Ο καθηγητής Γενικής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Χρήστος Λιονής επισημαίνει ότι «Η ευαλωτότητα σήμερα αποτελεί έναν παράγοντα που θα πρέπει να λάβει υπόψη με όρους προτεραιότητας αυτήν τη στιγμή το σύστημα υγείας»
Οι ευάλωτες κοινωνικά ομάδες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο νόσησης και έχουν αυξημένες ανάγκες υπηρεσιών υγείας και πρέπει να τεθούν σε προτεραιότητα από την πολιτεία, η οποία καλείται να σκύψει σε αυτές μέσα από ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα παρέμβασης προαγωγής υγείας για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. Αυτό τονίζει μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ο καθηγητής γενικής ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Χρήστος Λιονής, σημειώνοντας πως η ευαλωτότητα αυτών των ομάδων εξαιτίας των κοινωνικών προσδιοριστών υγείας απαιτεί ένα συγκεκριμένο διαρκές σχεδιασμό για την υγεία, τη διατροφή, την εκπαίδευση και την κοινωνικοποίησή τους. Μια παρέμβαση, η οποία, όπως διευκρινίζει, δεν αφορά μόνο το υπουργείο Υγείας, αλλά τη συνεργασία με άλλα υπουργεία, όπως είναι το Παιδείας και το Εργασίας.
Ο καθηγητής ιατρικής, Χρήστος Λιονής, βρέθηκε χθες στο Ρέθυμνο στο πλαίσιο της συνάντησης που πραγματοποιήθηκε στο ΚΑΠΗ του Μασταμπά για τους ωφελούμενους του ΤΕΒΑ.
Πρόκειται για μια πρωτοβουλία της Περιφέρειας Κρήτης σε συνεργασία με την Κλινική Κοινωνικής και Οικογενειακής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης και με τη στήριξη του Δήμου Ρεθύμνου, που υλοποιούν δράσεις για την πρόληψη ασθενειών και προαγωγής Υγείας σε ωφελούμενους του προγράμματος ΤΕΒΑ, στο πλαίσιο των συνοδευτικών μέτρων του προγράμματος «Κοινωνική Σύμπραξη Περιφέρειας Κρήτης – Αποκεντρωμένες προμήθειες τροφίμων και βασικής υλικής συνδρομής, διοικητικές δαπάνες και παροχή συνοδευτικών μέτρων 2018-2019». Ανάλογες δράσεις υλοποιούνται και για τους δικαιούχους ΤΕΒΑ, ωφελούμενους των λοιπών φορέων της Σύμπραξης με τη στήριξη και των άλλων Δήμων της Περιφέρειας Κρήτης.
«Είναι οι λεγόμενες παράπλευρες δράσεις αυτού του προγράμματος, που εκτός της υποστήριξης σε υλικό, σε αγαθά που ουσιαστικά χρειάζονται. Προσφέρει σαν μια επιπρόσθετη δράση και δράσεις ενημέρωσης, δράσεις προαγωγής υγείας, δράσεις που έχουν σχέση με τις αποφάσεις περισσότερο για τη ζωή τους. Είναι μια δράση εδώ και πάρα πολλά χρόνια είχε συμβάλλει στην ανάπτυξη τεσσάρων δράσεων που έχουν να κάνουν με το κάπνισμα, με την κατάχρηση του αλκοόλ στοχεύοντας περισσότερο στην πρόληψη δύο μεγάλων νοσολογικών οντοτήτων, της καρδιοαγγειακής νόσου ή καρδιομεταβολικής όπως λέμε σήμερα, και της χρόνιας αναπνευστικής