Σε λειτουργία δύο μετρητές ποιότητας αέρα και σωματιδίων στο Άδελε και στο Δημαρχείο
Αναμονή για πράσινο φως σε έρευνα του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και του Πανεπιστημίου του Βερολίνου για την αφρικανική σκόνη
Θα τοποθετηθούν μετρητές σκόνης στα Λευκά Όρη – Θα παρέχουν δεδομένα για όλη την Κρήτη
Δύο φορές στάλθηκε την προηγούμενη εβδομάδα, την Τρίτη 6/5 και την Πέμπτη 8/5, προειδοποιητικό μήνυμα στους φορείς πολιτικής προστασίας του Δήμου Ρεθύμνου, της Περιφέρειας Ρεθύμνου και των εθελοντικών ομάδων, καθώς μετά από μετρήσεις των δύο σταθμών μέτρησης ποιότητας αέρα και σωματιδίων που έχουν τοποθετηθεί στο Άδελε και στο Δημαρχείο από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, προέκυψαν ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα σκόνης, αλλά και αέρηδων, οι οποίοι ξεπέρασαν σε πολλές περιπτώσεις τα 50 χιλιόμετρα την ώρα. Η αφρικανική σκόνη που κατέκλυσε την προηγούμενη εβδομάδα τον Νομό Ρεθύμνου, αλλά και άλλες βόρειες περιοχές της Κρήτης συνοδεύτηκε επίσης από αυξημένες θερμοκρασίες, δημιουργώντας μία αποπνικτική ατμόσφαιρα με χαμηλή ποιότητα αέρα, αρκετά πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα, η οποία ωστόσο διήρκησε μόλις για λίγες ώρες την Πέμπτη 8/5. Τα προειδοποιητικά μηνύματα στάλθηκαν στο πλαίσιο αξιοποίησης των δεδομένων που συλλέγονται από τους επτά μετεωρολογικούς σταθμούς και τα δύο σταθμήμετρα που έχει τοποθετήσει το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών σε συνεργασία με τον δήμο Ρεθύμνου στην Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνου, ένα σύστημα καταγραφής και μέτρησης των κλιματικών στοιχείων και της στάθμης του νερού σε τοπικό επίπεδο, που αποσκοπεί στη δημιουργία μιας χρήσιμης βάσης δεδομένων, αλλά και στην έγκαιρη ενημέρωση των ομάδων πολιτικής προστασίας, σε περίπτωση ακραίων ή μη φυσιολογικών φαινομένων. Σε αυτούς τους εννέα μετεωρολογικούς σταθμούς έχουν τοποθετηθεί και οι δύο μετρητές ποιότητας αέρα, συνιστώντας ένα ολοκληρωμένο δίκτυο μετεωρολογικής καταγραφής.
Παράλληλα, στα «σκαριά» βρίσκεται η τοποθέτηση μετρητών σκόνης και άλλων μετεωρολογικών σταθμών στα Λευκά Όρη, στο πλαίσιο μιας έρευνας που αναμένεται να εκπονήσει το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, προκειμένου να εξεταστούν όχι μόνο τα επίπεδα αφρικανικής σκόνης στο νησί, αλλά και η σύσταση αυτής, ακόμα και η προέλευσή της. Η έρευνα πρόκειται να ξεκινήσει τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, εφόσον διευθετηθεί το ζήτημα της χρηματοδότησης από πλευράς του Γερμανικού Πανεπιστημίου και οι δύο νέοι μετρητές θα αρχίσουν να συλλέγουν πολύ χρήσιμα δεδομένα, τόσο για την ποιότητα του αέρα, ακόμα και σε υψηλά υψόμετρα, όσο και για τη διαχείριση της έντονης διασποράς αφρικανικής σκόνης στην Κρήτη, κατά την ανοιξιάτικη περίοδο και όχι μόνο. Μάλιστα, εκτός από τους μετρητές σκόνης, θα τοποθετηθούν ακόμα και μετεωρολογικοί σταθμοί που θα επικεντρώνονται σε μετρήσεις θερμοκρασίας, υγρασίας, ανέμου και βροχοπτώσεων, παρέχοντας μία πληρέστερη εικόνα για τα μετεωρολογικά δεδομένα σε τοπικό επίπεδο, συλλέγοντάς τα από ένα υψόμετρο στο οποίο δεν υπάρχει εύκολη πρόσβαση και ξεκάθαρη εικόνα για τις συνθήκες που επικρατούν.
Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση μίας χαμηλής ποιότητας ατμόσφαιρας, όπως αυτή που επικρατούσε την προηγούμενη εβδομάδα παίζει και η διάρκεια που έχει αυτό το επεισόδιο, σύμφωνα με όσα ανέφερε στα «Ρ.Ν.» ο Κώστας Λαγουβάρδος, διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών. «Την Πέμπτη είχαμε πολύ υψηλά επίπεδα, ευτυχώς όχι για πάρα πολλές ώρες, μετά από σύντομο χρονικό διάστημα επανήλθαμε στα φυσιολογικά. Μιλάμε για χαμηλή ποιότητα αέρα, παίζει όμως ρόλο και η διάρκεια, τις ώρες που έχει αυτό το επεισόδιο. Φτάσαμε τα 400 μικρογραμμάρια κατά μέσο όρο στην περιοχή και πρόκειται για πολύ μεγάλες συγκεντρώσεις, αρκετά πάνω από τα φυσιολογικά, η οποία ευτυχώς κράτησε ένα επτάωρο, οκτάωρο και μετά έπεσε πάλι προς τα κανονικά», ανέφερε. Όπως γίνεται αντιληπτό, το ενδεχόμενο μίας παρατεταμένης συγκέντρωσης αφρικανικής σκόνης στην ατμόσφαιρα σε αυτά τα επίπεδα για πολλές ώρες ή ακόμα και ημέρες θα δημιουργούσε έντονα προβλήματα στην καθημερινότητα των πολιτών, με δυσφορία για την υψηλή θερμοκρασία και την συσσώρευση πυκνών αερίων. Σύμφωνα με τον κ. Λαγουβάρδο, τα αυξημένα επίπεδα σκόνης της προηγούμενης εβδομάδας είναι το πιο αξιοσημείωτο μετεωρολογικό φαινόμενο του τελευταίου χρονικού διαστήματος. Όπως ξεκαθάρισε, η πολύ αυξημένη γύρη από τις ελιές και την ανθοφορία της άνοιξης σε συνδυασμό με την αφρικανική σκόνη σχημάτισε έναν πολύ αρνητικό ατμοσφαιρικό συνδυασμό, ο οποίος ωστόσο δεν απειλεί την ασφάλεια των ανθρώπων. «Η αφρικανική σκόνη δεν είναι κάτι τοξικό, κάτι επικίνδυνο, αλλά τα μικροσωματίδια δημιουργούν προβλήματα στους ανθρώπους που έχουν αναπνευστικά, οπότε χρειάζεται προσοχή, γι’ αυτό και η Περιφέρεια έκανε συστάσεις για περιορισμό των άσκοπων μετακινήσεων και της έντονης σωματικής άσκησης ανθρώπων που έχουν προβλήματα με την εισπνοή σωματιδίων».
Παράλληλα, υψηλές θερμοκρασίες που ξεπέρασαν τους 30 βαθμούς καταγράφηκαν σε περιοχές όπως τα Χανιά και το Λασίθι, οι οποίες ωστόσο επανήλθαν σύντομα στα φυσιολογικά. Όπως ανέφερε ο κ. Λαγουβάρδος η σκόνη σηκώνεται από την Αφρική και μεταφέρεται με νοτιάδες στη Βόρεια Κρήτη, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μία ευρύτερη αστάθεια στο μετεωρολογικό θερμόμετρο, ενώ παράλληλα προειδοποίησε για νέα ενισχυμένα επίπεδα σκόνης με πολύ ισχυρούς ανέμους την ερχόμενη Παρασκευή. Αυτόν τον ρόλο μετρήσεων και στη συνέχεια ενημερώσεων της πολιτικής προστασίας επιτελούν οι μετεωρολογικοί σταθμοί του Ρεθύμνου, οι οποίοι σύμφωνα με τον κ. Λαγουβάρδο εντείνουν την προσοχή για τυχόν υπερβάσεις των ορίων, όπως προέκυψε με την αφρικανική σκόνη. «Όταν έχουμε ένα πολύ έντονο καιρικό φαινόμενο, ενημερώνουμε την πολιτική προστασία, όπως έχουμε κάνει και με το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης. Όταν έχουμε υπερβάσεις κάποιων ορίων, στέλνουμε αυτόματες ειδοποιήσεις στην Περιφέρεια, στο