιος του θανάτου».
Ένα καταπληκτικό θεατρικό έργο είχε γράψει και ο αείμνηστος Σταύρος Κατζουράκης. Ο σημαντικός εκείνος συγγραφέας που θυμόμαστε πάντα με συγκίνηση είχε δει το θέμα από την πλευρά της κάθαρσης που επιτελείται με θυσία αθώου, όπως η θειά Ρουσσάκη στον Ήλιο του Θανάτου. Παρά τις ενέργειές του κανένας δεν προθυμοποιήθηκε να τον βοηθήσει, ώστε να το καμαρώσει επί σκηνής. Κι έμεινε με το παράπονο που έχει στοιχειώσει στη μνήμη μου.
Η βεντέτα δεν παύει να είναι πληγή για έναν τόπο. Κι όπως αποδεικνύουν οι πηγές δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Ξεκινώντας από την αρχαιότητα, το συναντάμε στις πρώτες κιόλας ανθρώπινες κοινωνίες.
Στο εθιμικό δίκαιο της Κρήτης καταγράφεται για πρώτη φορά στη Μινωική πολιτεία.Ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια» αναφέρει ως εισηγητή του «Δικαίου της Ανταπόδοσης» τον Ραδάμανθυ, αδελφό του Μίνωα. Σύμφωνα με αυτή την ποινική διάταξη, όποιος διαπράξει ένα αδίκημα «μόνο σαν πάθει ό,τι καμε, δίκη σωστή θα γίνει». Ο νόμος της ανταπόδοσης χαρακτηρίζεται μάλιστα ως σπουδαία μορφή απονομής δικαιοσύνης.
Αργότερα, κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας στην Κρήτη, ίσχυε η βασική αρχή του ισόποινου, σύμφωνα με το οποίο η ποινή που επιβαλλόταν σε περίπτωση φόνου ήταν είτε το ισόποινο, δηλαδή η καταδίκη του δράστη σε θάνατο, είτε η «εξαγορά του αίματος», δηλαδή η απόδοση χρηματικής αποζημίωσης από τον δράστη στην οικογένεια του θύματος. Μόνο ο Γεώργιος Τσουδερός ήξερε πόσο του είχε στοιχίσει ο ηρωισμός του αδελφού του Γιακουμή που είχε στείλει στον προφήτη τους αρκετούς Τούρκους που ταλαιπωρούσαν τους άτυχους σκλάβους
Το φαινόμενο έχει εξεταστεί από επιφανείς επιστήμονες όπως ο Βασίλης Βουιδάσκης, συνταξιούχος σήμερα καθηγητής Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης,
ο Άρης Τσαντηρόπουλος, καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και φυσικά ο σημαντικός ανθρωπολόγος Μάικλ Χέρτσφελντ.
Οι δυο τελευταίοι έζησαν για καιρό σε ορεινά χωριά μελετώντας από κοντά τις διαδικασίες ενός «σασμού».
Ο κ. Τσαντηρόπουλος στο βιβλίο του «Η βεντέτα στη σύγχρονη ορεινή κεντρική Κρήτη» κάνει τις πρώτες αναφορές συμβιβασμών στην κρητική κοινωνία στα χρόνια της ενετοκρατίας. «Δύο οικογένειες υπέγραφαν ένα συμφωνητικό ενώπιον νοτάριου (συμβολαιογράφου) ότι δεν θα συνεχιστεί η έχθρα», λέει. Τριάντα τρία σχετικά έγγραφα της περιόδου 1612-1639 βρέθηκαν στα αρχεία του νοτάριου Ιωάννη Κρούσου του Γιώργη. Ο ίδιος τα χαρακτήριζε «ιστρουμέντια της αγάπης». Συντάσσονταν με πρωτοβουλία των εμπλεκομένων ή μεσολαβητών και αφορούσαν κλοπές, φιλονικίες, βεντέτες, βιασμούς.
