Προφανώς όταν το εξέφρασα με πολύ πάθος πριν λίγο καιρό …όλα λες και «συλλειτούργησαν» έτσι, ώστε να πραγματοποιηθεί αυτό το ταξίδι άμεσα και χωρίς καμία κωλυσιεργία.
Μέσα σε μερικές ημέρες βρέθηκα να πετάω επάνω από τη Ρόδο, και όλα τα γύρω νησάκια λίγο πριν προσγειωθώ στο αεροδρόμιο της Μυτιλήνης. Ομολογουμένως κουραστική πτήση, αφού χρειάστηκε να αποβιβαστούμε δυο-τρεις φορές για ανεφοδιασμό, οπότε αυτό σήμαινε καθυστέρηση χρονική και παραπάνω ταλαιπωρία, αφού μέσα σε τρεις ώρες περίπου είχαμε έξι απογειώσεις-προσγειώσεις με αρκετές αναταράξεις.
Επιτέλους η πολυπόθητη τελική προσγείωση στο καταπράσινο νησί και το μικρό αεροδρόμιο της Μυτιλήνης.
Αγαπημένη φίλη με παραλαμβάνει και το μικρό οδοιπορικό ξεκινά.
Η πρώτη εντύπωση από την πόλη της Μυτιλήνης ήταν εξαιρετικά γοητευτική. Ανάμεσα από τους φοίνικες και τα αλμυρίκια, ξεπετάγονταν οικίες νεοκλασικές ή άλλες απίστευτα όμορφες σαν από παραμύθι, Αυστριακής Αρχιτεκτονικής. Ονομαστός και ο «Πύργος της Μυτιλήνης» με την πολύ ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του μορφή. Το Ενετικό κάστρο της δεσπόζει ανατολικά της πόλης φέρνοντας στη μνήμη μου, έντονα το δικό μας.
Βαθύ μπλε και πράσινο εναλλάσσονται σε τρυφερές περιπτύξεις, έτσι όπως προλαβαίνω να συλλάβω μέσα από τα τζάμια του αυτοκινήτου τη γλυκιά εκείνη απογευματινή ώρα λίγο πριν το δειλινό.
Η πρώτη βραδιά κύλισε με γεύση παραδοσιακή μιας άλλης Ελλάδας… εκείνης που αντιστέκεται… στη μικρή πλατεία του χωριού «Πληγώνι» έξω από τον προαύλιο χώρο της γραφικής εκκλησίτσας με όλες τις Αρχές του χωριού να πρωτοστατούν και το ομογενές συγκρότημα ντυμένο με τις ανάλογες παραδοσιακές στολές να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό. Φιλόξενοι άνθρωποι, πλατιά χαμόγελα και ανοιχτές καρδιές. Γνωριμίες με κάποιους Κρητικούς που παντρεύτηκαν και έμειναν στο νησί. Πιο εγκάρδια και πιο σφικτή η χειραψία, πιο σπινθηροβόλο το μάτι και το χαμόγελο πλατύτερο όταν συναντώνται Κρητικοί εκτός του τόπου τους…
Η επόμενη μέρα γέμισε από ενέργεια, πίστη και δύναμη από τη θαυματουργή εικόνα του Ταξιάρχη. Τεράστια και επιβλητική δεξιά της πύλης του, σου προκαλεί ρίγος και θαυμασμό… συγκίνηση και δέος. Ήταν η ίδια εκείνη εικόνα που στα επεισόδια της Κύπρου είχε εξαφανιστεί για να εμφανιστεί πάλι, έπειτα από καιρό, ως δια μαγείας… Είπαν ότι τον είδαν να περιφέρεται στο πολύπαθο νησί ενισχύοντας προφανώς τις ψυχές των Ελλήνων εκεί…
Όσο για την άλλη εικόνα του Ταξιάρχη, εκείνη την ανάγλυφη την πλασμένη από χώμα και αίμα των μοναχών που σφαγιάσθηκαν από Τούρκους, από τον μοναδικό μοναχό που διεσώθη, τι να πει κανείς; Είναι σκοτεινή και σε τρομάζει λίγο αν θέλεις να τρομάξεις… Προσωπικά δεν με σόκαρε καθόλου. Μου φάνηκε ιδιαίτερη και επιβλητική. Τα χείλη είχαν κόκκινο χρώμα προφανώς από το αίμα που επιμελώς φρόντισε να τοποθετήσει εκεί ο διασωθείς μοναχός έπειτα από «καθοδήγηση» που είχε για την δημιουργία της εικόνας αυτής.
