Κάποιες γυναίκες υπήρχαν πίσω από τις φωτεινές μορφές του Ρεθύμνου που έγραψαν ιστορία. Σεμνές, διακριτικές, πολύτιμες, κοσμούσαν την τοπική κοινωνία σε μια πόλη με περισσότερη ανθρωπιά.Από τις πιο σημαντικές η Αθηνά Πολ. Τσάκωνα.Ευτύχησα να τη γνωρίσω και να περνώ ευχάριστη ώρα κουβεντιάζοντας μαζί της. Ήταν τόσο τρυφερή γυναίκα και τόσο αξιοπρεπής. Αν και ο χρόνος, καθώς και τα σκληρά χτυπήματα της ζωής, άφησαν έντονα τα ίχνη τους πάνω της, εκείνη κατάφερνε να είναι πάντα τόσο αξιαγάπητη και σεβαστή από όλους.
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1904 από οικογένεια με παραδόσεις και αρχοντιά. Ήταν κόρη του δικηγόρου Εμμ. Πρεβελάκη, αδελφού του Μιχαήλ, του περίφημου λόγιου και γυμνασιάρχη, και της Καλλιόπης Δρακάκη. Η Αθηνά μεγάλωσε σε πολυμελή οικογένεια, καθώς είχε έξι αδέλφια. Φωτισμένοι οι γονείς όμως δεν άφησαν τα παιδιά τους στο σκοτάδι. Έκαναν τα πάντα για να μη στερηθεί κανένα παιδί, όσα εφόδια θα το βοηθούσαν στη ζωή του να προκόψει.
Η Αθηνούλα τους ξεχώριζε για την ευαισθησία και τις καλλιτεχνικές της τάσεις. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές, την έκλεισαν εσωτερική στις καλόγριες στα Χανιά.
Αυτό ήταν μεγάλη τύχη για την νεαρή Ρεθεμνιώτισσα, γιατί η Γαλλική Σχολή ήταν ένα φυτώριο πνεύματος και πολιτισμού, όπως μας βεβαιώνει η κ. Μαριέτα Ασημομύτη-Εκκεκάκη στο πληρέστατο στοιχείων βιβλίο της «Η Γαλλική Σχολή Καλογραιών στη Χαλέπα Χανίων, 1852-1983», με πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
Την περίοδο που φοιτά η Αθηνά στη σχολή, φοιτούσαν 303 μαθητές, 25 καθολικοί, 246 ορθόδοξοι, 15 Εβραίοι, 15 μουσουλμάνοι και 2 αγνώστου θρησκεύματος. Φυσικά μετά το 1923 και την αποχώρηση των μουσουλμάνων, διαμορφώθηκε μια σχετική εθνική ομοιογένεια των μαθητών.
Ευνόητο είναι ότι εκεί φοιτούσαν τα παιδιά των καλύτερων οικογενειών. Το επίπεδο σπουδών ήταν υψηλότατο. Μάθαιναν Γαλλικά, Αγγλικά, Ζωγραφική και όλα τα μαθήματα με αυστηρό πρόγραμμα μελέτης. Η Αθηνά σαν διψασμένη γη απορροφούσε τη γνώση κι όταν τέλειωσε είχε αποκτήσει ζηλευτή μόρφωση και ευρεία κουλτούρα.
Η επαφή της με τις καλόγριες συνεχίστηκε με θέρμη και από τις δύο πλευρές. Κι όσα διδάχτηκε ήταν ιερά και όσια γι’ αυτήν.
Εκτός από μόρφωση η χαρισματική κοπέλα είχε πάρει από τη μητέρα της όλα τα στοιχεία της ιδανικής οικοδέσποινας και της τέλειας νοικοκυράς.
Άλλωστε η οικογένεια του Εμμ. Πρεβελάκη είχε ενεργό ανάμειξη στην κοινωνική ζωή.