Αιώνες αργότερα συναντάται στην Κρήτη μια ακόμη παραλλαγή συμφιλίωσης. Προτού επεκταθεί στο νησί ο εμφύλιος πόλεμος που είχε ξεσπάσει στην υπόλοιπη χώρα, ολόκληρα χωριά δήλωναν δημόσια ότι προέχει η ειρήνη και ζητούσαν να σταματήσει οποιαδήποτε αντιπαλότητα. Και πάλι πρόσωπα κύρους από την κοινότητα εγγυούνταν τη συμφωνία και τα πρακτικά συμφιλίωσης δημοσιεύονταν στον Τύπο.Ενδεικτικό είναι το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ελεύθερη Κρήτη», οργάνου του πολιτικού συνασπισμού των κομμάτων του ΕΑΜ, στις 16 Μαΐου 1947.
Πως έχουν όμως τα πράγματα σήμερα ,πέρα από τη μυθοπλασία που προσθέτει ενδιαφέρον στην πλοκή του σεναρίου;
Είχαμε την ευκαιρία λόγω γνωριμίας να συζητήσουμε για το θέμα που φέρνουν στην επικαιρότητα οι φετινές τηλεοπτικές παραγωγές μεγάλης μάλιστα θεαματικότητας, με έναν από τους σημερινούς «μεσίτες» που ασχολείται με σασμούς. Είναι ο κ. Γιώργος Κιαγιάς (Σταματογιώργης).
Ένας σύγχρονος δεξιοτέχνης του «σασμού»
Έτυχε να γνωρίσω τον Γιώργο Κιαγιά μέσω του στενού και καλού συνεργάτη μας κ. Βασίλη Αποστολάκη ανώτατου αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ ε.α σε ένα οδοιπορικό μας στον ορεινό Μυλοπόταμο με μια στάση στα Λιβάδια.
Επιβλητικός, αξιοσέβαστος, άρχοντας πραγματικός, μας κατέπληξε με τα στιχουργήματά του (αποτελούν μικρά αριστουργήματα) και την αρχοντική φιλοξενία του που κάνει ιδιαίτερα υποχρεωτική η συμμετοχή της άξιας συζύγου του, χαρακτηριστικής γυναίκας της Κρήτης που τιμά την οικογένεια και τη γενιά της.
Από κείνη την αξέχαστη επίσκεψη είχαμε γνωρίσει τον Γιώργο Κιαγιά, που έφυγε από τα Λιβάδια σε ηλικία 16( δεκαέξι) χρονών για τη θάλασσα. Ταξίδεψε τριάντα χρόνια και στα 46(σαράντα έξι) του συνταξιοδοτήθηκε και επέστρεψε στη γενέτειρα γη, τα Λιβάδια.
Από την πρώτη μέρα που επέστρεψε άρχισε να ασχολείται με τα κοινά, γιατί όπως όλα τα ορεινά χωριά του Ψηλορείτη έτσι και τα Λιβάδια είναι ένα δύσκολο χωριό με λεπτές ισορροπίες. Και έχει προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στον τοπικό σύλλογο, αλλά και σε άλλα θέματα που αφορούν στην ανάπτυξη του χωριού του.
Αυτό που δεν γνωρίζαμε είναι ότι ασχολείται και με «σασμούς». Εκμεταλλευτήκαμε λοιπόν την ευκαιρία της γνωριμίας για να συζητήσουμε μαζί του τη διαδικασία αυτή που εκτός τηλεοπτικών σεναρίων, όπως διαπιστώσαμε , είναι πολύ διαφορετική και εξαιρετικά δύσκολη.
«Είμαι συνέχεια παρών στα προβλήματα του χωριού μου» μας είπε απαντώντας σε σχετική μας ερώτηση. «Άλλες φορές θα κληθώ να μπω στη μέση, δηλαδή να κάνω το μεσίτη και άλλες φορές θα το κάνω με δική μου πρωτοβουλία. Αναλόγως την κάθε περίπτωση».
- Υπήρξε κάποια αφορμή που σας έκανε να ασχοληθείτε με «σασμούς»;
«Η αφορμή που αποφάσισα να ασχοληθώ με τους σασμούς είναι γιατί πιστεύω, ότι οι όποιες διαφορές πρέπει να λύνονται στην αρχή τους, πριν πάρουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Στις κλειστές κοινωνίες όταν ξεφύγει μια κατάσταση, μπορεί να βάλει στο παιχνίδι ολόκληρες οικογένειες με ότι αυτό συνεπάγετε.
