Όλο και πιο ασύμφορη γίνεται η κατάσταση στον πρωτογενή τομέα της Κρήτης. Το υπέρογκο και δυσθεώρητο κόστος παραγωγής, αναγκάζει αρκετούς αγρότες στο νησί να στραφούν σε δύο λύσεις: Είτε βγάζουν στο… σφυρί μέρος της περιουσίας τους, προκειμένου να μην μείνει αναξιοποίητη εισπράττοντας συνάμα άμεσα ρευστό, είτε πωλούν το ζωικό τους κεφάλαιο για να «ανασάνουν» οικονομικά.
Οι προβλέψεις για τους επόμενους μήνες δεν είναι καθόλου καλές. Όσο οι τιμές στα λιπάσματα και τις ζωοτροφές παραμένουν στα ύψη, αλλά και δεν επιτυγχάνεται σταδιακά αποκλιμάκωση στην ενεργειακή – οικονομική κρίση (με αιχμή το ρεύμα και τα καύσιμα), η κάποτε αναγκαία… στροφή στον πρωτογενή τομέα θα εξακολουθήσει με πιο δυναμικό ρυθμό να μετεξελίσσεται σε αποστροφή!
Δεν υπάρχει μέλλον χωρίς τον αγροδιατροφικό τομέα
«Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Η κατάσταση διολισθαίνει προς το χειρότερο συνέχεια, κι αυτό είναι ολοφάνερο σε όλες τις πλευρές» περιγράφει στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος του Κτηνοτροφικού συλλόγου Ρεθύμνου Γιώργος Βενιεράκης. «Δυστυχώς, η επόμενη σεζόν που θα έρθει θα είναι καταστροφική για τον πρωτογενή τομέα. Δεν υπάρχει βιωσιμότητα» θα τολμήσει να προβλέψει.
«Έχει μειωθεί πάρα πολύ η παραγωγή. Και το χρόνου θα είναι ακόμα πιο μειωμένη αν πάμε με αυτά τα δεδομένα – εκτός κι αν πάνε οι τιμές σε ανάλογα επίπεδα: Δηλαδή 1,5 ευρώ το γάλα και 10 ευρώ το αρνί για να μπορεί να έχει βιωσιμότητα ο κτηνοτρόφος».
Σημειωτέον, το αρνί πωλείται αυτή τη στιγμή στα 6-6,20 ευρώ το κιλό, ενώ το γάλα αντίστοιχα είναι στα 95 λεπτά.
«Μπαίνει μέσα ο παραγωγός» υποστηρίζει ο πρόεδρος του Κτηνοτροφικού συλλόγου Ρεθύμνου. «Οι ζωοτροφές και τα λιπάσματα είναι στα ύψη και απ’ ό,τι λένε τα προγνωστικά θα αυξηθούν κι άλλο. Το πετρέλαιο είναι στα ύψη, η ρήτρα αναπροσαρμογής έχει καταστρέψει τον κόσμο με τα υπέρογκα και αδικαιολόγητα ποσά που ζητάνε· όλα αυτά οδηγούν τον κόσμο στην εξαθλίωση».
Οι κτηνοτρόφοι στο Ρέθυμνο προχωρούν σε ξεσκαρτάρισμα τον τελευταίο καιρό. «Σφάζουμε συνέχεια, διότι το χειμώνα δεν θα μπορέσουμε να συντηρήσουμε το ζωικό μας κεφάλαιο. Ο κτηνοτρόφος δεν θα μπορεί να ταΐσει τα ζώα του από τον Οκτώβρη και μετά με αυτά τα κοστολόγια, όταν τα ζώα θα αρχίσουν να σιτίζονται μέσα. Αναγκαστικά λοιπόν ό,τι προλάβει θα σφάξει και θ’ αφήσει κάτι λίγα για να δει πώς θα τα διατηρήσει» εξηγεί ο κ. Βενιεράκης, που εκτιμά ότι «Το 60-70% του ζωικού κεφαλαίου» θα έχει φύγει μέχρι τότε.
