Κυλά ο χρόνος σαν το νερό και γεγονότα που νομίζουμε ότι ήταν χθες διαπιστώνουμε πως τα απομακρύνουν δεκαετίες ολόκληρες
Πέρασαν 56 χρόνια από την μέρα που παιδιά του γυμνασίου τότε, ζήσαμε μια πρωτόγνωρη για τη γενιά μας κατάσταση, μια επταετία που η παραφροσύνη δοκίμαζε τις αντοχές.
Σήμερα οι νέοι μας που επιλεκτικά μένουν μακριά από επετείους, μάλλον πως δεν θα δώσουν καμιά σημασία στο γεγονός, που δεν σημαίνει ότι για τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους. Εμείς της τρίτης ηλικίας πάντως δεν μπορούμε να ξεχάσουμε. Είμαστε υπόλογοι γιατί, δεν έχουμε προλάβει να αναδείξουμε τον αγώνα κάποιων ανθρώπων που πάλεψαν με τη χούντα αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Κι έκαναν μεν το χρέος τους αλλά έχουν πλέον ξεχαστεί.
Για παράδειγμα ο Μπάμπης ο Γεωργακάκης. Ακόμα κι όταν ζούσε δεν ήταν ο πολιτικός που απολάμβανε όσα του άξιζαν. Ίσως επειδή ήταν αυστηρός και αδέκαστος. Δεν ανεχόταν και δεν συμβιβαζόταν με μεσοβέζικες καταστάσεις στην πολιτική. Υπερασπιζόταν την ιδεολογία του χωρίς ποτέ να κρατά δισάκι για να μαζεύει ψήφους.
Ήταν και απρόβλεπτος. Προκειμένου να μην αδικήσει την αλήθεια έλεγε πάντα αυτό που σκεπτόταν ακόμα και μπροστά σε ανοικτά μικρόφωνα. Δεν ήξερε τι θα πει πολιτικός ελιγμός. Και τίμησε την ψήφο εκείνων που τον εμπιστεύθηκαν αδιαφορώντας αν θα είχε μέλλον στην πολιτική σκηνή του τόπου.
Ο Χαράλαμπος (Μπάμπης) Γεωργακάκης (1941 – 27 Δεκεμβρίου 2002) από τους σημαντικότερους αντιστασιακούς θήτευσε ως βουλευτής από το 1981 ως το 1985.
Γεννήθηκε στην Κοξαρέ το 1941. Από μικρός ήθελε τα πάντα να τα κατακτά με τη δουλειά του. Έτσι εργαζόταν και σπούδαζε χωρίς να ζητήσει «βόλεμα» ποτέ από κανέναν και για τίποτα. Ήταν έντιμος και σεμνός. Αθεράπευτα σεμνός.
Ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση και για τον λόγο αυτό διώχθηκε και φυλακίστηκε από τη χούντα.Ήταν από τους ιδρυτές της οργάνωσης Απελευθερωτικό Κίνημα Κρήτης, τα μέλη της οποίας συνελήφθησαν το 1968.
Για το κίνημα αυτό είχαμε την ευκαιρία να μάθουμε περισσότερα από ένα ακόμα ιδρυτικό μέλος του, τον Νίκο Απανωμεριτάκη που μας είχε πει σχετικά:
«Η αντιστασιακή οργάνωση Εθνικο-Απελευθερωτικό Κίνημα Κρήτης, δημιουργήθηκε και δραστηριοποιήθηκε από το Γενάρη του 1968.Την αποτελούσαν μέλη και στελέχη της Ενώσεως Κέντρου και κυρίως της ΕΔΗΝ.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1968 συνελήφθησαν και ανακρίθηκαν περίπου 270 άτομα στην Κρήτη και την Αθήνα. Κρατήθηκαν στην Ασφάλεια Προαστίων Νέα Ιωνία και Φιλαδέλφεια, σε αυστηρή απομόνωση επί 45 μέρες με τα γνωστά βασανιστήρια και ξυλοδαρμούς οι Χαράλαμπος Γεωργακάκης, Ιωσήφ Μαμαλάκης, Μιχάλης Παπαδάκης, Βαγγέλης Σκορδίλης κι εγώ.
