Η Πάρος, στον θαλάσσιο δρόμο πολλών περιοχών του ελλαδικού νησιωτικού χώρου ευρισκομένη, ανέπτυξε, διαχρονικά, σχέσεις με πολλούς τόπους. Πολύ σημαντικές είναι οι σχέσεις που η Πάρος ανέπτυξε με τα λοιπά Κυκλαδικά νησιά, αλλά ιδιαίτερα σημαντικές και ενδιαφέρουσες κρίνονται και οι σχέσεις που -σε όλες τις εποχές- η Πάρος ανέπτυξε και με την Κρήτη.
Έτσι, κατά την περίοδο της ακμής του Μινωικού Πολιτισμού (1900 – 1600 π.Χ.), η Πάρος έπαιζε σημαντικό ρόλο στις θαλάσσιες μεταφορές των Κρητών. Τη μινωική κυριαρχία στο Αιγαίο διαδέχθηκε η μυκηναϊκή (1600- 1100 π.Χ.), έχοντας ως κέντρο τις «Κουκουναριές» της Πάρου.
Η περίοδος της Ενετοκρατίας και Τουρκοκρατίας και ιδιαίτερα η περίοδος τού Κρητικού Πολέμου (1645- 1669), έχουν να επιδείξουν, επίσης, συχνές σχέσεις επικοινωνίας Κρήτης – Πάρου. Αυτήν την τελευταία περίοδο σημάδεψαν και τα πολεμικά γεγονότα της ναυμαχίας του Δριού, μιας από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις τού Κρητικού Πολέμου, την οποία γνωρίζουν πολλοί λίγοι Κρητικοί, παρότι αφορά και στην Κρήτη και την έχει απαθανατίσει στους στίχους του ο γνωστός Ρεθεμνιώτης Ποιητής τού «Κρητικού Πολέμου», Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής (εικ. 2,3).
Το ιστορικό πλαίσιο
Κάθε φορά που η Τουρκική μοίρα Στόλου περιόδευε ανά το Αιγαίο με σκοπό τη συλλογή φόρων από τα κατεχόμενα νησιά, στάθμευε και στην παραθαλάσσια περιοχή του όρμου του Δριού της Πάρου. Εκεί τροφοδοτούνταν ο τουρκικός στόλος, ενώ και οι πρόκριτοι των Κυκλάδων εκεί συγκεντρώνονταν με σκοπό την καταβολή των φόρων αλλά και τη διευθέτηση διαφόρων δικαστικών υποθέσεων.
Εκεί, λοιπόν, στην παραθαλάσσια περιοχή του Δριού, μεταξύ Πάρου, Νάξου και Φολεγάνδρου, στις 10 Ιουλίου 1651 έγινε μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές επιχειρήσεις του Κρητικού Πολέμου. Η ναυμαχία αυτή, παρότι οι στόλοι των εμπολέμων αναμετρήθηκαν στο στενό Πάρου – Νάξου, νοτιοανατολικά του Αγίου Αντωνίου, Πάρου, έχει επικρατήσει να αποκαλείται «Ναυμαχία του Δριού».
Στη ναυμαχία αυτήν, που αφορά σε μια δυναμική αναμέτρηση ανάμεσα στους Τούρκους και στις χριστιανικές δυνάμεις (Βενετούς, χριστιανούς των ελληνικών νησιών, πειρατές κ.α.) είχαν λάβει μέρος μέλη της ναυτικής οικογένειας Mocenigo, με επικεφαλής τον ναύαρχο Αλοΐζο (Λουδοβίκο ή Λεονάρδο) Μοτσενίγο, ο οποίος «ήρατο λαμπράν ναυμαχίαν», και ο μετέπειτα αρχιστράτηγος των χριστιανικών δυνάμεων του πολιορκημένου Χάνδακα Ηρακλείου, Φραγκίσκος Μοροζίνης, του οποίου το όνομα είναι φρικτά συνδεδεμένο με την καταστροφή του Παρθενώνα (1687).
Ο τουρκικός στόλος ηττήθηκε και το μέγεθος της καταστροφής του υπήρξε ανεπανάληπτο. Σκοτώθηκαν πέντε χιλιάδες επτακόσιοι Τούρκοι και ισάριθμοι συνελήφθησαν αιχμάλωτοι, ενώ είκοσι έξι πλοία περιήλθαν στα χέρια των Ενετών.
Τη δυναμική αυτήν αναμέτρηση ανάμεσα στους Τούρκους και στις χριστιανικές δυνάμεις έχει απαθανατίσει χαλκογραφία της εποχής με τίτλο: «Rotta et fuga della armata turchesca» («Πορεία και Φυγή του τουρκικού στόλου») και στο κάτω τμήμα της γράφονται τα εξής: «Vittoria navale consequita contro a Turchi nelle acque di Paros (10 JUGLIO 1651)» («Ναυτική νίκη εναντίον των Τούρκων στα ύδατα της Πάρου, 10 Ιουλίου 1651»)1.
Αλλά και ο Ποιητής του Κρητικού πολέμου, Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής, στα 1686, απαθανατίζει τη μεγάλη εκείνη στιγμή στους παρακάτω στίχους:
«Εγίνη μέγας τσακισμός εις των Τουρκών τη μέση,
και κύτταζες στο πέλαος ανθρώποι για να πλέσι.
Κεφάλια επέφτα ’ς το γιαλό και χέργια να βουλούσι,
κ’ οι Παργιανοί ετρέμανε τόσα για να θωρούσι,
οπού τονε εις τα βουνά απάνω και κυττάζαν,
και ’λέγαν «Κύριε ’λέησον» και τον Θεόν εκράζαν,
σ’ το φόνον τον αμέτρητον κ’ εις την ’ματοχυσίαν,
που θέλαν να πα να καύσουνε κατόπι τα νησία.
σ’ τα κόπανα εμπαίνασι, να φύγουν εκινούσαν,
και ’κείνοι επαίρναν λουμπαρδιαίς και σπούσαν και ’βουλούσαν.
Τα κάτεργα εμαλόνασι με κάτεργα εδικά τως,
Και τα καράβγια εσμίγανε κ’ εγγίζαν τ’ άρμενά τως.
Και λουμπαρδιαίς ενούς τ’ αλλού εδίδα και τρυπούτα.
Και τις ’μπορεί να διγηθή ’ς όλα τα πάθη ετούτα;
……
Κ’ οι Τούρκοι εδίδαν ’ς στο γιαλό γής πνίγουντα, γή εβγαίναν.
’ς τη γη, για να γλυτώσουνε και προς τη χώρα εμπαίναν.
Οι χριστιανοί τσοι σφάζανε κι’ όλους τσ’ απογλακούσαν,
κ’ εις το γιαλό τσοι πνίγανε μ’ όλον ’που προσκυνούσαν.
(Ο Κρητικός Πόλεμος (1645- 1669), έκδοση Αγαθαγγέλου Ξηρουχάκη, Εν Τεργέστη 1908, σελ. 340, στ. 5- 26).
Την ίδια περίοδο, με το τέλος τού Κρητικού Πολέμου (1669), πολλοί πρόσφυγες, Κρητικοί και Βενετσιάνοι της ερημωμένης Κρήτης, έρχονται στην Πάρο και στις Κυκλάδες, όπως σήμερα δηλώνεται αυτό από πολλά επώνυμα και παρωνύμια Παριανών, ενώ κατά την Ελληνική Επανάσταση τού Εικοσιένα, και ειδικότερα κατά το έτος 1827, εξακόσιοι και πλέον Κρητικοί πρόσφυγες πειρατές πολιόρκησαν την Παροικιά και τη Μονή τής Λογγοβάρδας, δημιουργώντας πολλά προβλήματα στο νησί. Το 1831 οι Κρητικοί τής Πάρου, 107 συνολικά, στέλνουν αναφορά στον Κυβερνήτη Καποδίστρια «με πολλά παράπονα και αιτιάσεις εναντίον του», ζητώντας εθνική συνέλευση και σύνταγμα2.
Πολλοί, επίσης, είναι και οι Κρητικοί που, στα επόμενα χρόνια – μετά τον Κρητικό Πόλεμο και την ελληνική επανάσταση του 1821 -εργάστηκαν, κατά διαστήματα, στην Πάρο [Γεώργιος Βλαστός και Παρθένιος (ιερομόναχος) Βλαστός (αγιογράφοι, από τη γνωστή κρητική οικογένεια των Βλαστών), Τζάνες Καλλέργης (νοτάριος), ο πολύς Ιωάννης Μόσκος [αγιογράφος (17oς αι.) από το Ρέθυμνο], ο γνωστός ιερομόναχος και διδάσκαλος Ζαχαρίας Τσιριγώτης Πρακτικίδης (1784-1845), από το Ηράκλειο (ως βοηθός επάρχου Νάξου, Πάρου και Αντιπάρου και δάσκαλος στην πρωτεύουσα τού νησιού, την Παροικιά)] κ.ά3.
- «Παριανές Μνήμες | Η ναυμαχία του Δριού», Φωνή της Πάρου
(https://www.fonitisparou.gr/index.php/15334-parianes-mnimes-i-navmaxia-tou-drioy)
- Νίκου Χρ. Αλιπράντη, Χρονολογικό Πανόραμα της Ιστορίας της Πάρου (5000- 1850 μ.χ.), Αθήνα 2011, 150 και 277.
- Για όλους αυτούς βλ. Νίκο Χρ. Αλιπράντη, Χρονολογικό Πανόραμα…, ό.π. 142, 175, 283 και Γεώργιο Μαστορόπουλο, «Υπογραφές ζωγράφων σε εικόνες της κεντρικής Νάξου», Δελτίον XAE 12 (1984), Περίοδος Δ’, στην εκατονταετηρίδα της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας (1884-1984), σ. 473-500.
www.ret-anadromes.blogspot.com