Η μητέρα Καλλιόπη είχε στην γκαρνταρόμπα της και το ανάλογο ντύσιμο για κάθε περίπτωση. Άλλο φόρεμα για να δεχθεί κόσμο στο σπίτι μια φορά την εβδομάδα, άλλο σε κοινωνικό γεγονός ανάλογα με την περίπτωση. Όλα κατόπιν παραγγελίας στα καλύτερα ατελιέ ραπτικής.
Αυτό δεν ήταν δείγμα ματαιοδοξίας αλλά βασιζόταν στο κοινωνικό πρωτόκολλο, που τηρούσαν με ευλάβεια οι επιφανείς οικογένειες της εποχής.
Η ημέρα υποδοχής ήταν σημαντική για την οικοδέσποινα. Γι’ αυτό φρόντιζαν τα «διαβολάκια» της να κάνουν τη σκανταλιά τους παίρνοντας τη ρεβάνς για κάποια τιμωρία.
Έκρυβαν το φόρεμα λίγο πριν από την άφιξη των πρώτων επισκεπτών και μετά βίας γλίτωνε το εγκεφαλικό η οικοδέσποινα, αφού δεν είχε το περιθώριο άλλης επιλογής φορέματος.
Ακόμα μια σχολή επομένως τέλειωσε η Αθηνά κοντά στη μητέρα της, που της φάνηκε πολύτιμη στη μετέπειτα ζωή της.
Οι κοινωνικές συνθήκες της εποχής δεν επέτρεπαν φλερτ μεταξύ των νέων, οπότε ο γάμος γινόταν μοιραία με προξενιό.
Ο άνθρωπος που θέλησε να ενώσει τη ζωή του με την Αθηνά δεν ήταν τυχαίος. Ακόμα και σήμερα προφέρεται με σεβασμό το όνομά του. Ήταν ο Πολύβιος Τσάκωνας, ο βασικός θεμελιωτής κάθε πνευματικής και πολιτιστικής δομής του τόπου. Ήταν ξεχωριστός άνθρωπος με ένα επιβλητικό παράστημα, που δεν περνούσε απαρατήρητο.
Γεγονός είναι ότι από καιρό του άρεσε αυτή η κοπέλα. Αρκετές φορές μάλιστα πέρασε με το άλογο έξω από το σπίτι της στην οδό Γερακάρη. Φρόντιζε όμως να είναι διακριτικός. Για κανένα λόγο δεν ήθελε να δυσαρεστήσει τους Πρεβελάκηδες, τους οποίους σεβόταν ιδιαίτερα.
Επειδή όμως γαμπρός σαν τον Πολύβιο δεν ήταν εύκολο να βρεθεί, ο Εμμ. Πρεβελάκης δέχτηκε με χαρά να δώσει την κόρη του στον φέρελπι αυτό νέο δικηγόρο, που φαινόταν ότι θα μεγαλουργούσε.
Έτσι η Αθηνά παντρεύτηκε τον Πολύβιο που υπηρετούσε τότε νομάρχης στο Μεσολόγγι. Εκεί γεννήθηκε η Πόπη τους και μετά βρέθηκαν στην Αθήνα. Εκεί η Αθηνά βοηθούσε σημαντικά τον άνδρα της και στο περιοδικό «Ελαϊκή Επιθεώρηση» που εξέδιδε κάνοντας μεταφράσεις αλλά και γραμματειακή στήριξη.Καμάρωνε ο Πολύβιος. Η γυναίκα του ήταν θησαυρός.
Κι ήρθε ο πόλεμος. Ο Τσάκωνας που είχε στο μεταξύ πληρώσει πολύ ακριβά την αφοσίωσή του στο Βενιζέλο, ζούσε καινούργιο εφιάλτη στα χέρια των Γερμανών. Ευτυχώς η οικογένεια του βρήκε στοργική φιλοξενία από τις καλόγριες της Γαλλικής Σχολής, που δεν άφησαν την «κόρη» τους στην τύχη της.
Κάποια μέρα μετά από μεγάλη προσπάθεια, η Αθηνά κατάφερε να συναντήσει τον Πολύβιο. Δεν τον γνώρισε. Τόσο είχε ταλαιπωρηθεί ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος για τα ιδεώδη του.
