Ο λόγος που θα αναφερθούμε σήμερα στα Σελλιά και στις προσωπικότητές τους είναι μια σημαντική πληροφορία που εντοπίσαμε σε ένα έντυπο του 1977 και σε σχετικό ρεπορτάζ που κάναμε με αφορμή αυτό.
Ήταν μια εξαιρετική εργασία του Στρατή Π. Παπαδάκη (έκδοση 1977) με την ευκαιρία της επανίδρυσης του ιστορικού συλλόγου Σελλιανών ο «Φοίνιξ» που έκανε την πρώτη του εμφάνιση αρχές του περασμένου αιώνα. Κι αυτό προκάλεσε και το σχετικό μας ρεπορτάζ τότε.
Στο πόνημα αυτό του στο κεφάλαιο Παιδεία – Βιβλιοθήκη γίνεται λόγος για το Νυκτερινό σχολείο που λειτουργούσε αρχές του αιώνα στα Σελλιά. Και αναφέρει σχετικά:
«Πλούσια ζηλευτή και αξιοθαύμαστη είναι η δράση του συλλόγου στον τομέα της παιδείας.
Με τα φτωχικά του μέσα, με εράνους, με συνδρομές των μελών του συντηρεί νυκτερινή σχολή με 35 μαθητές, δύο διδασκάλους και επιπλέον Κυριακάτικη σχολή για τα Θήλεα στα οποία διδάσκει εκτός από τα γράμματα και στοιχεία Υγιεινής και Κοινωνισμού (κοινωνιολογίας).
Επιπλέον βοηθεί το δημόσιο ημερήσιο δημοτικό σχολείο που έχει δύο δασκάλους.
Ο ζήλος για τα γράμματα είναι γενικός και ενθουσιώδης. Όλοι κι όλες πρέπει να μορφωθούν. Όσοι ηλικιωμένοι δεν ξέρουν γράμματα πρέπει να μάθουν στη Νυκτερινή σχολή στην οποία φοιτούν 35 μαθητές και διδάσκουν δύο δάσκαλοι.
Ο Γεώργιος Γυπαράκης που μόρφωσε όλους τους Σελλιανούς από το 1910 έως το 1950 ήταν η ψυχή του Νυκτερινού σχολείου. Την ημέρα δίδασκε στη Μύρθιο και τη νύκτα στο νυκτερινό σχολείο των Σελλιών.
Δύο δασκάλες δίδασκαν στα μεγάλα κορίτσια την Κυριακή γράμματα, Υγιεινή και Κοινωνιολογία. Η γυναίκα στα Σελλιά διψούσε τη μόρφωση. Η δασκάλα του χωριού Σταυρούλα Γυπαράκη ήταν την εποχή εκείνη στο Αρσάκειο. Η δε Σελλιανή δασκάλα Μαρία Δρυμάκη υπηρετούσε στον Άγιο Νικόλαο, αλλά δεν ξεχνούσε το χωριό της. Βοηθούσε τον σύλλογο και αυτή και η οικογένειά της».
Στη συνέχεια του βιβλίου του, ο Στρατής Παπαδάκης κάνει εκτενή αναφορά στον Νικόλαο Γύπαρη διευθυντή του ημερήσιου σχολείου και αργότερα επιθεωρητή Καστοριάς, που και μόνο η παρουσία του στη διοργάνωση μιας σχολικής γιορτής δείχνει το πάθος κάποιων δασκάλων να δώσουν κάτι περισσότερο στους μαθητές τους.
Ενδεικτικά ο συγγραφέας αναφέρει ένα πρόγραμμα Εθνικής Γιορτής της 25ης Μαρτίου που επιμελήθηκε ο Νικόλαος Γύπαρης και περιλαμβάνει εκτός από το Απολυτίκιο του Ευαγγελισμού, το εμβατήριο της ημέρας και τον πανηγυρικό, απαγγελίες ποιημάτων και σχολικών τραγουδιών, αλλά και δημοτικών με το επίκαιρο εθνικό χρώμα.
