Μερικά είναι πανέμορφα, όπως το εικονιζόμενο στη φωτογραφία «Σπήλαιο Λεόντων» στη βόρεια ακτογραμμή. Μερικά άλλα είναι εντυπωσιακά σε διαστάσεις, όπως ο Μεγάλος Περιστερές στην ακτή του Ατσιπόπουλου. Ειδικά σ’ αυτή την ακτή, όπως και σε εκείνη στο Καλό Χωράφι, τα σπήλαια και οι κοιλότητες κρύβουν έναν ακόμη θησαυρό στην ερυθρογή τους, τον παλαιοντολογικό. Μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί σε περισσότερα από 33 τέτοια σπήλαια απολιθώματα αμφίβιων, ερπετών, πτηνών, ελαφοειδών και νάνων ελεφάντων. Στην πραγματικότητα, η περιοχή αυτή και ιδιαίτερα το τμήμα της δυτικά του Ρεθύμνου αποτελεί ένα μοναδικό φυσικό μουσείο για την παλαιογραφική εξέλιξη της Κρήτης στο ανώτερο Πλειστόκαινο.
Οι σχέσεις των Ρεθεμνιωτών με τους Ιταλούς υπήρξαν διαχρονικές και πάντα φιλικές. Το λιμάνι του Ρεθύμνου επικοινωνούσε κατά τους 18ο και 19ο αιώνα με ιταλικά λιμάνια του Μπρίντιζι, της Τεργέστης και της Κατάνης. Το 1878 ένα ιταλικό σκάφος κόλλησε στην άμμο, διασώθηκε με τη βοήθεια των Ρεθεμνιωτών και πωλήθηκε σε δημοπρασία. Τον θαλάσσιο πλούτο του Ρεθύμνου εκτός από τους Ρεθεμνιώτες νέμονταν και πολλοί Ιταλοί με τα δυνατά αλιευτικά τους σκάφη, τόσο προπολεμικά όσο και μεταπολεμικά. Στο δυναμικό των πληρωμάτων τους θα πρέπει να προστεθεί και μία οικογένεια Ιταλών τρατάρηδων, απομεινάρι των Γαριβαλδινών που συνόδευσαν το Ιταλικό αποβατικό απόσπασμα κατοχής της Κρήτης το 1898. Η τύχη της αγνοείται μετά την έκρηξη του ελληνοϊταλικού πολέμου το έτος 1940. Άγνωστο σχετικά παραμένει το γεγονός του πνιγμού 5.500 περίπου Ιταλών στρατιωτών στα βόρεια της Κρήτης, οι οποίοι είχαν αρνηθεί να συνεχίσουν να πολεμούν με τους Γερμανούς μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943. Οι αιχμάλωτοι αυτοί είχαν επιβιβασθεί στα πλοία «Sintra» και «Petrella», που βυθίστηκαν από τη συμμαχική αεροπορία και ναυτικό αντίστοιχα, μετά από πληροφορίες του δικτύου αντίστασης της Κρήτης. Αυτή είναι η αιτία για την οποία η θάλασσα στη δυτική ακτή του Ρεθύμνου επί σειρά ημερών στα τέλη Οκτωβρίου του 1943 και στις αρχές Φεβρουαρίου του 1944 ξέβραζε δεκάδες κουφάρια ανθρώπων. Στη μνήμη τους τοποθετήθηκε στην παραλία του Αλμυρού η αναμνηστική στήλη της φωτογραφίας.