Γι’ αυτό θα πρέπει την κάθε υπόθεση να τη βλέπουμε σαν δική μας υπόθεση και όχι να δείχνουμε αδιαφορία που μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες».
- Πέρα από όσα μας διδάσκουν οι μελέτες κι οι γραφές,πως χαρακτηρίζετε εσείς το στίγμα της βεντέτας;
«Ακριβώς επειδή πρόκειται για στίγμα στις παραδόσεις μας, αναλαμβάνει πρωτοβουλία ο μεσίτης. Αυτός είναι ο ρόλος του άλλωστε. Να μην ξεφύγουν τα πράγματα και να οδηγηθούν οι δύο αντίπαλες πλευρές στη βεντέτα. Δηλαδή να προλάβει να γίνει ο σασμός, πριν οδηγηθούν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
Γνώμη μου λοιπόν και άποψή μου είναι, ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει η όποια περίπτωση να οδηγηθεί σε βεντέτα. Πρέπει να υπάρχουν οι ψύχραιμες φωνές, δηλαδή οι μεσίτες να προλαβαίνουν το κακό πριν είναι αργά, με όποιο κόστος».
- Πιστεύετε ότι η βεντέτα έχει «μέλλον» όσο ο κόσμος προχωρεί και οι νοοτροπίες αλλάζουν;
«Δυστυχώς, Το φαινόμενο βεντέτα θα υπάρχει, όσο υπάρχει Κρήτη και το λέω με τα λόγου γνώσεως, γιατί όπως προανέφερα σε μια διαμάχη μεταξύ δύο ανθρώπων αυτόματα εμπλέκονται οι οικογένειες των δύο διαμαχόμενων και κατά συνέπεια όλο το χωριό.
Το αντίδοτο λοιπόν της βεντέτας είναι ο σασμός».
- Τελικά πως επιτυγχάνεται ο «σασμός»;
«Για να επιτευχθεί ένας σασμός, θα πρέπει να πειστούν και οι δύο πλευρές με επιχειρήματα από τους μεσίτες, ότι δεν υπάρχει άλλος ασφαλέστερος τρόπος από το σασμό για την επίλυση των διαφορών τους. Αυτό πολλές φορές χρειάζεται πολύ χρόνο και πολύ υπομονή και επιμονή.
Εγώ λοιπόν λέω την παρακάτω μαντινάδα:
«Δώσετε τόπο στην οργή
και στην κακή την ώρα
αφήστε την να προσπερνά
όταν ξεσπάσει η μπόρα»
- Έχουμε «μεσίτες» που έγραψαν ιστορία;
«Μου λέτε να αναφερθώ σε παλαιότερους μεσίτες. Είναι αναρίθμητοι στα ψηλά χωριά μας. Κι όλοι ένας-ένας και μοναδικοί στον αγώνα τους για συμφιλίωση αντίπαλων πλευρών. Δεν θα κάνω ιδιαίτερη αναφορά επειδή φοβάμαι πως θα αδικήσω κάποιους ανθρώπους -μεσίτες, που έχουν κλείσει πολύ σοβαρές υποθέσεις. Έπειτα δεν έχει κανένα νόημα η αναφορά».
- Σας αρέσει να αναφέρεστε σε υποθέσεις που αναλάβατε ως σήμερα;
«Ένας σοβαρός μεσίτης δεν θα καθίσει ποτέ να συζητήσει για οποιαδήποτε υπόθεση αυτό είναι νόμος».
- Ποια η γνώμη σας για τις τηλεοπτικές σειρές που αναφέρονται στη βεντέτα. Γίνεται ο «σασμός» όπως εσείς ξέρετε;
«Από τη μια είναι καλό να μαθευτεί ο «σασμός» σε όλο τον κόσμο, γιατί θεωρώ πως ο καθένας σοβαρός και αξιόλογος άνθρωπος μπορεί να κάνει το μεσίτη και να προλάβει ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Αυτό είναι η μια πλευρά.
Από την άλλη πολύ φοβάμαι πως περνούν λάθος μηνύματα. Δηλαδή η Κρήτη δεν είναι αυτή που παρουσιάζουν, αυτή είναι η άποψή μου. Δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες…».
