Ο «συμβιβασμός» των Πρεσπών – ο όρος αυτός θα απέδιδε καλύτερα τη σχετική συμφωνία, ενόψει και του ότι η τελευταία υπήρξε αποκύημα ισχυρής πίεσης του διεθνούς παράγοντα, που για πολλά χρόνια επεδίωκε τη λύση αυτού του ζητήματος- ήταν και παραμένει ιδιαίτερα, πλην αδικαιολόγητα, παρεξηγημένος.
Κατ’ αρχάς, οι σημερινοί Βορειομακεδόνες υπήρξαν παλαιόθεν αυτόχθονες στην περιοχή της σημερινής Βόρειας Μακεδονίας, εδάφους αρχαιόθεν μακεδονικού. Έπρεπε, λοιπόν, να επέλθει σαφής διαχωρισμός και διάκριση ανάμεσα σε βόρεια και νότια, σλαβική και ελληνική Μακεδονία. Που πραγματικά επέρχεται με την εν λόγω Συμφωνία, και μάλιστα επιτυχέστατα για τα ελληνικά συμφέροντα.
Αλήθεια, με αυτή ξεχωρίζει τελειωτικά η βόρεια Μακεδονία με γλώσσα μακεδονική από τη νότια με γλώσσα ελληνική. Το γλωσσικό αυτό στοιχείο είναι που προσδένει άλυτα τη νότια Μακεδονία στο άρμα της Ελλάδας. Η ελληνική γλώσσα -η γλώσσα η αγαπημένη του Μεγάλου Αλεξάνδρου- μαζί με τα εγκατεστημένα στον εδαφικό χώρο της νότιας, ελληνικής Μακεδονίας μνημεία της ένδοξης μακεδονικής εποχής αποτελούν τα αδιάσειστα, διαχρονικώς, στοιχεία της ελληνικότητας της εδαφικής περιοχής της νότιας Μακεδονίας, η ιστορικότητα των οποίων αναγνωρίζεται, καθώς και τα σύνορά μας γενικότερα, από τη Συμφωνία των Πρεσπών και με τον τρόπο αυτόν μπαίνει βαθιά στη συνείδηση του γειτονικού λαού.
Ενώ, λοιπόν, με τη Συμφωνία αυτή οι Βορειομακεδόνες αυτοπεριορίζονται, οι αρνητές της, αντίθετα, σκιάζονται από τη φοβέρα. Κλείνουν τα μάτια μπροστά σε ένα φλέγον παρόν για χατίρι κάποιου, αβάσιμα, φοβικού μέλλοντος.
Επειδή (ακόμη και αν η κατάσταση που διαμορφώθηκε θεωρηθεί κακή για την Ελλάδα), τα πράγματα θα ήταν χίλιες φορές χειρότερα, αν ήμασταν αδιάλλακτοι: ο φανατισμός και ο επεκτατισμός τους, επικουρούμενοι από τη στάση του ξένου παράγοντα, θα είχαν θεριέψει…
Αλήθεια, ποιά θα ήταν τώρα η θέση μας, αν δεν είχαμε συνάψει τη Συμφωνία των Πρεσπών, τώρα που η γειτονική χώρα προχώρησε σε αμυντική συμφωνία με την Τουρκία;
Ή, μήπως, πιστεύει κανείς ότι η πρόσφατη αμυντική συμφωνία μας με τη Γαλλία θα είχε ευοδωθεί, αν είχαμε κωφεύσει στις απαιτήσεις των ισχυρών της γης να βάλουμε τέρμα στη διένεξη, και το πρόβλημα με τη (σημερινή) Βόρεια Μακεδονία ήταν ακόμη σε εκκρεμότητα;
Συνακόλουθα, όσοι εξακολουθούν, φοβικά και παντελώς αστήρικτα, να εμμένουν στην άρνηση της λογικής και του ρεαλισμού, στο όνομα ενός μακρινού, άδηλου και θολού μέλλοντος, μας φέρνουν στο νου, αθέλητα, κάποιους άλλους «ήρωες» της επικαιρότητας…