Ο Αιμίλιος Γάσπαρης, πολυτάλαντος συνταξιούχος φιλόλογος καθηγητής, με μεταπτυχιακές σπουδές στη Νεοελληνική Φιλολογία και εξαιρετικές επιδόσεις στην ποίηση και τη ζωγραφική, παρουσίασε πρόσφατα ένα νέο βιβλίο του, για τον τόπο καταγωγής του, το Ατσιπόπουλο, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Βημάτων Αποτυπώματα». Και να σημειώσουμε ότι αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο του που αναφέρεται στον τόπο καταγωγής, μετά το προηγούμενο με τον τίτλο «Ατσιπόπουλο – Τόπος και Άνθρωποι», που είχαμε την ευκαιρία να παρουσιάσουμε δια ζώσης πριν από οκτώ χρόνια στο Ατσιπόπουλο. Όπως τα δένδρα δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς τις ρίζες τους, έτσι και ο συγγραφέας έχει ανάγκη να αντλεί δυνάμεις συνεχώς από τις δικές του ρίζες και τις καταβολές του. Και αυτό, ακριβώς, συμβαίνει και με την παρούσα νέα έκδοσή του, την οποία, ακριβώς, για τους λόγους αυτούς, αφιερώνει στη μητέρα του Ελένη.
Στο νέο του βιβλίο ο πολυπράγμων συγγραφέας συναθροίζει όλα του τα πολύπλευρα ταλέντα τόσο στη τέχνη, διανθίζοντάς το με θαυμάσιες προσωπικές του ζωγραφικές δημιουργίες, κυρίως Κτισμάτων, Χρωμάτων και Γραμμών από το πολυαγαπημένο του χωριό, όσο και φωτογραφιών «εποχής» (δεκαετίας 1990-2000), στον τόνο του ασπρόμαυρου, από το προσωπικό του φωτογραφικό αρχείο, με έμφαση στην αρχιτεκτονική του χωριού πριν την αλλοίωσή της και την εξαφάνιση πολλών σημαντικών στοιχείων που αποτελούσαν την πλούσια πολιτιστική του κληρονομιά, ενώ ως επίμετρο δεν λείπουν και κάποιες ποιητικές πινελιές με αναφορά σ’ εκείνο το παλιό αρχοντικό Ατσιπόπουλο.
Οπότε, με όλα αυτά τα εξαιρετικά στοιχεία το βιβλίο καθίσταται ένα ιδιαίτερα ευχάριστο και συνάμα ενδιαφέρον στην ανάγνωσή του πόνημα, στο οποίο ο συγγραφέας βασικά συγκεντρώνει παλιά του δημοσιεύματα κατά καιρούς δημοσιευμένα σε τοπικές εφημερίδες και περιοδικά του Ρεθύμνου, αρχής γενομένης από το έτος 1989, στα οποία θίγονται – συχνά, μάλιστα, με τρόπο ιδιαίτερα καυστικό – θέματα του χωριού που αφορούν στην αρχιτεκτονική και στο κτίσιμο των σπιτιών και σε προβλήματά του, όπως στην καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, στην τσιμεντοποίηση, στην αποψίλωση, στον σχεδιασμό και στην ανοικοδόμηση χωρίς σχέδιο, στους δρόμους του χωριού που «στένεψαν» και δεν μπορούν πια να ανταποκριθούν στις ανάγκες του πληθυσμού, αλλά και στον φρικιαστικό δρόμο Ατσιπόπουλο – Ρέθυμνο, που, βέβαια, δεν αποτελεί παράδειγμα προς μίμησιν. Κι ακόμα στα αιγιάλια σπήλαια, στις ακτές του χωριού και στους υγρότοπους που καταστρέφονται συνεχώς και στις βαλανιδιές, τις χαρουπιές και τους ασπάλαθους, τα σπάρτα και τις λυγαριές που οικοπεδοποιούνται.
Και όλη αυτή η διαφοροποίηση στα πράγματα του χωριού είναι το αποτέλεσμα της μικρής απόστασής του από την πόλη τού Ρεθύμνου, που αποτέλεσε «πληγή» για το πρώην πανέμορφο χωριό και συνετέλεσε, στην περίπτωση του, να χαλαρώσουν τόσο γρήγορα, να αλλοιωθούν και σβήσουν πολλά και από τα έθιμα και τις παραδόσεις που καταγράφονται στο βιβλίο και να δημιουργηθεί, όπως σημειώνει και ο συγγραφέας, ένας νέος τρόπος ζωής, που δεν έχει σήμερα τίποτε, μα τίποτε, να μας θυμίζει από εκείνες τις όμορφες παλιότερες εποχές. Και δεν θα γινόταν, βέβαια, αυτό τόσο γρήγορα σε ένα άλλο χωριό απόλυτα ορεινό και όλως απομακρυσμένο από το κέντρο.
