Η κυβέρνηση της ΝΔ ψήφισε για άλλη μια φορά ένα προϋπολογισμό εκτός οικονομικού και κοινωνικού κλίματος. Αυτό που κυριαρχεί στην καθημερινότητα των ανθρώπων είναι η αβεβαιότητα, ο φόβος και η ανασφάλεια για την επιβίωση, για το μέλλον των νέων ανθρώπων, για την πορεία της χώρας. Είναι κοινή αίσθηση της πλειοψηφίας των πολιτών ότι, με τις παρεμβάσεις της, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αποτύχει να διαχειριστεί αποτελεσματικά τις πολλαπλές κρίσεις (υγειονομική, ενεργειακή, πληθωριστική) που επιβαρύνουν τα νοικοκυριά, φτωχοποιούν τον κόσμο της μισθωτής εργασίας, πιέζουν τη μεσαία τάξη και διευρύνουν τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Η αποτυχία αυτή είναι τεκμηριωμένη και αδιαμφισβήτητη. Η Ελλάδα είναι σε συνεχή απόκλιση από την Ευρωζώνη σε όλους τους κοινωνικούς δείκτες και, αντίθετα, σε σύγκλιση με τις βαλκανικές χώρες. Είμαστε 3η ώρα, μετά τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, στο ποσοστό πληθυσμού σε φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό (28,3%), ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας σε μονάδες αγοραστικής δύναμης έχει υποχωρήσει στο 64,6% της ΕΕ και είμαστε στην 26η θέση (πίσω από τη Βουλγαρία). Είναι χαρακτηριστικό ότι όλοι δείκτες εισοδηματικής ανισότητας (Gini – S80/S20, αυξάνονται ραγδαία μετά το 2020. Κάποιοι οικονομικοί αναλυτές μιλούν για το «ελληνικό παράδοξο»: να υπάρχουν θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης με ταυτόχρονη εισοδηματική κατάρρευση των μικρομεσαίων στρωμάτων, υποχώρηση της κοινωνικής συνοχής και έκρηξη των ανισοτήτων. Προφανώς δεν πρόκειται για «παράδοξο», αλλά για αναμενόμενο αποτέλεσμα της πολιτικής επιλογής μιας νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης για αντίστροφη αναδιανομή του πλούτου και για προνομιακή στήριξη των επιχειρηματικών ελίτ. Είναι το κοινωνικό αποτύπωμα αποφάσεων που δεν αντικατοπτρίζουν τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας αλλά των λίγων και ισχυρών.
Σ’ αυτό το δυστοπικό περιβάλλον, έρχεται να προστεθεί η δραματική υποχώρηση του Κράτους Δικαίου και ο αυταρχικός κατήφορος της κυβέρνησης, με αποκορύφωμα την υπόθεση των υποκλοπών που έχει εκθέσει διεθνώς τη χώρα και πυροδοτεί νέα κρίση δημόσιας εμπιστοσύνης όχι μόνο απέναντι στην κυβέρνηση, αλλά δυστυχώς απέναντι στην Πολιτεία και τους δημοκρατικούς θεσμούς. Η κυβέρνηση, με την εντυπωσιακή στήριξη του οικονομικού, επιχειρηματικού και μιντιακού κατεστημένου, προσπαθεί να οδηγήσει τους πολίτες στον «κοινωνικό μιθριδατισμό», στην ανοχή και στην απάθεια. Όσο όμως εδραιώνεται το αίσθημα της αδικίας, της αυθαιρεσίας και της παραβίασης κάθε συνταγματικού κανόνα που προστατεύει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών, όσο τα νομοσχέδια που ψηφίζονται και ο προϋπολογισμός του 2023 δεν «επουλώνουν πληγές» ούτε δίνουν προοπτική βελτίωσης της θέσης των αδύναμων, τόσο η κρίση κοινωνικής και πολιτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης θα εντείνεται και τόσο θα «επωάζονται» συνθήκες πολιτικής αλλαγής.
Απέναντι λοιπόν σε μια κυβέρνηση που περιφρονεί ανοικτά την κοινωνία, το Κράτος Δικαίου και τη Δημοκρατία, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε ούτε τον κοινωνικό δαρβινισμό ούτε τη «διαβρωτική» για τους δημοκρατικούς θεσμούς λογική του «όλοι είναι το ίδιο», που εκτρέφει την ακροδεξιά και τις πολιτικές «τερατογενέσεις». Εμείς θεωρούμε ότι η Δημοκρατία και η Πολιτική έχουν αξία και ότι έχει σημασία ποιος κυβερνά, ειδικά σε περιόδους παγκόσμιων κρίσεων και απειλών. Θεωρούμε ότι η διαχωριστική γραμμή Αριστεράς – Δεξιάς, Προόδου-Συντήρησης, είναι παρούσα και ενεργή. Για μας το κρίσιμο πολιτικό δίλημμα είναι ανισότητες και αδικίες ή Δικαιοσύνη και Δημοκρατία παντού; Δικαιοσύνη στην εργασία, στην οικονομία, στο κράτος, στην υγεία, στην εκπαίδευση, στην κοινωνική προστασία. Για να υλοποιηθεί όμως μια πολιτική Ισότητας, Δημοκρατίας και Κοινωνικής Δικαιοσύνης, χρειαζόμαστε πολιτικά προγράμματα, πολιτικές δυνάμεις, πολιτικό προσωπικό και κυβερνητικά σχήματα που να εμπνέονται από αυτές τις αρχές και που δεν θεωρούν ότι οι ανισότητες είναι σύμφυτες με τις σύγχρονες κοινωνίες και προάγουν τον ανταγωνισμό και την πρόοδο. Και γίνεται ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη δημιουργίας των κοινωνικών, προγραμματικών και πολιτικών προϋποθέσεων για ριζική αλλαγή πορείας στα πολιτικά πράγματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μπορεί να απευθυνθεί προνομιακά στον κομμάτι της κοινωνίας που «ζορίζεται», στο κόσμο της απογοήτευσης και της αποχής, να εμπνεύσει πάλι την ελπίδα και τη ρεαλιστική προσδοκία ότι θα τα καταφέρει να ξαναβγάλει «τα κάστανα από τη φωτιά», αλλά και να ανασυγκροτήσει ριζικά την κοινωνία και τη χώρα. Με εντιμότητα, επάρκεια, προοδευτικό πρόγραμμα, πολιτικό ήθος και σεβασμό στις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας. Ο πολιτικός χρόνος της κυβέρνησης έχει εξαντληθεί. Η ώρα της κρίσιμης επιλογή των πολιτών πλησιάζει.
* O Ανδρέας Ξανθός είναι βουλευτής Ρεθύμνου και πρώην υπουργός Υγείας