Δήμο και τις εθελοντικές ομάδες. Πρόκειται για αυτοματοποιημένα μηνύματα. Με τους επτά καινούργιους σταθμούς καλύπτουμε μία μεγάλη περιοχή που δεν την είχαμε μετρήσει μέχρι τώρα. Δεν είχαμε κάτι ακραίο μέχρι στιγμής, αλλά αυτοί οι σταθμοί μας επιτρέπουν να χτίζουμε μία πολύ σημαντική βάση δεδομένων, όπως είναι ο καιρός και το κλίμα περιοχών, για τις οποίες δεν είχαμε στοιχεία», ανέφερε και στη συνέχεια πρόσθεσε: «Είναι πάρα πολύ χρήσιμο, γιατί δίνει μία εικόνα στις αρχές, για το τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή και για το αν υπάρχει κάτι έντονο. Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουμε ενημερώσει την Πολιτική προστασία για τους ανέμους και για τη σκόνη την προηγούμενη εβδομάδα». Επιπλέον, όπως τόνισε ο κ. Λαγουβάρδος, ο αρχικός σκοπός των μετεωρολογικών σταθμών ήταν να εξυπηρετήσουν την παροχή δεδομένων για την υποστήριξη του αγροτικού τομέα και του τουρισμού. «Πρέπει να προσθέσουμε στην πλατφόρμα των ειδοποιήσεων, που μέχρι τώρα είναι περισσότερο για τα έντονα φαινόμενα, να προστεθούν κάποιες πληροφορίες που έχουν να κάνουν με την υποστήριξη του γεωργικού τομέα, όπως το πόσο καιρό έχει να βρέξει, πόσο πάνω ή κάτω είμαστε σε σχέση με τις αναγκαίες βροχοπτώσεις, τι ξηρασία διαπιστώνουμε από τις δορυφορικές μετρήσεις και γενικώς χρήσιμα δεδομένα για τον αγροτικό τομέα».
Παράλληλα, μία σημαντική καταγραφή δεδομένων για τη σκόνη αναμένεται να πραγματοποιήσει η Έρευνα του Πανεπιστημίου του Βερολίνου σε συνεργασία με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών για τη σκόνη. Όπως ανέφερε ο κ. Λαγουβάρδος, «έχουμε επεισόδια συγκέντρωσης αφρικανικής σκόνης. Σκοπός είναι να δούμε και τη σύστασή της, τι περιέχει, να εκτιμηθεί από που προέρχεται και είναι μία χρήσιμη πληροφορία, αρκετά ερευνητική, αλλά έχει πρακτικό ενδιαφέρον. Αν τελικά προχωρήσει, εμείς θα τους υποστηρίξουμε και θα βάλουμε στα ίδια σημεία μετεωρολογικούς σταθμούς, ώστε να ξέρουμε ποια είναι η θερμοκρασία, ο άνεμος, η υγρασία και το σύνολο των μετεωρολογικών συνθηκών. Αυτοί θα μετράνε την σκόνη». Μάλιστα, όπως επεσήμανε, η καταγραφή των μετεωρολογικών αυτών συνθηκών συνδέεται και με την σημαντική μείωση των χιονοπτώσεων που καταγράφεται την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα. «Τους δύο τελευταίους χειμώνες, που ήταν γενικά ήπιοι, η ποσότητα του χιονιού και στα Κρητικά βουνά ήταν περιορισμένη. Το χιόνι λιώνει αργά αυτήν την εποχή και μην ξεχνάμε ότι το χιόνι τροφοδοτεί τους υπόγειους υδροφορείς και είναι πολύ σημαντικό στο κομμάτι του υδρολογικού κύκλου. Το χιόνι λιγοστεύει σαν επιφάνεια κάλυψης και σαν ποσότητα και αυτό έχει επιπτώσεις στην ξηρασία. Είναι πολύ μεγάλο θέμα και στην Ανατολική Κρήτη. Πηγαίνουμε σε ολοένα ψηλότερες θερμοκρασίες, που έχει σαν αποτέλεσμα πέρα από την άνοδο της θερμοκρασίας και τη μείωση των χιονοπτώσεων», κατέληξε.