νόσου, της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας. Οπότε στο πλαίσιο αυτό γίνονται αυτές οι συναντήσεις. Είναι ήδη στη λήξη του αυτό το πρόγραμμα και μέσα από αυτές τις συναντήσεις ενισχύονται, παρακινούνται, ενθαρρύνονται οι ωφελούμενοι να αντιμετωπίσουν ή να πάρουν αποφάσεις που έχουν σχέση με την υγεία τους σε μια δύσκολη περίοδο, και ιδιαίτερα για αυτούς τους ανθρώπους, για αυτές τις ομάδες που πραγματικά αντιμετωπίζουν σοβαρά θέματα και θέματα που έχουν να κάνουν με την ποιότητα κυρίως της ζωής τους. Η παρουσία τέτοιων ομάδων δίπλα τους που θα τους παρακινήσουν και να τους ενισχύσουν να γίνουν πιο ανθεκτικοί και να πάρουν σωστές αποφάσεις είναι κρίσιμη. Το πρόγραμμα αυτό δημιούργησε και εκπαιδευτικό υλικό, το οποίο είναι και ηλεκτρονικό και σε έντυπη μορφή για διανομή. Νομίζω ότι ουσιαστικά θα μπορεί κανένας και αυτές τις παρεμβάσεις και τις άλλες που έχουν γίνει από το Μεσογειακό Πανεπιστήμιο, περισσότερο να τις αξιοποιήσει αλλά και να σκεφτεί τι θα κάνει η πολιτεία» αναφέρει ο κ. Λιονής εξηγώντας τη σημασία των παράλληλων με την επισιτιστική βοήθεια δράσεων, επισημαίνοντας την ανάγκη να δοθεί αυξημένη προσοχή και μέριμνα για τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού που αποδεδειγμένα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο κακής υγείας και η πολιτεία καλείται να μεριμνήσει για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής τους: «Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα. Να κάνει μια ολοκληρωμένη παρέμβαση για αυτούς τους ανθρώπους που είναι οι ωφελούμενοι ΤΕΒΑ. Διότι είναι γνωστό ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες νόσησης από ένα χρόνιο νόσημα, έχουν μικρότερο προσδόκιμο επιβίωσης και αυτό είναι πολύ σημαντικό να το ξέρουμε. Δηλαδή εξ ορισμού, με βάση δεδομένα, ζουν λιγότερα χρόνια και έχουν και πολύ περισσότερες ανάγκες και όχι μόνο υγείας. Θα έλεγα ότι είναι και η πρώτη προτεραιότητα για εμένα του συστήματος υγείας. Είναι η πρώτη ομάδα των ανθρώπων που θα έπρεπε το σύστημα υγείας να βρει έναν ολοκληρωμένο τρόπο να αντιμετωπίσει όχι τα μεμονωμένα άτομα, αλλά τις οικογένειές τους και να αναπτύξει παρεμβάσεις που έχουν να κάνουν με την υγεία τους, την εκπαίδευσή τους, τη διατροφή τους, τις κοινωνικές τους σχέσεις. Είναι η ομάδα υψηλών αναγκών».