Ο τουρισμός ξεκίνησε καλά, εντούτοις «Δεν έχουμε δει κάποια ουσιαστική διαφορά προς το καλύτερο. Ένα μικρό ποσοστό από τα προϊόντα μας καταναλώνονται από τον τουριστικό κλάδο» επισημαίνει ο πρόεδρος του Κτηνοτροφικού συλλόγου, λέγοντας ότι «Θα βοηθούσε πάρα πολύ» αν τα ντόπια προϊόντα απορροφούνταν κατά κόρον απ’ την βαριά οικονομική βιομηχανία του τουρισμού.
Υπολογίζεται ότι η παραγωγή γάλακτος έχει μειωθεί από 30 έως και 40%. «Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Οι ζωοτροφές εκεί που πωλούνταν 13 ευρώ το τσουβάλι πωλούνται εφέτος 22-23. Είναι τεράστια η αύξηση. Δεν υπάρχει περίπτωση οι παραγωγοί να τα βγάλουν πέρα με αυτή την κατάσταση» δηλώνει στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος της Αγροδιατροφικής Σύμπραξης της Περιφέρειας Κρήτης, Σταύρος Τζεδάκης.
«Εν τω μεταξύ» θα προσθέσει «Επιπλέον επιβαρυντικός παράγοντας είναι το ενεργειακό κόστος και τα καύσιμα, που αφορά άμεσα και τους γεωργούς και τους κτηνοτρόφους. Τα λιπάσματα των γεωργών είναι πάρα πολύ ακριβά – οποιαδήποτε καλλιεργητική δαπάνη πλέον είναι πολύ ακριβή.
Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα ο παραγωγός να μην μπορεί να παράξει, να μην μπορεί να ανταπεξέλθει στη νέα καλλιεργητική περίοδο. Τα ζώα είναι ένας ζωντανός οργανισμός που πρέπει κάθε μέρα να τα ταΐσει ο παραγωγός και δεν έχει πλέον τη δυνατότητα».
Με όλα αυτά που συμβαίνουν, είναι φυσικό κι επόμενο αρκετοί αγρότες του νησιού σκέφτονται ή και ψάχνονται να πουλήσουν την περιουσία τους προκειμένου αφενός να μην αφήσουν ακαλλιέργητη τη γη τους κι αφετέρου, επειδή δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα. Τις συγκεκριμένες πληροφορίες επιβεβαιώνει και ο κ. Τζεδάκης.
Μεταποίηση και καινοτομία
Ο πρόεδρος της Αγροδιατροφικής Σύμπραξης της Περιφέρειας Κρήτης παραθέτει μία σειρά από προτάσεις για το τι πρέπει να γίνει για ν’ αντιστραφεί το κλίμα.
«Η κυβέρνηση πρέπει να πάρει άμεσα μέτρα ώστε να μειώσει το κόστος παραγωγής» αναφέρει αρχικά και σταχυολογεί μία σειρά από προτάσεις: «Να μειωθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, να μπει πλαφόν στη λιανική πώληση του ρεύματος. Να δοθεί μία γενναία οικονομική ενίσχυση, η οποία θα μπορέσει να αντισταθμίσει την όποια ζημιά έχει προέλθει από την αύξηση των τιμών στα λιπάσματα, τις ζωοτροφές και σε όλα αυτά. Μακροπρόθεσμα πρέπει για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τέτοιου είδους κρίσεις, να γίνουμε πιο ανθεκτικοί. Ένα σοβαρό ζήτημα είναι το ενεργειακό, το οποίο είναι ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα για την αύξηση του κόστους παραγωγής. Αυτό που λέμε είναι ότι με το Ταμείο Ανάκαμψης πρέπει να φτιαχτεί ένα δίκτυο υψηλής διασυνδεσιμότητας όπου να μπορεί ο αγρότης και ο κτηνοτρόφος να φτιάξει το δικό του φωτοβολταϊκό ώστε να παράγει το ρεύμα το οποίο καταναλώνει. Αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό, γιατί θα του μειώσει το συγκεκριμένο κόστος. Δηλαδή, θα έχει βγάλει από τη μέση το θέμα του ρεύματος που χρησιμοποιεί» διευκρινίζει ο κ. Τζεδάκης.