«Είναι ο άνδρας σου» είπε η καλόγρια στην Αθηνά, που κοιτούσε αποσβολωμένη τον Πολύβιο σαν να τον έβλεπε για πρώτη φορά.
Μετά τα Χανιά η οικογένεια έζησε για ένα διάστημα στο Σπήλι, ενώ ο πατέρας ήταν στην Αθήνα. Επέστρεψε στην Κρήτη με την αναχώρηση των Γερμανών.
Με ταλέντο στη ζωγραφική
Στη Γαλλική Σχολή Καλογραιών στη Χαλέπα Χανίων, φάνηκε και το μεγάλο ταλέντο της Αθηνάς στη ζωγραφική.Η φύση κυριαρχεί στα πρώτα της εκείνα έργα και οι μαντόνες της αποτελούν μικρά αριστουργήματα τέχνης.Η τεχνική της έχει ένα προσωπικό ύφος κι αυτό επιδεικνύεται περισσότερο στο χρώμα. Τα θέματά τους με βάθος και προοπτική σου θυμίζουν τοπία πόλεων, που έζησαν την αναγέννηση και της έδωσαν πνοή τέχνης.
Η Αθηνά συνέχιζε να ζωγραφίζει και μετά τη σχολή. Έτυχε όμως απορροφημένη από την έμπνευση της στιγμής να ακουμπήσει χρώμα στο στόμα της, από το πινέλο, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσει κάποια μικρά προβλήματα υγείας. Αυτό θορυβοποίησε τους δικούς της που της είχαν -εδώ που τα λέμε -αδυναμία. Κι έτσι αναγκάστηκε να απομακρυνθεί από το καβαλέτο της.
Ζωή γεμάτη δράση
Άριστη μητέρα, τέλεια σύζυγος και νοικοκυρά, θέλησε όμως και μια οικονομική ανεξαρτησία.
Και την απέκτησε υπηρετώντας καθηγήτρια Γαλλικής στο Παλλάδιο Λύκειο, αλλά και με ιδιαίτερα μαθήματα που έκανε στο σπίτι της.
Κορίτσια των καλύτερων οικογενειών ήταν μαθήτριές της.
Η Πόπη της, η Ελευθερία της και ο Βασίλης της ήταν για την Αθηνά, η μεγάλη της περιουσία. Είχε για το κάθε της παιδί ολόκληρο το είναι της να διαθέσει, χωρίς να απουσιάσει από το καθήκον της οικοδέσποινας. Η τελειότητα τη χαρακτήριζε.
Ο κόπος της είχε πολλαπλή ανταμοιβή από την πρόοδο των παιδιών της.
Μετά το θάνατο του συζύγου της η Αθηνά έμεινε για λίγο μόνη και μετά πήγε να μείνει με την Ποπούλα της, που είχε στο μεταξύ δημιουργήσει μια υπέροχη οικογένεια με τον επίσης αξέχαστο Μανό Αστρινό.
Η Αθηνά ζούσε μοναδικές στιγμές με τα εγγόνια της, που λάτρευε. Είχε κάποιες αδυναμίες για συγκεκριμένα, αλλά φρόντιζε να τις κρύβει. Ποτέ δεν ήθελε να πικράνει άνθρωπο. Πόσο μάλλον κομμάτια από τον ίδιο της τον εαυτό.
Το πάθος για γνώση δεν την εγκατέλειψε μέχρι το τέλος της ζωής της. Όταν η Πόπη της έγινε διευθύντρια του Γυμνασίου Σπηλίου, η Αθηνά εκμεταλλεύτηκε το χρόνο που έμενε μόνη, στο σπίτι, μαθαίνοντας Ιταλικά από τη Linguaphone. Πήρε μάλιστα και τίτλο σπουδών.
