Ξημερώματα της 6ης Απριλίου 1941 η Γερμανία επιτίθεται κατά της Ελλάδας. Οι επιχειρήσεις ξεκίνησαν 45 λεπτά πριν από την ώρα που αναφερόταν στη γερμανική διακοίνωση που δόθηκε νωρίτερα στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή, από τον Γερμανό πρεσβευτή στην Αθήνα πρίγκιπα Έρμπαχ.
Ο Γερμανός βέβαια για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις τόνισε στον Έλληνα πρωθυπουργό ότι ο πόλεμος στρεφόταν κατά της Αγγλίας. Ο Κορυζής όμως αδιαφορώντας για τις διευκρινίσεις είπε το δεύτερο «Όχι».
Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ραγδαία και στις 8 Απριλίου τα γερμανικά στρατεύματα πέρασαν τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα παρακάμπτοντας τη Γραμμή Μεταξά. Τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη και κατέλαβαν την πόλη.
Οι υπερασπιστές της Γραμμής Μεταξά, περικυκλωμένοι πλέον, έλαβαν εντολή από τον αρχιστράτηγο Παπάγο να συνθηκολογήσουν (9 Απριλίου). Τον ηρωισμό τους αναγνώρισαν ακόμη και οι αντίπαλοί τους, με εκδηλώσεις θαυμασμού και τιμητικά αγήματα για τους αιχμάλωτους Έλληνες μαχητές. Οι ελληνικές απώλειες σε όλο το μέτωπο της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ανήλθαν σε περίπου 1.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι αντίστοιχες γερμανικές ανήλθαν σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοούμενους, αριθμός που αντιστοιχεί στο μισό των συνολικών απωλειών τους στη διάρκεια της επιχείρησης.
Στις 9 Απριλίου 1941 οι υπερασπιστές της Γραμμής Μεταξά παίρνουν εντολή από τον αρχιστράτηγο Παπάγο να συνθηκολογήσουν.
Το μέτωπο καταρρέει και οι στρατιώτες μας παίρνουν τοn δρόμο της επιστροφής. Η Μεραρχία Κρητών θα συναντήσει τα μεγαλύτερα εμπόδια λες και κάποιοι επιδίωκαν να την αλυσοδέσουν και να μη φθάσει εγκαίρως στη βάση της.
Ας ζήσουμε νοερά μερικές από τις περιπέτειες ηρώων μας που έχουν γράψει στα ημερολόγιά τους. Αναφέρει στο ιδιόγραφο ημερολόγιό του ο Αριστείδης Παναγιωτάκης διοικητής του 44ου Σ.Π.:
Την 13 Απριλίου και περίπου ώρα 11. Στάλθηκε στο τάγμα επείγουσα απόρρητη διαταγή, με την οποία διατασσόταν να συμπτυχθούν, άμα πέσει το σκοτάδι, χωρίς θόρυβο, με απόλυτη συνοχή και πειθαρχία. Με αυτήν διατασσόταν: Να γίνει κατάλληλη θεωρία στους οπλίτες ότι θα αντικατασταθεί ολόκληρη η μεραρχία με άλλη και θα παραμείνει σε εφεδρεία. Να διαψευστεί με κάθε τρόπο αν πληροφορήθηκαν την κάθοδο των Γερμανών στα Βαλκάνια. Να διατηρηθεί η φυσιογνωμία του Μετώπου με τμήματα από κάθε λόχο α’ κλιμακίου. Να εφοδιαστούν οι άνδρες με όσα φυσίγγια μπορούν περισσότερα. Για τη διαταγή να λάβουν γνώση μόνο οι διοικητές των λόχων.
