Οι εκλογές πλησιάζουν. Στο δρόμο προς τις κάλπες μπορούμε να μιλάμε (και να διαφωνούμε) με επιχειρήματα για πράγματα που ξέρουμε, που μπορούμε να εξετάσουμε, να αναλύσουμε, να κρίνουμε και να συγκρίνουμε ή μπορούμε να μιλάμε για πράγματα που δεν ξέρουμε και απλά υποθέτουμε.
Μπορούμε να μιλάμε με αυθαίρετα συμπεράσματα, με συνωμοσιολογίες, με αόριστες έννοιες και σύμβολα που δεν σημαίνουν τίποτα επί του πρακτέου και που τις περισσότερες φορές χρησιμοποιούνται παραμορφωτικά. Μπορούμε να μιλάμε είτε για τον πραγματικό κόσμο είτε με ιδεολογικά βαρίδια. Να μιλάμε για το μακρινό παρελθόν ή για το κοντινό μέλλον. Να μιλάμε πολιτικά ή παραπολιτικά. Μπορούμε να μιλάμε για τις παρακολουθήσεις, για το που πήγαιναν οι τσάντες με χρήματα απ’ τον Καλογρίτσα, μπορούμε να μιλάμε για φανταστικές Μαρίες ή υπαρκτούς πράκτορες που δρουν στη χώρα.
Όλα αυτά έχουν την αξία τους. Όχι επειδή ιντριγκάρουν και «πουλάνε», αλλά γιατί δίνεται η δυνατότητα να αναδειχθούν θεσμικές παθογένειες, ελλείψεις και λάθη. Συνεπώς σαφώς και θα πρέπει να μιλάμε για όλα. Όμως πλησιάζοντας στις εκλογές, καλό θα είναι να αφιερώσουμε λίγο χρόνο να μιλήσουμε και για την πολιτική εκτός απ’ την παραπολιτική. Να δούμε που βρισκόμασταν, που βρισκόμαστε και που θέλουμε να πάμε.
Όποιος θέλει να κρίνει μια κυβέρνηση με όρους πολιτικής και όχι μόνο από πιασάρικες λεζάντες και τίτλους άρθρων που περνάνε από μπροστά του, μπορεί να διακρίνει. Να δει σε ποιους τομείς πολιτικής έγιναν άλματα, σε ποιους μικρά βήματα και σε ποιους το απόλυτο μηδέν. Να δει ποιες από τις κυβερνητικές υποσχέσεις τηρήθηκαν και ποιες όχι. Ποιοι στόχοι επετεύχθησαν και ποιοι όχι. Μπορεί να ελέγξει, να κρίνει για να βγάλει μια, κατά την άποψη του, συνολική απόδοση κυβερνησιμότητας.
Πώς έχουν διακυμανθεί τα τελευταία χρόνια η ανεργία, η ανάπτυξη, οι επενδύσεις, οι εξαγωγές; Πώς είναι τώρα σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο; Συμφωνούμε με τις αλλαγές και την αξιολόγηση στην παιδεία; Έχει μειωθεί η επισφάλεια στην εργασία; Έχουν αυξηθεί τα εισοδήματα των εργαζομένων; Πώς διαχειρίζονται οι πολύπλευρες κρίσεις που μας πλήττουν; Πού βαδίζει το μεγάλο μας βάρος, το δημόσιο χρέος; Σε ποιους τομείς πολιτικής προχωρούν οι μεταρρυθμίσεις και σε ποιους όχι;
Αυτά και άλλα πολλά δεδομένα του πραγματικού κόσμου είναι εδώ, είναι ανοιχτά και βρίσκονται στη διάθεσή του καθένα για να τα ελέγξει. Να ενημερώσουν όσους θέλουν να ελέγξουν τα πεπραγμένα, τα σωστά και τα λάθη, τις παραλείψεις, τις αγκυλώσεις ή τα άλματα που έκανε η άσκηση πολιτικής τα χρόνια που μεσολάβησαν από την τελευταία κάλπη έως αυτή που έρχεται. Να φωτίσουν το μονοπάτι πάνω στο οποίο βαδίζει η χώρα, έτσι ώστε να αποφασίσουν οι πολίτες εάν θέλουν να συνεχίσουμε να κινούμαστε πάνω σε αυτό.
Κάποιοι εξευτελίζοντας τον όρο «πρόοδο» (και όχι μόνο αυτόν) επιχειρούν να πιάσουν το νήμα από εκεί που το αφήσαμε το 2009 πριν την οικονομική κρίση. Άλλοι επιθυμούν να χτίσουν πάνω στο παρόν και το μέλλον. Όποια κι αν είναι τα διλήμματα που θα τεθούν στις προσεχείς εκλογές, η πραγματικότητα είναι μία: η σύγκρουση θα είναι μεταξύ της επιστροφής στο λαϊκισμό του παρελθόντος και το ορθολογικό χτίσιμο του μέλλοντος.
Τα απομεινάρια της κρίσης και τα συμφέροντα που εκπροσωπούν αντιδρούν σπασμωδικά καθώς η Ελλάδα μεταρρυθμίζεται και η πίτα ανοίγει. Και αυτά τα απομεινάρια δυστυχώς δεν αφορούν μόνο ένα κόμμα, αλλά βρίσκονται σε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα (ακόμη και στο κυβερνών κόμμα). Ένα μέρος του πολιτικού συστήματος που όντας επί δεκαετίες βασισμένο σε πελατειακές και εξωθεσμικές διευθετήσεις, αντιστέκεται σθεναρά σε σταθερούς και ισότιμους κανόνες του παιχνιδιού και σε καινοτόμες θεσμικές αλλαγές. Είναι υπολείμματα μιας ασθένειας που σιγά σιγά περνάει κι αν δεν προσέξουμε μπορεί να υποτροπιάσει.
Έτσι λοιπόν, καθώς θα ακούμε για το παρελθόν απ’ όσους δεν μπορούν να μιλήσουν για το παρόν και το μέλλον, καθώς θα κολυμπάμε στο βούρκο που σέρνουν τη χώρα όσοι δεν μπορούν να αρθρώσουν πολιτικό λόγο, ας μην ξεχνάμε και την πραγματική πολιτική. Γιατί αυτή θα καθορίσει τις ζωές μας και το μέλλον της χώρας και όχι οι αυθαίρετες υποθέσεις, οι σκοτεινές θεωρίες και τα ιδεολογικά βαρίδια.
* Ο Γεώργιος Νάστος είναι πολιτικός επιστήμονας