Έχουν ακουστεί αρκετές ιστορίες για τις θαυματουργές επεμβάσεις του Ταξιάρχη, αλλά και για τις αντιδράσεις του σε άτομα που επιχείρησαν να κάνουν ιεροσυλία στην εικόνα του ή αμέλησαν κάποιο τάμα του. Είναι άμεσος και δυναμικός… σε κάνει να ελπίζεις για ένα καλύτερο αύριο… για κάθαρση και θεραπεία ψυχής και σώματος… αν τον πιστέψεις αν του δηλώσεις ότι έχεις ανάγκη τη βοήθειά του.
Η φίλη μου που ζει χρόνια στο νησί με ενημέρωσε ότι παλαιοτέρα, όταν δε μεσολαβούσε τζάμι ανάμεσα στην εικόνα και τον προσκυνητή, σκύβοντας να προσκυνήσεις στη χάρη του, είχες την αίσθηση της μαλακής και ζωντανής, ζεστής σάρκας, ενώ έχουν περάσει τόσα χρόνια και ο πηλός όπως γνωρίζουμε, ξεραίνεται και παγώνει.
Φεύγοντας αισθάνθηκα λυτρωμένη και γεμάτη ευγνωμοσύνη που αξιώθηκα να φτάσω ως εκεί και να προσκυνήσω στη χάρη του.
Η χαρά μου ήταν ιδιαίτερη όταν η φίλη μου, μου δώρισε το δακτυλίδι του Αρχαγγέλου, ένα κόσμημα ασημένιο με τυπωμένη τη μορφή του ανάγλυφη επάνω του. Το φόρεσα αμέσως, ήταν ακριβώς στα μέτρα μου… Τότε αισθάνθηκα ότι δώσαμε μια αμοιβαία υπόσχεση …κάτι σαν αρραβώνα. Εγώ θα πρόσφερα αιώνια Πίστη στην ενέργειά του και ο Ταξιάρχης αιώνια Προστασία…
Στην έξοδο από το προσκύνημα αυτό, δεσπόζει επιβλητικό ένα μικρό αεροπλάνο σε φυσικό μέγεθος που είχε σώσει από βέβαιο χαμό ο Ταξιάρχης έπειτα από τη δραματική έκκληση του πιλότου του όταν έπεσε σε ξαφνική καταιγίδα…
Οδεύοντας στο νησί η επόμενη στάση για γεύμα ήταν στη Σκάλα Συκαμιάς, στην «Παναγιά τη Γοργόνα». Εκεί όπου ο Στρατής Μυριβήλης εμπνεύστηκε και έγραψε το ομώνυμο πεζό. Πως θα μπορούσε να μην το εμπνευστεί άραγε; Ένα εκκλησάκι σκαρφαλωμένο επάνω σε ένα στενόμακρο βράχο, με τη μικρή Ελληνική σημαία να κυματίζει στο λυτρωτικό αεράκι του πυρωμένου απομεσήμερου.
Το φαγητό γευστικότατο, φτιαγμένο από ντόπια υλικά και φρέσκα ψάρια. Το ψητό λαδωτήρι πεντανόστιμο απογειώνει αυτομάτως τη γεύση και τη διάθεσή μας… Εκεί κάτω από τον Πλάτανο του Μυριβήλη έσβησε η δίψα και η κούραση, των χιλιομέτρων ανά το νησί.