Όπως εξηγεί ο επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος, Χρήστος Λιονής, καθηγητής Γενικής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και διευθυντής της Κλινικής Κοινωνικής και Οικογενειακής Ιατρικής η υγεία αυτών των ανθρώπων είναι πιο ευάλωτη εξαιτίας πολλών παραγόντων που αφορούν στην οικονομική κατάσταση και στην κοινωνικοποίησή τους: «Πολύ λίγη συζήτηση γίνεται σήμερα για τους λεγόμενους «κοινωνικούς προσδιοριστές» της υγείας. Δεν είναι μόνο οι ιώσεις ή οι βιολογικοί προσδιοριστές, αλλά είναι και οι κοινωνικοί προσδιοριστές, όπως είναι η γνώση για την υγεία, η πληροφορία που παίρνουν, οι αποφάσεις που παίρνουν. Άρα βλέπουμε ότι υπάρχει ένας παράγοντας που έχει να κάνει με τις ίδιες τις αποφάσεις τους και το ίδιο το επίπεδο της πληροφόρησής τους, αλλά έχουν να κάνουν φυσικά και με τους άλλους προσδιοριστές που είναι απόρροια και της οικονομικής τους κατάστασης. Μιας δυσμενής οικονομική κατάσταση δεν σου επιτρέπει, όχι μόνο να έχεις την πρόσβαση σε μια υγιεινή διατροφή, αλλά δεν σου επιτρέπει να ασκείσαι, έχεις μεγαλύτερη πιθανότητα να είσαι παχύσαρκος, έχεις μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι καταθλιπτικός, έχεις μεγαλύτερες ανάγκες βιολογικές, ψυχικές, ψυχολογικές, η πρόσβασή σου στις υπηρεσίες υγείας γίνεται μόνο μέσω του δημόσιου συστήματος, άρα ουσιαστικά μεγάλες αναμονές για την αντιμετώπιση των χρόνιων νοσημάτων. Άρα η ευαλωτότητα εδώ είναι παρούσα. Η ευαλωτότητα σήμερα αποτελεί έναν παράγοντα που θα πρέπει να λάβει υπόψη με όρους προτεραιότητας αυτήν τη στιγμή το σύστημα υγείας, όχι μόνο για να αντιμετωπίσει την παρούσα κατάσταση που είμαστε στην μετά-κόβιντ περίοδο, αλλά για να σκεφτούμε σε επόμενες κρίσεις τι θα κάνουν αυτές οι οικογένειες. Όταν λέμε επόμενες κρίσεις τι εννοούμε; Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εδώ και πάρα πολύ καιρό ζητάει την ανάπτυξη, την αλλαγή ή τον μετασχηματισμό των συστημάτων υγείας προκειμένου να αντιμετωπίσει τις επόμενες κρίσεις που έρχονται, όπως θα μπορούσε να είναι μια επόμενη πανδημία. Δεν έχει αποκλειστεί μια επόμενη πανδημία, τι θα γίνει εάν έρθει και ακουμπήσει πάνω στα ερείπια που άφησε η προηγούμενη; Άλλη περίπτωση θα μπορούσε να είναι μια μεγάλη οικονομική κρίση που θα είναι απόρροια των συγκρούσεων, των πολέμων που τους έχουμε μπροστά μας. Δεν ξέρουμε σε ποιον βαθμό μπορούν να επηρεάσουν. Τοπικά; Περιφερειακά; Άρα σε ποιον βαθμό είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τις επόμενες κρίσεις που είναι φυσικό να έρθουν. Κρίσεις τύπου κλιματικής αλλαγής. Δεν μπορείς να πεις ότι η καταστροφή έγινε μόνο στη Θεσσαλία. Ερώτημα: Σε ποιον βαθμό είμαστε προετοιμασμένοι; Γιατί αυτό νομίζω είναι η απόρροια της συζήτησης που κάνουμε σήμερα, πέρα από αυτήν τη σημαντική, συγκεκριμένη και μεμονωμένη δράση. Το ερώτημα λοιπόν είναι σε ποιον βαθμό είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε κρίση, κλιματολογική, πόλεμο, μαζική καταστροφή και μια επόμενη πανδημία. Αυτήν τη στιγμή δεν τα βγάζουμε πέρα με τα καθημερινά μας στον τομέα υγείας».