Αυτά σήμερα δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία αλλά για την εποχή που οι μαθητές με πολλές θυσίες πήγαιναν στο σχολείο μόνο για τις βασικές γνώσεις, πρωτοβουλίες για την αισθητική μιας σχολικής γιορτής φάνταζαν σαν κάτι το πρωτοφανές. Γιατί όχι και σαν ένα σπουδαίο πνευματικό γεγονός.
Αυτά τα σχολεία όμως ήθελαν και συντήρηση. Όπως αναφέρεται λοιπόν στις κιτρινισμένες πια σελίδες του βιβλίου, ο σύλλογος κατόρθωσε με έκκλησή του σε προσωπικότητες, μοναστήρια, φίλους και μέλη του συλλόγου, να υπάρξει μια γενναία χρηματοδότηση από την Ιερά Μονή Πρέβελη, από τον γιατρό Ματζαπετάκη, από την Ανωτέρα Διεύθυνση Παιδείας, από την έκδοση λαχείου, ακόμα και από τα… Κάλαντα. Και μάλιστα υπάρχει έγγραφο του συλλόγου προς τον δάσκαλο Γ. Γυπαράκη να συνοδεύσει επιτροπή εράνου για τα κάλαντα, γεγονός που δείχνει πόσο μεγάλο ήταν και το κύρος των εγγράμματων ανθρώπων στην Κοινωνία των Σελλιών.
Σε ένα άλλο έγγραφο επίσης με ημερομηνία 12/3/1910, ζητείται από τη νομαρχία η άδεια, για την έκδοση λαχείου προκειμένου να συντηρηθούν από τις εισπράξεις η Νυκτερινή, η Κυριακάτικη σχολή αλλά και το σκοπευτήριο.
Και είναι ενδεικτικό της παροιμιώδους αγάπης των Σελλιανών προς τη μόρφωση, πως εκείνη την εποχή τα Σελλιά έχουν τρεις διαπρεπείς επιστήμονες, τον περίφημο γιατρό Σάββα Σαββάκη, τον γνωστό νομοθέτη και εφέτη Νίκο Σαββάκη και τον διαπρεπή μηχανικό Μιχάλη Σαββάκη. Ακόμη, εκείνη την εποχή σπουδάζει με υποτροφία αλλά και πολλές στερήσεις στο πανεπιστήμιο της Βιέννης ο Σελλιανός Χρίστος Μακρής, ο μετέπειτα υφηγητής του πανεπιστημίου αλλά και λαμπρός Μακεδονομάχος. Από τη γνωστή επίσης ιερατική οικογένεια Παπαδάκη είναι και ο επίσκοπος Λάμπης και Σφακίων Αγαθάγγελος.
Βέβαια έκτοτε πάνω από 300 είναι οι επιφανείς του χωριού που διέπρεψαν και διαπρέπουν σε κάθε τομέα εντός και εκτός των τειχών κάνοντας τον τόπο τους περήφανο.
Κι ένας ακόμη ευεργέτης
Από τα όσα σημαντικά αναφέρονται στη μελέτη αυτή του Στρατή Παπαδάκη, ξεχωρίζει η επιστολή – έγγραφο προς ένα μεγάλο ευεργέτη του τόπου άγνωστο σήμερα στους περισσότερους.
Ήταν ο γιατρός Ιωάννης Ματζαπετάκης, που σύνδεσε το όνομά του, χάρις στη γενναιοδωρία του, με την ίδρυση της Νυκτερινής σχολής, της Κυριακής σχολής, τη δημιουργία σκοπευτηρίου και φαρμακείο της πρώτης ανάγκης που πολλές φορές προλαμβάνει σοβαρές επιπλοκές ασθενών.
Ο ίδιος κάνει όλη την προκαταρκτική εργασία ενός λαμπρού αγροκηπίου κι της τέλεσης στον Πλακιά σκοπευτικούς, γυμναστικούς και κολυμβητικούς αγώνες.
Δεν ξέρουμε πόσοι διαθέτουν ακόμα αυτή τη σπάνια έκδοση του συλλόγου Αποδήμων Σελλιανών «Ο Κρυονερίτης», που επιμελήθηκε ο Στρατής Π. Παπαδάκης.