Την επόμενη ημέρα φτάνουμε σε ένα άλλο δυνατό προσκύνημα, στο μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ του Αγίου Νικολάου και της μικρής Αγίας Ειρήνης. Όλο το μέρος σφύζει από ενέργεια. Πραγματικά ανατριχιαστικό να βλέπεις μέσα από το τζάμι το μέρος όπου μαρτύρησε με τόσο αποτρόπαιο τρόπο η μικρούλα τότε Ειρήνη. Τα τάματα και οι προσφορές, απίστευτα πολλές, έχουν καλύψει το ναό από τα αναρίθμητα καντηλέρια που κρέμονται, μέχρι στολές και πηλίκια αξιωματικών και άλλων στρατιωτικών όλων των σωμάτων. Ήταν και εκείνος (Άγιος Ραφαήλ) αξιωματικός του στρατού βλέπεις. Μου έκανε εντύπωση η ποικιλία των ανθρώπινων αιτημάτων που ικανοποιήθηκαν από τη χάρη των Αγίων αυτών. Άπειρες οι ανάγκες και τα προβλήματα των ανθρώπων… Όσο για την παρουσία των Αγίων γίνεται έκδηλη και με κάθε τρόπο ακόμα και στις ημέρες μας. Ατέλειωτες είναι οι μαρτυρίες απλών ανθρώπων από μεταφυσικά περιστατικά. Μεταφέρω ένα Ουράνιο μήνυμα από τη χάρη του Οσιομάρτυρα και θαυματουργού Αγίου Ραφαήλ, που αφορά στην πατρίδα μας:
«Η Ελλάς είναι ολόκληρη ποτισμένη από Θείον άρωμα. Έχει θεμελιωθεί με την ανεξάντλητον αγάπην του Κυρίου, και είναι η γη μυρωμένη».
Άλλο ένα προσκύνημα που σε αφήνει έκπληκτο είναι το μοναστήρι του Αγίου Ιγνατίου. Ο χώρος είναι τεράστιος και καλύπτει αρκετά τετραγωνικά σε αυλόγυρους, κελιά, κήπους εσωτερικούς και εξωτερικούς, ζωολογικό κήπο, το κελί του Αγίου, αποθήκες με τεράστια χωνευτά κιούπια όπου φύλαγαν το λάδι οι μοναχοί και ένα υπέροχο μουσείο, ιερατικό αλλά και λαογραφικό. Παλιά χειρόγραφα που λες και θα διέλυαν εάν τα άγγιζες και πολυποίκιλτες μήτρες και άμφια Μητροπολιτών σε εντυπωσίαζαν.
Κάπου εκεί έξω μας ξάφνιασε η επιβλητική παρουσία ενός λευκού παγωνιού. Ήταν σαν Άγγελος… όμοιό του δεν είχα ξαναδεί ούτε σε φωτογραφία. Φρόντισα να του βγάλω αρκετές, να θυμάμαι την περηφάνια και το κάλλος του.
Δεν θα μπορούσα να παραλείψω από όλα τα προσκυνήματα που επισκεφθήκαμε και εκείνο της «Παναγιάς της Αγιάσου» με την θαυματουργή εικόνα της Μεγαλόχαρης, αλλά και το επίσης πασίγνωστο προσκύνημα της «Παναγιάς της Πέτρας». Πάνω από 100 σκαλιά σε οδηγούν στον υψηλό ναό της από όπου η θέα σε αποζημιώνει, καθώς παρατηρείς τα μικρά σπιτάκια με τις κεραμοσκεπές, το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας και αν βρεθείς εκεί την κατάλληλη ώρα, το εκπληκτικό ηλιοβασίλεμα.
