Ανάμεσα στα βιβλία που ξεχώρισαν μέσα στο πλήθος των εκδόσεων της χρονιάς που μας αποχαιρετά είναι αναμφισβήτητα και αυτό με τον τίτλο «Το αρχείο του ιερέως Βασιλείου Παπαδάκη» (από τις «Εκδοτικές. Επιχειρήσεις Καλαϊτζάκη»). Ένα βιβλίο 382 σελίδων μεγάλου σχήματος, που δεν έλαμψε απλώς στιγμιαία σαν τα «πεφταστέρια», αλλά θα λάμπει και εξακολουθητικά, για τους φιλίστορες τουλάχιστον, καθώς αποτελεί κομμάτι της τοπικής ιστορίας μας.
Πρόκειται για μια προσεγμένη από κάθε άποψη έκδοση της «Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνης» και του «Εργαστηρίου Μελέτης, Γλώσσας και Λογοτεχνίας στην Εκπαίδευση, του Πανεπιστημίου Κρήτης», με «εισαγωγή, έκδοση κειμένου, σχόλια» από τους συγγραφείς και πανεπιστημιακούς καθηγητές Νικόλαο Ε. Παπαδογιαννάκη και Ελπινίκη Νικολουδάκη-Σουρή, που σε όλη την πνευματική διαδρομή τους δεν έπαψαν να λειτουργούν ως ισχυροί συνδετικοί κρίκοι μεταξύ Πανεπιστημίου και τοπικής κοινωνίας, συνδράμοντας πάντα με καλή διάθεση στα πολιτιστικά δρώμενά της.
Το αυτοβιογραφικού-απομνημονευματικού-αρχειακού χαρακτήρα βιβλίο ανταποκρίνεται με άριστο τρόπο στο διπλό ρόλο τους είδους: τον ενημερωτικό, ως άμεση μαρτυρία, και τον παιδαγωγικό, ως διδακτική πρόθεση ή διδακτικό αποτέλεσμα.
Ο ενημερωτικός στόχος «διακονείται» πλουσιοπάροχα καθώς το βιβλίο συμβάλλει στην πληρέστερη γνώση της μακράς και ταραγμένης περιόδου της Κρήτης (1834-1927), μέσα από την συμπλήρωση των ήδη γνωστών ή την ανάδειξή τους.
Και όλα αυτά με συνεκτικό ιστό το συγγραφέα, ο οποίος λειτουργεί σαν «ξεναγός»μέσα από των πρωταγωνιστικό του ρόλο στα δρώμενα που οδήγησαν στην Αυτονόμηση της Κρήτης και στη συνέχεια στην Ένωσή της με την Ελεύθερη Ελλάδα.
Ο ίδιος στόχος εξυπηρετείται με τον καλύτερο τρόπο μέσα από το κείμενο του Ημερολογίου της εξορίας του Αγιοκωσταντινιώτη ιερέα Βασίλειου Παπαδάκη ή Παπαβασιλείου, τις Επιστολές και τα Έγγραφα του Αρχείου, τα σχόλια των συγγραφέων ή το φωτογραφικό υλικό.
Εξάλλου, στην αποτελεσματική κατανόηση και χρήση του συμβάλλουν το Ιστορικό Διάγραμμα των ετών 1831 – 1932 και ο αναλυτικός Συσχετιστικός Πίνακας των γεγονότων της ίδιας περίπου περιόδου (1927- 1931) καθώς και το Ευρετήριο.
Ο διδακτικός χαρακτήρας υπηρετείται πολλαπλώς: Μέσω της εξιστόρησης των «άθλων» από άποψη επιβίωσης, που είχαν ως έπαθλο την καθολική αναγνώριση του πρωταγωνιστή του βιβλίου, του ιερέα Βασίλειου Παπαδάκη. Μέσω της σύνεσης, της μειλιχιότητας και της σοβαρότητάς του. Μέσω της ιώβειας υπομονής του απέναντι στα κτυπήματα της ζωής και τη βαθιά φιλοσοφημένη στάση του απέναντι σ’ αυτά (:εξορία λόγω αντιμοναρχισμού του, καταστροφή σπιτιού του από τα ρωσικά στρατεύματα, απόπειρά δολοφονίας του κ.ά.). Μέσω του συνδυασμού ανάμεσα στο σταυρό και τη ρομφαία, στην ιερατική του ζωή και την επαναστατική του δράση. Μέσω του παραδείγματος της ανιδιοτελούς προσφοράς στην πατρίδα, τόσο του ίδιου, που δεν επεδίωξε να εξαργυρώσει τους αγώνες και τις θυσίες του με θέσεις και αξιώματα μένοντας ταπεινός ιερέας, όσο και των συναγωνιστών των προσηλωμένων στον πατριωτικό στόχο της Ελευθερίας, παρά τα εμπόδια και τους κινδύνους που διαρκώς ορθώνονταν μπροστά τους. Το βιβλίο, με άλλα λόγια, διδάσκει μέσα από την ενσάρκωση του ιδανικού πολίτη, αυτού που κατά τον Περικλή απορρίπτει τη «φιλησυχία» ως προσωπείο της «αχρειότητας» και κατά τον Αλεξανδρινό ποιητή «φυλάει θερμοπύλες», «ποτέ από το χρέος μη κινών»…
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η εμπεριστατωμένη μελέτη του Ημερολογίου και των Επιστολών από γλωσσική άποψη. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να επισημανθεί η «θρησκευτική ευλάβεια» με την οποία οι δύο συγγραφείς διαχειρίστηκαν το αρχειακό υλικό που τους παραδόθηκε (οι οποίοι σημειωτέον χρησιμοποιούν πολυτονικό σύστημα και στα δικά τους κείμενα για τους δικούς τους λόγους).
Όλα τα προαναφερόμενα, όσο ελάχιστα κι αν είναι για το βιβλίο, νομίζω ότι στοιχειοθετούν αυτοδίκαια τον άξιο έπαινο στους ερευνητές – κατασκευαστές αυτής της πολύτιμης «κιβωτού», τον κο Νικόλαο Ε. Παπαδογιαννάκη και την κα Ελπινίκη Νικολουδάκη – Σουρή αλλά και σε όλους όσοι συνέδραμαν με τον τρόπο τους στην ολοκλήρωσή της -έργο καθόλου εύκολο λόγω της ιδιαίτερης φύσης του.
Ιδιαίτερος έπαινος αξίζει στον κο Βασίλειο Ν. Παπαβασιλείου, το λόγιο και άξιο εγγονό του ιερέα Βασιλείου Παπαδάκη, που ανέλαβε όλο το κόστος της κατασκευής αυτής της «κιβωτού», καθιστώντας την «κτήμα ες αεί».