Αλλά με τα μικρά αποσπάσματα που παραθέσαμε φαίνεται πόσα έκανε ένας απλός σύλλογος για θέματα παιδείας, τα ίδια που απασχολούν και σήμερα τον κρατικό μηχανισμό αλλά που δυσκολεύεται να πετύχει ακόμα και ένα υπουργείο.
Ο Σελλιανός λόγιος των λογίων, Χρίστος Μακρής
Ο Χρίστος Ι. Μακρής γεννήθηκε στα Σελλιά, το 1928.Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο δημοτικό σχολείο του χωριού του που λειτουργούσε από το 19ο αιώνα με την αρωγή της Μονής Πρέβελη.
Συνέχισε στο οκτατάξιο γυμνάσιο του Ρεθύμνου και ολοκληρώνοντας τις εγκύκλιες σπουδές γράφτηκε στη Φιλοσοφική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών. Πήρε το πτυχίο του, εκπλήρωσε και τις υποχρεώσεις του στην πατρίδα και μετά αφοσιώθηκε στην εκπαίδευση. Διορίστηκε το 1955 καθηγητής στο ενιαίο τότε γυμνάσιο Αρρένων Ρεθύμνου.
Δεν άργησε να διακριθεί στην εκπαιδευτική κοινότητα με το ήθος και την υποδειγματική του διδασκαλία. Πηγή ακένωτη γνώσης είχε μια ιδιαίτερη αρετή μεταδοτικότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι συμπολίτες που διαπρέπουν σήμερα, και υπήρξαν μαθητές του διακρίνονται για την άριστη διατύπωση κάθε σκέψης τους με θαυμάσια Ελληνικά. Και αρκετοί παραδέχονται πως το οφείλουν στον καθηγητή τους Χρίστο Μακρή.
Είναι χαρακτηριστική η αναφορά που έκανε ο καθηγητής πανεπιστημίου Πατρών Σήφης Μπουζάκης συμμετέχοντας σε μια τιμητική του αξέχαστου καθηγητή του.
«Όταν βρέθηκα στη Γερμανία για σπουδές, η δασκάλα της Γερμανικής γλώσσας μου παρατήρησε ότι μαθαίνω εύκολα Γερμανικά και το απέδωσε στην καλή γνώση των Αρχαίων Ελληνικών (οι δυο γλώσσες έχουν μεγάλες συντακτικές συγγένειες). Αυτό το «κεφάλαιο» για τις σπουδές μου στο εξωτερικό το «συσσώρευσα» με «επένδυση» στον δάσκαλό μου Χρίστο Μακρή.
Τον δάσκαλο που και μετά την αποφοίτησή μου, παρακολουθούσε την πορεία μου και σε κάθε ευκαιρία με ενθάρρυνε να συνεχίσω».
Οργάνωσε και διοίκησε υποδειγματικά τις σχολικές μονάδες στις οποίες εκτελούσε χρέη πρώτου διευθυντή.
Από τις μαύρες σελίδες του βίου του, ήταν η περίοδος που ανέλαβε να επαναλειτουργήσει το γυμνάσιο Σπηλίου.
Ήταν πάντα νωπό το πένθος από το τραγικό ναυάγιο στη Γεωργιούπολη που στοίχισε τη ζωή τόσων μαθητριών. Εκείνος όμως στάθηκε σε κάθε βαρυπενθούσα οικογένεια και φρόντισε να επανέλθει στο σχολείο η δίψα για γνώση.
Κι ήρθε η χούντα των συνταγματαρχών να τον βρει απέναντι της θηριώδη και απροσκύνητο.
Δεν μπορούσε ο γιος του παπα-Γιάννη που δεν υπολόγιζε τον θάνατο σε χαλεπούς καιρούς και ήταν πάντα ενάντιος σε κάθε δυνάστη να προσκυνήσει για μια θεσούλα μερικούς υπερφίαλους που απέκτησαν εξουσία καταλύοντας τη Δημοκρατία.
Η κλασική του παιδεία ήταν ένας ακόμα λόγος που δεν του επέτρεπε να συμπορευτεί με εκφραστές τυραννικών καθεστώτων.