Το βλέμμα από την εικόνα της Παναγιάς ζωγραφισμένη στη μετώπη του πίσω μέρους του ναού σε παρακολουθεί τρυφερά από όπου και αν την κοιτάξεις…
Καθ’ οδόν για το Μόλυβο, στάση για μια ανάσα «φαγώσιμη» και «πόσιμη»… απαραίτητη για τη συνέχεια. Ξανά οι επαναλαμβανόμενες ενθουσιώδεις κραυγούλες από την φίλη μου κι εμένα κάθε φορά που ο ουρανίσκος μας γευόταν κάποια από τις εξαιρετικές γεύσεις του νησιού.
Και επιτέλους σε μια στροφή του αρκετά δύσκολου για τον οδηγό δρόμου, το μάτι αιφνιδιάζεται από τη θέα ενός μαγικού τοπίου σαν από παραμύθι. Ένας λόφος με το Κάστρο του το Ενετικό στην κορυφή, να δεσπόζει και όλη η πλαγιά πυκνά σπαρμένη από πετρόχτιστα, και μόνο, σπιτάκια με κεραμοσκεπές και πορτοπαράθυρα σε αποχρώσεις κερασιάς, πρασινωπές ή ώχρας. Πολυεπίπεδος και μαγευτικός ο Μόλυβος μας σκλάβωσε την καρδιά και το μάτι, προτού καλά καλά τον επισκεφτούμε.
Στα πέτρινα σοκάκια του δε χόρταινες τη θέα, τα μαγαζάκια του τα τουριστικά ή τα εναλλακτικά ή εκείνα που υπόσχονται γευστικά θεϊκές απολαύσεις, παρέα με το ηλιοβασίλεμα ή το μπλε της θάλασσας. Ψαρόβαρκες με τα κλασσικά γυναικεία ονόματα λικνίζονται παφλάζοντας στο κυματάκι που σε χαλαρώνει και σε ηρεμεί διώχνοντας κάθε κούραση. Όταν είσαι στο λιμάνι απολαμβάνεις τη γοητευτική και πολυεπίπεδη αρχιτεκτονική του νησιού. Όταν βρίσκεσαι ψηλά αγναντεύεις το πέλαγος, ή παρατηρείς το λιμάνι με τις ψαροταβέρνες και τα μικρομάγαζα από άλλη πιο υψηλή διάθεση… Όσο για το ηλιοβασίλεμα τα λόγια είναι περιττά.
Εξαιρετικό και το φαγητό φυσικά… ήρθε να προσθέσει κι άλλες θερμίδες στο ιστορικό του στομαχιού, από την ημέρα που πάτησα τα πόδια μου στο νησί. Πώς μπορείς να αντισταθείς όμως; «Πετάς» στον εαυτό σου ένα: «Είμαι σε διακοπές. Ας το απολαύσω… και από Δευτέρα σε διατροφή…», και όλα είναι μια χαρά. Συνεχίζεις χωρίς άλλες περιττές τύψεις…
Ένας μικρός περίπατος στο κάστρο σε αποζημιώνει επίσης για την όποια ταλαιπωρία. Εξαιρετικός φωτισμός το κάνει να λαμποκοπάει μες τη νύχτα δίνοντας του ένα υπέροχο χρυσαφί χρώμα, ακόμα πιο έντονο από το δικό μας.
Η διαμονή στο χωριό αυτό υπήρξε αναγκαστική και απρόσμενη, για ένα βράδυ τουλάχιστον. Δεν καταφέραμε να αντισταθούμε στη γοητεία του και θέλαμε να παραμείνουμε όσο γίνεται περισσότερο.
Οι υπόλοιπες ημέρες -δεν ήταν και πολλές- έφυγαν περιτριγυρίζοντας σε διάφορα χωριουδάκια αλλά γνωστά και άλλα όχι. Η περίφημη περιοχή με το «Πλατάνι του Θεόφιλου» του γνωστού παραδοσιακού ζωγράφου που τριγύριζε ατημέλητος, ζωγραφίζοντας τοίχους ή ότι άλλο, μόνο για μια μικρή αποζημίωση, συνήθως του φαγητού του, μάλλον μας απογοήτευσε. Η περιοχή ήταν τελείως παραμελημένη και κάποιες τοιχογραφίες στον εξωτερικό τοίχο του καφενείου σχεδόν δεν φαίνονταν καθόλου. Το Πλατάνι το είδαμε από το δρόμο, δεν καταφέραμε να εισέλθουμε στο εσωτερικό του. Λένε ότι χωράει ένα τραπέζι με τις καρέκλες του μαζί, και είναι εν ζωή ενώ είναι κούφιο.
