Τον Σεπτέμβριο του 1943 η Γερμανία φαίνεται να χάνει τον πόλεμο. Το Ανατολικό μέτωπο έχει γίνει ένα απέραντο νεκροταφείο ενώ στην Αφρική οι δυνάμεις του Romel έχουν ηττηθεί. Οι Ιταλοί σύμμαχοι των Γερμανών είναι έτοιμοι να συνθηκολογήσουν.
Στην Κρήτη οι Βρετανοί πράκτορες είναι ήδη σε διαπραγματεύσεις με την Ιταλική διοίκηση (στρατηγός Angelo Carta), για την παράδοση και διαφυγή των Ιταλικών μονάδων καθώς και την παράδοση του οπλισμού και των εφοδίων.
Ο καπετάν Μανώλης Μπαντουβάς, ένας από τους πιο ισχυρούς αρχηγούς της Εθνικής αντίστασης με περίπου 200 άνδρες, είχε το λημέρι του στα Λασιθιώτικα βουνά. Η ομάδα του αποτελούνταν κυρίως από άνδρες της ΕΟΚ και ένα μικρότερο αριθμό ανδρών που ανήκαν στο ΕΑΜ. Ο οπλισμός τους ήταν ετερόκλητος και όχι πολύ καλός. Κατόπιν συνεννόησης με τον Άγγλο λοχαγό Patrick Leigh Fermor, η ομάδα του Μπαντουβά θα πήγαινε να παραλάβει τον οπλισμό και εφόδια από μια Ιταλική στρατιωτική μονάδα στην Ιεράπετρα. Μια απόβαση των συμμάχων στην Κρήτη ήταν πιθανή και ο Μπαντουβάς ήθελε να έχει ενεργό ρόλο σε αυτό.
Ένα μικρό μέρος της ομάδας Μπαντουβά ανέλαβε την απαγωγή τριών Γερμανών στρατιωτών από το φυλάκιο στην Κάτω Σύμη. Τα πράγματα όπως φαίνεται δεν πήγαν όπως τα προγραμμάτισαν. Εκείνη την ώρα στο φυλάκιο βρίσκονταν οι δύο από τους τρεις Γερμανούς στρατιώτες οι οποίοι και πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση, παλεύοντας με τα χέρια. Όπως φαίνεται τον ένα από αυτούς κατάφεραν να τον ακινητοποιήσουν, ενώ ο δεύτερος τράβηξε το πιστόλι του και έτσι ένας εκ των ανταρτών του κατάφερε μερικές μαχαιριές. Όμως, η υπόλοιπη ομάδα επενέβη και πολυβόλησε τους δύο Γερμανούς στρατιώτες.
Το πρωί οι κάτοικοι ανήσυχοι μαζεύτηκαν για να δουν τι συνέβη, ενώ οι αντάρτες της ομάδας Μπαντουβά φόρτωσαν τα δύο πτώματα σε ζώα και τα μετέφεραν μακριά από το χωριό, όπου και τα έριξαν σε ένα βάραθρο. Μετά από αυτή την αναπάντεχη τροπή έγινε σύσταση στους κατοίκους να εγκαταλείψουν την περιοχή.
Μετά την απομάκρυνση των ανταρτών ενημερώθηκε για το συμβάν η γερμανική μονάδα που στάθμευε στην Άνω Βιάννο. Την Κυριακή 12-9-1943, μια διμοιρία του 11ου λόχου του 65ου συντάγματος που βρισκόταν στην περιοχή, δύναμης περίπου 120 ανδρών, κατευθύνθηκε προς την Κάτω Σύμη για να διαπιστώσει τι συνέβη. Στον δρόμο πήρε ομήρους που τους χρησιμοποίησε σαν προπέτασμα. Ο Μπαντουβάς, περιμένοντας την ενέργεια αυτή, είχε στήσει ενέδρα με τους άνδρες του σε ένα στενό σημείο, και στη θέα των Γερμανών στρατιωτών επιτέθηκαν με σφοδρά πυρά εναντίον τους. Η σύγκρουση κράτησε μέχρι το μεσημέρι και, σύμφωνα με τις Ελληνικές πηγές, έπεσαν 30 νεκροί Γερμανοί στρατιώτες, ενώ συνελήφθησαν και δεκατρείς αιχμάλωτοι.
Οι γερμανικές πηγές αναφέρουν ότι δέχθηκαν επίθεση από 120-150 άνδρες και οι απώλειες τους ως εξής: 12 νεκροί, πέντε τραυματίες, έξι αγνοούμενοι και τραυματίας ο διοικητής του λόχου. Για τη μάχη οι Ελληνικές πηγές κάνουν λόγο για δύο μόνο τραυματίες ενώ οι Γερμανοί αναφέρουν ότι πυροβόλησαν 12-15 αντάρτες. Πιθανότατα πρόκειται για άοπλους πολίτες που εκτέλεσαν, χωρίς αυτό να μπορεί να αποδειχθεί με βεβαιότητα.