Συμφωνούν και οι Μανιάτες
Αυτή την άποψη του κ. Κιαγιά θα συμμερίζονταν αν την άκουγαν και οι Μανιάτες.
Με την ευκαιρία της επίσκεψης Μανιατών στον Κισσό και την Ασή Γωνια για τις κοινές εκδηλώσεις που γίνονται κάθε χρόνο μιλήσαμε προ μηνός, με εκπροσώπους λαογραφικών συλλόγων. Και τους βρήκαμε κάθετους με όσα διαδραματίζονται στη μικρή οθόνη.
Η παρουσίαση από τις τηλεοπτικές σειρές του φαινομένου της βεντέτας ξεφεύγει κατά πολύ από τα ήθη και τις παραδόσεις, όπως μας είπαν. Όσο κι αν πρόκειται για μυθοπλασία, κάποιες σκηνές προσβάλλουν και τα ήθη και τα έθιμα της περιοχής.
Ανεξάρτητα από τις αντιρρήσεις αυτές, γεγονός είναι ότι οι τηλεοπτικές σειρές μας επιτρέπουν να εστιάσουμε στο πρόβλημα και να συνειδητοποιήσουμε πόσο ανόητη είναι τελικά μια βεντέτα. Ξεκινά συνήθως από την πιο ασήμαντη αφορμή. Μια κουδούνα, ένα χαστούκι, μια προσβλητική φράση είναι αρκετά για να ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου. Και να κλείσουν σπίτια χωρίς λόγο.
Επιτελούν λοιπόν θεάρεστο έργο οι Μεσίτες. Ποιο είναι το κέρδος τους;
Μάλλον ζημία έχουν καθώς σε πολλές περιπτώσεις θα βάλουν «βαθειά» το χέρι στη τσέπη. Αν δηλαδή η βεντέτα μπορεί να ξεκινήσει από μια ζημιά, θα πρέπει οι μεσίτες να βρουν πρώτιστα τρόπο αποκατάστασης για να προλάβουν το κακό. Κι όταν η πλευρά που δίνει την αφορμή δεν έχει την δυνατότητα μιας αποκατάστασης υποχρεούται από φιλότιμο ο μεσίτης να τσοντάρει.
Ο αριθμός τώρα αυτών που θα διαμεσολαβήσουν για την αποφυγή βεντέτας εξαρτάται από τη σοβαρότητα του πράγματος. Σε μερικές περιπτώσεις χρειάζεται να ενώσουν τις δυνάμεις, μεσίτες από διαφορετικά χωριά για να φέρουν αποτέλεσμα. Έτσι το μοναδικό κέρδος τους είναι, ότι έσωσαν αθώους από αναίτια σφαγή.
Ο Χρίστος Χνάρης
Από τους παλαιότερους και σημαντικούς μεσίτες ήταν και ο αξέχαστος Χρίστος Χνάρης από τα Λιβάδια, που έφυγε το περασμένο καλοκαίρι πλήρης ημερών χτυπημένος από τον κορονοϊό. Ήταν κτηνοτρόφος και διετέλεσε πρόεδρος του τοπικού αγροτικού συνεταιρισμού.
Άνθρωπος με κύρος, μεστή κουβέντα έχαιρε του γενικού σεβασμού και από το 1960 ασχολείτο με «σασμούς».
Όταν τον συνάντησε ο Γιάννης Παπαδόπουλος το 2014 στο πλαίσιο έρευνας που έκανε για την «Καθημερινή» του είχε πει μεταξύ άλλων, για το ρόλο του μεσολαβητή.
«Αν δεν ξέρεις να μιλήσεις μπορεί να πας για καλό και να κάνεις ζημιά. Μια κουβέντα μπορεί να εξορίσει μια υπόθεση. Είμαστε διαβασμένοι από τη φύση, από τα περιστατικά και ξέρουμε κάθε περίπτωση πού πονάει».
Μεσίτες γίνονται επίσης δάσκαλοι, γιατροί και ιερείς. Χαρακτηριστική η περίπτωση του π. Ανδρέα Κόκκινου ενός φωτισμένου ιερέα που τιμά το σχήμα του με σωτήριες παρεμβάσεις. Ένας ιερέας πρότυπο που θα άξιζε να βρει μιμητές. Ο ίδιος πρεσβεύει ότι «σασμός σημαίνει ότι υπάρχει ακόμα λόγος και αξιοπρέπεια».
