Του Γεωργίου Εμμ.Μαυροτσουπάκη
Η έκκληση του τίτλου, ειλικρινά ,και εγώ δεν ξέρω πού μπορεί να απευθύνεται. Στις κρατικές Αρχές ; Σε ειδικούς φορείς εξουσίας ; Στους πιθανούς εμπρηστές ; Στον καιρό ;Στη μοίρα; Στον καθένα από εμάς ;
Είναι τόσος ο κατακλυσμός των αρνητικών συναισθημάτων που θολώνει τον νου ,ώστε να υπάρχει ο κίνδυνος της αστοχίας στην αναζήτηση αιτίων και ευθυνών. Και είμαι εντελώς έξω από τη λογική εκείνων που σε κάθε περίσταση φυσικής ή άλλης καταστροφής, σε κάθε κοινωνική δυσλειτουργία, προτρέχουν κραυγάζοντας «πού είναι το κράτος», «τι κάνει η Πολιτεία», «ανίκανοι όλοι» και άλλα παρόμοια, παραβλέποντας την ατομική ευθύνη και τις υποχρεώσεις του κάθε πολίτη. Όμως υπάρχουν περιπτώσεις που η ατομική ευθύνη δεν αρκεί για να αντιμετωπιστούν συμβάντα που ξεπερνώντας τα όρια και τις δυνατότητες της ατομικότητας ,ανήκουν στην αρμοδιότητα συλλογικών φορέων και θεσμικών οργανισμών ,της κρατικής διοίκησης γενικά .
Σε κατάσταση οργής ,πόνου ,απελπισίας ,αγανάχτησης, έντονης ψυχικής διέγερσης, ίσως δεν είναι σκόπιμο να εκφράζεται κανείς διατυπώνοντας απόψεις, κρίσεις ή προτάσεις. Ίσως όμως είναι και η στιγμή που ωθείται να εξωτερικεύσει όσα αισθάνεται και όσα σκέφτεται χωρίς επιφυλάξεις και «στρογγυλεύσεις».
Στα χρόνια που θυμάμαι, η περιοχή μας , αυτή του παλαιού Δήμου Μελάμπων, (Μέλαμπες, Κρύα Βρύση, Σαχτούρια, Ορνέ, Αγία Γαλήνη) έχει πληγεί όχι από 10 μεγάλες πυρκαγιές που αναφέρει ο αδελφός μου σε ανάρτησή του στο facebook, αλλά από διπλάσιες τουλάχιστον, με το πρόβλημα να εντείνεται από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μετά ,έτσι ώστε να έχει γίνει τραγικά εθιμικό κάθε χρόνο να περιμένομε όχι την καλοκαιρινή χαλάρωση και τα πανηγύρια, όχι αν θα ξεσπάσει η …επετειακή πυρκαγιά, αλλά πότε. Οι συνέπειες για τον τόπο, το φυσικό περιβάλλον, την οικονομική ζωή και τις ασχολίες των κατοίκων, τις προοπτικές γενικά, είναι αυτονόητες. Το χειρότερο από όλα όμως είναι οι ψυχολογικές επιπτώσεις για τους ανθρώπους που είτε μένουν εκεί προσπαθώντας «με νύχια και με δόντια» να κρατήσουν τον τόπο ζωντανό είτε γι’ αυτούς που μένουν μακρύτερα και προσπαθούν .όπως μπορούν, να συμβάλουν στο παραπάνω.
