Μικρή σπονδή στο 3ο Ολοκαύτωμα
Ο θάνατος του Σπύρου Μαρνιέρου, όπως θα θυμάται ο πρώην δήμαρχος Συβρίτου κ. Μιχάλης Πετρακάκης, δημιούργησε μια αναστάτωση στην ερευνητική του ομάδα. Ο ίδιος επέμενε να συνεχίζουμε αλλά από ποιο σημείο;
Τελικά βρήκαμε τη λύση. Με τον Ιμπραήμ Ζαμπία από κοντά έτοιμο να απαθανατίσει τα πάντα με την κάμερά του, γυρίζαμε με τον δήμαρχο από χωριό σε χωριό. Έτσι προλάβαμε και τους τελευταίους που έζησαν τα γεγονότα του Κέντρους. Επιδοθήκαμε μετά σε σύγκριση στοιχείων με όσα μας κληροδότησε ο Σπύρος Μαρνιέρος και προχωρήσαμε την έρευνα γύρω από τα Ολοκαυτώματα.
Στην πορεία όμως η απουσία του Μαρνιέρου έγινε περισσότερο αισθητή σε μένα. Γιατί όπως συνέβαινε με τον Μάρκο Πολιουδάκη σε ότι είχε σχέση με τη Μάχη της Κρήτης, ο Μαρνιέρος με μια λέξη έβαζε τα πράγματα στη θέση τους. Και προχωρούσες ήσυχος ότι η δουλειά σου δεν θα χρειαστεί ανασκευές στο μέλλον γιατί κάθε πηγή στοιχείων περνούσε από έλεγχο και μάλιστα του πλέον ειδικού.
Μέχρι που μέσα από τις εκπομπές που έκανα στην ΕΡΑ Χανίων με τίτλο «Στα Αδυτα της Ιστορίας» γνώρισα τον κ. Γιώργο Καλογεράκη. Δεν είχε τότε τους τίτλους που επάξια κατέχει σήμερα. Σε έπειθε όμως να εμπιστευθείς τις μελέτες του, γιατί θαύμαζες σ’ αυτόν μια απέραντη υπομονή σε κάθε του έρευνα.
Μας εντυπωσίασαν όλες οι εργασίες του για την Αντίσταση στ’ Ανώγεια. Γι’ αυτό και του έχει ανατεθεί η προεδρία στην ωριαία ενότητα για τα Ανώγεια, που συμπεριλαμβάνεται στο πανελλήνιο συνέδριο που θα γίνει την Παρασκευή 23 Αυγούστου στην αίθουσα του Ωδείου.
Ήρωες που πέρασαν στην ιστορία
Με την ευκαιρία της επετείου του 3ου Ολοκαυτώματος των Ανωγείων, ας σκύψουμε ξανά στις γραφές του δρος Πανεπιστημίου Ιωαννίνων πλέον Γεωργίου Καλογεράκη και ας γνωρίσουμε καλύτερα έναν από τους σπουδαίους ήρωες της ιστορικής κωμόπολης, τον θρυλικό Στεφανογιάννη.
Ο Ιωάννης Δραμουντάνης-Στεφανογιάννης γεννήθηκε στα Ανώγεια Μυλοποτάμου Ρεθύμνου το 1897. Οι γονείς του ήταν ο Στέφανος και η Ανεζίνα Δραμουντάνη, (το γένος Σμπώκου).
Σε ηλικία είκοσι ετών (1917) παίρνει μέρος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τα Ελληνικά στρατεύματα που πολεμούσαν στο πλευρό της Αντάντ. Η θητεία του στο στράτευμα συνεχίζεται παίρνοντας μέρος στη Μικρασιατική εκστρατεία 1919-1922 και βιώνει τη Μικρασιατική καταστροφή. Σε ηλικία 33 ετών, το 1930, παντρεύεται την Χαρίκλεια Σταυρακάκη και αποκτά μαζί της έξι παιδιά.