Μετά από όλα αυτά τα συμβάντα ο Μπαντουβάς έστειλε μήνυμα στους Άγγλους συνδέσμους και στις υπόλοιπες ομάδες ανταρτών της περιοχής εξηγώντας το τι συνέβη, φοβούμενος για τα σκληρά αντίποινα που θα ακολουθούσαν. Φυσικά τα γεγονότα αυτά αντιμετωπίστηκαν με μεγάλη δυσαρέσκεια από τον σύνδεσμο των συμμαχικών δυνάμεων Μέσης Ανατολής, όπως οι Άγγλοι (με τον Tom Dunbabin) και στελέχη της ΕΟΚ. Ωστόσο ο Μπαντουβάς σχεδίαζε να διαπραγματευτεί με τη Γερμανική διοίκηση, χρησιμοποιώντας τους ομήρους στρατιώτες έναντι της εφαρμογής αντιποίνων στην περιοχή. Εδώ πρέπει να τονισθεί ότι η διαπραγμάτευση του Γερμανικού στρατού με ανταρτικές οργανώσεις δεν ήταν ανεκτή και συνήθως δεν κατέληγε πουθενά.
Μαθαίνοντας τα γεγονότα ο διοικητής του φρουρίου Κρήτης, Bruno Brauer δίνει την εντολή στον διοικητή της 22ης μεραρχίας Friedrich-Wilhelm Müller για την άμεση διευθέτηση του ζητήματος. Από εδώ ξεκινά η αντίστροφη μέτρηση για την επαρχία Βιάννου.
Το 3ο τάγμα του 65ου συντάγματος ενισχυμένο με θωρακισμένα οχήματα ξεκινάει την επιχείρηση «Βιάννος» («Unternehmen Wianos») εναντίον της περιοχής. Αρχικά εφησυχάζουν τα γυναικόπαιδα και καλούν τον αντρικό πληθυσμό να επιστρέψει στα σπίτια του. Στο κάλεσμα αυτό χρησιμοποίησαν ντόπιους με επιρροή στους κατοίκους, με αποτέλεσμα να πεισθούν αρκετοί.
Η γερμανική δύναμη πέρασε από τα χωριά Άγιος Βασίλειος, Καλάμι, Συκολόγος, Αμυρά και Πεύκος όπου και συνέλαβαν δεκάδες ομήρους τους οποίους οδήγησαν στην Άνω Βιάννο και τους έκλεισαν στο γυμνάσιο.
Κατόπιν οι κάτοικοι της Κάτω Σύμης μετέφεραν τα πτώματα των νεκρών Γερμανών από τη συμπλοκή και τα παρέδωσαν στις Γερμανικές δυνάμεις που στάθμευαν στην Άνω Βιάννο και από εκεί στο Ηράκλειο.
Στις 13 Σεπτεμβρίου, ο διοικητής του φρουρίου Κρήτης, εξέδωσε τη διαταγή αντιποίνων καθώς υποστήριζε ότι οι κάτοικοι της επαρχίας Βιάννου εφοδίαζαν και παρείχαν καταφύγιο στους αντάρτες οι οποίοι επιτέθηκαν στα γερμανικά στρατεύματα. Όπως αναφέρεται «Εναντίον του τμήματος της νήσου ελήφθησαν αυστηρότατα μέτρα και αριθμός τις των κοινοτήτων έπαυσε να υπάρχει». Η επιστολή τελειώνει με προτροπή στον πληθυσμό να ενημερώνει τις Γερμανικές αρχές και να μην πέφτουν θύματα της «κομμουνιστικής» και «αγγλοαμερικανικής» προπαγάνδας.
Στις 14 Σεπτεμβρίου τα Γερμανικά στρατεύματα ξεκίνησαν να συγκεντρώνουν τους κατοίκους της επαρχίας και να προβαίνουν σε μαζικές εκτελέσεις, μεταξύ αυτών γυναικόπαιδα, γέροντες και ανάπηρους. Παράλληλα ξεκινάει και η καταστροφή των σπιτιών.
Εντύπωση προκαλεί η γερμανική αναφορά για την επιχείρηση «Βιάννος» που λέει ότι «Οι στόχοι της επιχείρησης δεν έχουν πλήρως ολοκληρωθεί, ωστόσο εκτελέστηκαν 280 αντάρτες ενώ προσπάθησαν να ξεφύγουν! Τα χωριά Κάτω Σύμη και Πεύκη κατεστράφησαν. Ο αντρικός πληθυσμός της Άνω Βιάννου συνελήφθη και το σύνολο των αιχμαλώτων ανέρχεται στους 310 άνδρες». Όλη η περιοχή κηρύχθηκε απαγορευμένη ζώνη. Την επόμενη μέρα οι γυναίκες έθαψαν τους νεκρούς.
