Η Αλκυόνη, κόρη του Αιόλου
και της Εναρέτης, και ο Κύηκας
– πανέμορφο ερωτικό ζευγάρι -μες
στην απίστευτα μεγάλη ευτυχία τους
πίστεψαν πως κοινοί θνητοί δεν ήταν,
μετά πως ήτανε… ισάξιοι των Θεών
και έπειτα… του Δία και της Ήρας!
Άρχισαν, μάλιστα, να επικοινωνούν
μ’ αυτά τα ονόματα, μα και αυτά
να απαιτούν από τους άλλους!
Έτσι υπέπεσαν σε «ύβρη»,
τη «μίνη» επισύροντας του Δία,
που ‘ριξε κεραυνό στον Κύηκα
-ως κύριο αίτιο της οίησής τους-,
ενώ ταξίδευε με το καράβι του!…
Δεν έπαψε η Αλκυόνη να θρηνεί
και να τον ψάχνει ούτ’ όταν είδε
τις καραβοσανίδες να επιπλέουν!
Ώσπου αποκαμωμένη έπεσε
μέσα στον ίδιο υγρό τάφο
που έπεσε ο καλός της!
Συγκλονισμένος ο αρχιθεός,
κανόνισε να μεταμορφωθούν
οι δύο νέοι σε θαλασσοπούλια,
με τη γαλαζοφτέρωτη Αλκυόνη
πάνω στα βράχια να προσμένει
μέσ’ απ’ τα κύματα τον Κύηκα!
Για να της προστατέψει μάλιστα
τα χειμωνιάτικά της γεννητούρια
και των αυγών της την επώαση,
κανόνισε και μια καλοκαιρία
μέσα στο καταχείμωνο,
που πήρε τ’ όνομα
«Αλκυονίδες μέρες»!
* * *
Μετά ‘πό την αφήγηση
και τον αποσυμβολισμό του μύθου,
στους μαθητές του πρότεινε ο Σωκράτης
να τον συνδέσουνε με την επικαιρότητα
και όχι μόνο ως φαινόμενο
μετεωρολογικό.