Κι αυτό βέβαια του στοίχισε ακριβά. Δεν τον άφηναν σε ησυχία. Εκείνος με ηράκλεια δύναμη ψυχής άντεξε και τις ανακρίσεις, και τις διώξεις και τον αμείλικτο πόλεμο που του είχαν κηρύξει. Άλλωστε είχε τόσα ενδιαφέροντα για να ξεχαστεί και να πάρει δύναμη για τη συνέχεια.
Σε μια ομιλία του μάλιστα είχε αρνηθεί να προσφωνήσει τους εκπροσώπους της χούντας, γιατί πίστευε ότι «αθλιότατον έστιν η τυραννίς ουδέ γαρ απαλλαγήναι δυνατόν αυτής εστίν». Αυτό είχε συνέπεια να κριθεί στάσιμος και να υποστεί δυσμενή μετάθεση.
Κι όταν ήρθε η μεταπολίτευση τότε φάνηκε το ήθος του Χρίστου Μακρή, που δεν καταδέχτηκε ποτέ να εξαργυρώσει τους αγώνες του με θέσεις και αξιώματα.
Από τους επιστήθιους φίλους του που μπορούσε να μοιραστεί μαζί τους ακόμα και το πάθος του για την αρχαιολογία ο αξέχαστος δάσκαλος Νίκος Νιουράκης.
Κι είχαν τόσα να πουν κάθε φορά για το κοινό τους αυτό ενδιαφέρον. Άλλωστε ο Μακρής από το 1959 μέχρι το 1966 υπηρέτησε ως άμισθος Επιμελητής Αρχαιοτήτων στον νομό.
Ήταν ο τελευταίος μιας σειράς εκπαιδευτικών που είχαν κληθεί από τις αρχές του 20ου αιώνα να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως άμισθοι Επιμελητές Αρχαιοτήτων.
Όπως αναφέρει σχετικά η διακεκριμένη αρχαιολόγος κυρία Ειρήνη Γαβριλάκη, ο Χρίστος Μακρής εντόπισε και περιέγραψε διάφορα μνημεία. Σε ορισμένες περιπτώσεις όπως σ’ αυτή του Μουσέλλα, στα όρια των νομών Ρεθύμνης και Χανίων, οι περιγραφές των αρχιτεκτονικών λειψάνων είναι οι μόνες πληροφορίες που διαθέτουμε μέχρι σήμερα για τα μνημεία αυτά, αφού δεν ερευνήθηκαν ποτέ στην ίδια έκταση στη συνέχεια ίσως επειδή υπήρξαν άλλες ανάγκες πιο επείγουσες.
Η εργασία επίσης του Χρίστου Μακρή φώτισε την πλούσια ανασκαφικά ενδοχώρα, όπως την επαρχία Αγίου Βασιλείου.
Εύστοχη η εικασία της κυρίας Γαβριλάκη για τον τρόπο που απέκτησε ο Μακρής αυτά τα πολύτιμα στοιχεία. Είχε τον τρόπο να επικοινωνεί με τους ανθρώπους και να αποκτά την εμπιστοσύνη τους, που ποτέ δεν πρόδιδε. Έτσι κατάφερε να συγκεντρώσει στοιχεία ακόμα και για τη σκοτεινή τύχη κάποιων αντικειμένων.
Η φιλία του με τον Νίκο Νιουράκη, ήταν αφορμή να αποκτήσει ο σοφός καθηγητής μια βιωματική εμπειρία που άλλος θα την είχε εκμεταλλευτεί γιατί ήταν μια ακόμα απόδειξη των ζηλευτών γνώσεών του γύρω από την αρχαιολογική μας κληρονομιά. Εκείνος είχε σωπάσει αλλά την έκανε γνωστή ο κ. Σήφης Μπουζάκης που υπήρξε αυτήκοος και αυτόπτης μάρτυς.
Ήταν τότε που ο κ. Μπουζάκης φιλοξενούσε στο Χαμαλεύρι τον καθηγητή του διαπρεπή Γερμανό αρχαιολόγο, Wolfgang Schiering.
Θυμάμαι κι εγώ τον καθηγητή αυτό που μου είχε παραχωρήσει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη για τον αρχαιολογικό πλούτο που διέκρινε στην περιοχή του Χαμαλευρίου.