Κτηνοτρόφος στο επάγγελμα ο Ιωάννης Δραμουντάνης απολάμβανε μεγάλο κύρος όχι μόνο από τους κατοίκους του χωριού ή της περιοχής Μυλοποτάμου αλλά και της ευρύτερης περιοχής του Ψηλορείτη όπως τα χωριά Κρουσώνας, Βορίζα, Καμάρες, Γέργερη κ.ά.
Η συμβολή στη μεγαλειώδη Αντίσταση του Κρητικού λαού τα χρόνια 1941-1944, του Αρχηγού Ανωγείων και Άνω Μυλοποτάμου Γιάννη Δραμουντάνη-Στεφανογιάννη, θα μπορούσε συνοπτικά να περιγραφεί ως εξής:
Λίγο πριν τη μεγαλειώδη μάχη της Κρήτης μαζί με άλλους συγχωριανούς του έκαναν απροσπέλαστο, (για ρίψη αλεξιπτωτιστών και προσγείωση αεροπλάνων) το Οροπέδιο της Νίδας, τοποθετώντας επί μέρες ογκόλιθους στην επιφάνειά του.
Αφού δεν έγινε κατορθωτή η ρίψη Γερμανών αλεξιπτωτιστών στη Νίδα, επικεφαλής ομάδος ενόπλων Ανωγειανών πήρε μέρος στη Μάχη της Κρήτης από την πρώτη ως την τελευταία ημέρα στην περιοχή Λατζιμά Ρεθύμνου.
Ο Γιάννης Δραμουντάνης-Στεφανογιάννης βοήθησε και πέτυχε την πρώτη επαφή του πλοιάρχου Πουλ με τον Αντώνη Γρηγοράκη-Σατανά τον Αύγουστο του 1941.
Μετά τη μάχη της Κρήτης ο Γιάννης Δραμουντάνης Στεφανογιάννης ήταν ένας από τους 32 συνολικά Κρήτες που επικήρυξαν οι Γερμανικές Αρχές Κατοχής και καθ’ όλη τη διάρκεια της τετράχρονης σκλαβιάς παρέμεινε επικηρυγμένος και από τους πλέον καταζητούμενους Κρητικούς.
Πήρε μέρος σε όλες τις συσκέψεις των Αρχηγών των ενόπλων Ανταρτικών ομάδων της Κρήτης (Καπετάνιων Μπαντουβά, Πετρακογιώργη, Σατανά) και προετοίμασαν από κοινού μαζί με τον επικεφαλής της Αγγλικής αποστολής Τομ Ταμπάμπιν τα πρώτα σαμποτάζ που διενεργήθηκαν σε ολόκληρη την κατεχόμενη Ευρώπη τον Ιούνιο του 1942 (σαμποτάζ Καστελλίου Πεδιάδος και Ηρακλείου, 7 και 13 Ιουνίου 1942).
Διατήρησε άσβεστη τη σπίθα και τη δίψα της λευτεριάς σε μια μεγάλη εδαφική περιφέρεια της κεντρικής Κρήτης (Άνω και Κάτω Μυλοπόταμος – Δυτικό Μαλεβύζι).
Το δυσκολότερο έτος της Κατοχής, το 1942, όταν οι αντάρτες που λημέριαζαν στα βουνά μετρούνταν στα δάχτυλα των χεριών, έδωσε καταφύγιο στις συμμαχικές αποστολές οι οποίες με τους σταθμούς ασυρμάτου που έφεραν στον τόπο μας διατήρησαν επαφή με το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής (τον ελεύθερο τότε κόσμο). Τα Ανωγειανά μητάτα, Κορακόπετρα, Μίθια, Πετροδολάκια ήταν τα ασφαλή καταφύγια των σταθμών ασυρμάτου και των Άγγλων Αξιωματικών Συνδέσμων Τομ Ταμπάμπιν, Ραλφ Στόκμπριτζ, Πάτρικ Λη Φέρμορ κ.ά.
