«Οι Προκλήσεις της κλιματικής κρίσης για την Κρήτη και τον κόσμο» συζητήθηκαν στην έκτη συνάντηση του κύκλου ομιλιών «Το Πανεπιστήμιο στην Κοινωνία» που διοργανώνεται από τη σχολή Κοινωνικών Επιστημών και τα ενταγμένα στο ΚΕΜΕ Ερευνητικά εργαστήριά της, σε συνεργασία με την Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνου και τον δήμο Ρεθύμνης.
Στην εκδήλωση που φιλοξενήθηκε το απόγευμα της Δευτέρας στο Σπίτι του Πολιτισμού, στο Ρέθυμνο, αναδείχθηκαν πολύ ενδιαφέροντα ζητήματα και κρίσιμες παράμετροι γύρω από ένα φαινόμενο, το οποίο μας απασχολεί και σίγουρα θα μας απασχολήσει ακόμα περισσότερο στο μέλλον. Οι επιπτώσεις του είναι ορατές κι αναμένεται να γίνουν δυσμενέστερες για τις επόμενες γενιές. Τι κάνουμε όμως για τον μετριασμό και την ανάσχεσή τους; Η εγρήγορση, η (σωστή) ενημέρωση και η προσαρμογή είναι μερικές απ’ τις λέξεις – «κλειδιά» για να γίνουν τα μικρά – μικρά βήματα που απαιτούνται· σε πρώτο χρόνο για την κατανόηση των σοβαρών κινδύνων που καραδοκούν για το περιβάλλον, την οικονομία και την ίδια μας τη ζωή. Σε δεύτερο χρόνο, η κοινωνική συνευθύνη είναι το προαπαιτούμενο για μία σοβαρή συλλογική δράση.
Η υιοθέτηση σωστών πρακτικών (θα πρέπει να) ξεκινάει απ’ τα σχολεία.
Απ’ τις πρώτες σειρές της αίθουσας, οι αρχές του τόπου παρακολούθησαν με προσοχή τις εμπεριστατωμένες τοποθετήσεις των ομιλητών, που ανέπτυξαν με σαφήνεια τις θεματικές τους ενότητες.
“Να χτυπήσουμε τις αιτίες του φαινομένου”
Ο κ. Χρήστος Ζερεφός γενικός γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών, Εθνικός Εκπρόσωπος για την Κλιματική Αλλαγή, ήταν ο πρώτος που πήρε το λόγο και το έκανε εξ αποστάσεως, μέσω τηλεδιάσκεψης.
Η σκυτάλη δόθηκε στη συνέχεια στον κ. Ιωάννη Καψωμενάκη, εντεταλμένο ερευνητή του Κέντρου Φυσικής Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας (ΚΕΦΑΚ) της Ακαδημίας Αθηνών και Διδάκτορα Κλιματολογίας, ο οποίος παρουσίασε μεταξύ άλλων το πώς ενδέχεται να μεταβληθεί η θερμοκρασία στα επόμενα 100 χρόνια. Η άνοδός της θα είναι ραγδαία.
Ήδη, τα κύματα καύσωνα γίνονται ολοένα και συχνότερα, ενώ παράλληλα μειώνονται οι βροχοπτώσεις. Και ιδού το παράδοξο: Παρότι οι περίοδοι ξηρασίας θα είναι μεγαλύτερες, όπως εκτιμάται από τους επιστήμονες, θα έχουμε ακραία ξεσπάσματα απ’ τον καιρό: οι … ξαφνικές μπόρες θα μετεξελίσσονται σε πλημμύρες!
Σχεδόν κανείς μας δεν ξεχνά τις θεομηνίες και τις καταστροφές που προκλήθηκαν τα τελευταία χρόνια σε όλη την Κρήτη, έπειτα μάλιστα από ένα μακρύ διάστημα ανομβρίας. Η πιο τρανή απόδειξη, εν προκειμένω, είναι εμπειρική και τραυματική.
Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας προβλέπεται να φτάσει στο μέλλον περίπου έως και το ένα μέτρο, σύμφωνα με σενάρια. Σοβαρές αναμένονται να είναι οι συνέπειες και στην παράκτια ζώνη, καθώς επίσης και σε διάφορους τομείς, σημαντικούς για την κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική ισορροπία του νησιού: Μιλάμε ασφαλώς για τη γεωργία, την κτηνοτροφία, τα υδάτινα αποθέματα και τα δάση.