Η υπέροχη αυτή γυναίκα δεν απαρνήθηκε ποτέ την ευπρέπεια. Αν και ημίπληκτη για 14 χρόνια, από εγκεφαλικό, έμενε πάντα αξιοπρεπής. Φρόντιζε να απασχολεί στο ελάχιστο τους αγαπημένους της. Η μεγάλη της χαρά ήταν να διαπιστώνει κάθε φορά τη λατρεία των εγγονών της. Ο Γιώργος και ο Βασίλης, ιδιαίτερα, επέμεναν με τα χεράκια τους να την κατεβάζουν με την καρέκλα της στην είσοδο του σπιτιού για τον καθιερωμένο περίπατο.
Τους χειμωνιάτικους μήνες έμενε με την Ελευθερία της στην Αθήνα και το υπόλοιπο διάστημα με την Πόπη της στο Ρέθυμνο. Απόλαυσε από παιδιά και εγγόνια την αγάπη και το σεβασμό στο έπακρον.
Ο θάνατος του Βασίλη της τόσο απροσδόκητος, ήταν γι’ αυτήν μεγάλο πλήγμα. Κατάφερε όμως να συγκρατήσει την οδύνη της και να προσπαθήσει να στηρίξει με το στοχαστικό της λόγο εκείνους που έμειναν πίσω.
Τα καταπιεσμένα της αισθήματα βρήκαν διέξοδο στην καλή γραφή. Τα ποιήματά της, που γέμισαν αρκετά τετράδια, είναι μια κραυγή μητρικής καρδιάς που εγκαλεί το θάνατο για τη συμφορά που της έφερε.
Είναι και μια κιβωτός συναισθημάτων για τα εγγόνια της που ΟΛΑ τα λάτρεψε.
Έφυγε δυο χρόνια περίπου μετά τον Βασίλη της. Έτσι απλή, σεμνή, όπως έμαθε να ζει.
Κάθε φορά που θα περάσω από το σπίτι της οδού Γερακάρη θα κοιτάξω εκεί που ήταν το διαμέρισμά της. Και θα θυμηθώ μια αρχόντισσα του ήθους και της μεγαλοσύνης, που γέμιζε δημιουργικά τον χρόνο που μου αφιέρωνε, με όσα βοηθούν τον άνθρωπο να κοιτάζει ψηλότερα.
Σοφία Ηλιάκη, η αρχόντισσα της παράδοσης
Μια ακόμα γυναίκα άφησε με την αναχώρησή της ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Η αρχόντισσα της παράδοσης Σοφία Ηλιάκη.
Ενέπνεε το σεβασμό και είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις ανθρώπου που ξεχώρισε από τη σπουδαία γενιά του με δική του υπογραφή σε έργο σημαντικό και αθάνατο. Κι ας είχε προγόνους με ιστορία και πολλές περγαμηνές τιμής.
H Σοφία Παπαδάκη-Hλιάκη, το γένος Kλειδή, γεννήθηκε το 1927 στο χωριό Aγκουσελιανά της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου. O πατέρας της, γιος ιερέα, συναριθμείται μεταξύ των πρώτων Kρητών εθελοντών στον Mακεδονικό Aγώνα, συμπολεμιστής του Kαπετάνιου Στέλιου Kλειδή, αναγνωρισμένου Oπλαρχηγού και πρωτεξαδέλφου της γυναίκας του. H μητέρα της, καταγόμενη από την οικογένεια Kλειδή, είχε δέκα αδέλφια που τραγουδούσαν και χόρευαν. Τα πέντε γνώριζαν και έπαιζαν κρητικά παραδοσιακά όργανα, λύρα, λαούτο και μαντολίνο, και σκορπούσαν άρωμα κρητικής λεβεντιάς. H ίδια, η μητέρα της, έραβε τα κουστούμια της τότε Σχολής Χωροφυλακής και η θεία της Μαρία Kλειδή, από τα Aγκουσελιανά, έραβε κρητικές φορεσιές. Όλα αυτά την άγγιξαν από τα πρώτα χρόνια της ζωής της και επηρέασαν αποφασιστικά την πορεία της.
