Εγώ λεφτά δεν έκαμα από το μπουλγαρί μου,
έκαμα φίλους μπιστικούς και το ‘χω σε τιμή μου.
Στη μαντινάδα του αυτή ο αξέχαστος Στέλιος Φουσταλιεράκης έκλεινε όλη του τη φιλοσοφία για τη ζωή και τις αξίες της.
Ήταν ένας συμπαθέστατος άνθρωπος, μετρίου αναστήματος, με ένα γλυκύτατο χαμόγελο και μια έμφυτη αρχοντιά. Είχε το μαγαζί του εκεί στην Αρκαδίου και φήμη του ειδικού στα εργαλεία που μετρούν τον χρόνο. Το όνομά του και μόνο σαν άκουσμα προκαλούσε το σεβασμό κι η αναφορά σ’ αυτόν έκλεινε αγάπη. Ένας αρχοντάνθρωπος με όλη τη σημασία της λέξης.
Σαν έπιανε όμως στα χέρια το μπουλγαρί με τη λαχτάρα αγαπημένου για την καλή του εκεί ψήλωνε όσο δεν φαντάζεται ο νους. Κι όσο το πληθωρικό σε ήχους άκουσμα ξετύλιγε τις μελωδίες που αγγίζουν την ψυχή, τόσο ο θαυμασμός για τον καλλιτέχνη Στέλιο Φουσταλιεράκη ακουμπούσε στα ουράνια.
Ο ίδιος ήταν πάντα χαμηλών τόνων κι ήθελε να περνά σαν ένας απλός μερακλής που κάνει το μεράκι του μελωδία σε κείνο το μαγικό όργανο που θαρρείς και κλείνει μέσα του αμέτρητες φωνές.
Όταν, όμως, κάποτε η Δόμνα Σαμίου ερχόμενη για οδοιπορικό στο Ρέθυμνο μου αναζήτησε πρώτα το Φουσταλιέρη, τότε κατάλαβα πόσο σημαντικός ήταν στον χώρο της παραδοσιακής μουσικής πέρα από τα όρια του νησιού.
Ο Στέλιος Φουσταλιέρακης ή Φουσταλιέρης γιος του Στέλιου και της Κυριακούλας Κανελλάκη, γεννήθηκε στις 19 Ιουνίου 1911, ημέρα Κυριακή στις 3:00 το απόγευμα. Ο παππούς του ήταν από το Μονοπάρι του Άνω Βαλσαμόνερου, αλλά ο πατέρας του γεννήθηκε στο Ρέθυμνο. Στη γέννησή του όμως δεν υπήρχε για να υποδεχτεί τον ερχομό του γιου. Είχε σκοτωθεί σε ατύχημα, έξι μήνες μετά το γάμο του, μόλις στα 19 του χρόνια.
Έτσι ο Στέλιος έλαβε το όνομα του πατέρα του. Η ορφάνια τον ωρίμασε συντομότερα από τα άλλα παιδιά της ηλικίας του. Παρακολούθησε τρεις τάξεις του δημοτικού σε νυχτερινό σχολείο και μετά ακολουθώντας τις παραδόσεις της εποχής, που ήθελαν το αγόρι να μαθαίνει μια τέχνη, ξεκίνησε να μυείται στην ωρολογοποιία.
Όταν όμως περνούσε έξω από ταβέρνες το μάτι του αναζητούσε εκείνο το όργανο που δεν έλειπε από καμιά. Είχε επηρεαστεί σίγουρα από θείο του Γιώργο Κανελλάκη, τον αδελφό της μητέρα του που ήταν δεξιοτέχνης. Έτσι έγινε το μπουλγαρί το απωθημένο του Στέλιου.
Το μπουλγαρί γι’ αυτόν ήταν μεράκι, έρωτας! «…Μπρε συ Μανόλη, εβαρέθηκα να τονε γροικώ, πάρε του ένα μπουλγαρί κι ας είναι από άρτικα (ψεύτικο)…» έλεγε η μάνα του στον πατριό του εκείνα τα χρόνια.
Ο διακαής πόθος του μικρού εκπληρώθηκε με τον κόπο του, όταν κατάφερε να κερδίσει από τη δουλειά του ένα ολόκληρο κατοστάρικο. Αμέσως, χωρίς να χάσει καιρό, έσπευσε να αγοράσει ένα μπουλγαρί με 75 δραχμές. Ηρέμησε έτσι κι η μάνα του που είχε καημό να τον δει να εκπληρώνει το μεγάλο του όνειρο. Για δάσκαλο δεν χρειαζόταν άλλο και καλύτερο από το θείο του τον περίφημο Αντώνη Καρεκλά. (Ο Καρεκλάς είχε παντρευτεί την αδελφή της μητέρας του).
Αυτοδίδακτος, λοιπόν, με μικρή καθοδήγηση από το θείο του άρχισε να «βγάζει» τις πρώτες του μελωδίες στο μπουλγαρί, τον «Χτικιάρη», το «Σταφιδιανό», το «Πάρε καρότσα κι έλα», κι όσες άλλες το μεγάλο του μεράκι του «δασκάλευγε»!
Έτσι σιγά σιγά τελειοποίησε την τεχνική του και με τον καιρό άρχισε να παίζει σε γάμους και γλέντια χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις.
Προσωπικές μαρτυρίες
«Όσο μεγάλωνα τόσο έμπαινα στον νταλκά του οργάνου», είχε πει ο ίδιος. Στα 15 του συμμετείχε στο πρώτο του γλέντι.
«Στα χωριά εζητούσανε τότε χωραΐτικα όργανα (σ.σ. από το Ρέθυμνο δηλαδή). Όμως οι γάμοι ήτονε σκληροί, ζόρικοι. Με τα δάχτυλά εμετρούσα το πότε είχα κοιμηθεί στο σπίτι μου. Το γαμήλιο γλέντι κρατούσε 5 – 6 νύχτες. Στα Σφακιά έφτανε και τις 15! Εγώ ’μουνα χλωμός από τα ξενύχτια… Τα δάχτυλα μου πρήζουνταν και τα νύχια μου εσκίζουνταν. Έπαιζα και μ’ έπαιρνε ο ύπνος απάνω στ’ όργανο. Ο Καρεκλάς τότε – που ’χενε τη μεγαλύτερη αντοχή απ’ όλους μας – μου ’παιζε μια με το μ-πόδα ν- του, ξυπνούσα και συνέχιζα… Κι από λεφτά; Λίγα πράγματα… Ο κόσμος τότε ήτονε φτωχός!!! Με τη βία εβγάζαμε σε κάθε γάμο τρία ως οχτώ κατοστάρικα, ούλοι μαζί. Ήτονε σα χαρτζιλίκι. Πού τα λεφτά που παίρνουνε οι σημερινοί! Και μετά περιμέναμε κανένα κάρο για να μασε γυρίσει στο Ρέθυμνο!…».
Το 1930, αφού πούλησε το πρώτο, αγόρασε το δεύτερο μπουλγαρί του με το οποίο «συναδερφώθηκαν» μέχρι το τέλος της ζωής του:
«…εγώ το ’χω από τρίτο χέρι και τό ’χω 52 χρόνια. Πρέπει να είναι πάνω από 130 χρονώ. Το είχε πιο μπροστά ο Λαγός. Κι αυτός το ‘χε πάρει μεταχειρισμένο από το ξαδερφό του το Σταύρο το Λαγό, ο οποίος το ‘χε πάρει πριν 12 χρόνια επίσης μεταχειρισμένο από κάποιον Τουρκορεθεμνιώτη με το όνομα Χουσάκη. Ο Βασίλης ο Λαγός όμως διορίστηκε το 1930 σε μιαν υπηρεσία στο Ηράκλειο. Έρχεται λοιπόν και με βρίσκει: Στέλιο, μου λέει, έκλεισα την ταβέρνα, μόνο ανε θες το μπουλγαρί να ’ρθεις να τ’ αγοράσεις… Πραγματικά το αγόρασα 300 δραχμές τότε. Από τότεσας δεν ξανάφτιαξε κανείς τέτοιο όργανο. Οι παλιοί οργανοποιοί που τα φτιάχνανε πεθάνανε. Τώρα έρχονται καμιά φορά, το βλέπουνε, το μετρούνε, μα κανείς δεν πέτυχε να το φτιάξει».
Μεγαλώνει το ρεπερτόριο
Ο Φουσταλιέρης αρχίζει σιγά – σιγά να παίζει απ’ όλα: συρτά, πεντοζάλια, καστρινά, ταξίμια, ταμπαχανιώτικα, ακόμα και ρεμπέτικα. Αν και κρατούσε πάντα την τέχνη του ρολογά και δεν υπήρξε ποτέ επαγγελματίας οργανοπαίκτης, ο δεξιοτέχνης που είχε ξυπνήσει μέσα του δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί «κρατώντας μόνο το πάσο του λυρατζή»: «Ο Καρεκλάς το καταλάβαινε αυτό και συχνά «αλάφρωνε» το δοξάρι και άνοιγε δρόμο για να περνάω εγώ μπροστά. Σιγά – σιγά πήρα δρόμο, πετάχτηκα, έφυγα, απομακρύνθηκα από τη λύρα κι έκανα δικιά μου κυβέρνηση, δικό μου συγκρότημα!…».
Ο Φουσταλιέρης αναδεικνύει το μπουλγαρί σε όργανο μελωδικό και σολιστικό, με αποκορύφωμα την είσοδο και καθιέρωσή του στο χώρο της δισκογραφίας των 78 στροφών. Εκτός από τον Καρεκλά συνεργάστηκε και με άλλους λυράρηδες όπως το Σοφοκλή Παπατζανή, το Γιώργο Πατεράκη (από τον Πρινέ), το Γιουλούντα και πολλούς άλλους ακόμα ονομαστούς και μη της εποχής και της Κρήτης, αφού απόκτησε μεγάλη φήμη τουλάχιστον σε κάθε γωνιά που κατοικούνε Κρητικοί. Με τον Καρεκλά έμεινε μαζί συνολικά 25 χρόνια.
Κοντά στους μεγάλους ρεμπέτες
Η αναζήτηση καλύτερης τύχης που τον έφερε αρχή της δεκαετίας του 30 στον Πειραιά για να ασκήσει την τέχνη του ρολογά, πρόσφερε στο Στέλιο κι ένα θείο δώρο αφού ήρθε σ’ επαφή με τα πιο γνωστά ονόματα του ρεμπέτικου. Κι εκείνοι τον δέχτηκαν με χαρά στην παρέα τους γιατί διέκριναν το πάθος του μικρού για τη μουσική και αναγνώρισαν το πηγαίο ταλέντο του. Σύντομα τον πήραν στις ορχήστρες τους. Και όλοι τους δικαίωναν για την επιλογή τους.
Δεν ήταν όμως κατάλληλες οι εποχές για τους καλλιτέχνες του είδους, αφού η αστική τάξη ξόρκιζε με τον απήγανο τους οπαδούς του ρεμπέτικου. Κι η δικτατορία του Μεταξά έκανε τα πράγματα δυσκολότερα. Με τη βοήθεια ωστόσο του Γιάννη Τούντα, ο Φουσταλιέρης έκανε την πρώτη του είσοδο στον κόσμο της δισκογραφίας. Η συνεργασία του με τον Γιάννη Μπερνιδάκη, τον θρυλικό Μπαξεβάνη, ήταν από τους σημαντικούς σταθμούς στην καριέρα του.
Ο Στέλιος όσο κρατούσε εκείνο το μαγικό όργανο ένοιωθε ποικίλα ακούσματα να κυριαρχούν στην σκέψη του και να κεντρίζουν την έμπνευσή του κρητική, μικρασιάτικη, ρεμπέτικη μουσική έσμιγαν αρμονικά σε ένα άκουσμα κάνοντας τον εκτελεστή να γίνει με τον καιρό γεφυροποιό στα είδη αυτά της μοναδικής αυτής μουσικής κληρονομιάς.
Στην Αθήνα έμεινε ως το 1937 και η επιρροή του από το ρεμπέτικο ήταν μεγάλη. Εκείνη την περίοδο μπαίνει και στη δισκογραφία με τρεις δίσκους 78 στροφών, συνοδεύοντας τον Καρεκλά. Σε πρωτόγονες συνθήκες, έγραφαν πάνω σε ισπανικό κερί όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Στέλιος Φουσταλιέρης. Στις ετικέτες των δίσκων αναγράφεται ότι παίζει μπουζούκι, καθώς το μπουλγαρί ήταν άγνωστο όργανο για τους υπεύθυνους των δισκογραφικών εταιρειών στην Αθήνα. Να σημειώσουμε εδώ ότι και στην Κρήτη, συχνά το ονόμαζαν μπουζούκι ή και «τουρκομπούζουκο».
Μαζί με τον Καρεκλά κυκλοφόρησαν τα παρακάτω τραγούδια (γύρω στο 1936):
Odeon GA 7027 Συρτός Λεβέντης – Σούστα Ρεθεμνιώτικη
Odeon GA 7028 Ρεθεμνιώτικος Πεντοζάλης – Σταφιδιανός
Parlophone B21908 Συρτός Σελινιώτικος – Καστρινός
Με το Γιάννη Μπερνιδάκη ή Μπαξεβάνη ηχογράφησαν τους παρακάτω δίσκους :
HMV AO 2651 Όσο σιμώνει ο καιρός – Πονεμένη Καρδιά (Σαν είχες άλλον στην καρδιά) (1940)
HMV AO 2776 Συρτός της Νύχτας – Κοντυλιές Μυλοποταμίτικες (συμμετοχή της Λαυρεντίας Μπερνιδάκη στο τραγούδι)
Columbia DG 6346 Όσο βαρούν τα σίδερα – Τα βάσανα μου χαίρομαι (1938;)
Columbia DG 6671 Συρτός Πρώτος – Συρτός Βαφιανός (συμμετοχή της Λαυρεντίας Μπερνιδάκη στο τραγούδι)
Columbia DG 6675 Συρτός Νεοχωριανός – Συρτός Καλυβιανός (συμμετοχή της Λαυρεντίας Μπερνιδάκη στο τραγούδι)
Επίσης ηχογράφησε τους :
ΗΜV AO 2448 To μερακλίδικο πουλί – Χανιώτικος Σταφιδιανός (1937;)
HMV AO 2528 Ηρακλειώτικος πεντοζάλης – Συρτός Ρεθεμνιώτικος (με το Θεοχάρη Ζωγράφο στο τραγούδι – Φραγκιαδάκη κιθάρα)
HMV AO 2970 Συρτός Φουσταλιεράκης – Έξω τ’ αχείλι μου γελά (με τον Γιώργο Τζαγκαράκη ή Τζιμάκη)
??? Στ’ αραχνιασμένο μνήμα μου – Σαν δεις αγάπης δάκρυα (με τον Γιώργο Τζαγκαράκη ή Τζιμάκη)
Νοικοκύρης και άξιος οικογενειάρχης
Η επιτυχία δεν τον άφησε ποτέ να αγγίξει τα σύννεφα. Άνθρωπος νοικοκύρης, ήθελε να πατάει γερά στη γη. Κράτησε την τέχνη του μέχρι το τέλος της ζωής του για να εξασφαλίζει τον επιούσιο και είχε τη μουσική σαν ανάσα ψυχής.
Ένα από τα πιο γνωστά κομμάτια που δεν πρόλαβε ποτέ να ηχογραφήσει (καθώς τον «πρόλαβαν» άλλοι, στους οποίους το είχε ερμηνεύσει σύμφωνα με μαρτυρίες του ίδιου), ήταν το πασίγνωστο «Φιλεντέμ». Με άλλους βέβαια στίχους από αυτούς που έγινε πανελλήνια γνωστό στην διασκευή του από το Νίκο Ξυλούρη, κυκλοφόρησε από το Θανάση Σκορδαλό το 1950 με τίτλο «Φιλεντέμ (Μια τουρκοπούλα στο τζαμί)».
Η λέξη Φιλεντέμ προέρχεται (σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες) από τη φράση – επίκληση «φίλε Ετέμ» που απευθυνόταν σ’ ένα μικρασιάτη αγά, τον Αγά Ετέμ, και στις παρακλήσεις των χριστιανών να μην τους κάνει κακό κατά τη διάρκεια του Ραμαζανιού. Ο Φουσταλιέρης υποστήριζε ότι το έμαθε από Μικρασιάτες ναυτικούς που έκαναν στάση στο λιμάνι του Ρεθύμνου σε ένα εμπορικό ταξίδι. Και απ’ ό,τι φαίνεται έτσι είναι τα πράγματα αφού σώζεται ιδιωτική ηχογράφηση του Φουσταλιέρη που τραγουδάει το «Φιλεντέμ» στα τούρκικα!
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα μουσικά πράγματα άλλαξαν.
Οι ανθρώπινες απώλειες ήταν μεγάλες στον πληθυσμό της Κρήτης.
Πένθη και μιζέρια στέγνωναν τη διάθεση για γλέντι. Οι παλιοί σώπασαν. Ήρθαν οι καινούργιοι να «ταράξουν» τα νερά Σκορδαλός, Μαρκογιάννηδες, Μουντάκης, Μανιάς, Κλάδος, Σταματογιαννάκης, Σηφογιωργάκης, είναι μερικά από τα κορυφαία ονόματα της γενιάς που έρχονταν στο μουσικό προσκήνιο της Κρήτης και ειδικότερα του Ρεθύμνου κι έπαιρνε στα χέρια της τη συνέχεια της κρητικής παράδοσης.
Ο Στέλιος, όπως προαναφέραμε, επέστρεψε το 1937 στο Ρέθυμνο αλλά ξαφνικά απομακρύνθηκε από τις παρέες. Δεν είχε πια διάθεση να συνεχίσει την πορεία του στο μουσικό στερέωμα. Η επισφαλής υγεία της γυναίκας του Σόνιας δεν του άφηνε νου για τίποτα άλλο. Και το μπουλγαρί όμως είχε με τον καιρό εκτοπισθεί από την κρητική ορχήστρα. Δεν έπαψε όμως να εμπνέει. Επηρεασμένος από το μπουλγαρί του Φουσταλιέρη ο Νίκος Παπάζογλου έγραψε το περίφημο «Κανείς εδώ δεν τραγουδά» τρεις μέρες μετά το πρώτο άκουσμα του τραγουδιού «’Όσο βαρούν τα σίδερα». Πρόκειται για μαρτυρία του Μανόλη Ρασούλη με ξεχωριστό ενδιαφέρον.
Όταν ο μεγάλος καλλιτέχνης Κώστας Μουντάκης, ξεκίνησε τη συνεργασία του με το Πανεπιστήμιο Κρήτης, πλάι στον αξέχαστο Γιώργο Αμαργιαννάκη, δεν παρέλειψε στο αρχείο της λαϊκής παράδοσης που μπήκε πια στον χώρο της μελέτης να συμπεριλάβει και το Στέλιο Φουσταλιεράκη. Επίσης τη δεκαετία του ’80 κυκλοφόρησαν οι «Πρωτομάστορες» με πολλές ηχογραφήσεις του Στέλιου Φουσταλιέρη, από δίσκους των 78 στροφών.
Ο Στέλιος Φουσταλιέρης «έφυγε» από τη ζωή τον Απρίλιο του 1992. Έμεινε η μουσική του να αποτελεί ένα ξεχωριστό και ιδιαίτερα σημαντικό κεφάλαιο στη μουσική ιστορία της Μεγαλονήσου.
Ευτυχώς το αρχείο του πέρασε στα χέρια του εγγονού του Στέλιου. Κι έτσι υπάρχει για να κρατά στη χορεία των αθανάτων της μουσικής κι ένα μεγάλο καλλιτέχνη που μόνο όταν κρατούσε το μπουλγαρί στα χέρια του έδειχνε πόσο σημαντικός καλλιτέχνης ήταν.
Πηγές:
Εύας Λαδιά: Στέλιος Φουσταλιεράκης: Το μπουλγαρί του άφησε εποχή κι έγραψε ιστορία
Στέλιος Φουσταλιέρης, από το rebetiko wiki
– Για τον Στέλιο Φουσταλιεράκη, από το Κρητικό διαδικτυακό ραδιόφωνο
– Στέλιος Φουσταριελάκης, από το angelfire.com
– Το μπουλγαρί, από το cretan-music.gr
Κώστα Βασιλάκη cretan-music.gr
– Κεμεντζές και Μπουλγαρί, από το stixoi.gr
– Ο Γιώργος Μπάτης, koutouzis.gr
– Μια συνέντευξη του Ηλία Κατσούλη στο Music Heaven
– Το Στελάκι από την Κρήτη: Στέλιος Φουσταλιέρης 1911-1992, από το klika.gr
– Οι Τουρκοκρητικοί: Οι άγνωστοι ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι της οθωμανικής Κρήτης, από το Πόντος και Αριστερά
Στέλιος Φουσταλιεράκης: στο σταυροδρόμι της μουσικής κληρονομιάς
Και πολλές ακόμα πηγές στο διαδίκτυο.
(Οι φωτογραφίες είναι από το αρχείο της οικογενείας του και από το διαδίκτυο)