«Στόχος είναι να ευαισθητοποιηθεί το κοινό της Κρήτης για θέματα κλιματικής αλλαγής. Διότι, είναι ένα φαινόμενο το οποίο ήδη έχει αρχίσει και επομένως πρέπει να δράσουμε άμεσα για να το αντιμετωπίσουμε» σχολίασε ο κ. Καψωμενάκης, εκφράζοντας την ανάγκη της άμεσης λήψης μέτρων.
«Υπάρχουν δύο άξονες στους οποίους πρέπει κανείς να κινηθεί για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Ο ένας άξονας είναι ο μετριασμός του προβλήματος, δηλαδή το να χτυπήσουμε τις αιτίες του. Η αιτία του προβλήματος είναι η αύξηση των θερμοκηπικών αερίων, άρα πρέπει να περιορίσουμε αυτά τα αέρια για να μετριαστεί το φαινόμενο» εξήγησε. «Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να συνοδευτεί από μία παγκόσμια συμφωνία. Η Ελλάδα ως κράτος, πόσο μάλλον η Κρήτη, συνεισφέρει λίγο στο φαινόμενο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι καθένας πρέπει να παραβλέπει τις ατομικές του ευθύνες ή και το κράτος μας τις δικές του. Όμως, είναι ένα φαινόμενο που πραγματικά θα εξαρτηθεί το πώς θα εξελιχθεί, περισσότερο από μεγαλύτερες οικονομίες και δυνάμεις του πλανήτη».
Ο κ. Καψωμενάκης αναφέρθηκε σε συγκεκριμένα μέτρα μετριασμού του προβλήματος: Ένα από τα πιο διαδεδομένα είναι «Η μετακύλησή μας σε ηπιότερες μορφές ενέργειας όπως είναι ο ήλιος, ο άνεμος κ.λπ.».
Έως ότου γίνει η αποφασιστική μετάβαση στην πράσινη ενέργεια, «ακόμα και η χρήση των συμβατικών καυσίμων, θα πρέπει να γίνει με τρόπο που θα απορροφούνται κάπως οι εκπομπές τους. Θα είναι πιο φιλικές. Και το φυσικό αέριο είναι μέσα στο παιχνίδι, μέχρι να μπορέσουμε να έχουμε μία οικονομία εντελώς πράσινη».
Το φαινόμενο είναι εδώ. Ενίοτε δεν… κρύβει τις άγριες διαθέσεις του: Και συχνότερες πλημμύρες έχουμε ζήσει και παρατεταμένους καύσωνες.
«Σιγά-σιγά θα βλέπουμε να εντείνεται (το φαινόμενο)» παρατηρεί ο διδάκτωρ Κλιματολογίας. «Ακόμα κι αν κάνουμε κάτι, το φαινόμενο θα υπάρχει, γιατί τα θερμοκηπικά αέρια που έχουμε ήδη εκπέμψει, έχουν χρόνο ζωής 100 χρόνια. Επομένως, υπάρχουν στην ατμόσφαιρα. Ό,τι κάναμε μέχρι τώρα δεν αλλάζει. Πρέπει να μετριάσουμε το φαινόμενο ώστε να μην ενταθεί ακόμα περισσότερο. Γι’ αυτό όμως πρέπει να εστιάσουμε σε μία σειρά μέτρων που θα έχουν να κάνουν με την προσαρμογή μας σε αυτό το φαινόμενο» υπογράμμισε.
Ο κ. Καψωμενάκης έφερε ως παράδειγμα μία πρακτική που ακολουθείται τους θερινούς μήνες: «Όταν είχαμε τον καύσωνα του ‘87 στην Ελλάδα, πέθαναν τουλάχιστον 1.500 συμπολίτες μας λόγω της ζέστης. Μετά μάθαμε το φαινόμενο και μάθαμε πώς να το αντιμετωπίζουμε. Πλέον, διαθέτουμε κλιματιζόμενες αίθουσες και βγαίνουν ανακοινώσεις που ενημερώνουν τον πληθυσμό. Αυτός είναι ένας τρόπος προσαρμογής, επομένως. Αντίστοιχους τρόπους προσαρμογής μπορούμε να έχουμε για μία σειρά από τους προαναφερθέντες τομείς: Τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την παράκτια ζώνη κ.λπ.
Είναι μία ευρεία γκάμα μέτρων».
Η Περιφέρεια Κρήτης έχει ήδη εκπονήσει το Περιφερειακό Σχέδιο Προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, το οποίο περιλαμβάνει μία σειρά μέτρων, τα οποία και προτείνει ως τρόπους προσαρμογής στα δύσκολα που έχουμε μπροστά μας.
Οι συνέπειες (θα) είναι μεγάλες, όμως με μικρά βήματα μπορούμε να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα.