Τα μέλη του Εθνικού Απελευθερωτικού Κινήματος Κρήτης που είχαν παραπεμφθεί με τον Νόμο 509, καταδικάστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες με το άρθρο 135 του Π.Κ «περί εσχάτης προδοσίας». Οι συνήγοροι Ευάγγελος Γιαννόπουλος και Φοίβος Κούτσικας, οι γνωστοί αγωνιστές της δημοκρατίας δεν μπόρεσαν, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες, ούτε καν να διαβάσουν τη δικογραφία.
Το κατηγορητήριο ανέφερε ότι συνέστησαν παράνομη και συνωμοτική οργάνωση που σκοπό είχε τη δημιουργία καταλλήλων συνθηκών, κυρίως στην Κρήτη, για δημιουργία επαναστατικού κινήματος, συγκρότηση ενόπλων ομάδων. Σχεδιασμό απαγωγής κλιμακίου της χούντας, όπου θα επραγματοποιείτο στο Ρέθυμνο τον Αύγουστο του 1968, με σκοπό την αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων. Κατηγορούντο επίσης για τον σχεδιασμό και την προετοιμασία κλοπής όπλων από τη Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού στο Πεδίον του Άρεως, για την εκτύπωση και διακίνηση φυλλαδίων στον πολύγραφο της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, ο δε Χαράλαμπος Γεωργακάκης στο ΚΕΠΕ και ο Μιχάλης Παπαδάκης στην ΕΤΕΒΑ».
Στη δίκη τους, που έγινε στο έκτατο στρατοδικείο της Λάρισας, δικάστηκαν όλοι σε πολυετή φυλάκιση. Ο Μπάμπης Γεωργακάκης όμως, συνεχίζει να αντιστέκεται στη χούντα. Στις φυλακές ύψιστης ασφάλειας της Κέρκυρας που κρατείται, μεταφέρεται και ο άλλος μεγάλος αγωνιστής της δημοκρατίας, Σήφης Βαλυράκης. Αποφασίζουν και σχεδιάζουν να αποδράσουν. Τη νύκτα της 19ης Μαΐου 1972 κατορθώνουν να πραγματοποιήσουν το σχέδιο τους, αλλά πηδώντας από τον τοίχο της φυλακής, ο Μπάμπης, δυστυχώς τραυματίζεται και συλλαμβάνεται. Ο Σήφης διαφεύγει και ύστερα από μεγάλη περιπέτεια, κολυμπώντας έφθασε στην Αλβανία. Για τον Μπάμπη που έμεινε πίσω άρχισαν νέες ανακρίσεις, νέα δίκη και επιπρόσθετη φυλάκιση. (απόσπασμα από τη νεκρολογία Στέλιου Πετρουλάκη).
Η μετέπειτα δράση
Ο Γεωργακάκης παρέμεινε στις φυλακές πέντε χρόνια και αποφυλακίστηκε με την «Αμνηστία» του Παπαδόπουλου τον Αύγουστο του 1973. Και συνέχισε τη δράση του.
Διετέλεσε αντιπρόεδρος της επιτροπής για την απομάκρυνση των ξένων βάσεων και ανέπτυξε συνδικαλιστική δράση σε ερευνητικά ιδρύματα (όπως το ΚΕΠΕ). Μεταπολιτευτικά, υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ΠΑΣΟΚ και πολιτεύτηκε με το κόμμα. Εξελέγη βουλευτής Ρεθύμνου το 1981 λαμβάνοντας 6.002 ψήφους. Στη συνέχεια ανέλαβε γενικός γραμματέας του υπουργείου Αιγαίου.
Λίγο πριν πεθάνει, παρουσίασε το βιβλίο του, με τίτλο «Ταραγμένα χωρικά ύδατα».
Η είδηση ότι διαγνώστηκε με καρκίνο είχε θορυβοποιήσει τους φίλους του αλλά εκείνος με την ίδια παλικαριά που αντιμετώπισε χούντα και φυλακές στάθηκε απέναντι στο πρόβλημά του. Πέθανε σε ηλικία 61 ετών στην Αθήνα στις 27 Δεκεμβρίου 2002 και κηδεύτηκε τη μεθεπομένη στην Κοξαρέ.