Απαιτείται διατομεακή συζήτηση για το θέμα της υγείας
Ο κ. Λιονής τόνισε ότι ήδη γίνονται πολλές προσπάθειες από πλευράς πολιτικής ηγεσίας, απαιτούνται όμως, όπως πρόσθεσε, διατομεακή συζήτηση και συνεργασία, ώστε η δημόσια υγεία, ειδικά σε ό,τι αφορά τις ευάλωτες ομάδες, να μπει σε προτεραιότητα:
«είμαι από αυτούς που δεν αρνούμαι τις προσπάθειες που κάνει η κάθε πολική ηγεσία. Νομίζω όμως ότι αυτήν τη στιγμή η Ελλάδα πρέπει να συζητήσει πολύ σοβαρό το θέμα της υγείας και να το συζητήσει διατομεακά. Δεν είναι μόνο δουλειά του υπουργείου Υγείας. Είναι δουλειά πολλών υπουργείων. Για παράδειγμα αυτή η δράση σήμερα έρχεται από την Περιφέρεια, είναι δράση που στηρίζεται από την Ευρωπαϊκά Επιτροπή αλλά και από το υπουργείο Εργασίας που ήταν. Οπότε έχει πολύ μεγάλη σημασία η συνεννόηση μεταξύ των τομέων. Αυτή η διατομεακή προσέγγιση είναι αυτό που φωνάζει και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Θέλει πάρα πολλά πράγματα, είμαστε πολύ μακριά. Είμαστε μια χώρα που δεν είχαμε ιδιαίτερες υποδομές στην υγεία. Αφού κουβεντιάζουμε εδώ, μετά από τόσα χρόνια, για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας στην Ελλάδα. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα υγείας, ένα σύστημα υγείας το οποίο είναι σύστημα «αρρώστιας», δηλαδή όταν θα αρρωστήσουν. Όταν αρρωστήσουν όμως αυτά τα πρόσωπα, η νόσος είναι σε προχωρημένο στάδιο. Τα ζητήματα της πρόληψης και προαγωγής υγείας εξ ορισμού σε αυτήν την κατηγορία ανθρώπων δεν αποτελούν προτεραιότητα. Από την άλλη σε ποιους αποτελεί προτεραιότητα; Όμως σε αυτούς συμβαίνει πολύ περισσότερο γιατί δεν έχουν πρόσβαση πουθενά αλλού. Άρα το σύστημα υγείας θα πρέπει να τους βάλει σε πρώτη προτεραιότητα, η οποία είναι να τους χτυπήσει στο σπίτι ή να βρει τον τόπο στον οποίο συγκροτούνται, όπως είναι εδώ το ΚΑΠΗ. Θα πρέπει άμεσα να υπάρξει μια ολοκληρωμένη παρέμβαση που να κοιτάξει την υγεία τους συνολικά, ολοκληρωμένα, όπως και στον τομέα της αλλαγής τη συμπεριφοράς. Ένας προσδιοριστής της παχυσαρκίας σήμερα είναι η φτώχεια. Είμαστε ακόμα στην παλιά αντίληψη ότι η παχυσαρκία είναι χαρακτηριστικό των πλουσίων. Όχι. Ένας που σήμερα έχει τη δυνατότητα να καταλάβει, να πληροφορηθεί σωστά, να εκπαιδευτεί και να αλλάξει την απόφαση ζωής τους, αυτός είναι συνήθως που έχει και μια οικονομική άνεση».
Ο κ. Λιονής ευχαρίστησε την περιφέρεια Κρήτης για την υλοποίηση του προγράμματος, αλλά και τον γενικό διευθυντή που έχει αυτήν την ευθύνη τον κ. Σπύρο Επιτροπάκη μαζί με τους συνεργάτες του. Όπως είπε η περίοδος της πανδημίας είχε ως αποτέλεσμα να είναι περιορισμένες οι συναντήσεις με τους ωφελούμενους, ωστόσο εκτίμησε ότι το πρόγραμμα άφησε το δικό του θετικό αποτύπωμα: «Η περιφέρεια Κρήτης και ο διευθυντής της ο κ. Επιτροπάκης έκαναν αρκετές προσπάθειες και μαζί με τα πανεπιστήμια κατάφεραν να συνθέσουν μια πρόταση, που ομολογουμένως ήταν η πρώτη και η μοναδική στην Ελλάδα που θα μπορούσε να πάει ακόμα καλύτερα. Για διάφορους λόγους όμως, τόσο η αρχική άρνηση των ωφελούμενων, αλλά και όσο η περίοδος της πανδημίας δεν επέτρεψε αυτήν τη φυσική επαφή. Νομίζω όμως ότι η περιφέρεια και όλοι μας μάθαμε πολλά. Για εμένα προσωπικά η επαφή μου με αυτούς τους ανθρώπους ήταν μια πηγή γνώσης, γιατί είναι αλήθεια ότι πολύ εύκολα μπορεί να κάνει κανείς σχέδια επί χάρτου πάνω σε τραπέζι, αλλά χρειάζεται και η προσωπική επαφή. Αυτό το πρόγραμμα δεν ξέρω εάν μπορέσει να πάρει άλλη μορφή, αυτό θα εξαρτηθεί από την περιφέρεια Κρήτης».