«Εφόσον δεν λάβουμε μέτρα μετριασμού τώρα, θα δούμε τις συνέπειες από τα μέσα του αιώνα και μετά να γίνονται εντονότερες» προειδοποίησε ο κ. Καψωμενάκης. «Με βάση το σενάριο μη δράσης, ότι δεν περιορίζουμε τις εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, στο τέλος του αιώνα περιμένουμε θερμοκρασίες κατά πέντε βαθμούς μεγαλύτερες απ’ ό,τι είναι τώρα. Κύματα καύσωνα έως 40 και 50 μέρες το χρόνο, λιγότερες βροχοπτώσεις μέχρι και 30 έως και 40%. Αυτές οι μεγάλες μεταβολές φαίνεται να γιγαντώνονται από τα μέσα του αιώνα. Και όσο προχωράμε προς το τέλος, παίρνουν τις μέγιστες τιμές τους».
Πώς αντιλαμβάνεται ο κόσμος τα ζητήματα κλιματικής αλλαγής
Εκ μέρους του κ. Βαγγέλη Καραδήμα, καθηγητή Ψυχολογίας στο τμήμα Ψυχολογίας του πανεπιστημίου Κρήτης, παρουσιάστηκε μία έρευνα και κάποιες θεωρίες για το πώς αντιλαμβάνεται ο κόσμος τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής.
Βάσει των ευρημάτων, οι πολίτες ναι μεν αντιλαμβάνονται και συμφωνούν στην ύπαρξη του προβλήματος, αλλά όταν βάζουν τον εαυτό τους σε αυτή τη διαδικασία – δηλαδή τι είναι έτοιμοι να κάνουν για να αλλάξουν πράγματα, εμφανίζουν απροθυμία και διστακτικότητα.
«Ακριβώς επειδή είναι δύσκολο να αλλάξεις συνήθειες, κι ειδικά όταν αυτό που πρέπει να κάνεις έχει και κόστος: και οικονομικό αλλά και πρακτικό, στην καθημερινότητά μας» είναι η ερμηνεία που δίνει σε αυτές τις συμπεριφορές ο κ. Καραδήμας.
Κάτι πολύ ενδιαφέρον που προέκυψε από την έρευνα: Στην ερώτηση για το εάν το κράτος πρέπει να ξοδέψει χρήματα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, οι περισσότεροι συμμετέχοντες έδωσαν καταφατική απάντηση. Όταν όμως ρωτήθηκαν για το εάν θα έδιναν κάτι, έστω και μικρό από το εισόδημά τους, για να αναχαιτιστεί το φαινόμενο, απάντησαν αρνητικά.
Η έρευνα του πανεπιστημίου ξεκίνησε πρόσφατα – πριν από περίπου ένα μήνα και βρίσκεται σε εξέλιξη. Διενεργείται από το εργαστήριο εφαρμοσμένης Ψυχολογίας, του τμήματος Ψυχολογίας του πανεπιστημίου Κρήτης.
Στοχεύει στο να ανιχνευτούν οι αντιλήψεις των ανθρώπων, το πώς αντιλαμβάνονται την κλιματική κρίση, ποια είναι τα αίτιά της, πώς την περιγράφουν οι ίδιοι – πώς την καταλαβαίνουν. Κι από εκεί και πέρα, πώς την αντιμετωπίζουν (τι μέτρα λαμβάνουν – αν λαμβάνουν) ή τι μέτρα σκοπεύουν να λάβουν στο άμεσο χρονικό διάστημα.
«Θα δούμε τη συσχέτιση αυτών των πραγμάτων με κάποιες ψυχολογικές μεταβλητές. Ελπίζουμε να μαζέψουμε το αναγκαίο δείγμα, μέχρι Σεπτέμβρη – Οκτώβρη κι από εκεί και πέρα να αρχίσουμε να δημοσιεύουμε ευρήματα» είπε ο κ. Καραδήμας.
Στην προχθεσινή εκδήλωση εξετάστηκαν τα πρώτα ευρήματα, σε ένα δείγμα περίπου 200 ατόμων. Ο καθηγητής του τμήματος Ψυχολογίας μάς έκανε μία γρήγορη ανάγνωση των μέχρι τώρα συλλεγόμενων δεδομένων.