Διαφήμιση στα επίκαιρα
Ύστερα από τις εγκύκλιες σπουδές της στο γενέθλιο τόπο, πήγε στην Αθήνα με τον αδελφό της και φοίτησε στα Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών της Aνθούλας Xαρτουλάρη, όπου αρίστευσε ανάμεσα σε 500 σπουδάστριες και την παρουσίασαν στους κινηματογράφους της Αθήνας και της Κρήτης για διαφημιστικούς λόγους. H διαφήμιση γινόταν τότε στα «Επίκαιρα» που πρόβαλλαν οι κινηματογράφοι πριν από την ταινία.
Το 1949 επέστρεψε στο Ρέθυμνο και ίδρυσε τα πρώτα Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών, με τη βοήθεια της καθηγήτριάς της. Λειτούργησαν στην παλιά πόλη, στο παλαιότερο κτήριο της τότε Σχολής Χωροφυλακής, απέναντι από τον ναό της Μικρής Παναγίας. Το πρώτο έτος λειτουργίας τους φοίτησαν 250 μαθήτριες, από τις οποίες οι 45 ήταν οικότροφες. Προέρχονταν από πολλά χωριά του νομού, έμεναν στο διπλανό κτήριο των Εργαστηρίων και είχε όλη την ευθύνη η διευθύντριά τους, με μοναδική βοηθό τη μητέρα της. Τα επόμενα χρόνια ο συνολικός αριθμός τους έφθασε τις 650. Διδάσκονταν κέντημα, κοπτική, ραπτική, χορό και τραγούδι. Πολλές είχαν και αρκετές συνεχίζουν να έχουν λαμπρή σταδιοδρομία. Το 1951, πολύφερνη νύφη, παντρεύτηκε τον Ευάγγελο Hλιάκη του Κωνσταντίνου, εγγονό του καπετάνιου Σταυριανού Mπίρη, οπλαρχηγού και διοικητή Xωροφυλακής της επαρχίας Σφακίων και ακολούθου του Ελευθερίου K. Βενιζέλου, που σκοτώθηκε κατά την επανάσταση του Θερίσου, στη μάχη του Aτσιποπούλου, το 1905. O τυχερός γαμπρός είχε δέκα αδέλφια, από τα οποία τα πέντε, αγόρια, πολέμησαν στο Αλβανικό Μέτωπο.
H Σοφία και ο Ευάγγελος Hλιάκης απέκτησαν τρία παιδιά, έναν γιο και δύο κόρες, που σπούδασαν αρχιτεκτονική στην Ιταλία. Είναι ο, Κώστας Ηλιάκης, η Μαίρη και η Γεωργία, με ιδιαίτερη ευαισθησία στα παραδοσιακά κτίσματα. Η Σοφία όμως είχε να καμαρώσει και για τη νύφη της, Κατερίνα Ξεκάλου, που την έκανε τόσο περήφανη.
Δράση σε όλο τον νομό
H δραστηριότητα των Εργαστηρίων Ελευθέρων Σπουδών επεκτάθηκε σχεδόν σε όλο τον νομό Ρεθύμνου. Ιδρύθηκαν τέσσερα παραρτήματα με έδρες το Σπήλι Αγίου Βασιλείου, το Bυζάρι Aμαρίου, το Πέραμα Mυλοποτάμου και την Eπισκοπή Ρέθυμνου. Όλα γνώρισαν μεγάλη πρόοδο γιατί φοίτησαν μαθήτριες σχεδόν από όλα τα χωριά του νομού. O αριθμός τους έφθανε από 35 έως 37 στο καθένα.
