Του ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΒΕΣΚΟΥΚΗ*
Είναι γνωστή η διαπίστωση ότι η Ελλάδα είναι στις τελευταίες, αν όχι στην τελευταία, θέση στον τομέα της «Ψηφιακής κουλτούρας» στον Δημόσιο και όχι μόνο, τομέα. Οι αριθμοί είναι απογοητευτικοί και απλά περιγράφουν μια κατάσταση, την οποία χαρακτηρίζουμε με διάφορα ονόματα ή γλαφυρές φράσεις, όπως «το τέρας της γραφειοκρατίας», «το βαθύ κράτος» και διάφορα άλλα.
Το θέμα έχει απασχολήσει «διαχρονικά» όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά και την ελληνική κοινωνία, η οποία αναγκάζεται να καταθέτει ανυπολόγιστες ποσότητες χρόνου, δηλαδή ενέργειας, στο «βωμό» της θλιβερής αυτής κατάστασης. Ενέργειας που αναλώνεται άσκοπα και από τις δύο πλευρές του «γκισέ», δηλαδή τόσο από την πλευρά του πολίτη, όσο και από την πλευρά του λειτουργού. Αμφότεροι κάνουν πράγματα που πολλά από αυτά δεν χρειάζεται καν να γίνονται και, όσα πρέπει να γίνονται, μπορούν να γίνουν πολύ, μα πολύ απλούστερα.
Εκτός, όμως, από την καταγραφή του κόστους σε «ενέργεια», υπάρχει και μια λιγότερο ορατή και πολύ σπανιότερα αναφερόμενη επίπτωση, αυτή της ψυχολογίας αμφοτέρων, του πολίτη τε και του λειτουργού: Ο πολίτης διασύρεται για να αποδείξει ότι «δεν είναι ελέφαντας» στο ίδιο το κράτος που οφείλει να το γνωρίζει. Ο λειτουργός καταλήγει να περνάει μια μη δημιουργική ζωή, βλασφημώντας την «ανάγκη» που τον έφερε να κάνει μια άχρηστη δουλειά με τον πιο ανόητο τρόπο. Η διαστροφή και η κατάθλιψη του συστήματος τροφοδοτούν το θυμό του πολίτη, στο όνομα του οποίου υπάρχει το σύστημα. Αποτέλεσμα: διαφθορά, φοροδιαφυγή, ανυποληψία, υποτίμηση του συλλογικού εθνικού κεφαλαίου, αντιπαραγωγικότητα, ανορθολογισμός, αναποτελεσματικότητα, αλλά και κατάθλιψη.
Βέβαια, η φρασεολογία των κατά καιρούς κυβερνώντων συμφωνεί με όλα αυτά. Αν τα σχέδια για την επανίδρυση του κράτους είχαν εφαρμοστεί σε μονοψήφιο ποσοστό, η Ελβετία θα μας φαίνονταν τριτοκοσμική. Και με την ευκαιρία, κατά τη σύντομη θητεία μου ως αντιπρόεδρος του Κτηματολογίου, ομολογώ πως έμαθα ακριβώς ένα πράγμα: για ποιο λόγο δολοφονήθηκε ο Καποδίστριας.
Η τρέχουσα συγκυρία είναι ένας καταλύτης. Καταλύτες λέμε στη χημεία κάποια στοιχεία που επιταχύνουν αντιδράσεις που διαφορετικά θα έπαιρναν πολύ χρόνο. Στη δική μας περίπτωση, ολόκληρο το σύστημα της Δημόσιας Διοίκησης κλήθηκε να πραγματοποιήσει μέσα σε λίγο χρόνο, πολλές αλλαγές τις οποίες θα έπρεπε να είχε πραγματοποιήσει εδώ και δεκαετίες. Να σημειώσουμε ότι το «δεκαετίες» όταν αναφέρεται στις σύγχρονες τεχνολογίες, ισοδυναμεί με αιώνες. Δηλαδή, έχει πολύ περισσότερο βάρος το ότι, για παράδειγμα, η επικύρωση μιας υπογραφής γίνεται ακόμη στα ΚΕΠ και την Αστυνομία, ενώ είναι κάτι που θα μπορούσε να έχει γίνει ψηφιακά 10 χρόνια πριν, από το ότι ένας δρόμος δεν έγινε εδώ και 10 χρόνια.
Και φτάνουμε στο όποιο «δια ταύτα»: η ΕΕΤΑΑ εκτελεί για λογαριασμό του ΥΠΕΣ έργο με αντικείμενο την απλούστευση των διαδικασιών στους ΟΤΑ και την προδιαγραφή των πληροφοριακών συστημάτων. Η πραγματικότητα ήδη έχει ξεπεράσει σε κάποια σημεία το έργο αυτό. Το οποίο δεν είναι το πρώτο και μάλλον δεν είναι και το τελευταίο του είδους του.
«Ωραία, κάτι δρομολογείται», θα πει κανείς. Δεν είναι τόσο απλό. Κάθε φορά που επιχειρούμε κάτι τέτοιο, δεν είναι προφανές το πρόβλημα που πρέπει στην πραγματικότητα να λυθεί. Τι εννοώ «στην πραγματικότητα»: ότι όπως όταν μετράμε με ένα σύγχρονο εργαλείο ένα φυσικό μέγεθος όπως ένα μήκος, στην πραγματικότητα μετράμε χρόνο, έτσι και εδώ: όταν αναφέρουμε ότι επιχειρούμε τον ψηφιακό μετασχηματισμό, είναι διάφορα που στην πραγματικότητα μπορεί να επιχειρούμε:
– να διατηρήσουμε ή και να αυξήσουμε τις θέσεις εργασίας στο δημόσιο,
– να μοιράσουμε δουλειές στις εταιρίες πληροφορικής,
– να δημιουργήσουμε «εκκρεμότητες» ώστε να κρατάμε επ’ αόριστον ομήρους τους ψηφοφόρους.