Αμέτρητες οι χάρες και η ιστορία η θρησκευτική άλλα και όχι μόνο, του νησιού αυτού. Στο Πλωμάρι με το χαρακτηριστικό μικρό εργοστάσιο ούζου δεν κατορθώσαμε να το επισκεφθούμε. Έτυχε να είναι κλειστό. Όμως αγοράσαμε τα σχετικά ουζάκια για δώρα επιστροφής στην Κρήτη. Το λαδωτήρι, το λάδι, οι ελιές και το ούζο είναι τα χαρακτηριστικότερα προϊόντα του νησιού αυτού. Οι θαλασσινοί μεζέδες φυσικά είναι επίσης εξαιρετικοί, φρεσκότατοι και οικονομικοί, μοσχοβολούν θάλασσα και αλμύρα, όπως και οι περιβόητες σαρδέλες του κόλπου της Καλλονής. Υπέροχη η θάλασσα με τα πολύχρωμα βότσαλα που βάλθηκα να μαζεύω για ανάμνηση επιστρέφοντας στην Κρήτη.
Ένας άλλος κόλπος που με εντυπωσίασε ήταν ο περίφημος κόλπος της Γέρας. Ένα τοπίο που θυμίζει άλλη εποχή… λιτό ήσυχο… και τόσο πρασινογάλαζο όπως την απόχρωση εκείνη του οινοπνεύματος. Στην παραθαλάσσια ταβέρνα καθώς τρώγαμε, τα ψάρια κολυμπούσαν στα πόδια μας κυριολεκτικά. Τόσο που κάποιοι μπόμπιρες έριχναν πετονιές και ψάρευαν προς μεγάλο ενθουσιασμό και τέρψη τους, όταν έπιαναν κάποιο, το οποίο εν συνεχεία το πέταγαν πίσω!! Η χαρά σταματούσε εκεί… στην όλη διαδικασία και προσμονή και όχι στο στομάχι τους.
Ήταν και άλλα πολλά τα αξιοθέατα του νησιού αυτού, αλλά που καιρός να τα γυρίσεις όλα. Οι αποστάσεις δεν είναι και τόσο μικρές. Έπειτα η επιθυμία ήταν να επισκεφτούμε για μια μόνο ημέρα και το απέναντι και τόσο κοντινό Αϊβαλή!
Καραβάκι σε πηγαινοφέρνει με δέκα Ευρώ. Πώς να το αρνηθούμε; Ο θαλάσσιος περίπλους εκπληκτικός, παρέα με τους γλάρους που δεν έλεγαν να μας αφήσουν ούτε λεπτό ασυνόδευτους. Μικρές στενόμακρες νησίδες άρχισαν να μας υποδέχονται, άλλες καταπράσινες και άλλες ξερές τελείως, όμως με κάποια γοητεία και αυτές. Βλέπεις όλα αυτά τα θεωρείς μέσα σου, δικά σου χώματα όπως και να έχει…
Τα παράκτια σπίτια εκπληκτικά και η θαλάσσια αλμύρα σε κάνει να παρατηρείς σαν μέσα από θαμπό γυαλί το όλο τοπίο με τα κτίσματα και τους μιναρέδες. Και φυσικά τα τούρκικα λάβαρα που άρχισαν πάλι να ξεφυτρώνουν από παντού… από τη μικρή βάρκα του Τούρκου ψαρά που μας χαιρέταγε, μέχρι εκεί απέναντι, τις σκαρφαλωμένες σε λόφους και δημόσια κτίρια.