Παρέμεινε αδούλωτος ο Ψηλορείτης, το μοναδικό ίσως ελεύθερο τμήμα του νησιού μας, βρίσκοντας εκεί καταφύγιο οι καταδιωκόμενοι από τους Γερμανούς Κρήτες αλλά και οι Άγγλοι στρατιώτες, οι οποίοι δεν κατάφεραν να ακολουθήσουν τους συντρόφους τους μετά τη μάχη της Κρήτης. Το σπίτι του Στεφανογιάννη στα Ανώγεια ήταν το ασφαλές κρησφύγετο δεκάδων Κρητών πατριωτών που έπεφταν στη δυσμένεια των κατακτητών και από το σπίτι του Στεφανογιάννη ξεκινούσαν το μεγάλο ταξίδι για τα νότια παράλια και τη μεταφορά τους στην Αίγυπτο.
Ο Γιάννης Δραμουντάνης-Στεφανογιάννης ανέπτυξε άριστη συνεργασία με τον επικεφαλής της κατασκοπίας των νομών Ηρακλείου-Λασιθίου Γιώργο Δουνδουλάκη και στο σπίτι του στα Ανώγεια έγινε η αλλαγή της Αρχηγίας από τον Γιώργο Δουνδουλάκη στον Μιχάλη Ακουμιανάκη την Άνοιξη του 1943.
Ο Γιάννης Δραμουντάνης-Στεφανογιάννης τέλος σφράγισε με το αίμα του τον αγώνα που έδωσε για τα πανανθρώπινα ιδανικά της Ελευθερίας της Δικαιοσύνης και της Ειρήνης, πέφτοντας νεκρός χτυπημένος πισώπλατα από τα φονικά βόλια των κατακτητών στις 13 Φεβρουαρίου 1944.
Όταν τον συνέλαβαν εκείνος ένα πράγμα είχε στο νου του. Μήπως η εκτέλεσή του πυροδοτήσει επεισόδια γιατί είναι σίγουρο ότι οι συγγενείς του δεν θα άφηναν το θάνατό του χωρίς να πάρουν το αίμα του πίσω.
Με την άκρη του ματιού του όπως δέσμιο τον οδηγούσαν στον τόπο της εκτέλεσης έβλεπε τους χωριανούς να παρακολουθούν σιωπηλοί αλλά σίγουρα μέσα τους έβραζαν. Με το θάρρος που τον διέκρινε ζήτησε από τον επικεφαλής του αποσπάσματος μια τελευταία χάρη. Να γίνει η εκτέλεση έξω από το χωριό και του εξήγησε τους φόβους του. Ο Γερμανός αξιωματικός πείστηκε. Ίσως και να αιφνιδιάστηκε από τη λεβεντιά του ομήρου του.
Κι ενώ έβγαιναν από το χωριό, ο Στεφανογιάννης πήρε τη μεγάλη απόφαση. Θα επιχειρούσε απόδραση. Κάποια στιγμή φάνηκε να τον ευνοούν οι συνθήκες. Έκανε καρδιά και προσπάθησε να διαφύγει από ένα χαράκι. Κι εκεί στο μεγάλο σάλτο, ενώ θύμιζε αετό με απλωμένες φτερούγες τον βρήκε ο θάνατος.
Για όσους ενδιαφέρονται για την τοπική ιστορία, συνιστούμε το βιβλίο αυτό του δρος Καλογεράκη που αποτελεί μια ανεξάντλητη πηγή στοιχείων για την περίοδο της Αντίστασης στον ορεινό Μυλοπόταμο.
Χριστομιχάλης Ξυλούρης
Ο ίδιος ερευνητής έχει ασχοληθεί και με έναν ακόμα σπουδαίο ήρωα τον Χριστομιχάλη.