Στα τμήματα οπισθοφυλακής να δοθούν συγκεκριμένες διαταγές ως και την ώρα σύμπτυξης τους. Η διαταγή εκτελέστηκε πλήρως. Μόλις έπεσε το σκοτάδι, άρχισε η σύμπτυξη, με αφάνταστη τάξη και πειθαρχία χωρίς ο εχθρός να αντιληφθεί τις κινήσεις μας μέχρι το μεσημέρι της επόμενης, οπότε τα τμήματα του συντάγματος, μέσα στη νύχτα, είχαν διαβεί την κορυφή της Τρεπεσίνας νοτίως του 1308 και το πρωί της 14ης Απριλίου βρισκόταν στην περιοχή Ψάρι-Ποτκοράνι, αλλά άυπνα και ταλαιπωρημένα από την ολονύκτια πορεία, από δύσβατο και χιονοσκεπές δρομολόγιο, μοναδικό από Σιντέλι- Τρεπεσίνα.

Επειδή κάποιοι οπλίτες του 14ου Συντάγματος που βρισκόταν στην Τρεπεσίνα και στους οποίους έγινε η σχετική θεωρία ότι παραμένουν εκεί για να καλύψουν τη σύμπτυξη των άλλων τμημάτων της Μεραρχίας, μέχρις ότου να συμπτυχθεί και το Σύνταγμά τους, προσκολλήθηκαν στα διερχόμενα όπισθεν των τμήματα των 43 και 44 Συνταγμάτων. Παρ’ όλο που ήταν ελάχιστοι, οι καλοθελητές για να δυσφημίσουν την μεραρχία Κρήτης, διέδωσαν ότι διαλύθηκε.
Γι’ αυτό γύρω στο μεσημέρι της 14/4/41 κλήθηκε ο διοικητής του Ι τάγματος Παναγιωτάκης Αριστείδης στον Σ. Δ. της Μεραρχίας και διατάχτηκε από τον διοικητή της, να παραλάβει ένα αξιωματικό και κάποιους οπλίτες του Τάγματος και με αυτοκίνητο να κινηθεί προς τη γέφυρα Πετράκι και να περισυλλέξει τους τυχόν φυγάδες της Μεραρχίας. Διαπίστωσαν όμως ότι οι φυγάδες της V μεραρχίας ήταν ελάχιστοι (περισυλλέγηκαν γύρω στους 100). Οι περισσότεροι ήταν της 17ης Μεραρχίας του 9ου Συντάγματος και άλλων Μονάδων. Αναφέρθηκε αμέσως τηλεφωνικώς στον επιτελάρχη του Β.Σ.Σ. συνταγματάρχη Τσακαλώτο και παρακαλούσε να αποσταλεί επιτελικός αξιωματικός να διαπιστώσει το ποσοστό των φυγάδων των διαφόρων μονάδων. Στάλθηκε ο λοχίας Ψαρουδάκης Α., ο οποίος αφού διαπίστωσε το αληθές της αναφοράς του ταγματάρχη, ανέφερε σχετικά στον επιτελάρχη του Σώματος. Την ερχόμενη νύχτα, περνώντας η Μεραρχία, ακολούθησε το απόσπασμα στο Σύνταγμα του.
Το Σύνταγμα εξακολούθησε την πορεία του συντεταγμένο με τάξη και συνοχή, παρά τους σφοδρούς βομβαρδισμούς από την Ιταλική αεροπορία που ενισχύθηκε και από τη Γερμανική. Την 17η Απριλίου έφτασε και κατέλυσε σε δασώδη περιοχή της Μονής Βελλά. Εκεί κοινοποιήθηκε η διαταγή του Σ. Στρατού με την οποία γνωστοποιούνταν η συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς.