Άτυποι σασμοί γίνονται πολλές φορές από απελπισμένες κινήσεις γυναικών προκειμένου να μην ξεσπάσει το κακό. Το βάρος όμως συνήθως πέφτει στους ώμους των έμπειρων ανδρών.
Τελετουργικό ανάλογα με την υπόθεση
Το τελετουργικό που ακολουθούν οι «μεσίτες» προσαρμόζεται πάντα στην υπόθεση που αναλαμβάνουν. Οι πρώτες διερευνητικές επαφές και παρεμβάσεις ξεκινούν μόλις γίνει γνωστή μια διαμάχη. Συχνά οι «μεσίτες» αξιοποιούν και περιφερειακά πρόσωπα, συγγενείς ή φίλους, για να πλησιάσουν τις δύο πλευρές. Οι διαπραγματεύσεις διαρκούν μέρες, ή μήνες. Σε αυτό το διάστημα μπορεί να ζητηθεί από τον ένα εμπλεκόμενο να μην περνά από ορισμένους δρόμους για να μην ανταμώσει τον αντίπαλό του. Εφόσον οι δύο πλευρές δεχτούν να μπουν στο σασμό, ορίζεται ως χώρος συνάντησης ένα ουδέτερο σπίτι, συχνά αυτό του μεσολαβητή. Όπως περιγράφει ο Αρης Τσαντηρόπουλος στο βιβλίο του «Η βεντέτα στη σύγχρονη ορεινή κεντρική Κρήτη», ακολουθεί γεύμα στο οποίο παρίστανται οι πιο ισχυροί κοινωνικά εκπρόσωποι κάθε οικογένειας. Με το τσούγκρισμα των ποτηριών, το εβίβα, οι δύο πλευρές συμφιλιώνονται.
Στη θέση των δύο αντιπάλων μπορεί να βρεθεί κάποια στιγμή και ο «μεσίτης» για προσωπικές του διαφορές. Στα μάτια του τα δικά του προβλήματα μπορεί να φαντάζουν δυσεπίλυτα. Όπως ο ψυχολόγος ζητάει τη βοήθεια συναδέλφων του για να ψυχαναλυθεί, έτσι και ο «μεσίτης» απευθύνεται στην αμεροληψία άλλου διαμεσολαβητή.
Μπορεί ένας «σασμός» να σταματά μια συμφορά και να σβήσει την φωτιά πριν καταστρέψει τα πάντα, αλλά δεν είναι σπάνιες οι φορές που γίνεται αφορμή για τη δυστυχία κάποιων ανθρώπων. Πόσες γυναίκες δεν δυστύχησαν επειδή αναγκάστηκαν να ενώσουν τη ζωή τους με πρόσωπα μιας αντίπαλης οικογένειας χωρίς να υπάρχει κανένας ψυχικός δεσμός.
Για ένα «πρέπει» καταστράφηκε η δική τους ζωή.
Κι όμως σύμφωνα με το δικηγόρο κ. Νίκο Κοτζαμπασάκη ο «σασμός» αποτελεί ένα αναγκαίο κακό, αφού προλαμβάνει πολλές δυσάρεστες καταστάσεις. Γιατί όπως μαρτυρούν τα στοιχεία μερικές βεντέτες συνδέονται με εξωφρενικούς αριθμούς νεκρών και θυμάτων γενικά.
Αυτή είναι η σημασία του «σασμού» που έδωσε θέμα φέτος σε τρείς τηλεοπτικές σειρές με μεγάλη θεαματικότητα. Και πέρα από την ψυχαγωγική πλευρά, έγινε αφορμή να ξορκίσουμε ακόμα μια φορά την βεντέτα που αναμφισβήτητα αποτελεί κατάρα για έναν τόπο.
Πηγές:
Άρη Τσαντηρόπουλου: ««Η βεντέτα στη σύγχρονη ορεινή κεντρική Κρήτη»
Γιάννη Παπαδόπουλου: «Οι συμφιλιωτές της βεντέτας στην Κρήτη» εφ. «Καθημερινή»