Το Ρέθυμνο -η πόλη αλλά και η ευρύτερη περιοχή του νομού- αποτελεί -και όχι άδικα- ένα μέρος με έντονη τουριστική δραστηριότητα. Η παλιά πόλη, με τη γραφική ενετική αρχιτεκτονική και τα σοκάκια της, τα διάσπαρτα πολιτιστικά μνημεία που συναντά κανείς μέσα στον ιστό της, όπως το επιβλητικό φρούριο της Φορτέτζας μαρτυρούν τη μακραίωνη ιστορία της περιοχής και δημιουργούν μια μοναδική ατμόσφαιρα για κάθε επισκέπτη. Ακόμα και η παραλιακή ζώνη που συνδυάζει την ομορφιά του φυσικού τοπίου με την έντονη νυχτερινή ζωή αλλά και η νέα πόλη, οργανωμένη και λειτουργική, προσφέρουν αίσθηση άνεσης και φιλοξενίας. Από την άλλη, η ενδοχώρα του νομού, γεμάτη με φυσικούς θησαυρούς, απαράμιλλης ομορφιάς, με επιβλητικά φαράγγια, ποτάμια και δάση, παραλίες και μέρη που δεν υστερούν σε τίποτα από τα πολυδιαφημισμένα των παγκόσμιων ταξιδιωτικών οδηγών, συνθέτουν ένα τοπίο ποικιλόμορφο, καθιστώντας το Ρέθυμνο έναν προορισμό που καλύπτει κάθε προτίμηση: από τον πολιτισμό και την ιστορία, μέχρι τη φύση και τη διασκέδαση.
Παρόλα αυτά, στο Ρέθυμνο και στην ευρύτερη περιοχή, δεν βρίσκουμε μόνο επισκέπτες και τουρίστες. Ο νομός εδώ και πάρα πολλά χρόνια εκτός από τουριστικός μπορεί να χαρακτηρίζεται πλέον και πολυπολιτισμικός, όπου εδώ άνθρωποι από διάφορες κουλτούρες και μέρη του κόσμου έχουν επιλέξει να ζήσουν μόνιμα και να φτιάξουν τη ζωή τους.
Συναντήσαμε κάποιους από αυτούς, ακούσαμε τις ιστορίες τους και μοιράστηκαν μαζί μας τους λόγους που τους οδήγησαν να επιλέξουν το Ρέθυμνο ως το νέο τους σπίτι. Ωστόσο, όμως η εξήγηση δεν φάνηκε να είναι τόσο εύκολο να αποδοθεί με ώρες συζήτησης. Η απάντηση μοιάζει να συνοψίζεται τελικά σε μία μόνο λέξη: κλικ.
Από την Πολωνία, φωτογράφος στο Ρέθυμνο
Η Αλεξάνδρα Μάνστον από την Πολωνία, ζει 12 χρόνια στο Ρέθυμνο και ασχολείται με τη φωτογραφία. Όπως εξηγεί, η απόφαση που πήρε να μετακομίσει στο Ρέθυμνο ήταν για προσωπικούς λόγους τους οποίους όμως ενίσχυσαν οι δυνατές φιλίες που ανέπτυξε στην πόλη: «Ήρθα εδώ με την απόφαση να μείνω για πολύ προσωπικούς λογούς, με πιο βασικό τον θάνατο του άνδρα μου. Χρειαζόμουνα την αλλαγή περιβάλλοντος και επίσης πάντα θέλαμε και οι δυο να ζήσουμε στην Ελλάδα και επειδή έκανα ήδη πολύ καλούς φίλους εδώ στο Ρέθυμνο, ήτανε μια λογική απόφαση».
Παρά τη σημαντική αλλαγή στη ζωή της, η Αλεξάνδρα δεν δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί. «Νομίζω πως οι Πολωνοί και οι Έλληνες ταιριάζουν με κάποιον τρόπο», λέει, υπογραμμίζοντας την πολιτισμική συγγένεια που ένιωσε από την αρχή και προσθέτει: «ο καιρός είναι μια μεγάλη διαφορά. Πιστεύω, επιπλέον, πως εδώ το Ρέθυμνο αν και είναι αρκετά μικρό μας προσφέρει μια καλή ποιότητα ζωής». Φυσικά, για εκείνη δεν ήταν όλα εύκολα μιας και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει: «Το μεγαλύτερο εμπόδιο ήταν η γλώσσα», όμως πλέον σε άπταιστα ελληνικά, εξηγεί πως σίγουρα πια δεν τη δυσκολεύει το ίδιο. Παρά τις προκλήσεις, η Αλεξάνδρα αναφέρει πως «το μέλλον μου σίγουρα το βλέπω εδώ».