Τσιριμονάκης και Μαμαλάκης αναλαμβάνουν πρωτοβουλία
Ο διοικητής της Μεραρχίας Παπαδόγκωνας Δ. (τη 16η Απριλίου αντικατέστησε τον Στρατηγό Παπαστεργίου) επισκεπτόμενος γύρω στα μεσάνυχτα της 20ης Απριλίου (Πάσχα) και σε συγκέντρωση των αξιωματικών, κοινοποίησε τη διαταγή της συνθηκολόγησης με την οποία ο γενναίος Γερμανικός Στρατός χαιρετά τον γενναίο Ελληνικό Στρατό και ότι δεν θα μας μεταχειρίζεται ως αιχμαλώτους του. Επί πλέον μεταξύ εμάς και των Ιταλών θα παρεμβαλλόταν λόχος Γερμανών προς αποφυγή τριβών μεταξύ των Ιταλών και εμάς. Αλλά ουδέποτε τήρησε την υπόσχεση του. Οι στρατιώτες του Συντάγματος πληροφορήθηκαν αυτά που είχαν ειπωθεί από το Μέραρχο, άρχισαν να συζητούν και φοβούμενοι αιχμαλωσία και αποστολή στη Γερμανία, αποφάσισαν να φύγουν. Οι εξαίρετοι αξιωματικοί Τσιριμονάκης Εμμ. και Μαμαλάκης Χρ. πληροφορήθηκαν τις προθέσεις των στρατιωτών, ειδοποίησαν τον διοικητή συνταγματάρχη Γούλα και τον υποδιοικητή ταγματάρχη Παναγιωτάκη για τις προθέσεις των στρατιωτών. Ο Ταγματάρχης, με εντολή του Συνταγματάρχη, μαζί με τους παραπάνω αξιωματικούς, έσπευσαν και τους πρόλαβαν συγκεντρωμένους μακριά από τον καταυλισμό τους. Ο ταγματάρχης στον οποίον οι στρατιώτες είχαν απεριόριστη εμπιστοσύνη και σεβασμό, στον άκουσμα της φωνής του σώπασαν όλοι. Τους συγκράτησε δε με τα εξής λόγια: «Που σκέπτεσθε να πάτε; Πέστε μου και θα έρθω και εγώ μαζί σας, αφού μαζί ξεκινήσαμε από την Κρήτη, μαζί πολεμήσαμε, μαζί δεινοπαθήσαμε, γι’ αυτό δεν πρέπει να χωρίσομε. Είναι επικίνδυνο γιατί μας έχουν περικυκλώσει Γερμανοί και Ιταλοί. Μεμονωμένοι θα χαθούμε. Όταν όμως είμαστε όλοι μαζί, θα μας προστατεύσει ο Θεός. Και το σπουδαιότερο – προσέξτε το αυτό: Έχομε μαζί μας και τη Σημαία του Συντάγματος την οποία μας παρέδωσαν οι νέες της Ρεθύμνης, με την εντολή να τη διαφυλάξομε μέχρι θανάτου». Στο άκουσμα της λέξεως Σημαία και με τις παραινέσεις του ταγματάρχη τους, όλοι σιωπηλοί επανήλθαν στον καταυλισμό τους.

Από τη μονή Βελλά, το Σύνταγμα πάντοτε συντεταγμένο, κινήθηκε, διαμέσου της από την Μεραρχία οριζόμενο δρομολόγιο, προς τη Ζίχνη και από και προς την περιοχή Χάνι Εμιν Αγά, όπου διέταξε η Μεραρχία να συγκεντρωθούν τα Συντάγματα της.
Βρισκόμενη στη διακλάδωση στον δρόμο που πάει στην Ηγουμενίτσα, ήρθε διαταγή να επισπευσθεί η διέλευση των τμημάτων πάνω σε αυτό τον δρόμο μέχρι την 13η ώρα, γιατί τα ιταλικά τμήματα κινούμενα από Βορρά, τα τυχόν τμήματα τα οποία θα βρεθούν βόρεια της οδού, θα θεωρηθούν αιχμάλωτα (παρά τις επαγγελίες των Γερμανών).