Γιατί πώς να ξαναπροσπαθήσεις, πώς να ξαναπρογραμματίσεις, πώς να ξοδέψεις, πώς να ξαναξεκινήσεις ,πώς να ξαναστήσεις κάτι ,που έτσι όπως πάει είναι προδιαγεγραμμένο πως θα είναι έρμαιο στη διάθεση των καιρικών συνθηκών –χωρίς να είναι αυτό το κύριο ,αφού και αλλού φυσά δυνατός βοριάς- ,των διάφορων καλωδίων- στα οποία ,όταν βολεύει, με περίσσια ευκολία αποδίδονται οι ευθύνες -,στη βλακώδη αμέλεια του ακούσιου εμπρηστή, και κυρίως στην ανώμαλη ψυχοσύνθεση ή στα αδιαφανή συμφέροντα του εγκληματία εκούσιου εμπρηστή ;
Πώς να ξανακούσεις και να ανεχτείς τις εφήμερες δηλώσεις συμπάθειας και υποσχετικής συμπαράστασης των από μακριά υπεύθυνων ,τους προγραμματισμούς στα χαρτιά ,τα κάθε είδους παχιά λόγια. (Η νύξη αυτή δεν αφορά την τοπική Περιφερειακή ή Δημοτική Αυτοδιοίκηση ,που κάνει ό,τι μπορεί ,αλλά τα ζητούμενα ξεπερνούν τις αρμοδιότητές της) .
Μπορεί να αντιταχθούν σε αυτά θεωρίες περί αδυναμίας αντιμετώπισης ακραίων καιρικών φαινομένων(«στρατηγός άνεμος», κ.λ.π), το ότι πυρκαγιές πλήττουν κάθε χρόνο όλο τον κόσμο (Καλιφόρνια, Αυστραλία, Αμαζόνιος , κ.α.), ότι υπάρχει έλλειψη πόρων και μέσων και άλλα διάφορα,ακόμη και από κάποιους «προχωρημένους» ότι έτσι η Φύση ανανεώνεται και λοιπά ανόητα.
Μα υποτίθεται πως η προστασία του Περιβάλλοντος ,άρα η πρόνοια και η αντιμετώπιση των πυρκαγιών, είναι πρώτιστο κοινωνικό καθήκον ,κρατικό βασικά ,αφού απαιτεί οργάνωση , διοίκηση ,πόρους και μέσα, αλλά και προσωπικό του κάθε πολίτη, πάντα με την κρατική επιστασία.Και ναι, σε όλο σχεδόν τον κόσμο εκδηλώνονται καταστροφικές πυρκαγιές κάθε καλοκαίρι, αλλά διαφέρει μια πυρκαγιά σε τεράστιο δάσος στην Καλιφόρνια,στην Αυστραλία ή στον Αμαζόνιο, από αυτές στην περιοχή μας. Μια περιοχή με μικρή συγκριτικά έκταση, με περιορισμένη σχετικά βλάστηση και με εύκολη πρόσβαση. Μια περιοχή στην οποία δεν είναι ακατόρθωτο να προβλεφθούν και να σχεδιασθούν οργανωμένες προληπτικές δράσεις το προβλεπόμενο μετεωρολογικά σήμερα διάστημα -20 ώς 30 μέρες το καλοκαίρι κατά μέσον όρο, – –που ο άνεμος έχει μεγάλη ένταση, με τη συμμετοχή και των κατοίκων ή εθελοντών.
Έχουν συνειδητοποιήσει οι αρμόδιοι ότι η περιοχή αυτή είναι η πλέον πυρόπληκτη όλης της Ελλάδας, ότι διαχρονικά ,μετά το 1960, έχει υποστεί τεράστιες επαναλαμβανόμενες καταστροφές, με ανυπολόγιστο το περιβαλλοντικό ,υλικό και οικονομικό τίμημα και με απροσμέτρητο το ψυχολογικό κόστος για τους εκεί ανθρώπους που επιμένουν ;
Έχουν αναλογιστεί ότι είναι μια περιοχή μόνιμα απειλούμενη από έναν επικίνδυνο αλλά αναμενόμενο εχθρό, μια «εμπόλεμη ζώνη» τους καλοκαιρινούς μήνες , ένα πεδίο μάχης κυριολεκτικά ,και ότι πρέπει να λαμβάνονται ανάλογα μέτρα ; Μέτρα προληπτικά ,σοβαρού σχεδιασμού και εφαρμογής και όχι για το «φαίνεσθαι», του τύπου ένα πυροσβεστικό όχημα με δυο άτομα και ένα παρατηρητήριο ανεπαρκούς στελέχωσης στη δυτική είσοδο της Κρύας Βρύσης. Αλλά και μέτρα παραδειγματικής τιμωρίας για τους ακούσιους επιπόλαιους εμπρηστές , ενώ οι εκούσιοι να αντιμετωπίζονται ως στυγνοί εγκληματίες, όπως και είναι, με τις ανάλογες συνέπειες.