Μετά από επιμονή της ίδιας και ύστερα από προσωπική παρέμβαση του δημάρχου Ρέθυμνου, Ευαγγέλου Δασκαλάκη, προς το υπουργείο Δικαιοσύνης, τα Ιδιωτικά Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών της Σοφίας Παπαδάκη-Hλιάκη μετατράπηκαν σε Δημόσιο Σχολείο, με την επωνυμία Κέντρο Εργαζομένου Κοριτσιού, όπου μπορούσαν να φοιτήσουν όλες οι άπορες κοπέλες. Στο Κέντρο αυτό δίδαξε η Σοφία Παπαδάκη-Hλιάκη 15 χρόνια, ό,τι ακριβώς δίδασκε και στα εργαστήριά της, κυρίως όμως ραφή κρητικών παραδοσιακών φορεσιών και χορό.
Κοντά στην Ι.Λ.Ε.Ρ.
Έναν χρόνο μετά την ίδρυση της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνου, ο εμπνευστής της ίδρυσης και πρώτος πρόεδρός της Xριστόφορος Σταυρουλάκης, εκτιμώντας τις ικανότητες, δεξιότητες και δραστηριότητες της Σοφίας, της πρότεινε να μετάσχει στην υπό ίδρυση μουσικοχορευτική ομάδα της I.Λ.E.P. και να ασχοληθεί η ίδια με τη ραφή κρητικών φορεσιών των μελών της. Με τη συναίνεσή της, τοποθετήθηκε στη Διοικούσα Επιτροπή ως χοροδιδασκάλισσα και υπεύθυνη του γυναικείου χορευτικού τμήματος.
Παράλληλα ανέλαβε την πρωτοβουλία ίδρυσης νέου σωματείου στο Ρέθυμνο με την επωνυμία «Σύλλογος προς διάσωσιν των Κρητικών ηθών και εθίμων, Κρητικής Μουσικής, Κρητικού Τραγουδιού και Κρητικού Χορού, «Το Αρκάδι».
Εκεί αποτυπώνεται και όλη η φιλοσοφία της Σοφίας Ηλιάκη για την παράδοση. Εκτός από τη φορεσιά την ενοχλούσαν και κάποιες υπερβολές χορευτών και χορογραφίες, που είχαν κάποιες ανεπίτρεπτες για τα δεδομένα της αυθεντικής παράδοσης υπερβάσεις.
«Δεν μπορώ μου έλεγε, να βλέπω τις κοπέλες να μπαίνουν μπροστά και να χορεύουν. Η κοπέλα πάντα ήταν προσεκτική. Δεν έπρεπε να προκαλεί…».
Και για τους άνδρες έφερνε πάντα παράδειγμα τον μοναδικό Σταμάτη.
Όσο για την ίδια «ζωγράφιζε» πραγματικά στο χορό με τη σεμνή αλλά αέρινη παρουσία της, γιατί μέχρι τα βαθειά της γεράματα είχε μια νεανική σβελτάδα και άνεση που πάντα την έκανε να ξεχωρίζει.
Οι απόδημοι Έλληνες της Αμερικής, του Καναδά, της Αυστραλίας, της Ευρώπης εξακολουθούσαν να παραγγέλνουν παραδοσιακές κρητικές φορεσιές στη Σοφία Παπαδάκη-Ηλιάκη, γιατί τις έβρισκαν καλοραμμένες κι αυθεντικές.
Ο θάνατος τη βρήκε το 2008 όταν επέστρεφε από μια εξαιρετική επιτυχημένη εμφάνιση του συλλόγου στην Ιορδανία. Έφυγε όπως θα ονειρευόταν, όρθια, χωρίς να αλλοιωθεί η αρχοντική της μορφή, με το χαμόγελο πάντα στα χείλη.
Κι εμείς τη θυμόμαστε πάντα με ξεχωριστή αγάπη κι ευγνωμοσύνη. Για τις ανυπολόγιστες υπηρεσίες που πρόσφερε στην παράδοση, χωρίς να την προδώσει ποτέ και χωρίς να επωφεληθεί για να προβάλλει τον εαυτό της. Έτσι όμως κέρδισε μια θέση στην αιωνιότητα, όπως κάθε σεμνός και ανιδιοτελής παράγοντας, που χωρίς καμιά προσωπική επιδίωξη προσφέρει στον τόπο του.