Η σημαία σε ασφαλή χέρια
Το σύνταγμα κατά την είσοδο του στην πεδιάδα νοτίως Ιωαννίνων, ο προπορευόμενος διοικητής του Ι τάγματος Παναγιωτάκης Α, παρατήρησε ότι, μηχανοκίνητη δύναμη Γερμανών, σταμάτησε φάλαγγα Ελληνικού συντάγματος και αξιωματικός Γερμανός, άρπαξε τη σημαία του, έσπασε τον κοντό της, ξέσχισε τη σημαία και την έριξε χάμω. Πάραυτα έσπευσε στη φάλαγγα του συντάγματος, βρήκε τον σημαιοφόρο, αφαίρεσε τη σημαία από τον κοντό της και την παρέδωσε στον ίδιο να τη φυλάξει στη σιτιοδόχο του και τα παράσημα της, σε οπλίτη που βρήκε, να τα φυλάξει στα θυλάκια του. Η σημαία και τα παράσημα παραλήφθηκαν στο Ναύπλιο από τον ίδιο τον ταγματάρχη, ο οποίος τα διαφύλαξε σε όλο το διάστημα της κατοχής και το 1945 παρέδωσε τη σημαία στο Ρέθυμνο σε επίσημη τελετή και με Στρατιωτικές τιμές.
Μια αδικία για τους Κρήτες
Το σύνταγμα συνεχίζοντας την πορεία του έφτασε στην περιοχή Εμίν – Αγά, όπου και στο χωριό Μούλες παρέδωσε τον οπλισμό του στον πρόεδρο της κοινότητας. Συνεχίζοντας την πορεία του μέσω Φιλιππιάδας έφτασε σε περιοχή Δυτικά της Άρτας και έφτασε δίπλα στον αμαξωτό δρόμο Πρέβεζας Ιωαννίνων. Εκεί, επειδή κάποιος οπλίτης έπληξε με μαχαίρι συνάδελφο του για άγνωστους λόγους, ο διοικητής της Μεραρχίας Συνταγματάρχης Παπαδόγκωνας, συγκέντρωσε τους ανώτερους αξιωματικούς και τους είπε: «Εγώ δεν έχω συνηθίσει να διοικώ ληστοφυγόδικους και θα πάω στο Γερμανικό Στρατηγείο (απείχε γύρω στα 4 χιλ.) να ζητήσω ένα λόχο Γερμανών να σας διοικήσει». Ο συνταγματάρχης Γούλας και άλλοι αξιωματικοί Κρητικοί και μη, διαμαρτυρήθηκαν, για το φοβερό και αχαρακτήριστο χαρακτηρισμό, λέγοντας ότι όλα τα συντάγματα διαλύθηκαν και όλοι οι στρατιώτες είναι ήδη στις εστίες τους και οι Κρητικοί πειθαρχώντας στους ανωτέρους τους, ακολουθούν τα συντάγματα τους, στα οποία προστέθηκαν και άλλοι Κρητικοί από άλλες μονάδες, συνταυτίζοντας την τύχη τους με τους συμπατριώτες τους.
Και παρ’ όλα αυτά εκτέλεσε την απειλή του. Πήγε στο Γερμανικό Στρατηγείο, αλλά αντί να φέρει λόχο, επέστρεψε ο ίδιος πεζός, διότι Γερμανός αξιωματικός, κατάσχεσε το αυτοκίνητο του ξυλοκοπώντας και τον οδηγό του.
Στις 2 Μαΐου το Σύνταγμα τέθηκε σε πορεία προς Άρτα, Κομπότι-Αμφιλοχία-Αγρίνιο και τη 10η του ίδιου μήνα έφτασε στη Ναύπακτο. Η μέχρι Ναυπάκτου πορεία ήταν δυσχερέστατη, λόγω της κίνησης Γερμανικών φαλαγγών.
Στη Ναύπακτο το Σύνταγμα παρέμεινε για τρεις μέρες, έως ότου κανονίσει με τις λιμενικές αρχές, τα της διακίνησης των οπλιτών με βενζινόπλοια, σε Ψαθόπυργο Πελοποννήσου. Εκεί παρέμεινε επί πενθήμερο, έως ότου διατεθούν Σιδηροδρομικοί Συρμοί προς φόρτωση προς μεταφορά ανδρών, κτηνών, υλικών του Συντάγματος, στο Ναύπλιο όπου είχε οριστεί η έδρα του.