Εκείνη την ημέρα τιμήθηκε πραγματικά ο μεγάλος αυτός αγωνιστής με τη κοσμοσυρροή που συγκεντρώθηκε να τον αποχαιρετήσει. Και οι εκδηλώσεις πένθους και συμπάθειας ήταν πέρα για πέρα αληθινές.
Εκείνος που νεκρολογώντας τον Γεωργακάκη απέδωσε πραγματικά τον έντιμο χαρακτήρα του ήταν ο Στέλιος Πετρουλάκης. Παραθέτουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα που θεωρούμε ότι αξίζει να τα διαβάσουν οι νεότεροι.
Στην ομιλία του ο πτέραρχος Στ. Πετρουλάκης είπε μεταξύ άλλων για τον φίλο του:
«Tη ζωή και το έργο του Μπάμπη Γεωργακάκη θα τα ξεχώριζα σε δύο μέρη. Στο μέρος εκείνο που όλοι γνωρίζουμε, συζητούμε, μελετούμε και αναλύουμε και για το οποίο είμαστε υπερήφανοι. Τους μεγάλους του αγώνες δηλαδή, κατά της Χούντας και για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα μας. Τις διώξεις, τις φυλακίσεις και τα βασανιστήρια. Αλλά και τους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες του, εντός και εκτός της Βουλής των Ελλήνων.
Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο μεγάλο κομμάτι της ζωής του που μπορεί να παραμένει, αν θέλετε, στη σκιά του πρώτου αλλά, πιστεύω, ότι είναι εξίσου σημαντικό και μεγαλειώδες. Γιατί και σε αυτό το κομμάτι φαίνονται ξεκάθαρα οι αρχές, οι αξίες, η αγωγή, η ανθρωπιά και γενικά ο χαρακτήρας του ανθρώπου. Όλα αυτά τα στοιχεία που του έδωσαν δύναμη, αυτοπεποίθηση, γνώση, ενόραση, πολιτική βούληση, αγάπη για την πατρίδα και κοινωνική ευαισθησία.
Ο Μπάμπης και εγώ γεννηθήκαμε σε δύο χωριά, που απέχουν μεταξύ τους περίπου δύο χιλιόμετρα.
Οι συναντήσεις μας, από το 1955, συνεχίζονταν στο Ρέθυμνο. Μαθητής του πρώτου γυμνασίου εγώ, μαθητής του δεύτερου γυμνασίου ο Μπάμπης. Διαφορετικά γυμνάσια, διαφορετικές τάξεις, αλλά συνηθισμένα τα ανταμώματα στην αυλή, τα διαλείμματα.
Στις συζητήσεις μας τότε, κυριαρχούσε το εθνικό θέμα της Κύπρου. Μας ενθουσίαζαν, μας γοήτευαν θα έλεγα, ο αγώνας των Κυπρίων αδελφών μας και οι ηρωικές πράξεις των αγωνιστών της ΕΟΚΑ. Παράλληλα, μας γέμιζαν με θυμό και αγανάκτηση, οι βάρβαρες εκτελέσεις των ηρώων αγωνιστών, από τους κατακτητές και πολιτισμένους υποτίθεται Βρετανούς.
Μετά το γυμνάσιο οι δρόμοι μας χώρισαν. Χώρισαν γιατί στις υπάρχουσες τότε δύσκολες πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, διαλέξαμε διαφορετικές κατευθύνσεις επαγγελματικού προσανατολισμού. Ο Μπάμπης διάλεξε την ξενιτιά, τη Γερμανία για δουλειά και σπουδές. Εγώ διάλεξα τη Σχολή Ικάρων.
Νέα για τον φίλο μου είχα όταν συνελήφθηκε από τη χούντα. Ένοιωσα απεριόριστο θαυμασμό για τον Μπάμπη και μεγάλη υπερηφάνεια, που είχα την τιμή να είμαι φίλος του. Ο θαυμασμός και η υπερηφάνεια μου μεγάλωσαν, όταν έμαθα από φίλους και συγχωριανούς λεπτομέρειες, για τη δράση του Μπάμπη και των συντρόφων του. Όταν έμαθα ότι μία ομάδα νέων κυρίως ανδρών (Χαρ. Γεωργακάκης, η ψυχή της ομάδας, Νικ. Απανωμεριτάκης, Μιχ. Παπαδάκης, Κων. Σταματάκης και ο μεγαλύτερος τους και πάντοτε παρών στους αγώνες Σήφης Μαμαλάκης) αποφάσισε, από τις πρώτες ημέρες επιβολής της ξενοκίνητης χούντας, να την πολεμήσει».