«…Βλέπει ο Θεός το Αϊβαλή …και σταματάει ο νους του!!» Αυτά τα λόγια σιγοτραγουδούσα… έβγαιναν αβίαστα από το στόμα όση ώρα προσπαθούσαμε να αράξουμε. Υπέροχα όλα τα παράλια σε αντίθεση με το εσωτερικό του Αϊβαλιού που ομολογουμένως με απογοήτευσε οικτρά… είχα ακόμα πρόσφατη τη μνήμη από το οδοιπορικό στην Πόλη, δυο χρόνια πριν και τώρα η εικόνα ήταν τελείως διαφορετική. Δεν υπήρχε ο χρόνος να το γυρίσουμε όλο φυσικά, οπότε περιοριστήκαμε στο εσωτερικό της αγοράς που θύμιζε εμποροπανήγυρη κάθε δρόμος της. Φτωχομάγαζα τα περισσότερα, εκτός των λίγων Ευρωπαϊκών, που και που ανακάλυπτες και ένα εναλλακτικό που είχε εμπνευστεί κάποιος ξενόφερτος ή μιγάς Τούρκος. Οι δρόμοι με απίστευτη κίνηση και οι ταχύτητες όπως περίπου και στην Πόλη, αρκετά έντονες. Σε κάποιο σημείο παραλίγο να έχουμε ατύχημα, αλλά ως δια μαγείας δεν τρακάραμε… ακόμα αναρωτιόμαστε πως έγινε αυτό.
Η απογοήτευση έκδηλη. Ευτυχώς όμως στη συνέχεια μας αποζημίωσε η επίσκεψη στα κοντινά Μοσχονήσια.
Σαφώς καλύτερη η εικόνα, πιο πολιτισμένη, πιο καθαρή και πιο γοητευτική. Παρ’ όλη την απίστευτη ζέστη εκείνης της ημέρας, δεν αντισταθήκαμε στον πειρασμό να γυρίσουμε εσωτερικά τα πέτρινα σοκάκια με τα περιποιημένα νεοκλασικά ή άλλα κτίρια, φροντισμένα με γλάστρες και λουλούδια, που αν και παλαιά διατηρούσαν το χρώμα μιας εποχής. Τα περισσότερα μου φάνηκαν σχεδόν όμοια με κάποια εδώ στο Ρέθυμνο. Μου θύμιζαν έντονα τον τόπο μου. Το ανακάτεμα των λαών, των πολιτισμών, της αρχιτεκτονικής και των αρωμάτων μιας άλλης, άλλοτε βίαιης και άλλοτε πιο ήρεμης εποχής, έκδηλο.
Στην επιστροφή μέσα στο καραβάκι αρχίζει να βγαίνει η απίστευτη σωματική κούραση. Πιάσαμε τους εαυτούς μας να κοιμούνται κάπως καθιστοί… στα μαλακά καθίσματα παρέα με τις πιο πρόσφατες εικόνες… όπως εκείνης του υψηλού λευκού αγάλματος που δέσποζε στην πιάτσα των ταξί, του «Περιστρεφόμενου Δερβίση». Προφανώς αυτή η εικόνα με παρέσυρε να βυθιστώ ευκολότερα σε ένα πολύ πολύ γλυκό ύπνο…
Η σύνδεση με την Turkell είχε παραμείνει πεισματικά κολλημένη στα κινητά μας τηλέφωνα αρκετή ώρα αφότου φύγαμε από το λιμάνι του Αϊβαλιού. Χρειάστηκε να κάνουμε κάποιες απαραίτητες ρυθμίσεις προκειμένου να επανέλθει η επικοινωνία μας στις γνώριμες συνδέσεις…
Το λιμάνι της Μυτιλήνης εμφανίζεται και πάλι μπροστά μας, με τον μεγαλοπρεπή ναό του Αγίου Θεράποντα να δεσπόζει στη μέση περίπου της πόλης. Αυτή η εικόνα είναι ενδεικτική της Μυτιλήνης σε όλες τις αναφορές που τυχαίνει να συναντήσει κάποιος για την πόλη αυτή. Ιδιαίτερα όταν ο ναός είναι φωτισμένος προσφέρει ένα υπέροχο θέαμα τις βραδινές ώρες.