Ένας άθλος του Τσιριμονάκη
Βρισκόμενοι στη Ναύπακτο οι κάτοικοι μάς υπέδειξαν αποθήκες του Στρατού μας, τις οποίες είχαν καταλάβει οι Γερμανοί οι οποίοι φεύγοντας εσπευσμένα, δεν παρέλαβαν τα υλικά που ήταν μέσα σε αυτές. Τα τρόφιμα (διπυρίτης, ζάχαρη κ.λ.π.) φορτώθηκαν και μεταφέρθηκαν στο Ναύπλιο, όπου έφτασε στις 17 Μαΐου 1941. Εδώ πρέπει να επαινεθεί η δραστηριότητα του Αξιωματικού Εφοδιασμού του Συντάγματος ανθυπολοχαγού Τσιριμονάκη Εμμ., ο οποίος σε μια νύχτα κατόρθωσε να φορτώσει τα τρόφιμα στα καΐκια, να τα μεταφέρει στον Ψαθόπυργο και εν συνεχεία να τα φορτώσει σε σιδηρόδρομο. Παραδόξως οι Ιταλοί όχι μόνο δεν κατάσχεσαν τα μεταφερθέντα τρόφιμα, όπως έπραξαν για όλα τα υπόλοιπα υλικά, αλλά μας παραχώρησαν και αποθήκη για την αποθήκευση τους.
Από τις Κατοχικές Αρχές Ναυπλίου διατάχτηκε όλοι, Αξιωματικοί και οπλίτες, να φορέσουν πολιτικά ενδύματα. Αν δυσκολεύονται να τα προμηθευτούν να βάψουν τις στρατιωτικές στοές τους. Επακολούθησε διαταγή του υπουρ. Εθνικής Άμυνας: Να πουληθούν τα κτήνη υπέρ του Τ. Στρατού – Να απολυθούν οι οπλίτες και σε συνεννόηση με τη Νομαρχία να σταλούν στις αγροτικές περιοχές, για να εργαστούν για τη συντήρηση τους. Το μέτρο αυτό επιβλήθηκε από τους Γερμανούς για να μη μεταβούν στην Κρήτη. Τέλη Μαΐου ελάχιστοι οπλίτες, ως επί το πλείστον τραυματίες, παρέμειναν στο Ναύπλιο και οι αξιωματικοί του συντάγματος. Κατά τον Ιούλιο η Ιταλική διοίκηση Ναυπλίου διέταξε ότι όλοι οι Κρητικοί αξιωματικοί να παρουσιαστούν στο στρατηγό διοικητή ο οποίος θα τους μιλούσε. Τόπος συγκεντρώσεως ορίστηκε το κεντρικό σχολείο. Αλλά μετά τη συγκέντρωση τους, υπό την απειλή πολυβόλων τοποθετημένων στα παράθυρα του σχολείου, συνελήφθησαν όλοι και – μόνο οι κρητικοί – επιβιβάστηκαν σε αυτοκίνητα και οδηγήθηκαν στις φυλακές. Μετά από δεκαπενθήμερο αφέθηκαν ελεύθεροι, αλλά με την εντολή, εντός 24 ωρών να εγκαταλείψουν το Ναύπλιο, τιθέμενοι στη διάθεση του υπουρ. Εθνικής Άμυνας. Αξίζει να αναφερθεί η φιλόξενη στάση των Ναυπλιωτών και ιδιαίτερα των γυναικών, οι οποίες με κάθε τρόπο και καθημερινά, προμήθευαν συσσίτιο-ψωμί-τσιγάρα-φρούτα στους φυλακισμένους Κρητικούς Αξιωματικούς.