«Πρόσεχε γιατί σε χρειαζόμαστε»
«Το Σεπτέμβριο του 1973», συνεχίζει ο Πετρουλάκης, «δέχθηκα ένα τηλεφώνημα. Ήταν από τον φίλο μου. Η χαρά απεριόριστη, η συγκίνηση μας απερίγραπτη. Λίγες μέρες πριν είχε αφεθεί ελεύθερος, λόγω της αμνηστίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου. Με λόγια λίγα και ύφος σοβαρό άρχισε να με συμβουλεύει αλλά και να με μαλώνει. «Είσαι τρελός, μου είπε, τι κάνεις πρόσεχε αυτοί είναι αδίστακτοι, θα σε εξαφανίσουν, πρόσεχε, σε χρειαζόμαστε». Θεώρησε, φίλες και φίλοι, καθήκον του να με συμβουλέψει όταν έμαθε για τη συμμετοχή μου στο κίνημα του Ναυτικού με την ομάδα του Στάπα και για τον αγώνα μου, υπέρ του «όχι» στην ψευτοδημοκρατία του Παπαδόπουλου, στα χωριά της περιοχής μας στην Κρήτη.
Το ακόμη συγκινητικότερο ήταν όμως το γεγονός ότι ενώ το Σεπτέμβριο με συμβούλευε να προσέχω, αυτός στις 4 του Νοέμβρη 1973 προκαλεί και πολεμά πάλι τη χούντα. Την ημέρα αυτή παραβρέθηκε μαζί με 15.000 περίπου Δημοκράτες πολίτες στο μνημόσυνο του «Γέρου της Δημοκρατίας», του Γεωργίου Παπανδρέου, στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Ο Μπάμπης κατά τη διάρκεια της επιμνημόσυνης δέησης, γέμισε με προκηρύξεις την περιοχή. Προκηρύξεις που έφερε μαζί του, τοποθετημένες σε θήκες, ραμμένες στο εσωτερικό του παλτού του. Τα μηνύματα των προκηρύξεων, ήταν: Όχι στη συμμετοχή των ψευτοεκλογών του Μαρκεζίνη, όχι στην αρχηγεία της Δημοκρατικής Παράταξης σε παλαιά στελέχη της ΕΚ, ένας είναι ο αρχηγός, ο Ανδρέας Παπανδρέου. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι την περίοδο αυτή πολλά εξέχοντα στελέχη της ΕΚ, ήταν υπέρ της συμμετοχής στις εκλογές παρωδία, του Μαρκεζίνη. Ενώ, απόλυτα αντίθετος ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Πιστός στις ιδέες, τις αρχές και τα οράματα του σοσιαλισμού βρέθηκε πλάι στον Ανδρέα Παπανδρέου. Ήταν ιδρυτικό μέλος του ΠΑΣΟΚ. Διετέλεσε μέλος της κεντρικής του επιτροπής και του τομέα οργανωτικής πολιτικής.
Ήταν ένας από αυτούς που εισηγήθηκαν, και εντάχθηκε στα προγράμματα του ΠΑΣΟΚ, από το 1974, η οργάνωση παλλαϊκής άμυνας στη χώρα, όταν το κίνημα θα γινόταν κυβέρνηση. Μάλιστα, όταν το 1985 ανέλαβε γενικός γραμματέας, στο νεοσύστατο υπουργείο Αιγαίου, αποδέχθηκε τη θέση, αφού πρώτα εξασφάλισε τη σύμφωνη γνώμη του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, στην πρόταση του για εφαρμογή της παλλαϊκής άμυνας.
Σε μία ιστορική σύσκεψη στη Χίο το 1986, αποφασίσθηκε η υλοποίηση του θεσμού της παλλαϊκής άμυνας. Ενός θεσμού ασπίδα για την ασφάλεια,την ανάπτυξη και την ευημερία του Αιγαιοπελαγίτικου χώρου. Η καθιέρωση της όμως απαιτούσε την ύπαρξη νόμου. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ μπορεί να άργησαν, αλλά τελικά με τους νόμους που ψήφισαν, τον 2344/1995 για την πολιτική προστασία και τον 2641/1998 για την παλλαϊκή άμυνα, θεσμοθέτησαν στην ολότητα της την παλλαϊκή άμυνα στη χώρα μας…».
Ο Μπάμπης Γεωργακάκης ποτέ δεν στήριξε τη ζωή του σε ισχύ που του έδινε η στενή φιλία του με προσωπικότητες. Ακόμα και το γεγονός ότι τον εμπιστευόταν τόσο ο Ανδρέας Παπανδρέου που θα μπορούσε να ζει πλουσιοπάροχα βολεμένος, δεν το εκμεταλλεύτηκε. Οι φίλοι και οι σύντροφοι για τον Μπάμπη Γεωργακάκη ήταν θέμα ιερό.
Μερικά ακόμα ενδιαφέροντα μας δίνει ο Στέλιος Πετρουλάκης που σκιαγραφούν τον αγνό ιδεολόγο Μπάμπη Γεωργακάκη. Μας αναφέρει σχετικά:
«Το 1990 παραιτήθηκα από την Πολεμική Αεροπορία, διαμαρτυρόμενος για την επαναφορά από τη ΝΔ αποστράτων Αξιωματικών για την ηγεσία της. Έτσι, ο Μπάμπης και εγώ βρεθήκαμε στα κεντρικά του ΠΑΣΟΚ. Ο Μπάμπης υπεύθυνος του επαρχιακού τύπου και ενημέρωσης, και εγώ στον τομέα κινητοποιήσεων.
Τότε, στο «στρατηγείο» του, στην οδό Σολωμού 13-15, είχα την ευκαιρία να θαυμάσω, το ευρηματικό και επιχειρηματικό του μυαλό. Ο Μπάμπης αντιλήφθηκε αμέσως, ότι για να πετύχει τον στόχο του, έπρεπε να παρέχει ταχύτατα, ειδήσεις στον επαρχιακό τύπο και στους αναπτυσσόμενους, τότε, σε όλη την Ελλάδα, ραδιοφωνικούς σταθμούς. Από πολύ νωρίς λοιπόν το πρωί συνέτασσε, μαζί με τους συνεργάτες του, δελτία ειδήσεων τα οποία έστελνε, σε όλους τους φιλικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς και σε κάθε γωνιά της χώρας, με ένα πολυφάξ. Με τον τρόπο αυτόν είχε καταφέρει, από νωρίς το πρωί, κάθε μέρα, να ακούγεται η φωνή του ΠΑΣΟΚ, σαν αντιπολίτευση και τότε, σε όλα τα μήκη και πλάτη της Ελλάδας.
Σχεδίαζε μάλιστα τη δημιουργία ραδιοφωνικού σταθμού του Κινήματος για την αναμετάδοση των ειδήσεων του σε όλη την Ελλάδα μέσω των συνεργαζόμενων ραδιοφωνικών σταθμών της επαρχίας…».
Αυτός ήταν ο Μπάμπης Γεωργακάκης που παραμένει ξεχασμένος αν και υπήρξε από τους σπουδαιότερους αντιστασιακούς.
Ο σπουδαίος αεροπόρος Στέλιος Πετρουλάκης
Και πώς να παραλείψουμε από το αφιέρωμά μας αυτό, τον ίδιο τον Στέλιο Πετρουλάκη από τους γενναίους υπερασπιστές της Δημοκρατίας.Υπήρξε αεροπορικός ακόλουθος του Ανδρέα Παπανδρέου για πολλά χρόνια. Ήταν αυτός που με οδηγίες του Ανδρέα έβαλε τα θεμέλια για το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα ως Διοικητής Αεροπορίας της Κύπρου.