Λίγη ξεκούραση και η βόλτα συνεχίζεται στα βραδινά στέκια του νησιού με τις ψαροταβέρνες και τα φροντισμένα παραθαλάσσια μαγαζιά. Σάββατο βλέπεις και υπήρχε αρκετή ζωή στην πόλη τόσο από ντόπιους όσο και από κάποιους Τούρκους επισκέπτες που έτυχε να συναντήσουμε. Τον τελευταίο χρόνο έχουν αυξηθεί οι επισκέψεις των γειτόνων. Υπήρχε ένα μικρό πρόβλημα στο παρελθόν με τα διαδικαστικά της Βίζας. Ήταν αποτρεπτικό για αρκετούς από αυτούς ιδιαίτερα για εκείνους των χαμηλότερων οικονομικά τάξεων, να επισκεφτούν τα δικά μας νησιά και να ξοδέψουν όπως κάνουμε εμείς όταν επισκεπτόμαστε την Πόλη ή τα παράλια της Μικράς Ασίας. Και αυτό γίνεται συχνά από ότι πληροφορήθηκα. Είναι αρκετοί οι ντόπιοι που πετάγονται απέναντι (μιάμιση ώρα δρόμος εξάλλου είναι), και ψωνίζουν από εκεί οτιδήποτε θεωρούν ότι τους συμφέρει με την διαφορά της Τούρκικης λίρας και του Ευρώ.
Η επόμενη ημέρα είναι και η ημέρα της αναχώρησης από το νησί. Γλυκιά μελαγχολική διάθεση και απορία για το πώς πέρασε κι όλας μια εβδομάδα χωρίς καλά καλά να το καταλάβω. Άλλα έτσι γίνεται πάντα. Όταν οι εντυπώσεις είναι ποικίλες και συνεχείς ο χρόνος κυλάει απίστευτα γρήγορα. Έμειναν διάφορα μέρη που δεν προλάβαμε να επισκεφτούμε και τα αφήσαμε για την επόμενη φορά. Χαρακτηριστικό και πολύ ενδιαφέρον φαντάζομαι ότι θα είναι το απολιθωμένο δάσος με το μουσείο που βρίσκεται εκεί. Επίσης και το μικρό και μαγευτικό ψαροχώρι Σίγρι νοτιοδυτικά του νησιού. Δυο καλά επιχειρήματα του νου, εκτός του άλλου φυσικά, της αγαπημένης φίλης, προκειμένου να επισκεφθώ και πάλι τη Λέσβο.
Τελευταία ικανοποιητική εικόνα που απεκόμισα από τη νησί, ήταν ο Κόλπος της Γέρας που ανέφερα πιο πάνω. Έτσι γλυκά γλυκά και χωρίς πολλές τουριστικοποιημένες παρεμβάσεις όπως έχει παραμείνει ο παραπάνω κόλπος, με τόση αφαιρετική διάθεση του τοπίου ολόγυρα, κύλισαν οι ώρες μέχρι να φθάσει η ώρα της αναχώρησης.
Πάλι βαλίτσες, πάλι αεροδρόμιο και η γλυκόπικρη αναμονή για την απογείωση. Πολλές αγκαλιές, υποσχέσεις για σύντομη επάνοδο και ένας καιρός υπέροχος την γλυκιά εκείνη απογευματινή ώρα, υποσχόταν ένα εξ ίσου υπέροχο ταξίδι.