Και πολλά άλλα που κατά βάθος τα ξέρουμε όλοι, αλλά με ένα μαγικό τρόπο είμαστε πεπεισμένοι ότι «δεν μπορεί να γίνει τίποτε διαφορετικά». Το σύνολο τέτοιων παραδοχών είναι το βάθρο του πολιτικού μας πολιτισμού. Η άποψή μου είναι ότι μπορεί να γίνουν πολλά πράγματα διαφορετικά, αρκεί να χτίσουμε έστω και τώρα, έστω και με αυτή την αφορμή, κάποια στοιχειώδη θεμέλια. Δεν θα μιλήσω για «διαύλους υπηρεσιών» και «διαλειτουργικότητα». Αυτά για πολλούς θα παραμείνουν άγνωστες λέξεις.
Αν είχα μία μόνο λέξη στο λεξιλόγιό μου, αυτή θα ήταν η λέξη «ορθολογισμός». Δεν υπάρχει απλούστευση χωρίς λογική. Δεν υπάρχει δίκαιο, νόμος κλπ., χωρίς λογική. Τα πολλά λόγια εδώ δεν είναι φτώχεια, είναι ύποπτα: Δεν είναι δυνατόν να παρακολουθούμε το λεγόμενο νομικό πολιτισμό μας, να υπηρετεί τον παραλογισμό, όταν, ένα παράδειγμα που το γνωρίζουν όλοι, «νομικά» έχουν υπόσταση 6 ή και περισσότερα εμβαδά για την ίδια ιδιοκτησία και όλοι είμαστε θεατές αυτού του παραλογισμού, ή ακόμη χειρότερα, κοιτάμε να επωφεληθούμε απ’ αυτόν.
Τα θεμέλια αυτά, λοιπόν, που πρέπει πάνω τους να χτίσουμε τον μη συνθηματικό ψηφιακό μετασχηματισμό στην αυτοδιοίκηση, περιέχουν ορισμένα ελάχιστα συστατικά, τα οποία απλά θα απαριθμήσω:
– Πιστοποίηση ταυτότητας με όρους σημερινούς
– Ελαχιστοποίηση των πάσης φύσεως «υπεύθυνων δηλώσεων»
– Ελαχιστοποίηση των διαδικασιών και απλούστευση αυτών που θα απομείνουν
– Ορθολογικοποίηση του συστήματος διαχείρισης ιδιοκτησίας
– Ενοποίηση και συνεργασία όλων των συστημάτων που «θα έπρεπε» να συνεργάζονται
– Καλή χρήση των λίγων πόρων που διαθέτουμε, αξιοποίηση ανοικτών τεχνολογιών
– Παραγωγή, όχι κατανάλωση λύσεων, λογισμικών, συστημάτων, κλπ.
Τίποτε από αυτά δεν το ακούμε για πρώτη φορά. Όμως πρέπει, κάποια στιγμή, να σταματήσουμε να το ακούμε και να το καταναλώνουμε μέχρις ότου εκλεγεί «ο δικός μας». Πρέπει, επίσης, να δώσουμε χώρο στις προσπάθειες απλούστευσης και εκσυγχρονισμού των διαδικασιών.
Μέχρι σήμερα αυτό δεν συμβαίνει, σίγουρα δεν συμβαίνει όσο θα έπρεπε. Γιατί; Η εξήγηση είναι πάντα η απλούστερη: δεν τις πιστεύουμε. Έχουμε βαθιά ριζωμένη την αντίληψη ότι «δε γίνεται τίποτε» και ότι όσα και να προσπαθούμε, τα κάνουμε για να πούμε ότι τα κάνουμε και στο τέλος, δείτε, πάνω από τον παραλογισμό εμείς χτίσαμε ένα όμορφο παραβάν που το ονομάσαμε ΚΕΠ. Και το χειρότερο είναι ότι το πιστεύουμε ότι αυτό ήταν το καλύτερο που μπορούσε να γίνει.
Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να καταλήξει κανείς σε συμπεράσματα και προτάσεις που δεν μοιάζουν με προεκλογικές υποσχέσεις. Υπάρχει, όμως, η ανάγκη να αλλάξουμε σταδιακά μεν, αλλά σταθερά. Χωρίς να φοβόμαστε και κυρίως, χωρίς να πιστεύουμε ότι μόνος τρόπος να λειτουργούν τα πράγματα είναι αυτός που έστησαν οι δολοφόνοι του Καποδίστρια. Αν το πιστέψουμε, θα γίνει. Αν ξεκινήσουμε να αναζητάμε λύσεις αντί για προβλήματα, θα εντυπωσιαστούμε από τον τρόπο που ο ψηφιακός μετασχηματισμός από σύνθημα θα γίνει εργαλείο με το οποίο θα βρούμε τη δύναμη να δημιουργήσουμε.
* Ο Βασίλειος Βεσκούκης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Ε.Μ.Π.