Δεν είμαι ειδικός για να κάνω προτάσεις. Αλλά ως απλός πολίτης με τον κοινό νου, σκέφτομαι ότι τους καλοκαιρινούς μήνες και τις μέρες που είναι δυνατή η ένταση του ανέμου, είναι πιθανή περισσότερο από αλλού η εκδήλωση πυρκαγιάς από διάφορες αιτίες σε συγκεκριμένα μέρη του νομού : στην περιοχή μας και στην περιοχή Πλακιά – Ροδάκινου – Σελλιών. Δεν είναι αυτονόητο ότι τότε το ενδιαφέρον και η επιφυλακή της Πυροσβεστικής πρέπει να επικεντρώνεται εκεί με όσες δυνάμεις και μέσα απαιτούνται για την πρόληψη ; Με 24ωρες περιπολίες – με υποχρεωτικές αμειβόμενες υπερωρίες αν είναι αναγκαίο- με εφόδους των ανωτέρων, με παρατηρητήρια 24ωρης λειτουργίας σε καίρια σημεία , με την κατασκευή , όχι τριών δεξαμενών αποθήκευσης νερού που υπάρχουν τώρα στην περιοχή Κρύας Βρύσης – Ορνές , αλλά 20,30 ,50 , όσων μετά από μελέτη σχεδιαστούν. Με την ενεργοποίηση κατοίκων και εθελοντών ,την εκπαίδευσή τους και την ένταξή τους σε ομάδες συνεχούς περιφρούρησης .Στο έργο αυτό δεν θα μπορούσε να συμμετέχει τις επικίνδυνες μέρες και η στρατιωτική δύναμη που εδρεύει στον νομό συμβάλλοντας σε μια προσπάθεια πατριωτικού με την ευρύτερη έννοια καθήκοντος ; Και άλλα μπορούν να συζητηθούν και να προταθούν. Το ποιοι είναι αρμόδιοι να συσκεφτούν πάνω σε αυτά , να τα οργανώσουν και να τα εφαρμόσουν ,δεν γνωρίζω και δεν με απασχολεί. Ξέρω πως είναι καθήκον του κράτους και των υπηρεσιών του. Αν θέλει και αν μπορεί να φανεί αντάξιο των υποχρεώσεών του , ας κινητοποιηθεί άμεσα, όχι μόνο σε επίπεδο συσκέψεων και υποσχετικών προγραμματισμών αλλά με συγκεκριμένα άμεσα εφαρμόσιμα μέτρα. Και με όσους οικονομικούς πόρους και υλικά μέσα απαιτούνται. Αν δεν υπάρχουν χρήματα –που δεν γίνεται πιστευτό- ας περικοπούν από αλλού που πάνε πραγματικά «του ανέμου».
Ξέρω επίσης πως είναι ευθύνη του κάθε πολίτη να συμβάλει με όποιο αποδεκτό τρόπο μπορεί στην αντιμετώπιση αυτού του « εχθρού». Με τον εθελοντισμό στο «πεδίο της μάχης», με τη συμμετοχή στην προληπτική περιφρούρηση ,με αποψιλώσεις , όπως αλλιώς. Και βέβαια, με την απαλλαγή από το σύνδρομο του δήθεν «καταδότη» σε περίπτωση συνεργασίας με τις Αρχές. Η νοοτροπία αυτή είναι η καλύτερη άμυνα των ενόχων. Η συμβολή των εθελοντών στην αντιμετώπιση της τωρινής καταστροφής ήταν καθοριστική . Πολλοί μπήκαν μπροστά με αυταπάρνηση και είχαν αποφασιστική συμβολή στο κατασβεστικό και διασωστικό έργο. Άξιοι αναφοράς και ευχαριστιών πάνω από όλους ο Σήφης Βαβουράκης από την Κρύα Βρύση και ο Σταύρος Γρηγοράκης από τις Βρύσες.
