Στον νότιο μακεδονικό κάμπο, στις Αιγιές, 80 km ΝΑ της Θεσσαλονίκης, στις υπώρειες των Πιερίων Ορέων, έγινε το 1977 μια από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις όλων των εποχών, των Βασιλικών Τάφων, από τον αείμνηστο Ανδρόνικο.
Κατά τον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ. η περιοχή της Πιερίας και της Βοττιαίας, ΒΑ της Ημαθίας σε όλη τη βαλτώδη πεδινή περιοχή μεταξύ των ποταμών Λουδία, Αλιάκμονα και Αξιού, δηλαδή την περιοχή γύρω από τη λίμνη των Γιαννιτσών, γνωστή ως Βασίλειο των Μακεδόνων, κυριαρχείτο από Ιλλυρικές φυλές, που δημιούργησαν μια στρατηγική βάση στη θέση των μετέπειτα Αιγών. Όταν, στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. τοπικές Θρακικές και Παιονικές φυλές επαναστάτησαν, οι Ιλλυριοί αποσύρθηκαν. Το 650 π.Χ. περίπου, οι Αργεάδες, ένας αρχαίος Ελληνικός βασιλικός οίκος με αρχηγό τον Περδίκκα τον Α’, έφυγαν από το Άργος και ίδρυσαν την πρωτεύουσά τους στις Αιγές, που ταυτίζονται με τη σημερινή Βεργίνα. Ταυτόχρονα ίδρυσαν το Βασίλειο της Μακεδονίας. Από τις Αιγές απλώθηκαν στην κεντρική Μακεδονία και μετατόπισαν τον τοπικό πληθυσμό των Πίερων.
Η περιοχή της σημερινής Βεργίνας, η οποία κατοικούνταν από τους Πίερες, έμεινε ακατοίκητη μέχρι τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. Το 413 π.Χ. ο βασιλιάς Αρχέλαος ο Α’ (413-399 π.Χ.) μετέφερε την πρωτεύουσα του κράτους από τις Αιγές στην Πέλλα, η οποία την εποχή εκείνη ήταν κοντά στη θάλασσα. Σήμερα λόγω των προσχώσεων τεσσάρων ποταμών (Αλιάκμονα, Λουδία , Αξιού, Γαλλικού), η Πέλλα βρίσκεται μακριά από τη θάλασσα.
Οι Αιγές παρέμειναν ένα σπουδαίο τελετουργικό κέντρο, αλλά έχασαν τη γιορτή προς τιμήν του Δία, που άρχισε πλέον να τελείται στο Δίον. Οι Αιγές συνέχισαν να ακμάζουν ακόμη και μετά τις επιδρομές του 3ου αιώνα π.Χ. Νεότερες ανασκαφές υποδεικνύουν ότι κατοικούνταν ακόμη και τον 1ο αιώνα μ.Χ.
Ο πλούτος των ευρημάτων στις Αιγιές είναι πολύ σημαντικός και σπάνιας αρχαιολογικής και ιστορικής σημασίας. Το 1993, περίπου 16 χρόνια μετά, κατασκευάστηκε στον χώρο το μουσείο της Βεργίνας. Είναι υπόγειο έτσι ώστε να εγκιβωτίζει και να προστατεύει τα αρχαία μνημεία, διατηρώντας σταθερές τις συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας, και αποτελεσματική προστασία από τις καιρικές συνθήκες, προϋποθέσεις απαραίτητες για τη διάσωση των τοιχογραφιών (Εικόνα 1).
Το κτίριο αυτό εξωτερικά έχει τη μορφή χωμάτινου τύμβου, ενώ στο εσωτερικό του βρίσκονται τέσσερις τάφοι και το Ηρώον, ένας μικρός ναός αφιερωμένος στο Βασιλιά Φίλιππο Β’ των Μακεδόνων και εκτίθενται από το Νοέμβριο του 1997 οι θησαυροί που βρέθηκαν μέσα στους Βασιλικούς Τάφους (Εικόνα 2).
Η εκθαμβωτική χρυσή λάρνακα, ένα από τα πολυτιμότερα ευρήματα του αρχαίου κόσμου και το εντός αυτής βαρύτιμο χρυσό στεφάνι ενίσχυσαν την άποψη ότι ο τάφος ήταν βασιλικός, όπως ανέφερε ο Ανδρόνικος (Εικόνα 3).
Ο πλούτος των ευρημάτων, αν και μικρότερος και ήσσονος σημασίας αυτών του Μινωικού πολιτισμού, ενισχύεται σημαντικά από την μεγαλοπρεπή εμφάνιση του μουσείου. Ως αποτέλεσμα, η επικράτεια των Μακεδόνων βασιλέων, ο τόπος του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου, της Ευρυδίκης και της Ολυμπιάδας, ανακηρύχθηκαν το 1996, μόλις τρια έτη μετά την κατασκευή του μουσείου της Βεργίνας, ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco. Αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση.
*Ο Ανδρέας Ν. Αγγελάκης είναι επίτιμο μέλος και Distinguished Fellow της IWA (Παγκόσμιας Εταιρείας Νερού)