Ο Χριστομιχάλης Ξυλούρης γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1892. Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο Ανωγείων. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε με τον Τουρκομάχο Μανόλη Ξυλούρη ή Τζιτζή. Άκουγε με προσοχή τις ιστορίες που του έλεγε (για τους πολέμους και τις μάχες με τους Τούρκους). Εντυπώθηκαν στο μυαλό του οι διηγήσεις του Τζιτζή για τα κατορθώματα του Γεωργίου Ξυλούρη ή Σουβλή στη Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση 1821-1830. Τους προγόνους του Τζιτζή και Σουβλή είχε ο Χριστομιχάλης ως πρότυπα στη ζωή του. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους 1912-1913, στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη Μικρασιατική εκστρατεία. Τα χρόνια του Μεσοπολέμου 1930 -1940, σε ηλικία τριάντα οχτώ χρονών, φεύγει από τα Ανώγεια και ανοίγει κρεοπωλείο στην περιοχή Καμαράκι της πόλης του Ηρακλείου.
Στη Μάχη της Κρήτης 20-31 Μαΐου 1941 σφραγίζει το μαγαζί του, ζώνεται τα όπλα και πολεμά τους αλεξιπτωτιστές στα ενετικά τείχη.
Με την κατάληψη της Κρήτης επιστρέφει στα Ανώγεια, παραμένει όμως στα Πετροδολάκια του Ψηλορείτη καθόλη τη διάρκεια της Κατοχής. Με άλλους τέσσερις Βενιζελικούς συντρόφους του, (Γιάννη και Γιώργη Δραμουντάνη, Παπαγιάννη Σκουλά και Νικόλαο Σταυρακάκη), ιδρύουν και οργανώνουν την Ανεξάρτητη Ομάδα Ανωγείων Α.Ο.Α. το πρακτικό της οποίας υπογράφουν την 15η Αυγούστου 1941 και δύο Ανωγειανοί γιατροί, (μέλη του Λαϊκού κόμματος), ο Νικόλαος Μανούσος και ο Κωνσταντίνος Κουνάλης.
Ζει την καταστροφή του χωριού και τον ξεριζωμό των συγχωριανών του τον Αύγουστο του 1944. Μια εικόνα που δεν βγήκε ποτέ από το μυαλό και τη σκέψη του, όπως έλεγε ο ίδιος.
Ο Χριστομιχάλης Ξυλούρης στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είναι πενήντα τριών ετών. Δεν παντρεύεται και ορίζεται Δήμαρχος Ανωγείων για μικρό χρονικό διάστημα. Η προσπάθειά του επικεντρώνεται στην ανασυγκρότηση των Ανωγείων, την επιστροφή των Ανωγειανών και στη δημιουργία του Ανωγειανού σχολείου στο Ηράκλειο. Προσωπικός φίλος του Σοφοκλή Βενιζέλου, τον φιλοξένησε στα Ανώγεια και τον στήριξε πολιτικά. Δεν δέχτηκε ποτέ χρηματική βοήθεια από τους φίλους του, πάντοτε ζούσε λιτά και φτωχικά. Του άρεσε τους καλοκαιρινούς μήνες να παίρνει ένα αντίσκηνο και να διαμένει στον αγαπημένο του Ψηλορείτη.
Τη δεκαετία του 1950 επέλεξε και διέμενε σε μια καλύβα στη Βαρυμπόμπη Ατττικής. Σ’αυτήν την καλύβα τον επισκέπτονταν πολλές προσωπικότητες της εποχής (πνευματικοί άνθρωποι, πολιτικοί, στρατιωτικοί, δημοσιογράφοι, διπλωμάτες κ.ά.).
Τα χρόνια της δικτατορίας ο Χριστομιχάλης ήταν 75 ετών. Ένα σεβαστό για την εποχή χρηματικό βοήθημα που του έστειλε ο Στυλιανός Παττακός, το επέστρεψε αμέσως πίσω και αρνήθηκε τη συνταξιοδότηση που του πρόσφερε.