Ενθουσιασμένος και ο Μακρής για τη γνωριμία αυτή συνερεύνησε με τον Γερμανό αρχαιολόγο δεκάδες περιοχές αναζητώντας αρχαιολογικά ευρήματα. Έφθασαν μέχρι την κορυφή του Βρύσινα, όπου υπάρχει μινωικό ιερό.
Ο Schiering εντυπωσιάστηκε τόσο από τις γνώσεις του Μακρή που είπε κάποια στιγμή στον Μπουζάκη,«Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να έρθει στη Γερμανία, να κάνει κοντά μου διδακτορική διατριβή. Η θέση του είναι κοντά μου και όχι εδώ στο γυμνάσιο…».
Ο Χρίστος Μακρής πάντως δεν εγκατέλειπε το Ρέθυμνο. Είχε πει χαρακτηριστικά στον καθηγητή Γλωσσολογίας, Νικόλαο Γ. Κοντοσόπουλο, όταν τέθηκε πάλι ζήτημα να διαπρέψει στην Αθήνα, ότι προτιμά να είναι στο Ρέθυμνο «δεύτερος» παρά πρώτος στην πρωτεύουσα.
Και οι παλαιότεροι θυμούνται με πόσο πάθος υπερασπίστηκε τη διατήρηση της παλιάς πόλη θέτοντας σε κίνδυνο και τη ζωή του από ένα οργισμένο πλήθος ιδιοκτητών που ονειρεύονταν πολυκατοικίες εκεί που βρίσκονταν τα σπάνιας αρχιτεκτονικής σπίτια τους.
Σημαντική ήταν η συμβολή του και στη γλωσσολογία. Η Κρητική διάλεκτος μάλιστα τον είχε απασχολήσει ιδιαίτερα.
Τοπικοί θρύλοι και παραδόσεις
Αξίζει όμως να μείνουμε λίγο ακόμα στα Σελλιά και να θυμηθούμε κάποιους από τους θρύλους και τις παραδόσεις που είναι γοητευτικές.
Αναφέρει σχετικά ο κ. Κώστας Ι. Ανδρεδάκης στην εξαιρετική του εισήγηση στο διεθνές επιστημονικό συνέδριο που είχε γίνει στον δήμο Αγίου Βασιλείου το 2008 και τα πρακτικά δημοσιεύτηκαν λίγα χρόνια αργότερα και αποτελούν σημαντικές πηγές έρευνας:
«Έλεγαν οι παππούδες μας ότι στα Σελλιά μέσα όχι μόνο δεν κατοίκησαν ποτέ Τούρκοι, αλλά ούτε καν πάτησαν. Όσες φορές οι Τούρκοι περνούσαν πηγαίνοντας ανατολικά ή δυτικά, οι Σελλιανοί ανέβαιναν στο φυσικό τους κάστρο, τον Κάστελλο, που είναι νότια του χωριού.
Για να φαίνονται πολλοί, έβαζαν στις άκρες του υψώματος, πίσω από τις πέτρες, έτσι ώστε να φαίνονται λίγο, διάφορα σκούρα ρούχα και οι ίδιοι μετακινούνταν συνεχώς κρατώντας και τους πανιστές των φούρνων τους. Η χάρη της Παναγίας (πάντα κατά το θρύλο), προστάτιδας των Σελλιών, τους έκανε να φαίνονται στα μάτια των Τούρκων πολυάριθμοι,με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να αλλάζουν δρόμο.
Λέγεται μάλιστα πως οι Τούρκοι είχαν καταλάβει ότι η Παναγία τους εμπόδιζε και λέγανε μεταξύ τους: «Αντέστε, μωρέ, να φύγομενε μα δε μας αφήνει η Γρυλού ν-τωνε».
Κάτι παρόμοιο αναφέρει η παράδοση σχετικό με τους κουρσάρους:Όσες φορές, λέει, οι Σαρακηνοί ή άλλοι κουρσάροι αποβιβάζονταν στη Σούδα, για να ανεφοδιαστούν λεηλατώντας, έβλεπαν από μακριά στον Κάστελο «μιλιούνια μαύρους αθρώπους». Έτσι, πίστευαν οι Σελλιανοί,τους εμφάνιζε η Παναγία. Κατευθύνονταν λοιπόν οι κουρσάροι προς το Φοινικιά λέγοντας: «∆εν πάμενε εις τα Σελλιά, γιατ’ είναι μαυραντάδες.Θα πάμενε στο Φοινικιά απού ‘ναι γλεντιστάδες». Γιατί, λέει, στο Φοινικιά υποχρέωναν τις γυναίκες να χορεύουν πάνω σε ρόβι και φάβα που είχαν ρίξει στο πάτωμα του οντά, για να γλιστρούν και να πέφτουν κι αυτοί να γελούν και να διασκεδάζουν.