Άτυχο μέσα στην τύχη του αποδείχτηκε το πλοίο της γραμμής Πειραιάς – Κρήτη «Αφροδίτη» της εταιρείας «Μακ Δούαλ και Βάρβουρ», όταν κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα προσάραξε στους βράχους δυτικά της Φορτέτζας ερχόμενο νύχτα από τα Χανιά, επειδή εξέλαβε κάποιο φανάρι ως τον Φάρο του Ρεθύμνου. Μετά την αποκόλλησή του κατευθύνθηκε για επισκευή ολοταχώς προς τον ναύσταθμο της Σούδας αλλά, μπρος στον κίνδυνο να βυθιστεί από τα νερά που έμπαιναν από το ρήγμα, επελέγη η προσάραξή του στην άμμο δυτικά του Πετρέ. Το φορτίο διασώθηκε και το πλοίο εκποιήθηκε ως ξυλεία. Είναι πολύ πιθανόν τα μαδέρια του πλοίου της φωτογραφίας, που αποκαλύφτηκαν προ ετών από μια μεγάλη τρικυμία στην παραλία της Επισκοπής, να αποτελούν τα υπολείμματα της άτυχης «Αφροδίτης». Στο βιβλίο «Ρέθυμνο και θάλασσα. Μια ιστορική σχέση» περιγράφονται πολλά παρόμοια ναυάγια, μερικά από τα οποία επιφανέστερα από εκείνα του «Αφροδίτη», όπως εκείνο του πλοίου «Πανελλήνιον», που διασώθηκε από τα τουρκικά καταδιωκτικά κατά την επανάσταση του 1866 για να καρφωθεί άδικα δύο δεκαετίες αργότερα στα δυτικά βράχια του Ρεθύμνου.
Το Ρέθυμνο είχε διαχρονικές σχέσεις με την πειρατεία. Η θάλασσα τού έφερε πολλούς από τους διασημότερους πειρατές και κουρσάρους. Το έτος 1538 έγινε προσπάθεια κατάληψής του από τον Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα. Το 1562 έγινε ξανά προσπάθεια κατάληψής του από τον Ντραγούτ Ρεΐς. Το 1571 πραγματοποιήθηκε απόβαση και επακολούθησε ολοκληρωτική καταστροφή του από τον Ουλούτζ Αλή. Για την αποτροπή των πειρατικών επιδρομών στο λιμάνι του Ρεθύμνου στάθμευαν εξοπλισμένες και ετοιμοπόλεμες τέσσερις γαλέρες. Κι ακόμα σε επίκαιρα σημεία της ακτής και της ενδοχώρας λειτουργούσε ένα σύνθετο δίκτυο ακτοφρουρών, που επικοινωνούσαν τη μέρα με σήματα καπνού και τη νύχτα με διαφόρων μεγεθών φωτιές. Στην βόρεια ακτογραμμή κάθε νύχτα της όψιμης Βενετοκρατίας ξενυχτούσαν 92 φρουροί, κατανεμημένοι σε 17 σκοπιές, με κοντινότερες εκείνες στον Άγιο Γεώργιο στους Πετζακάδες (σημερινό Κουμπέ) και τον Σωτήρα Χριστό (σημερινό Άγιο Πνεύμα) στην κορυφή του Βρύσινα. Το σύνθετο αυτό δίκτυο αυτό φρούρησης δεν απέτρεπε πειρατές και κουρσάρους να καταφεύγουν ορισμένες περιόδους και να χρησιμοποιούν ως ορμητήριό τους την βραχώδη ακτή του δυτικού Ρεθύμνου, μεταξύ του ακρωτηρίου Μαυρομούρι και της εκβολής του χειμάρρου Πετρέ. Κέντρο του ορμητηρίου υπήρξε ο όρμος «Καμάρι» Γερανίου. Υπάρχει μάλιστα η παράδοση ότι η εκεί εκκλησία της Παναγίας, καθολικό παλιότερα της Μονής Παναγίας Γερανιώτισσας, είχε διατελέσει ενοριακός ναός του χωριού Γεράνι, το οποίο ήταν παραθαλάσσιο αλλά οι κάτοικοί του αναγκάστηκαν να το μεταφέρουν νοτιότερα εξαιτίας ακριβώς της συναναστροφής με τους πειρατές. Οπωσδήποτε κατά την όψιμη Βενετοκρατία στο Καμάρι τοποθετήθηκε μία από τις 17 σκοπιές του συστήματος ακτοφρουράς. Η εκκλησία στο Καμάρι κάηκε αργότερα, από τους Γερμανούς κατακτητές, και ξανακτίστηκε χάρη στην ευλάβεια των κατοίκων.
Στο Ρέθυμνο η θεατρική παράσταση «Χόρεψέ με πατέρα» της Κατερίνας Αντωνιάδου
H θεατρική παράσταση «Χόρεψέ με πατέρα» της Κατερίνας Αντωνιάδου έρχεται στο Ρέθυμνο στο Θέατρο Αντίβαρο για δυο παραστάσεις σήμερα Σάββατο...