Από πολίτες του κόσμου σε πολίτες του Ρεθύμνου
Η ιστορία του Μάικλ και του Βόλφγκακγ, δύο συντρόφων για πάνω από 30 χρόνια από τη Γερμανία, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της πραγματικότητας που συμβαίνει όλο και πιο συχνή στο Ρέθυμνο: από τουρίστες στην Κρήτη εξελίχτηκαν σε μόνιμους κατοίκους του νησιού. Οι δυο τους κοσμογυρισμένοι και με πολλές εικόνες από διαφορετικές κουλτούρες ανά τον κόσμο, παραδέχονται πως η επαφή με την Κρήτη και τους ανθρώπους της ήταν διαφορετική. Ο Μάικλ θυμάται: «Ήρθαμε πρώτη φορά εδώ το 2012 και ήταν οι πρώτες μας διακοπές εδώ στην Κρήτη. Ερωτευτήκαμε το νησί, την ευγένεια των ανθρώπων, την περιοχή, το φαγητό, όλο το πακέτο. Και αποφασίσαμε ότι αν αφήναμε τη Γερμανία στο μέλλον θα ερχόμασταν εδώ στην Κρήτη. Είχαμε δει πολλές χώρες στον κόσμο, ταξιδεύαμε πολύ, αλλά ποτέ δεν πηγαίναμε δύο φορές σε ένα μέρος. Και η Κρήτη, ήταν η πρώτη φορά που επισκεφτήκαμε ένα μέρος τόσες πολλές φορές. Ερχόμασταν κάθε χρόνο πίσω. Αποφασίσαμε, λοιπόν, ότι θα μετακομίζαμε εδώ. Ετοιμάζαμε τις διαδικασίες για πάρα πολύ καιρό και όταν ήρθαμε εδώ δεν είχαμε πια καμία ανοιχτή υπόθεση πίσω στη Γερμανία», αναφέρει, ενώ συνεχίζει εξηγώντας: «Όταν ερχόμασταν εδώ σαν τουρίστες κάναμε πάρα πολλούς φίλους. Όταν κοιτάμε πίσω στη ζωή μας στη Γερμανία ζούσαμε σε μια πολυκατοικία με 63 διαμερίσματα, με πολλά έθνη, αλλά ήμασταν όλοι άγνωστοι μεταξύ μας. Κανείς δεν ήξερε τον γείτονα. Για παράδειγμα, αν στην είσοδο συναντούσες τον γείτονα και κρατούσες σακούλες από το σούπερ μάρκετ δεν σου κρατούσε την πόρτα. Την άφηνες κλειστή. Δε σε περίμενε. Εδώ είναι διαφορετικά. Ερωτευτήκαμε τόσο πολύ την Κρήτη. Εδώ αισθανόμαστε πάρα πολύ άνετα. Οι άνθρωποι είναι πολύ διαφορετικοί. Λένε καλημέρα, λένε να έχεις μια όμορφη μέρα, λένε καλό βράδυ».
Εκτός, από τη γοητεία όμως που τους άσκησε η Κρήτη, ο Βόλφγκαγκ στέκεται και στην πολυπολιτισμικότητα του Ρέθυμνου, κάνοντάς το τελικά προσιτό για κάποιον ο οποίος δεν είναι ντόπιος, ενώ οι ισχυροί κοινωνικοί δεσμοί που έχουν χτίσει εδώ πηγαία, φαίνεται πως πίσω στη ζωή τους στην Γερμανία ήταν ζητούμενο: «Εδώ πέρα έχουμε χτίσει έναν κύκλο, αλλά αν με ρωτήσεις στη Γερμανία πόσους φίλους έχω θα πρέπει να το σκεφτώ. Όπως είπε και ο Μάικλ, είχαμε ταξιδέψει πολύ πριν. Αλλά ποτέ δεν είχαμε αυτό το συγκεκριμένο αίσθημα πουθενά αλλού εκτός από εδώ στην Κρήτη. Μπορώ να φανταστώ πως θα είναι το μέλλον μου εδώ τα επόμενα χρόνια, πράγμα που δεν μπορώ να το κάνω σε καμιά άλλη χώρα που επισκέφτηκα. Όταν κάποιος τώρα με ρωτάει αν θέλω να πάω πίσω στη Γερμανία μπορώ να πω ποτέ», και εδώ γέλασε όλη η παρέα, ενώ συνέχισε λέγοντας: «Το πιο σημαντικό είναι ότι δεν έχουμε απλά φίλους εδώ. Αλλά είμαστε σαν οικογένεια. Ποτέ δεν είχαμε τέτοια συναισθήματα στη Γερμανία. Εκεί είχαμε, επίσης, πολλούς φίλους, αλλά είναι πολύ διαφορετικό. Κι