Και δυο λόγια για τον τρόπο δράσης της πιο αρμόδιας Υπηρεσίας γι’ αυτήν την περίπτωση, της Πυροσβεστικής. Δυο λόγια που προκύπτουν από προσωπική αλλά και από συνολικότερη εμπειρία των κατοίκων της περιοχής μας και συνίστανται σε κάποιες απορίες : είναι στη στρατηγική και στην επιχειρησιακή τακτική του Σώματος η μη παρέμβαση σε οποιαδήποτε περίπτωση στα μέτωπα της πυρκαγιάς ,όταν αυτή κατακαίει τους αγρούς και τα δένδρα, ακόμη και αν αυτή είναι χαμηλής έντασης , και η αναμονή των οχημάτων και του προσωπικού μόνο στην περιφέρεια των οικισμών ; Αλλά αν αφήνομε τη χαμηλής έντασης φωτιά στα χωράφια να προχωρήσει και να γιγαντωθεί ανεξέλεγκτα, εκτός από τις καταστροφές , δεν θα γίνει ακόμη πιο επικίνδυνη για τους οικισμούς ; Αν θεωρώντας πως τη σβήσαμε δεν την επιτηρούμε , αυτό δεν είναι ασυγχώρητη αμέλεια; Και καθώς είναι σχεδόν βέβαιο πως κάθε χρόνο θα εκδηλωθεί πυρκαγιά στην περιοχή μας , δεν είναι υπηρεσιακό καθήκον να υπάρχει από πριν έτοιμο σχέδιο δράσης με βάση τους υπάρχοντες δρόμους ,τους κρουνούς ,τα επικίνδυνα σημεία ,κλπ, ώστε να μην περιμένομε τον ανώτερο αξιωματικό από την Αθήνα ή το Ηράκλειο , που δεν γνωρίζει τις τοπικές συνθήκες, να έρθει και να πάρει αποφάσεις και να δώσει εντολές ; Δεν παριστάνω τον ειδήμονα . Απλές σκέψεις κάνω και κάνομε, που τις υποκινεί ο πόνος ,η αγωνία και η απογοήτευση. Και κάτι ακόμη που μάλλον αφορά τα ανώτατα υπηρεσιακά κλιμάκια : τι εμποδίζει την αναβάθμιση των πυροσβεστικών υπηρεσιών για τη δεινοπαθούσα περιοχή μας , που χρόνια τώρα και με επιμονή ζητά ο Δήμαρχος Αγίου Βασιλείου ;
Πολλά μπορεί να πει κανείς. Όσα όμως και αν πει είναι λίγα για να εκφράσουν όσα νιώθει και να αποτινάξουν το βάρος των συναισθημάτων που ξεχειλίζουν αυτή την ώρα. Πέρα από τα συναισθήματα όμως σημασία έχει η πράξη. Και πράξη άμεσα ζητούμενη τώρα είναι οι κάτοικοι και οι καταγόμενοι από την περιοχή μας ,αναλαμβάνοντας και τις δικές μας ευθύνες, να αγωνιστούμε ,να διεκδικήσομε να απαιτήσομε κάθε μέτρο που θα αποτρέψει να ξαναγίνομε μάρτυρες τέτοιας καταστροφής και να θρηνούμε ξανά πάνω στα αποκαΐδια. Νιώθομε «σκοτωμένοι» ψυχικά αυτές τις στιγμές. Σε αυτή την κατάσταση μπορεί να πάρει κανείς πολλές λάθος αποφάσεις. Μια από τις χειρότερες είναι να πούμε και να κάνομε πράξη το «ρίχνω μαύρη πέρα πίσω μου». Για πολλούς λόγους. Ευνόητοι οι περισσότεροι. Ένας από τους πιο αποτρεπτικούς για τέτοια απόφαση είναι ότι θα τρίβουν τα χέρια τους από ικανοποίηση οι –πιθανοί- εμπρηστές ή οι επωφελούμενοι από αυτό που έγινε ή έκαμαν.