Οι πολίτες λοιπόν: «Αντιλαμβάνονται την κλιματική κρίση με πολλούς τρόπους. Δηλαδή, κάποιοι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την κλιματική κρίση μονάχα ως ένα καιρικό θέμα («θα αλλάξει ο καιρός»). Κάποιοι πάνε παραπέρα: Καταλαβαίνουν ότι θα υπάρχουν σημαντικές επιπτώσεις στον τρόπο ζωής μας. Θα έχουμε μεγάλες μεταναστεύσεις, μετακινήσεις πληθυσμών. Ορισμένοι το εντοπίζουν γενικά, άλλοι το τοποθετούν στην Κρήτη. Ότι εδώ θα έχουμε πρόβλημα με το νερό κι αυτό θα δημιουργήσει πρόβλημα στον τουρισμό. Υπάρχει και μία μερίδα ανθρώπων που λέει: «Δεν ξέρω, δεν καταλαβαίνω, ας ασχοληθούν οι ειδικοί με αυτό το πράγμα». Μια μερίδα ανθρώπων εναποθέτει τις ελπίδες της στην επιστήμη».
Ο κ. Καραδήμας παίρνει θέση πάνω σε αυτή την τελευταία αντίληψη: «Αν θέλουμε να αλλάξει κάτι, θα πρέπει να γίνει σε κάθε επίπεδο: Και Στο πολύ υψηλό, δηλαδή σε διεθνές – κυβερνητικό – αυτοδιοικητικό, αλλά και σε επίπεδο ατομικό: Καθένας να αλλάξει πράγματα και συμπεριφορές».
Η κυρίαρχη πεποίθηση είναι ότι οι απαραίτητες ενέργειες θα γίνουν από εκείνους που βρίσκονται «πάνω από εμάς»: Από τον δήμο μέχρι την κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στην ερώτηση που τίθεται, για το εάν ο εκάστοτε πολίτης (πρέπει να) έχει λόγο σε όλο αυτό, ο κόσμος εμφανίζεται μοιρασμένος. «Κάποιοι απαντούν «ναι», κάποιοι «όχι τόσο εγώ προσωπικά». Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι και διατεθειμένοι να κάνουν πολλά πράγματα οι ίδιοι. Ή έστω να κάνουν αυτά που χρειάζεται» σημειώνει ο καθηγητής του πανεπιστημίου Κρήτης.
Η αποστασιοποίηση από το πρόβλημα έχει να κάνει με πολλά πράγματα, όπως μία δυσκολία διαχείρισης: Ακριβώς επειδή το θέμα είναι δύσκολο, ορισμένοι προτιμούν να το… κρύβουν κάτω από το χαλί.
«Οι περισσότεροι σίγουρα δεν έχουν συνειδητοποιήσει στον επιθυμητό βαθμό ούτε τις ευθύνες τους, ούτε το πρόβλημα. Μέσα σε αυτούς είναι και άνθρωποι που έχουν αποδεχτεί το φαινόμενο, ωστόσο ακόμα δεν ξεκίνησαν να κάνουν κάτι για τον μετριασμό ή την ανάσχεσή του. Ενδεχομένως, επειδή χρειάζονται περισσότερη καθοδήγηση» πιθανολογεί ο κ. Καραδήμας.
Ο ρόλος των ειδικών και των φορέων είναι σημαντικός: Δηλαδή να καθοδηγήσουν τον κόσμο στο τι ακριβώς πρέπει να κάνει προκειμένου να έχει αλλάξει προς το καλύτερο σκεπτικό και στάση ζωής.
«Χρειαζόμαστε ουσιαστικά μία συνεχή αλληλεπίδραση, ανάμεσα στους φορείς (είτε είναι επιστημονικοί, είτε είναι φορείς διοίκησης) και του κόσμου. Για να πηγαίνει η πληροφορία προς την κοινότητα αλλά και η κοινότητα να πληροφορεί την εξουσία και τους φορείς, για το τι μπορεί να κάνει. Οι επιστήμονες λένε καμία φορά ότι πρέπει να κάνουμε αυτό, αλλά η κοινότητα δεν μπορεί να ακολουθήσει. Εκεί πιθανώς χρειάζεται να βρεις κάτι εναλλακτικό, που ο κόσμος θα μπορεί να το δεχτεί να το κάνει. Είναι σημαντικό αυτό το πράγμα» καταλήγει ο καθηγητής του τμήματος Ψυχολογίας, συμφωνώντας πώς το βέλτιστο είναι η ενημερωτική εκστρατεία να ξεκινά απ’ τις μικρές ηλικίες.
Σημειώνεται ότι την εκδήλωση, που συντόνισε δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας «Κρητική Επιθεώρηση» Γιάννης Καλαϊτζάκης, παρακολούθησαν μεταξύ άλλων η αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνης Μαίρη Λιονή, ο δήμαρχος Ρεθύμνης Γιώργης Μαρινάκης, και οι αντιδήμαρχοι Πέπη Μπιρλιράκη, Γιώργος Σκορδίλης και Θωμάς Κρεβετζάκης.