Η περιπέτεια του Τζίτζικα
Μια τρομερή περιπέτεια έζησε και ο Γιώργης Τζίτζικας Μπαχρής που αναφέρει στο βιβλίο του που είναι η αυτοβιογραφία του.
Ο πόλεμος να θυμίσουμε, τον βρήκε το Γιώργη Τζίτζικα στον τομέα Ξάνθης που υπηρετούσε από το 1939, στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα.

Με την κατάρρευση του μετώπου, στις 6 Απριλίου 1941, πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Γερμανούς και κλείστηκε με πολλούς άλλους στρατιώτες σ’ ένα παλιό από τουρκοκρατίας στρατόπεδο στην Καβάλα, στη θέση Καρά-Ορμάν.
Οι συνθήκες από την πρώτη στιγμή ήταν άθλιες. Οι αιχμάλωτοι έμεναν χωρίς ψωμί και νερό.
Ο Τζίτζικας ανυπόταχτη φύση δεν αφέθηκε στη μοίρα του. Κατάφερε να πείσει δυο ακόμα ψυχωμένους συστρατιώτες του, τον Μανόλη Γωνιανάκη από το Μελιδόνι και τον Γιώργη Σκουλά από τα Ανώγεια, και πηδώντας από τα μπεντένια κατάφεραν να διαφύγουν.
Πιάστηκαν και πάλι αιχμάλωτοι ενώ περνούσαν το Στρυμώνα. Και πάλι κατάφερε ο Τζίτζικας να δραπετεύσει. Βρέθηκε στο Άγιον Όρος όπου οι καλόγεροι κατάφεραν να τον φυγαδεύουν μαζί με πολλούς άλλους στρατιώτες να φθάσει στην Αττική με ένα καΐκι το «Άγιος Νικόλαος».
Στο Πόρτο Ράφτη στάθηκε τυχερός γιατί πέτυχε τον Αγγλικό στόλο που είχε βγει να περισυλλέξει υπολείμματα του στρατού του. Βρήκε μια γωνιά σε ένα από τα τρία πλοία της αποστολής και στις 28 Απριλίου 1941 έφθανε στο λιμάνι της Σούδας.
Η μεγάλη του χαρά ήταν ότι φορούσε ακόμα το χακί που αρνήθηκε πεισματικά να βγάλει για να μην περάσει όλες τις ταλαιπωρίες που συνάντησε. Είχε ακούσει από τους ηλικιωμένους στην Ξάνθη ότι οι Γερμανοί δεν πειράζουν τους πολίτες. Θα μπορούσε λοιπόν να φορέσει πολιτικά και να αποφύγει κινδύνους αιχμαλωσίας.
Εκείνος όμως ήθελε να αποκτήσει ξανά την πολιτική του περιβολή, στο στρατόπεδό του στη Σοχώρα εκεί που ντύθηκε το τιμημένο χακί. Η εμμονή του αυτή δείχνει και τον άκρατο πατριωτισμό του.
Παρουσιάστηκε αμέσως σε ότι στρατό υπήρχε στο Ρέθυμνο και υπηρέτησε ως αγγελιαφόρος του συνταγματάρχη Χρήστου Τζιφάκη….
Σαν επίλογος
Ήταν μια ευκαιρία να ξεδιπλώσουμε μια από τις πτυχές της εποποιίας του 40, που φωτίζει τη σύγχρονη ιστορία.
Λόγοι γνώσης το επιβάλλουν καθώς δεν είναι αφορμή για να τιμηθεί μια επέτειος. Αποφράδα μέρα ήταν αυτή που επισημοποίησε την κατάρρευση του μετώπου. Οφείλουμε όμως να θυμόμαστε τα γεγονότα για να μην περνούν στο περιθώριο και να χάνονται στη λήθη μορφές που ακόμα κι εκείνες τις δύσκολες ώρες έδειχναν με τη στάση τους όλο το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής.