Δέχτηκε την πρόσκληση του Πολύβιου Τσάκωνα για τις εξετάσεις του Ωδείου
Να καλέσεις έναν Μανώλη Καλομοίρη στην πόλη σου, για να παρακολουθήσει μαθητικές εξετάσεις, απαιτούσε από πλευράς σου μεγάλη τόλμη ακόμα και να το σκεφτείς.Και δεν ήταν μόνο η ταλαιπωρία του ταξιδιού, το σωτήριο έτος 1948 που αναφερόμαστε, αλλά και το γεγονός ότι ο μεγάλος μας συνθέτης, ήταν μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της εποχής του και πριν ακόμα αποκτήσει τον τίτλο του ακαδημαϊκού.
Κι όμως ο Πολύβιος Τσάκωνας το τόλμησε και κατάφερε να πετύχει ένα υψηλό στόχο, που ήταν η σωτηρία του Ωδείου μας που όδευε μεταπολεμικά, προς την καταστροφή.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που το μουσικό μας σχολειό αντιμετώπιζε προβλήματα. Από το 1930 που ξεκίνησε η υλοποίησή του, μια πρόταση του φαρμακοποιού Ευαγγέλου Νησιανάκη, που λίγο έλειψε να μην πραγματοποιηθεί αν έλειπε ο Πολύβιος Τσάκωνας, αντιμετώπιζε διαρκώς προβλήματα κυρίως οικονομικά.Ευτυχώς για την πόλη μερικοί φιλότιμοι δάσκαλοι, δέχτηκαν να διδάσκουν αμιστί όπως η Ελένη Μοάτσου Μανουσέλη.Ο επανεκλεγείς πρόεδρος Μιχαήλ Πρεβελάκις, που βρισκόταν στη δύση της πολυσήμαντης ζωής του, μπορεί να ήθελε αλλά λόγω ηλικίας δεν ήταν πλέον σε θέση να προσφέρει τη βοήθεια που θα ήθελε.
Και τότε ο Πολύβιος Τσάκωνας το παίρνει πάνω του να ανασυγκροτήσει το Ωδείο μέσα από την Πνευματική Εστία που ήταν πρόεδρος.Άνθρωπος των Γραμμάτων και της Τέχνης ήξερε πολύ καλά τι σήμαινε Μανόλης Καλομοίρης. Σκέφτηκε όμως ότι αν εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του (είχε ιδρύσει το Ελληνικό Ωδείο-παράρτημα του οποίου ήταν το Ωδείο μας) τον έφερνε στην πόλη ασφαλώς θα έπειθε περισσότερο τους κρατούντες να κρατήσουν στην πόλη το Ωδείο και να πάψουν να αδιαφορούν για την τύχη του.Τόλμησε λοιπόν και τον προσκάλεσε. Και φανταζόμαστε τη χαρά του όταν ο μέγας μουσουργός αποδέχτηκε την πρόσκληση και μάλιστα με αρκετά ευγενικά λόγια για τη δράση της Πνευματικής Εστίας.
Όπως το είχε υποσχεθεί ο Μανώλης Καλομοίρης, αδιαφορώντας για την ταλαιπωρία μπήκε στο ατμόπλοιο «ΜΑΡΗ» και μετά από αρκετή ταλαιπωρία φθάνει στο Ρέθυμνο στις 23 Ιουλίου 1948.
Φαίνεται ότι τόσο το ταξίδι αλλά κυρίως η παραμονή τον εντυπωσίασαν, ώστε επιστρέφοντας δημοσίευσε τις εντυπώσεις του στην εφημερίδα «Έθνος» της 7ης Αυγούστου 1948 (τίτλος άρθρου «Μουσικά ταξείδια – Τρεις μέρες στο Ρέθυμνο….»).
«Καθώς μπάρκαρα, γράφει, στο ασφυχτικά γεμάτο από κόσμο και κάθε είδους φόρτωμα και αποσκευές βαποράκι που τραβούσε για την Κρήτη, δύο συναισθήματα ριζώνανε μέσα στην ψυχήν μου.
Το ένα ήτανε πως ασφαλώς πρέπει να υπάρχη κανένας ξεχωριστός «Θεός της Ελλάδος» για να μη θρηνούμε κάθε μέρα ναυτικά δυστυχήματα, όταν τα καραβάκια μας ξεκινάνε περιφρονώντας κάθε μέρα το νόμο του αδιαχωρήτου και κουβαλώντας στοιβαγμένους σαν σταφίδες κόσμο και κοσμάκη και ντουνιά, και το άλλο, όταν έβλεπα και άκουα αυτό τον απλό Κρητικό Λαό γεμάτο ζωντάνια, θυμοσοφία και χαρά μέσα στα βάσανά του ένοιωθα πόσο η Κρήτη κλείνει μέσα της κάτι το μεγάλο, το πολύ ζωντανό, τη φλόγα της ελληνικής φυλής και την ελπίδα της….»
Κι ενώ αυτός βίωνε την αγωνία του ταξιδιού, στο Ρέθυμνο κυριαρχούσε άλλη αγωνία που γλαφυρά περιγράφει ο αρθρογράφος της «Κρητικής Επιθεώρησης» στο παρακάτω κείμενο:
«Δεν ξέρουμε ποίας εντυπώσεις θα αποκομίσει ο κ. Καλομοίρης από την εν γένει μουσικήν κίνησή μας πάντως όμως αναμένωμεν από την εμπνευσμένη καθοδήγησίν του να θέσει τας υγιείς βάσεις δια μίαν καλυτέραν οργάνωσίν της εις το μέλλον προς απόδοσιν θετικοτέρας και μάλλον αποδοτικής εργασίας.
Εις την πόλιν μας είναι γνωστόν ότι λειτουργούσε προπολεμικώς Ωδείον παράρτημα του Ελληνικού Ωδείου και το οποίον και σήμερον υφίσταται χωρίς όμως καμίαν εκδήλωσιν μελλοντικής ζωής του και με το οποίον φρονούμεν ότι επιβάλλεται να καταβληθεί κάθε προσπάθεια προς συνεργασίαν και συγχώνευσίν του εις το Ωδείον της Πνευματικής Εστίας Ρεθύμνης, διότι έτσι μόνον η μουσική κίνησις εις την πόλιν δύναται να προκόψει και να γίνει βίωσιμος και αποδοτική από πάσης πλευράς.
Η Πόλις μας μικρά καθώς είναι και με κατατετμημένας τας δυνάμεις της, θα είναι παράλογον να αναλάβει τα βάρη δύο Ωδείων και επομένως τούτον ας ληφθεί υπόψιν, από όλους μας και ιδιαιτέρως από εκείνους, οι οποίοι, δια προσωπικούς λόγους, αντιδρούν προς την ως ανωτέρω συνεργασία και σύμπτυξη των δύο Ωδείων εις έν.
Η εφημερίς μας χαιρετίζει με ιδιαιτέραν ευχαρίστησιν τον εκλεκτόν φιλοξενούμενό μας και εύχεται όπως η άφιξή του εις την πόλιν μας συντελέσει δια μίαν αρτιωτέραν οργάνωσιν της μουσικής κίνησης γεγονός το οποίον και ο ίδιος είμεθα βέβαιοι ότι επιθυμεί και θέλει προ παντός άλλου».
Συγκίνηση ανάμεσα στα νιάτα του Ρεθύμνου
Ήρθε λοιπόν ο Καλομοίρης στην πόλη μας και το κλίμα που αντίκρισε μαζί με τα νιάτα που τον αποθέωσαν, τον έκαναν να νιώσει την ίδια συγκίνηση που είχε αισθανθεί το 1936, όταν βρέθηκε στην Κρήτη, για να παραστεί στην κηδεία του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Λάτρης του Εθνάρχη ο Σμυρνιός μέγας συνθέτης, ο ίδιος που είχε συνθέσει και το περίφημο «Βενιζέλε μας πατέρα της πατρίδος»σε ποίηση Α. Δόξα μόλις πληροφορήθηκε ότι ο μεγάλος πολιτικός δεν ζει πια είχε ζητήσει επίμονα από το υπουργείο Στρατιωτικών άδεια τριών ημερών για να κατέβει και να διευθύνει προσωπικά τα εμβατήρια κατά την κηδεία του Εθνάρχη που του ενέπνευσε τόσες εθνικές επιτυχίες.
Το αίτημά του ικανοποιήθηκε και παρουσιάστηκε από τους πρώτους με την μεγάλη στολή του Ταγματάρχη Επιθεωρητού των Στρατιωτικών Μουσικών του Κράτους. Η συμμετοχή του αυτή όμως του κόστισε την καριέρα του γιατί αμέσως ο Μεταξάς διέταξε την απόλυσή του. Ήταν στα 1936.
Αυτά τα συναισθήματα τον πλημμύρισαν και τώρα που έφθανε επιτέλους στην πόλη των Γραμμάτων και Τεχνών.Σε ποιους όφειλε την αναβίωση των συναισθημάτων αυτών αναφέρει στο δημοσίευμά του στο «Έθνος» τονίζοντας τα εξής:
«Αυτά τα συναισθήματα τονώθηκαν μέσα μου, όταν βρέθηκα στο Ρέθυμνο περιστοιχισμένος από καμμιά σαρανταριά Κρητικόπουλα, το ένα πιο έξυπνο και πιο φιλότιμο από το άλλο, που υπό την καθοδήγησι δύο λαμπρών νέων μουσικών, της κ. Ανρουλιδάκη και του κ. Δαφέρμου, μου παρουσίαζαν τα αποτελέσματα της καλλιέργειας του μουσικού τους ταλέντου.
Γιατί, στο Ρέθυμνο, που όπως όλη η Κρήτη, ανασυγκροτείται και αναδημιουργείται με γοργότατο ρυθμό, επαναλειτουργεί από την περασμένη σχολική χρονιά μια αξιόλογη μουσική σχολή, το «Εθνικόν Ωδείον Ρεθύμνου». Το συντηρεί η «Πνευματική Εστία», ένα λαμπρό σωματείο, που ιδρύθηκε στα 1945, αμέσως ύστερα από την απελευθέρωσιν, με σκοπό να απαπτύξη τη πνευματική κίνηση στο Ρέθυμνο με κάθε δυνατόν μέσον.
Ιδρυτής της «Πνευματικής Εστίας» υπήρξεν ο δικηγόρος κ. Πολύβιος Τσάκωνας, που είνε και σήμερα πρόεδρος ενός διαλεχτού Διοικητικού Συμβουλίου, που μέλη του είνε ο βουλευτής κ. Γ. Τσουδερός, οι κ.κ. Φραγκιαδάκης, Αντωνάκης, Δρανδάκης, Δαφέρμος και άλλοι επιστήμονες και διανοούμενοι.
Η «Πνευματική Εστία» κατώρθωσε μέσα σε τρία χρόνια να στεγάση βιβλιοθήκη με 2.500 τόμους, να εκδώση λαογραφικά κρητικά, να οργανώση μουσική σχολή, νυκτερινές σχολές και ακόμη βραδυνές συγκεντρώσεις, ότου εκλεκτοί επιστήμονες και λογοτέχνες του Ρεθύμνου μεταδίδουν εγκυκλοπαιδικές γνώσεις -ένα είδος λαϊκού Πανεπιστημίου- σε μαθητάς των ανωτέρων τάξεων του Γυμνασίου και γενικά σε κάθε ένα που ήθελε να μορφωθή γενικώτερα».
Μεγάλη δεξίωση στο Λύκειο
Έγιναν οι εξετάσεις όπως είχαν προγραμματιστεί το Σαββατοκύριακο 24 και 25 Ιουλίου 1948 και το βράδυ της Κυριακής στις 8, η Πνευματική Εστία έδωσε μεγάλη δεξίωση στην αίθουσα του ΡΕΞ τότε, Λυκείου των Ελληνίδων σήμερα, που σημείωσε μεγάλη επιτυχία.
Οι Ρεθεμνιώτες είχαν την ευκαιρία να δουν από κοντά και να συζητήσουν με τον μουσικό γλωσσοπλάστη της νεώτερης Ελλάδας, την επιβλητικότερη μορφή της Εθνικής Μουσικής Σχολής, καθώς επιδίωξε να συνθέσει τη λόγια μουσική με την ελληνική ταυτότητα, Το δημοτικό τραγούδι και η ελληνική παράδοση, σε συνδυασμό με τις τεχνικές σύνθεσης της Δύσης, διαμόρφωσαν το ύφος του. Γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 14 Δεκεμβρίου 1883. Σπούδασε μουσική στην γενέτειρά του, την Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και τη Βιέννη. Από το 1906 έως το 1910 έζησε στο Χάρκοβο της Ουκρανίας, όπου δίδαξε πιάνο στο Λύκειο Ομπολένσκι και γνώρισε από κοντά τη ρωσική εθνική σχολή.
Σημαντικά έργα του θεωρούνται οι όπερες «Ο Πρωτομάστορας» (1915), αφιερωμένη στο «Πρωτομάστορα της Μεγάλης Ελλάδος» Ελευθέριο Βενιζέλο και το «Δαχτυλίδι της Μάνας» (1917), η «Συμφωνία της Λεβεντιάς» (1929), με την ενσωμάτωση Βυζαντινών Ύμνων και ο κύκλος τραγουδιών «Μαγιοβότανα» (1912-1913) σε ποίηση Κωστή Παλαμά. Ο Μανώλης Καλομοίρης, πέρα από το συνθετικό του έργο, σφράγισε με την παρουσία του όλους του τομείς της μουσικής. Έγραψε μουσικοπαιδαγωγικά βιβλία, ίδρυσε το Ελληνικό Ωδείο και στη συνέχεια το Εθνικό Ωδείο, δημιούργησε δικό του μελοδραματικό θίασο ελλείψει κρατικής σκηνής, υπήρξε επιθεωρητής των στρατιωτικών, συνεισέφερε στην ίδρυση της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, έγραψε κριτικές και άρθρα σε εφημερίδες και αγωνίστηκε με σθένος για τα δικαιώματα των μουσικών. Το αποκορύφωμα της τέχνης του ήταν η αναγόρευσή του σε ακαδημαϊκό στις 8 Ιουνίου 1946 και έγινε ο πρώτος μουσικός που πέρασε την πόρτα της Ακαδημίας Αθηνών.
Πώς να μην θεωρείται επομένως η παρουσία του από τις σημαντικότερες στιγμές στην πολιτιστική ζωή του Ρεθύμνου;
Τον επιφανή επισκέπτη καλωσόρισε με λόγια καρδιάς ο Πολύβιος Τσάκωνας εκ μέρους της Πνευματικής Εστίας και απάντησε ο Καλομοίρης στο ίδιο ύφος αποκαλώντας το Ρέθυμνο ως διαμάντι της Ελλάδος και μάλιστα πρώτης τάξεως.
Ακολούθησε μουσικό πρόγραμμα από μαθητές του Ωδείου. Με αρκετό τρακ αλλά χωρίς αυτό να σκιάσει το ταλέντο τους έπαιξαν για χάρη του επισκέπτη μας βιολί οι μαθητές της Μέσης τάξεως Ι. Τσουδερός και Μ. Ζολώτας και πιάνο οι μαθήτριες της Ανωτέρας Φωφώ Ζαμπετάκη και Ελένη Ζαννουδάκη, της Μέσης Κοκό Λιονή και Χ. Ιωακείμ, και της κατωτέρας Κούνουπα, Παπαδάκη, Μπερνιδάκη, Φουντουλάκη, Παντζάρη και Φωτοπούλου (εδώ δυστυχώς δεν αναφέρονται τα μικρά τους ονόματα).
Σίγουρα πάντως Κούνουπα δεν είναι η Ανδριανή (της οικογένειας των φαρμακοποιών), η οποία προπολεμικά είχε αριστεύσει στις εξετάσεις της στο πιάνο και η επιτυχία της αυτή είχε αναγραφεί στον τύπο μαζί με μια συγκινητική αναφορά της μητέρας της Λέλας που υπέγραφε πάντα σε κάθε της κείμενο «Σείριος».