Στις 16 Σεπτεμβρίου ο Αρχιμανδρίτης Ευγένιος Ψαλιδάκης πληροφορήθηκε για τις εκτελέσεις και απευθύνθηκε στον Müller για την παύση της καταστροφής και των εκτελέσεων. Αρχικά, ο Γερμανός διοικητής δε δέχονταν καμία συζήτηση, ωστόσο συμφώνησε εφόσον απελευθερώνονταν οι 13 Γερμανοί αιχμάλωτοι που κρατούσε ο Mπαντουβάς.
Κατόπιν συνεννόησης και εφόσον αποδείχθηκε ότι οι Γερμανοί αιχμάλωτοι ζουν, ο Müller διέταξε την παύση των εκτελέσεων και κατά αυτόν τον τρόπο γλίτωσαν οι αιχμάλωτοι που κρατούνταν έως εκείνη τη στιγμή.
Τις επόμενες ημέρες η εκκλησία και ο Ερυθρός Σταυρός προμήθευσαν με ρουχισμό τους επιζώντες της επαρχίας, ενώ ο Μπαντουβάς ελευθέρωσε τους 13 αιχμαλώτους Γερμανούς, υποδεικνύοντας συγκεκριμένη κατεύθυνση. Οι 11 από αυτούς ακολούθησαν άλλο δρομολόγιο και έπεσαν σε μια άλλη ομάδα ανταρτών, που από εκδικητική μανία για τις εκτελέσεις που προηγήθηκαν, τους εκτέλεσε και τους πέταξε σε ένα βάραθρο. Μετά από αυτή την ενέργεια ο Müller ήταν έτοιμος να εκτελέσει και τους υπόλοιπους ομήρους που κρατούσαν στην Άνω Βιάννο. Τελικά μετά από υπεράνθρωπες προσπάθειες ανθρώπων με επιρροή και της εκκλησίας τα χειρότερα αποφεύχθηκαν.
Ο τελικός απολογισμός για την επαρχία Βιάννου είναι ως εξής: 510 σπίτια κατεστραμμένα, 400 άνθρωποι εκτελεσμένοι, μεταξύ αυτών γυναίκες και παιδιά. Λεηλατήθηκαν επίσης πολλές περιουσίες, ενώ στην περιοχή εγκαταστάθηκε μόνιμα μεγάλη δύναμη του γερμανικού στρατού.
Ο καπετάν Μπαντουβάς μετά από όλα αυτά δε μπορούσε να μείνει μαζί με την ομάδα του στην περιοχή αφού δε μπορούσε πλέον να εφοδιαστεί από πουθενά και υπήρχε μεγάλος αριθμός εχθρικών στρατευμάτων. Η ενέργεια της ομάδας Μπαντουβά, δηλαδή ο άσκοπος φόνος δυο Γερμανών στρατιωτών σε ένα φυλάκιο άνευ σημασίας, επικρίθηκε από πολλούς. Επιπλέον δέχτηκε κριτική για το γεγονός ότι δεν έκανε κάποιο αντιπερισπασμό κατά τη διάρκεια των εκτελέσεων.
Συνοψίζοντας, η καταστροφή των χωριών της επαρχίας Βιάννου αποτελεί ένα από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα της Wehrmacht στην Ελλάδα και έρχεται δεύτερο μετά την εκτέλεση στα Καλάβρυτα. Τα γεγονότα της Βιάννου αποτέλεσαν το βασικό κατηγορητήριο για τους εγκληματίες πολέμου Bruno Bräuer και Friedrich-Wilhelm Müller, οι οποίοι εκτελέστηκαν στην Ελλάδα το 1947.
Επιλεγμένη βιβλιογραφία και αρχειακό υλικό:
- Τatigkeitsbericht der Abteilung IC 22.Inf. Div zum Kriegstagebuch Nr.13, Bundesarchive Freyburg (μτφ. Πολεμικό ημερολόγιο 22ης Μεραρχίας του γερμανικού στρατού, 1943).
- Die Deutschen Divisionen 1939-1945, Die Geschichte Der 22. Infanterie Division, Friedrich August Metzsch
- Κάββος, Γ. (1991) Γερμανό-Ιταλική κατοχή και αντίσταση Κρήτης 1941-45. Ηράκλειο, Κρήτη.
- Κεντρική Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων Εν Κρήτη (1983) Έκθεσις της Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεων Ωμοτήτων εν Κρήτη. Ηράκλειο, Κρήτη.
- Φωτογραφικό αρχείο Δ. Σκαρτσιλάκη, Ρέθυμνο, Κρήτη.