Ο Στέλιος Πετρουλάκης γεννήθηκε στον Άγιο Βασίλειο Ρεθύμνου. Υπήρξε σπουδαίος αεροπόρος με πάνω από 5.000 ώρες πτήσης πάνω από το Αιγαίο, καταδιώκοντας όσους παραβίαζαν τον εθνικό εναέριο χώρο.
Είχε κι αυτός το θάρρος της γνώμης του να λέει αυτό που σκέπτεται. Και είναι χαρακτηριστικό το γεγονός που συνέβη στο Ηράκλειο παρόντος του περίφημου οπλαρχηγού Μανόλη Μπαντουβά. Ένα γεγονός επίκαιρο με τη σημερινή επέτειο.
Διηγείται ο ίδιος ο Πετρουλάκης:
«Μάιο του 1975 ως επικεφαλής σμήνους αεροσκαφών μετασταθμεύσαμε στο αεροδρόμιο Ηρακλείου, για μερικές μέρες. Είχα την τύχη και την τιμή να έλθει στο αεροδρόμιο ο καπετάν Μανώλης Μπαντουβάς, με τρεις παλιούς συναγωνιστές – φίλους του. Ήλθε να δει και να ενημερωθεί για τα αεροπλάνα.
Γνωρίζοντας ότι με τον πατέρα μου ήταν φίλοι, του είπα τίνος γιος είμαι. Χάρηκε πολύ, με αγκάλιασε κι` ύστερα από τις χαρές και τα φιλιά με κάλεσε να με κεράσει έξω στην πόλη, το βράδυ.
Αργότερα πίνοντας ρακές, στην πλατεία Ελευθερίας, ο καπετάν Μανώλης, η παρέα του κι εγώ, μιλήσαμε για πολλά, αλλά κυρίως για τη δικτατορία. Οι άλλοι, εκτός τον καπετάνιο, κατηγορούσαν όλους τους στρατιωτικούς και μένα για την επιβολή της δικτατορίας. Προσπάθησα να τους πείσω ότι δεν ήταν όλοι οι αξιωματικοί υπεύθυνοι για τη χούντα. Δεν ήμασταν όλοι επίορκοι. Μάλιστα τους ανάφερα γνωστά ονόματα αντιστασιακών αξιωματικών και τα αντιδικτατορικά κινήματα στα οποία αυτοί συμμετείχαν.
Συνεχίζοντας και περνώντας στην επίθεση τους ρώτησα, τι έκαναν οι άλλοι πολίτες για να ρίξουν, στην αρχή και πριν την εδραίωση της, τη χούντα. Τι έκαναν οι άλλες κοινωνικές ομάδες και ηγεσίες, πνευματική, εκκλησιαστική, δικαστική κ.λπ. της χώρας. Τι έκαναν οι ίδιοι. Τι έκανε ο καπετάνιος, που με το κύρος του θα μπορούσε να ξεσηκώσει τους Ηρακλειώτες από την πλατεία και στη συνέχεια όλους τους Κρητικούς και να σώσουν τη Δημοκρατία.
Το τελευταίο έπεσε σαν κεραυνός και οι φίλοι ξεκίνησαν οργισμένα να μου φωνάζουν και να ρωτούν, πώς τολμώ να μιλώ για τον καπετάνιο. Να μιλώ για τον καπετάν Μανόλη Μπαντουβά. Ο οποίος όλη τη διάρκεια της έντονης συζήτησης έμενε αμίλητος, με το κεφάλι στηριγμένο στην παλάμη του και τον αγκώνα του ίδιου χεριού στο γόνατό του.
Ξαφνικά, σηκώνει το περήφανο κεφάλι του απάνω και λέει δυνατά και επιτακτικά. Πάψτε, έχει δίκιο το κοπέλι, δηλαδή εγώ…».
Αξίζει σε κάθε επέτειο να θυμόμαστε και τους σεμνούς αγωνιστές της δημοκρατίας. Και να τους αναφέρουμε. Είναι χρέος μας η διατήρηση της μνήμης, ιδιαίτερα τώρα που οι νέοι μας μεγαλώνουν χωρίς πρότυπα κι εμείς θα πρέπει να απολογούμεθα συνέχεια για τα λάθη της γενιάς μας και να μετανιώνουμε φρικτά.