Κεντρικό, πάντως, θέμα του παρουσιαζόμενου βιβλίου θεωρώ την αναδημοσίευση της εισήγησης του κ. Γάσπαρη, που διαβάστηκε στο διήμερο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στο Ατσιπόπουλο, στις 28 και 29 Ιουλίου 2013, υπό τον τίτλο: «Εν Ατσιποπούλω».
Στην εισήγησή του αυτήν ο κ. Γάσπαρης απαθανατίζει την περίφημη Ατσιπουλιανή Καμάρα, το σπουδαίο αυτό βενετσιάνικο μνημείο του Ρεθύμνου, που ανατινάχτηκε από τους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους από το νησί, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα νώτα τους, προχωρώντας προς τα Χανιά. Για το εντυπωσιακό αυτό μνημείο έχουμε σήμερα λιγοστές μαρτυρίες περιγραφικές ή απεικονιστικές, όπως αυτές των Spratt, Robert Pashley, Taylor, Ιωσήφ Χατζηδάκη, Gerola, Simonelli και κάποιων άλλων. Εξαιρετική, λοιπόν, η προνοητικότητα του συγγραφέα να καταγράψει και προσθέσει με την εισήγησή του, στις παραπάνω μαρτυρίες, και όσο ήταν καιρός, και τις μαρτυρίες τεσσάρων, ακόμα, υπερήλικων κατοίκων του Ατσιπόπουλου, που πρόλαβαν την περίφημη γέφυρα σε πολύ μικρή ηλικία και διατηρούσαν στη μνήμη τους ανάμνηση της αρχιτεκτονικής της.
Ενδιαφέρουσα, επίσης, θεωρούμε και επιδοκιμάζουμε και επικροτούμε την πρόταση του συγγραφέα τη θέση όπου βρισκόταν η «Ατσιπουλιανή Καμάρα», που σήμερα την καλύπτει ο γνωστός συγκοινωνιακός κόμβος, που από τους Ρεθυμνιώτες αποκαλείται με την κοινότυπη αυτήν ονομασία «Κόμβος» (σαν να πρόκειται για τον μοναδικό κόμβο της Ελλάδος), να την ονομάσει επίσημα η πολιτεία με τη μία και μοναδική ονομασία «Ατσιπουλιανή Καμάρα». Αυτό, θεωρώ ότι θα ήταν το καλύτερο μνημόσυνο του περίφημου αυτού βενετσιάνικου Μνημείου, που αξίζει, γιατί όχι, να τύχει παρόμοιου ενδιαφέροντος όπως και το άλλο εξαφανισμένο βενετσιάνικο μνημείο, το «Ρολόι» της πόλης μας.
Τέλος, εξαιρετική θεωρώ και την αποτίμηση που έκανε ο κ. Γάσπαρης στο εν λόγω συνέδριο, αναφερόμενος λεπτομερώς στο περιεχόμενο κάθε εισήγησης που διαβάστηκε, σχολιάζοντας ορισμένες από αυτές και τονίζοντας κάποιες από τις προτάσεις ορισμένων εισηγητών.
Ο Αιμίλιος Γάσπαρης παρακολουθεί από κοντά και με σεβασμό τα προβλήματα του χωριού του, δίνει λύσεις και αποδίδει τις ευθύνες των κακών εκεί όπου πρέπει. Τα κείμενά του γραμμένα με ποιητική χάρη και ζεστασιά, καίτοι πεζά, αποπνέουν πλούσια λυρικότητα και έμπονη για τον τόπο του αγάπη, που για πολλά χρόνια υπήρξε το αγαπημένο του θέμα τόσο στη φωτογραφία όσο και στη ζωγραφική.
Ιδιαίτερες ευχές και ευχαριστίες στον εκλεκτό φίλο και συνάδελφο Αιμίλιο Γάσπαρη, ακάματο τού Λόγου και της Τέχνης εργάτη, και γι’ αυτήν την τελευταία γόνιμη και δημιουργική παρουσία του στα Ελληνικά Γράμματα, μια έκδοση – χρέος και τιμή προς το φυσικό και αστικό και δομημένο περιβάλλον και τον απρόσωπο λαό μας, τον άξιο και θαυμαστό δημιουργό ενός πλούσιου σε αισθήματα πολιτισμού, τον οποίο ο συγγραφέας στο παρόν βιβλίο του με τόση χάρη και φιλοκαλία επιχειρεί να διαφυλάξει.
www.ret-anadromes.blogspot.com