Θα πρέπει η βραδιά να έμεινε αξέχαστη σε όλους. Λίγες μέρες μετά με μορφή απολογισμού αναφέρεται στον τοπικό τύπο (Κρητική Επιθεώρηση 28 Ιουλίου 1948):
«Το ότι η αίθουσα του Λυκείου γέμισε το απόγευμα της Κυριακής -ένα καλοκαιριάτικο απόγευμα που διώχνει από τους κλειστούς χώρους για να τιμήσει η κοινωνία μας την παρουσία του μεγάλου Έλληνα μουσουργού –ακαδημαϊκού Μανώλη Καλομοίρη, είναι απόδειξη ότι η κοινωνία μας αισθάνεται την ανάγκη της μουσικής διαπαιδαγωγήσεως από το ένα μέρος και από το άλλο θεώρησε την παρουσία του Καλομοίρη στην πόλη μας ως μια εγγύηση για την προσπάθεια που καταβάλλεται.
Χωρίς αυτό με τη συγκέντρωσή της η κοινωνία μας απέδωσεν τον οφειλόμενον τίτλον τιμής προς ένα μουσικόν και συνθέτη που η δόξα του ξεπέρασε τα στενά όρια της πατρίδος μας και λαμπρύνει το ελληνικόν όνομα στο διεθνές μουσικό κοινό.
Πως δεν θα συνέβαινε αυτό, αφού η κοινωνία μας φημίζεται για την επίδοσή της στα γράμματα στην καθόλου μόρφωσιν που δεν δύναται να νοηθεί πλήρης χωρίς μουσική τοιαύτη…».
Με ευχές όμως και ελπίδες έκλεινε το δικό σημείωμά του και ο Μανόλης Καλομοίρης στην εφημερίδα «Έθνος»:
«Το μικρό Ωδείο του Ρεθύμνου, έγραψε, όπως είπα και παραπάνω, ελειτούργησε λαμπρά τον περασμένο χρόνο.
Ελπίζω πως θα συνεχίση με την ίδια ορμή και αγάπη το δρόμο του. Πιστεύω μάλιστα πως αν στο προσεχές σχολικό χρόνο ο αληθινά ενθουσιώδης Πρόεδρος του προβή σε κάτι που του επρότεινα, το μικρό αυτό επαρχιακό Ωδείο ίσως να παίξη ένα σοβαρώτατο ρόλο στην όλη εξέλιξι της μουσικής μας λαογραφίας.
Πρόκειται να εισαγάγη δίπλα στα μαθήματα της ευρωπαϊκής μουσικής και την πρακτική και θεωρητική σπουδή της κρητικής λύρας, που, κατά την γνώμη μου, αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα ή μάλλον το σπουδαιότερο λαϊκό όργανο που έχομε και από το οποίον, αν τελειοποιηθή, θα μπορούσε να προέλθη μια ντόπια ορχήστρα λαϊκών οργάνων, που να αντικαταστήση τις ξενόφερτες Μαντολινάτες.
Με όλη αυτή την κίνησι το Ρέθυμνο θυμίζει και δικαιολογεί το λαϊκό κρητικό δίστιχο:
Χανιώτες για τ’ άρματα,
Ρεθενιώτες για τα γράμματα.
Μανωλ. Καλομοίρης
Από το «Έθνος» των Αθηνών της 7 Αυγούστου».
Ακόμα λοιπόν κάτι σημαντικό είχαμε από την επίσκεψη αυτή. Συζητήθηκε η προοπτική ενός προγράμματος με την ένταξη της κρητικής λύρας στις σχολές μάθησης του Ωδείου.Μια καινοτομία που πολλά χρόνια αργότερα θα υλοποιήσει ο μεγάλος μας Κώστας Μουντάκης. Και σ’ αυτή την πρωτοβουλία οφείλεται ο μεγάλος αριθμός λυράρηδων και μάλιστα με μουσικές γνώσεις που κοσμούν το στερέωμα σήμερα της παραδοσιακής μας μουσικής.
Για την ιστορία να προσθέσουμε ότι ο μεγάλος μας Μανώλης Καλομοίρης πέθανε στην Αθήνα στις 3 Απριλίου του 1962, σε ηλικία 79 ετών. Την Τετάρτη 4 Απριλίου κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη, με τιμές που άρμοζαν στο μέγεθος και στην προσφορά του. Η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Μητροπολιτικό Ναό και την παρακολούθησε πλήθος κόσμου.
Από πλευράς Ρεθύμνου τον αποχαιρέτησε μια εμβληματική μορφή του Ωδείου μας, η Φωφώ Ζαμπετάκη Λυρούδια, αναφέροντας στη νεκρολογία της (Κρητική Επιθεώρηση -6 Απριλίου 1962-) τα εξής:
«Ο μουσικός κόσμος της Ελλάδος και όλοι εμείς που είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε από κοντά τον αείμνηστο μουσουργό Μανώλη Καλομοίρη, τη φωτισμένη του διδασκαλία και την εμπνευσμένη καθοδήγησή του, στον τραχύ τόπο της Τέχνης, με ειλικρινή θλίψη και πραγματική συγκίνηση ακούσαμε το μήνυμα του θανάτου του.
Με το θάνατό του η Ελληνική Μουσική Οικογένεια στερείται τον μεγαλύτερο εκπρόσωπο της αγνής ελληνικής εμπνεύσεως. Τον δημιουργό, τον πρωτοπόρο, τον κορυφαίο καλλιτέχνη αλλά και τον ξεχωριστό άνθρωπο.
Ο Μανώλης Καλομοίρης γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1883 και ανετράφη στην Πόλη.
Σπούδασε στη Βιέννη και αφού πήρε το δίπλωμά του στη σύνθεση και στο πιάνο διορίστηκε καθηγητής στο Χόρκοβο της Ρωσίας όπου έμεινε τέσσερα χρόνια.
Η εθνική μουσική σχολή των Ρώσων τον ενθουσίαζε και ονειροπόλησε να δημιουργήσει μια ανάλογη κίνηση και στην Ελλάδα.
Στα 1910 ήρθε και εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα και διορίστηκε στο Ωδείο Αθηνών.
Ο ερχομός του Καλομοίρη σημείωσε αληθινή επανάσταση. Το έργο του Παλαμά ήταν οι πλούσιες και καθαρές πηγές που ήνλησε ο Καλομοίρης τις μουσικές του εμπνεύσεις.
Η προσωπικότης του αφήκε τα ίχνη της εις όλες τις εκδηλώσεις της Μουσικής ζωής του τόπου.
Ιδρυτής του Ελληνικού Ωδείου το 1919, ιδρυτής του Εθνικού Ωδείου το 1926, πρόεδρος του Ανωτάτου Συμβουλίου Μουσικής, πρόεδρος της Ελληνικής Λυρικής Σκηνής, Ακαδημαϊκός κ.λ.π.
Ο Καλομοίρης ετιμήθη με το Εθνικόν Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών, ως επίσης και με πολλά ελληνικά και ξένα παράσημα.
Το δημιουργικό του έργο είναι πολύ μεγάλο. Τα μεγάλα πνοής έργα του είναι τα Μουσικοδράματά του, τα Συμφωνικά Έργα του, τα έργα της Μουσικής δωματίου και τα τραγούδια του.
Η μουσική του όλη είναι συνυφασμένη με την ελληνική ψυχή, με τον εσωτερικό παλμό της, με τη ζωή της με τα πάθη της και με την πλατιά ιστορική και εθνική διαδρομή της.
Τα πλούσια δημιουργικά στοιχεία της Μουσικής του χαρακτηρίζουν το συνολικό έργο του Καλομοίρη το οποίο περνά τα όρια της πατρίδος μας και το καθιερώνουν διεθνώς ως το έργο του Εθνικού συνθέτου της Ελλάδος…».