Με επιστολή του, το σωματείο εστίασης Ρεθύμνου, ζητά από τον δήμο να προχωρήσει σε διαβούλευση ώστε να επανεξεταστεί η απόφαση για τις αυξήσεις στα δημοτικά τέλη στον κλάδο τους. Στην επιστολή αναφέρουν ότι η απουσία διαβούλευσης δημιουργεί αίσθημα αδικίας και τονίζουν ότι είναι κρίσιμη η συμμετοχή τους στις αποφάσεις του δήμου ώστε να υπάρχει, όπως λένε, καλύτερη κατανόηση της αγοράς εργασίας και των κερδών των επιχειρήσεων.
Χαρακτηριστικά στην επιστολή του το σωματείο αναφέρει:
«Με την παρούσα επιστολή, επιθυμούμε να εκφράσουμε την έντονη δυσαρέσκειά μας για την πολιτική που ακολουθείται απέναντι στον κλάδο μας, ο οποίος αντιμετωπίζει αυξανόμενες πιέσεις και άδικες αποφάσεις που υπονομεύουν τη βιωσιμότητά του.
Συγκεκριμένα, διαπιστώσαμε με μεγάλη μας έκπληξη στο τελευταίο δημοτικό συμβούλιο την αύξηση των τελών καθαριότητας και φωτισμού κατά 100%, καθώς και την αύξηση του τέλους διαμονής παρεπιδημούντων κατά 50%. Οι φορολογικοί συντελεστές θα πρέπει να παραμένουν σταθεροί, προκειμένου να διασφαλιστεί μια υγιής σχέση μεταξύ συναλλασσόμενων. Η σταθερότητα αυτή δεν αποτελεί απλώς οικονομική αναγκαιότητα, αλλά και ένδειξη σεβασμού προς όσους παράγουν το έργο που φορολογείται. Ο κλάδος της εστίασης είναι ο μοναδικός που επηρεάζεται τόσο έντονα από αυτές τις αυξήσεις, οι οποίες έρχονται να προστεθούν στις ήδη σημαντικές οικονομικές πιέσεις που αντιμετωπίζουμε τα τελευταία χρόνια.
Θα θέλαμε ακόμα να τονίσουμε ότι πολλές επιχειρήσεις του κλάδου μας καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες για να μειώσουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα. Αυτές οι επιχειρήσεις έχουν υιοθετήσει καλές πρακτικές ανακύκλωσης και περιβαλλοντικής ευαισθησίας και προσπαθούν να συνεισφέρουν στην προστασία του περιβάλλοντος. Θεωρούμε ότι αυτές οι προσπάθειες δεν πρέπει να αγνοούνται και οι επιχειρήσεις που τις εφαρμόζουν δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο με εκείνες που δεν τηρούν αντίστοιχες πρακτικές. Η διαφοροποίηση στην προσέγγιση και στην επιβάρυνση των επιχειρήσεων θα πρέπει να είναι αντικείμενο προσοχής και διαλόγου.
Η έλλειψη εκπροσώπησης του κλάδου μας στις διαδικασίες διαβούλευσης που αφορούν άμεσα τις δραστηριότητές μας, μας δημιουργεί αίσθημα αδικίας. Είναι κρίσιμο να συμμετέχουμε σε αυτές τις διαδικασίες, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες του τομέα μας. Θεωρούμε ότι είναι απαραίτητο να υπάρχει καλύτερη κατανόηση της πραγματικής εικόνας της αγοράς και των καθαρών κερδών των επιχειρήσεων του κλάδου μας. Τα δεδομένα δείχνουν ότι ο χώρος της εστίασης έχει καταβάλει μεγάλες προσπάθειες προσαρμογής και συμμόρφωσης με τη νομοθεσία και πλέον συγκαταλέγεται στους πιο νομοταγείς επαγγελματικούς τομείς. Οι επιχειρήσεις μας λειτουργούν με διαφάνεια, τηρώντας όλες τις σχετικές ρυθμίσεις, ενώ παράλληλα επιβαρύνονται δυσανάλογα από τις αυξανόμενες οικονομικές απαιτήσεις.
Για όλους τους λόγους που αναφέραμε παραπάνω, αιτούμαστε την πραγματοποίηση, έστω και σε δεύτερο χρόνο, μιας διαβούλευσης επί του συγκεκριμένου θέματος, με την παρουσία του Δημάρχου καθώς και των Αντιδημάρχων Οικονομικών και Περιβάλλοντος. Σκοπός μας είναι να βρούμε τη «χρυσή τομή», ώστε να μπορέσουμε να συνδράμουμε στην επίτευξη των στόχων του Δήμου, διασφαλίζοντας παράλληλα τη βιωσιμότητα του κλάδου της εστίασης, που πλήττεται από τις αυξήσεις. Μόνο μέσα από διάλογο και συνεργασία πιστεύουμε ότι θα μπορέσουμε να καταλήξουμε σε μια απόφαση που θα είναι δίκαιη και ισόρροπη για όλους τους εμπλεκόμενους».