Το μετεκλογικό πολιτικό σκηνικό φαντάζει αδιατάρακτο, παρότι η νέα κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει χάσει πλήρως τον έλεγχο στο πεδίο των πυρκαγιών και η επικοινωνιακή «φούσκα» του επιτελικού κράτους έχει «σκάσει» γεμίζοντας στάχτες, απόγνωση και ανασφάλεια τη χώρα. Τίποτα δεν φαίνεται να επηρεάζει το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα. Ούτε η πρωτοφανής καταστροφή στη Ρόδο και στην Αγχίαλο, ούτε οι τραγωδίες στην Πύλο, στη Νέα Φιλαδέλφεια και στον Έβρο που εκθέτουν τη χώρα μας διεθνώς. Ακόμα και η πλήρης αποδιοργάνωση του ΕΣΥ και τα διαλυτικά φαινόμενα στα νοσοκομεία, ακόμα και ανεξέλεγκτο κύμα ακρίβειας στα τρόφιμα και στα καύσιμα, ή το δυσβάστακτο κόστος της ενοικιαζόμενης κατοικίας, δεν δείχνουν να έχουν πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση. Επί του παρόντος τουλάχιστον.
Δεν ερμηνεύονται εύκολα όλα αυτά. Προφανώς η κυβέρνηση της ΝΔ διανύει ακόμα την περίοδο «χάριτος» που της έδωσε απλόχερα το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών. Ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μπορεί να ζορίζεται, να μην τα βγάζει πέρα, να μην κατάφερε να πάει διακοπές, να μην μπορεί να δροσιστεί στον καύσωνα γιατί η λειτουργία του κλιματιστικού είναι πλέον ακριβή υπόθεση, αλλά η «μίζερη κανονικότητα» χαμηλών προσδοκιών είναι υπεράνω όλων! Έχουν βάλει φυσικά το χεράκι τους τα καθεστωτικά media με την προκλητική χειραγώγηση της ενημέρωσης, που προστατεύουν την κυβέρνηση και τη βοηθούν να εκτονώνει ανώδυνα κάθε κρίση και κάθε εγκληματική της ολιγωρία. Η θερινή ραστώνη έχει καθοριστικό ρόλο επίσης. Σίγουρα μια ελπιδοφόρα «αναλαμπή» κοινωνικής ενεργοποίησης αποτελεί το κίνημα για τις ελεύθερες παραλίες. Είναι βέβαιο πάντως, ότι πίσω από αυτή την παράδοξη κοινωνική απάθεια «κρύβεται» και ένα σοβαρό έλλειμμα ισχυρής και αποτελεσματικής αντιπολίτευσης, ικανής να δημιουργήσει πολιτικά γεγονότα και να αμφισβητήσει ουσιαστικά την κυβερνητική ηγεμονία. Και αυτό βεβαίως αφορά πρωτίστως τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση και προσπαθεί να βρει ξανά τον βηματισμό του, αλλά όχι μόνο αυτόν. Αφορά και τις υπόλοιπες δυνάμεις της προοδευτικής αντιπολίτευσης, που «επαναπαύονται στις δάφνες» της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και της δικής τους περιορισμένης εκλογικής επιτυχίας, υποτιμώντας ανεύθυνα την καθολική επικράτηση της Δεξιάς και την απειλή της Ακροδεξιάς.
Ο Μητσοτάκης κέρδισε επειδή κατάφερε να δημιουργήσει την πεποίθηση ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Ιδού λοιπόν το στοίχημα της επόμενης μέρας για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Να σταθεί γρήγορα στα πόδια του, να αντιμετωπίσει χωρίς κλυδωνισμούς το κενό ηγεσίας και να προχωρήσει στο αναγκαίο restart για να ανταποκριθεί στον διττό ρόλο 1. Μιας αξιόμαχης αντιπολίτευσης που θα λειτουργεί ως «ανάχωμα» στη νεοφιλελεύθερη και αλαζονική κυβέρνηση της ΝΔ και 2. Μιας αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης διεξόδου με βάση τις αρχές και τις αξίες της Αριστεράς. Δηλαδή με προτεραιότητα τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, τα δημόσια αγαθά, την αειφορία, το Κράτος Δικαίου, τη συλλογική ευημερία και την εξάλειψη των ανισοτήτων.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι με ποια στρατηγική, με ποια ταυτότητα, με ποιες ιδεολογικές αναφορές, με ποιο πολιτικό ήθος, ανακτάς την εμπιστοσύνη των λαϊκών στρωμάτων, της νέας γενιάς, των απογοητευμένων αριστερών και προοδευτικών ανθρώπων; Εδώ δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις ή δοκιμασμένες συνταγές. Θα τις βρούμε δημοκρατικά και ενωτικά. Κανείς όμως δεν μπορεί να ειρωνεύεται την ανάγκη επικαιροποίησης της αριστερής μας φυσιογνωμίας ως δήθεν «παλινδρόμηση» στην «ασφάλεια» του ΣΥΡΙΖΑ του 3%. Ας μην σκιαμαχούμε για τα αυτονόητα. Η «κυβερνώσα Αριστερά» είναι ιστορική κατάκτηση και δεν αμφισβητείται από κανένα. Η οποία, πρέπει να θυμίσουμε, «επωάστηκε» στο «θερμοκήπιο» της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και όχι στη «ζεστή φωλιά» του κοινωνικά γοητευτικού αλλά πολιτικά ανύπαρκτου Κέντρου.