ας μην είμαστε από την ίδια χώρα ή να μη μιλάμε την ίδια γλώσσα. Επίσης, μπορεί να μη μιλάμε πολύ καλά ελληνικά -πηγαίνουμε σχολείο για να μάθουμε- αλλά μιλάμε πολύ αγγλικά και το καλό με το Ρέθυμνο είναι ότι μπορείς να μιλάς πολλές γλώσσες εδώ. Πολλοί άνθρωποι εδώ μιλάνε καλά αγγλικά, καλά γερμανικά. Επίσης, πέρυσι γνωρίσαμε εδώ στο Ρέθυμνο πολλούς από τη Γαλλία και κάναμε φιλίες. Και αυτό είναι επίσης πολύ σημαντικό, ώστε να μην νιώθουμε τόση πίεση να μάθουμε ελληνικά γρήγορα. Και εδώ στο Ρέθυμνο υπάρχουν πολλές διαφορετικές κουλτούρες. Πέρυσι ζούσαμε στον Μαρουλά. Είναι πολύ όμορφο χωριό και πολυπολιτισμικό. Και ήταν πολύ αστείο ότι οι ντόπιοι μας δέχονταν».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όσο προχωράει η συζήτηση, έχουν οι πολιτισμικές διαφορές που έχουν εντοπίσει ο Μάικλ και ο Βόλφγκαγκ, όπου ο τελευταίος χαρακτηριστικά αναφέρει: «Στη Γερμανία υπάρχει πολύ στρες, εδώ όλα είναι λίγο πιο «σιγά-σιγά», αλλά οι Γερμανοί είναι στην ώρα τους» και ο Μάικλ προσπαθεί να εξηγήσει τη διαφορά, διηγούμενος ένα περιστατικό με ιδιαίτερο χιούμορ: «Μια από τις πρώτες εμπειρίες που είχαμε εδώ ήταν όταν τηλεφωνήσαμε σε έναν μάστορα για να έρθει στο σπίτι να μας φτιάξει κάτι και μας λέει θα έρθω Παρασκευή – ήταν Τρίτη. Την Παρασκευή τον περιμέναμε και εκείνος δεν ερχόταν και του τηλεφωνήσαμε και του λέμε μα που είσαι και μας λέει είσαι ηλίθιος; Κοίτα έξω από το παράθυρο. Βρέχει. Και του λέγαμε αυτό αδύνατο και μας λέει δεν ζεις στη Γερμανία πια, εδώ είναι Κρήτη. Έπρεπε να μάθουμε. Τώρα ξέρουμε εδώ όταν λέμε 12:30 σημαίνει παρά εικοσιπέντε».
Γιατί τελικά Ρέθυμνο;
Μιλήσαμε με τον Βόλφγκαγκ και τον Μάικλ αρκετή ώρα αναζητώντας μια απάντηση, γιατί τελικά Ρέθυμνο και όχι οποιοδήποτε άλλο μέρος που μπορεί να τους προσφέρει όσα περιγράφουν. Οι εμπειρίες είναι, όμως, που τελικά μετατρέπουν έναν προορισμό διακοπών σε μια νέα πατρίδα. Στο Ρέθυμνο, σύμφωνα με τα λόγια τους, η ζωή αποκτά ένα νόημα πέρα από τις υποχρεώσεις και το ρολόι. Είναι μια ζωή που βασίζεται στις ανθρώπινες σχέσεις, τη φυσική ομορφιά και την απλότητα. Ίσως, τελικά, το «κλικ» που αναφέρθηκε στην αρχή να είναι αυτή η ακαθόριστη, αλλά απόλυτα αναγνωρίσιμη αίσθηση: ότι βρίσκεσαι εκεί που πραγματικά ανήκεις. Ο Μάικλ αναφέρει: «Έχουμε ταξιδέψει πολύ. Το νιώθεις εκεί που θες να μείνεις για πάντα. Όταν ερχόμασταν όλα τα χρόνια εδώ για διακοπές νιώθαμε τουρίστες. Όταν πήραμε την απόφαση να μετακομίσουμε και ήρθαμε εδώ δεν υπήρχε πια το αίσθημα ότι ήρθαμε για τις διακοπές. Είπαμε σε όλους ότι πάμε σπίτι», ενώ συμπληρώνει: «Στη Γερμανία πρέπει να πάρεις κάποιον τηλέφωνο να τον ρωτήσεις «έχω ώρα τώρα, μπορώ να έρθω για καφέ. Συγγνώμη αν ενοχλώ». Εδώ δεν συμβαίνει αυτό. Είναι πολύ πιο εύκολο για εμάς να ζούμε εδώ. Απολαμβάνουμε τον χρόνο μας εδώ. Και τώρα χτίζουμε τη μικρή μας οικογένεια εδώ».