Μία άλλη σημαντική παράμετρος είναι η οργάνωση της παραγωγής. «Τίθεται θέμα επισιτιστικής επάρκειας. Αν δεν παράξουμε προϊόντα, πώς θα μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε σε οποιαδήποτε κρίση την επόμενη μέρα;» αναρωτιέται ο πρόεδρος της Αγροδιατροφικής Σύμπραξης. «Εάν δεν υπάρχει αγροδιατροφικός τομέας δεν υπάρχει περίπτωση να έχουμε μέλλον, γιατί (ο αγροδιατροφικός τομέας) εξασφαλίζει τα βασικά αγαθά. Χρειάζεται επομένως να μπορέσουμε να οργανώσουμε την παραγωγή, να μην έχουμε εκτάσεις οι οποίες είναι ακαλλιέργητες. Να βρούμε 4-5 προϊόντα τα οποία μπορούν να ανταπεξέλθουν στην Κλιματική Αλλαγή που έχουμε. Και να είναι ανταγωνιστικά αυτά τα προϊόντα και εύκολα προσβάσιμα στον τουρισμό» υπογραμμίζει, αναδεικνύοντας τη σπουδαιότητα «Να υιοθετήσει ο παραγωγός σύγχρονες μεθόδους καλλιέργειας που θα του δώσουν και φτηνότερο κόστος παραγωγής, γιατί θα έχει τα εργαλεία να καλλιεργήσει τη γη του, αλλά και να του δώσει τη δυνατότητα να φτιάξει ένα πιο ποιοτικό προϊόν».
Ο κ. Τζεδάκης θα παρατηρήσει ακόμα ότι «Ενώ έχουν δοθεί πάρα πολλά χρήματα σε πανεπιστημιακά ιδρύματα για την καινοτομία και την έρευνα, αυτό δεν έχει περάσει στους παραγωγούς, δεν έχει περάσει στους μεταποιητές. Δεν βλέπουμε επενδύσεις μεταποιητών βασισμένες στην καινοτομία. Θέλουμε δίπλα μας τα πανεπιστημιακά ιδρύματα του νησιού – έχουμε σοβαρές δομές σε αυτό το επίπεδο. Να έχουμε έρευνα, να έχουμε καινοτομία, να έχουμε σύγχρονες μεθόδους καλλιέργειας αλλά τα οφέλη από όλα αυτά να περάσουν στον παραγωγό. Να οργανώσουμε μία παραγωγή σωστή και ανταγωνιστική, ώστε να μπορέσουμε να προωθήσουμε τα προϊόντα μας σωστά. Δηλαδή, δεν έχει λογική αν π.χ. εφέτος έπιασε καλή τιμή η πατάτα, να πάμε όλοι να καλλιεργήσουμε πατάτες, γιατί του χρόνου θα είναι πολλές οι πατάτες κι όλα είναι θέμα προσφοράς και ζήτησης» θα αποσαφηνίσει.
«Στρατηγικό πλάνο δεκαετίας»
Το αυξημένο κόστος παραγωγής φτάνει στις τσέπες και στα καλάθια των καταναλωτών μέσω των ανατιμήσεων: Ντόπια προϊόντα γίνονται απλησίαστα για τα νοικοκυριά και παραμερίζονται από εισαγόμενα είδη. Εκεί δηλαδή που μέχρι πρότινος επιλέγαμε κρητική γραβιέρα, τώρα αναγκαζόμαστε να την αντικαταστήσουμε με ένα ξένο τυρί, πιο οικονομικό μεν, υποδεέστερο σε ποιότητα δε.