Τα τελευταία του χρόνια απομονώθηκε στη Βαρυμπόμπη, και όταν πια δεν μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί, φιλοξενήθηκε στο σπίτι του ανιψιού του Ηρακλή Ξυλούρη (του Αστρινού). Πέθανε στις 6 Ιουνίου 1972, στις 11 η ώρα το πρωί, σε ηλικία 80 ετών.
Η μόνη περιουσία που άφησε ήταν μια βαλίτσα με τα ρούχα του, η κατοχική σημαία της Ανεξάρτητης Ομάδος Ανωγείων και μια κορνίζα με τη φωτογραφία του τουρκομάχου Εμμανουήλ Ξυλούρη ή Τζιτζή.
Για τη συγγραφή του βιβλίου χρησιμοποιήθηκαν πλήθος αρχείων, εγγράφων, φωτογραφιών, χειρόγραφων τετραδίων, εκθέσεων, σημειωμάτων, αφηγήσεων, μαρτυριών, ηχητικών ντοκουμέντων. Ένα μεγάλο μέρος των παραπάνω βρίσκονται στον δήμο Ανωγείων (στο αρχείο της Α.Ο.Α.) και στο αρχείο της οικογένειας των Ξυλούρηδων. Αρκετά έγγραφα και φωτογραφίες είναι ανέκδοτα και παρουσιάζονται για πρώτη φορά.
Στο βιβλίο του Χριστομιχάλη Ξυλούρη, δίδονται απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα, που ακόμη και σήμερα, εβδομήντα έξι χρόνια μετά τα γεγονότα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, πλανώνται γύρω από την κρητική και την Ανωγειανή Αντίσταση.
Γιάννης Σκουλάς
Και θα κλείσουμε το σημερινό αφιέρωμα με έναν ακόμα σπουδαίο Σκουλά.
Ο Γιάννης Σκουλάς ή Πιτοπούλιος γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1891. Σε ηλικία 21 ετών πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους.
Συμμετείχε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην Μικρασιατική εκστρατεία σε ηλικία 28 ετών. Πολλές φορές κινδύνευσε στις μάχες που έδωσε η Κρητική Μεραρχία. Εξαιρετική ανδρεία έδειξε στις επιχειρήσεις για την κατάληψη των υψωμάτων του Καλέ Γκρότο. Ο Πιτοπούλιος κατάφερε να επιστρέψει στην Κρήτη μετά την κατάρρευση του Μικρασιατικού Μετώπου. Παντρεύτηκε την Αγγελική κόρη του Αντώνη Σκουλά ή Καραμουζαντώνη και απέκτησε εφτά κόρες και δυο γιους.
Στα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής ο Πιτοπούλιος ήταν πενήντα χρονών. Πήρε μέρος στην Αντίσταση τροφοδοτώντας τους αντάρτες στον Ψηλορείτη.
Στις 26 Απριλίου 1944 απήχθη ο Διοικητής Φρουρίου Κρήτης Στρατηγός Κράιπε. Μετά από μια περιπετειώδη καταδίωξη των απαγωγέων στα βουνά και τα ρουμάνια του νησιού, στις 15 Μαΐου 1944 κατορθώθηκε η επιβίβασή των απαγωγέων με τον στρατηγό σε σκάφος επιφανείας και η μεταφορά τους τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας στο λιμάνι της Μάσα Ματρούχ. Την επομένη ημέρα 16 Μαΐου ολόκληρος ο συμμαχικός τύπος και τα ραδιόφωνα μετέδιδαν το γεγονός. Οι συμμαχικές εφημερίδες κυκλοφόρησαν με φωτογραφίες του στρατηγού στην πρώτη τους σελίδα.
Οι Γερμανοί πείθονται ότι ο στρατηγός τους έχει μεταφερθεί στην Μέση Ανατολή. Μέχρι τότε πίστευαν ότι είναι ακόμα στην Κρήτη.