Η μάχη των Σελλιών (10-4-1896)
Και με την ευκαιρία, στον απόηχο της εθνικής μας επετείου ας θυμηθούμε την περίφημη μάχη που έγινε στα Σελλιά και πάλι από τη χαρισματική γραφή του κ. Ανδρεδάκη:
Στα Σελλιά, την περίοδο του 1896 είχε την έδρα της η Μεταπολιτευτική επιτροπή.Τούρκικος στρατός ξεκίνησε από την Κοξαρέ για τα Σελλιά, με σκοπό την εξόντωσή της.
Από το φαράγγι που ήρθαν οι Τούρκοι προχώρησαν και κύκλωσαν το χωριό. Η επιτροπή όμως ειδοποιήθηκε έγκαιρα και φυγαδεύτηκε δυτικά. Έγκαιρα επίσης οι πολεμιστές του χωριού βγήκαν με τα όπλα τους και οχυρώθηκαν βορειοδυτικά του χωριού, ενώ παράλληλα έστειλαν και ζήτησαν βοήθεια από του Πρέβελη. Έτσι οι Τούρκοι που μπήκαν στο χωριό, ούτε επιτροπή βρήκαν ούτε οπλισμένους Σελλιανούς και έμειναν στα υψώματα κρατώντας πολιορκημένο το χωριό.
Η βοήθεια από του Πρέβελη με επαναστάτες από τα γύρω χωριά και αρχηγό τον καλόγερο Μανασή έφτασε γρήγορα και τοποθετήθηκε έξω από το χωριό, ανατολικά, στον δρόμο προς Κάνεβο. Κοντά τους έσπευσαν με τα όπλα τους και οι λοιποί Σελλιανοί άνδρες.
Η μάχη που ακολούθησε ήταν σκληρή και φονική. Οι Σελλιανοί και οι άλλοι επαναστάτες με συντονισμένες επιθέσεις καθήλωσαν τους Τούρκους στις θέσεις τους και τελικά τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν άτακτα, όχι προς το φαράγγι, αλλά βόρεια προς τους γκρεμούς του βουνού. Την ώρα της υποχώρησης των Τούρκων έφτασαν κι άλλες δυνάμεις επαναστατών για ενίσχυση των δικών μας από Καλή Συκιά, Αλώνες, Ασή Γωνιά κ.ά. Ήρθε όμως και το σκοτάδι της νύχτας που έσωσε το μεγαλύτερο μέρος των τουρκικών δυνάμεων από μεγαλύτερη καταστροφή. Από τους 1200 Τούρκους στρατιώτες σκοτώθηκαν 127.
Ο Μ. Παπαδάκης στο βιβλίο του «Μοναστήρι του Πρέβελη», σελ. 324 και 340-342 γράφει: «Η μάχη των Σελλιών που κατέληξε σε θρίαμβο των κρητικών επαναστατικών όπλων, είναι η εντυπωσιακότερη της περιόδου. Είχε μεγάλη απήχηση μέσα και έξω της Κρήτης και ενίσχυσε πολλούς διστακτικούς που πριν ήσαν ουδέτεροι ή και αντίθετοι με την επανάσταση, γιατί ακολουθούσαν τη γνώμη και την οδηγία του Ελληνικού Προξενείου Χανίων. Και δυνάμωσε το ηθικό των επαναστατών, τους έδωσεν ελπίδα κι ενθουσιασμό να συνεχίσουν τον αγώνα».(Φασατάκης Ν. 2000, σ. 280-281, Πρεβελάκης Ελ., σ. 211, 220,Λεκανίδης Ι. 1963, σ.148-155)
Το αφιέρωμά μας στα Σελλιά συνεχίζεται.