Όμως δεν ήταν ακριβώς έτσι… Όταν πετούσαμε επάνω από το νησί της Σάμου οι αναταράξεις ήταν τόσο απότομες και έντονες που οι επιβάτες άρχισαν να κοιτάζονται με μια έκδηλη ανησυχία μεταξύ τους προσπαθώντας να πάρει ο ένας κουράγιο από την ψυχραιμία του άλλου. Ένας πιτσιρικάς ρώταγε συνεχώς τη μητέρα του: «Γιατί μαμά μας κάνει αστεία ο πιλότος;;». Και η αεροσυνοδός από τις απαντήσεις της καταλάβαμε ότι και εκείνη τρόμαζε, παρόλη την εμπειρία της στις διαδρομές αυτές. Εγώ πάλι έπιασα τον εαυτό μου να καλοτυχίζει όσους βρίσκονταν εκεί κάτω μέσα στη μικρή κουκιδίτσα που με τα βίας διακρινόταν… στο καράβι της γραμμής για τα νησιά.
Ήταν ένα δύσκολο ταξίδι, οι προσευχές έπεφταν βροχή και οι υπενθυμίσεις στον Αρχάγγελο (της προστασίας για όλο το υπόλοιπο του ταξιδιού αλλά και της ζωής μου), έπεφταν επίσης βροχή τόσο που στο τέλος θα με βαρέθηκε ο Ταξιάρχης θεώρησα… αφού τον μελέταγα σε κάθε προσγείωση-απογείωση εκτός των αναταράξεων…
Τέλος καλό, όλα καλά!!! Ολοκληρώθηκαν πάλι οι έξι προσγειώσεις-απογειώσεις και επιτέλους πατάμε έδαφος στο αεροδρόμιο του Ν. Καζαντζάκη στο Ηράκλειο. Γλυκιά ζάλη, ανακουφιστική και «στέρεη» πλέον, πολύβουο μελίσσι ο κόσμος και πολύ ταλαιπωρία μέχρι να «συναντηθούμε» με τις βαλίτσες και να βεβαιωθούμε ότι δεν έχει γίνει κάποιο λάθος όπως συμβαίνει συχνά, ή ότι είναι ακέραιες όπως τις αφήσαμε, αφού διαπιστώσαμε ότι πέφτουν απότομα και από αρκετό ύψος, ώστε κάποιες από αυτές διαλύονται.
Επιστροφή στα πάτρια εδάφη λοιπόν. Χαρμολύπη και κούραση, αναμιγνύονται στο ταξίδι της επιστροφής ως το μικρό μας Ρέθυμνο. Φορτωμένες οι βαλίτσες από ούζα και εντυπώσεις, αναμνηστικά και άλλα ενθύμια του νησιού αυτού της Σαπφούς.
Όλα τα ωραία τελειώνουν κάποτε όπως συνηθίζουμε να λέμε… έτσι στην προσπάθειά μου να προσαρμοστώ στη γνώριμη ρουτίνα της καθημερινότητας αβίαστα βγαίνουν αυτές οι γραμμές που ίσως και να κουράσουν… μπορεί όμως και να ταξιδέψουν όποιον επιθυμεί να ταξιδέψει… έστω και νοερά.
Εύχομαι όμορφο καλοκαίρι σε όλους και καλά ταξίδια στους όποιους τυχερούς, μπορούν να απολαύουν έστω και για λίγο, ημέρες διαφορετικές από εκείνες τις συνηθισμένες.
Αν και η ρουτίνα της ζωής μας είναι εκείνη η γνώριμη που μας ηρεμεί και μας χαρίζει ένα αίσθημα ασφάλειας, ποτέ δεν παύει ένα ταξίδι κατά καιρούς, εκτός γνωρίμων ορίων να ανανεώνει και να δίνει τροφή για μικρή-μεγάλη ανανέωση της ψυχής και του νου. Το εύχομαι ολόψυχα σε όλους μας.
Δύο οι δράστες του εμπρησμού στο αμαξοστάσιο του δήμου Μαλεβιζίου
Δύο άτομα φέρεται να κρύβονται πίσω από την φωτιά που ξέσπασε τα ξημερώματα στο αμαξοστάσιο του δήμου Μαλεβιζίου, στον επαρχιακό δρόμο...