«Υπάρχει μία τέτοια στροφή ώστε να μπορέσει να επιβιώσει ο καταναλωτής» παραδέχεται ο κ. Τζεδάκης, μιλώντας για στοχευμένες δράσεις προκειμένου να αποκτήσουν τα τοπικά και ποιοτικά προϊόντα της Κρήτης την απαραίτητη υπεραξία.
«Πώς πετυχαίνεις την υπεραξία; Την πετυχαίνεις με ένα ανταγωνιστικό προϊόν· που σημαίνει φτηνό κόστος παραγωγής και ποιοτικό προϊόν. Αυτά τα δύο πρέπει να συνδυαστούν, με καινοτόμες πρακτικές: Να τυποποιείται π.χ. το προϊόν, να μην φεύγει χύμα, να μην το εκμεταλλεύονται άλλοι αντί για εμάς. Να έχουμε ένα τυποποιημένο προϊόν που θα αποκτήσει υπεραξία. Και από αυτή την υπεραξία να πάρει και ο παραγωγός».
Κατά τον πρόεδρο της Αγροδιατροφικής Σύμπραξης απαιτείται σε πρώτη φάση ένα στρατηγικό πλάνο δεκαετίας τουλάχιστον: «Να ξεκινήσουμε από κάπου και να φτάσουμε κάπου, για να έχουμε πετύχει το στόχο μας. Για εμένα αυτό πρέπει να γίνει, για να φτάσουμε τον πρωτογενή τομέα σε ένα σημείο που και ανθεκτικοί θα είμαστε σε οποιαδήποτε κρίση, σε οποιοδήποτε κόστος παραγωγής και από την άλλη να έχουμε καταλήξει σε κάποια προϊόντα που θα είναι ανταγωνιστικά για τον τόπο μας, για τους επισκέπτες μας. Το στοίχημα είναι να μπορέσεις να παντρέψεις το φτηνό κόστος παραγωγής με την ανταγωνιστικότητα και το προϊόν να είναι προσβάσιμο στους επισκέπτες μας».
Συνεχίζοντας, ο κ. Τζεδάκης θα χρησιμοποιήσει δύο απλά παραδείγματα: «Η ντομάτα μπορεί να φτάσει σε μία τέτοια τιμή που να συμφέρει τον εκάστοτε ξενοδόχο να την πάρει από εδώ αντί να τη φέρει από το εξωτερικό, από τη στιγμή μάλιστα που είναι κι ένα προϊόν που μπορεί να χαλάσει εύκολα. Πρέπει επίσης να δούμε τις δενδρώδεις καλλιέργειες. Τα αβοκάντο πάνε καλά στα Χανιά. Βλέπουμε ότι στα σούπερ μάρκετ δεν βρίσκεις ώριμα αβοκάντο. Πρέπει να πάρεις μερικά και να τα αφήσεις στο σπίτι σου να ωριμάσουν 5-6 μέρες για να μπορέσεις να τα καταναλώσεις. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κατανάλωση. Κι είναι ένα προϊόν το οποίο πωλείται στη χονδρική 2,5 με 3 ευρώ – είναι τεράστια τα ποσά αυτά. Υπάρχουν κι άλλες καλλιέργειες, εκτός του λαδιού που είναι το εθνικό μας προϊόν και προφανέστατα πρέπει να το προστατεύσουμε και να δούμε πώς θα το αναπτύξουμε. Υπάρχουν κι άλλων ειδών καλλιέργειες οι οποίες μπορεί να είναι προσοδοφόρες στον παραγωγό. Δεν χρειάζεται να είμαστε κολλημένοι σε κάποια συγκεκριμένα πράγματα. Αλλά όλα αυτά πρέπει να τα δούμε επιστημονικά, όπως πρέπει να τα δούμε, για να δώσουμε μία κατεύθυνση στον κόσμο» θα καταλήξει ο πρόεδρος της Αγροδιατροφικής Σύμπραξης της Περιφέρειας Κρήτης.