Ο στρατηγός Διοικητής Κρήτης Μπρώυερ πρέπει να αντιδράσει. Έτσι τέλη Μαΐου στέλνει στρατό κατά τμήματα λόχων και γίνεται η κύκλωση στο Μονοδένδρι. Η πρώτη ενέργεια των Γερμανών για αντίποινα μετά την απαγωγή του Κράιπε. Τα χωριά Κυπαρίσσι, Πυργού, Καλού, Γαλένι, Ρουκάνι, Γέννα, Μελιδοχώρι, Δαμάνια, Αρκάδι, Καρκαδιώτισσα, κυκλώνονται, εξερευνούνται και συλλαμβάνονται όλοι οι άντρες που βρίσκονται μέσα στον κλοιό. Οδηγούνται στην Μονή Επανωσήφη και από εκεί στο Χουδέτσι και κλείνονται στο Δημοτικό Σχολείο. Με την βοήθεια των Χουδετσανών πολλοί καταφέρνουν να δραπετεύσουν. Οι υπόλοιποι την 1η Ιουνίου 1944 οδηγούνται στο Ηράκλειο στον προμαχώνα Μαρτινέγκο. Εκεί έχουν οδηγηθεί και οι Εβραίοι της Κρήτης, (οι περισσότεροι ήταν από τα Χανιά), και Κρητικοί πατριώτες από άλλα μπλόκα. Οι Γερμανοί βάζουν στην σειρά τους κρατούμενους. Ζητούν ταυτότητες. Όσες ταυτότητες έγραφαν Σκουλάς ή Ξυλούρης ο ιδιοκτήτης τους πήγαινε στην άκρη. Οι Σκουλάδες και οι Ξυλούρηδες επιβιβάστηκαν στο λιμάνι του Ηρακλείου σε ένα πλοίο, το ΤΑΝΑΙΣ, μαζί με τους Εβραίους, τους Ιταλούς και πολλούς άλλους Κρήτες πατριώτες.
Η στοά Μακάσι που βρίσκεται κάτω από τον Προμαχώνα Μαρτινένγκο είναι μια από τις πολλές στρατιωτικές στοές του ενετικού οχυρωματικού περιβόλου που εξυπηρετούσε αποκλειστικά στη διακίνηση των στρατιωτών από το εσωτερικό της πόλης προς τον ανοιχτό χώρο της χαμηλής πλατείας.
Μέχρι και τον Νοέμβριο του 1943 χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο για τους πολίτες του Ηρακλείου όπως αναγράφεται σε δύο έγγραφα της εποχής. Το πρώτο είναι της τεχνικής υπηρεσίας του δήμου Ηρακλείου με ημερομηνία 9 Νοεμβρίου 1942, βρίσκεται στο αρχείο της Γερμανικής Στρατιωτικής Διοίκησης Κρήτης και αναφέρεται στα χαρτογραφημένα καταφύγια που διαθέτει η πόλη και τη συντήρηση που απαιτείται για καθένα απ’ αυτά. Μεταξύ άλλων διαβάζουμε: «Τα σημειούμενα 29 τον αριθμόν είναι τα ευρισκόμενα υπό την κατοχήν των πολιτών μεταξύ δε τούτων περιλαμβάνονται και τρεις ενετικαί στοαί. Υπάρχουσι και άλλα διπλάσια των ανωτέρω πλην ευρίσκονται υπό την κατοχήν των Γερμανικών Αρχών μεταξύ των οποίων και Ενετικαί Στοαί μεγάλης σπουδαιότητος…».
Θα έπρεπε μελέτες όπως αυτές του κ. Καλογεράκη να είχαν μια σημαντική θέση στα σχολικά εγχειρίδια. Ίσως τότε να μάθαιναν τα παιδιά μας ιστορία. Ποιος ξέρει; Ίσως.