Η Αθήνα είναι η πόλη με μακραίωνη και τη λαμπρότερη ιστορία της στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, που κατοικείται συνεχώς πάνω από πέντε χιλιάδες χρόνια. Έγινε η ηγετική πόλη της αρχαίας Ελλάδας στην πρώτη χιλιετία π.Χ., ενώ τα πολιτιστικά της επιτεύγματα κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ. έθεσαν τα θεμέλια ολόκληρου σχεδόν του δυτικού πολιτισμού.
Η ιστορία της αρχαίας Αθήνας ξεκίνησε ουσιαστικά από την ύστερο-Νεολιθική περίοδο, ως ένας οικισμός στο λόφο της Ακρόπολης στα μισά περίπου μεταξύ της 4ης και της 3ης χιλιετίας, δηλαδή λίγο πριν την εμφάνιση του Μινωικού πολιτισμού. Η Ακρόπολη διέθετε σημαντική φυσική αμυντική θέση και ο οικισμός από αυτή τη θέση της αυτή, εξουσίαζε και τις γύρω πεδινές περιοχές (Εικ. 1).
Η αρχαϊκή Αθήνα κάλυπτε μικρή περιοχή σε σχέση με τη σύγχρονη Αθήνα, που τα τείχη της προστάτευαν έκταση περίπου 2 km2, με την Ακρόπολη να βρίσκεται λίγο νοτιότερα από το κέντρο της πόλης. Η αρχαία Αγορά, που αποτελούσε το εμπορικό και κοινωνικό κέντρο της πόλης, βρισκόταν περίπου 400 m βόρεια της Ακρόπολης, εκεί που βρίσκεται σήμερα το Μοναστηράκι.
Τον ca 8ο π.Χ. αιώνα η Αθήνα άρχισε να αναπτύσσεται εκ νέου, λόγω της κεντρικής και ασφαλούς θέσης της στον Ελλαδικό χώρο, που εξασφάλιζε πρόσβαση στη θάλασσα και της παρείχαν φυσικό πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων πόλεων, δηλαδή της Θήβας και της Σπάρτης. Έτσι έγινε μια κυρίαρχη πόλη-κράτος της Ελλάδος. Οι βασιλείς της Αθήνας ήταν οι επικεφαλής μιας αριστοκρατίας, που είχε στα χέρια της την ιδιοκτησία της γης και ήταν γνωστοί ως «Ευπατρίδες». Συγκροτούσαν ένα όργανο εξουσίας, που ονομαζόταν «Συμβούλιο» και συνεδρίαζε στο λόφο του Άρη, που ονομαζόταν «Άρειος Πάγος» (Μπαβέας, 2013). Το όργανο αυτό όριζε το δήμαρχο της πόλης, τους άρχοντες και τον στρατηγό (δηλαδή τον αρχηγό του στρατεύματος), ενώ αποτελούσε και το ανώτατο δικαστήριο. Την ίδια περίοδο η Αθήνα κατόρθωσε να συμμαχήσει με πολλές άλλες ελληνικές πόλεις-κράτη, δημιουργώντας τη μεγαλύτερη και πλουσιότερη πόλη-κράτος της ηπειρωτικής Ελλάδος.
Τον ca 7ο αιώνα π.Χ. έγινε μεγάλη κοινωνική αναταραχή και ο Άρειος Πάγος διόρισε το Δράκωνα για να συντάξει την πρώτη νομοθεσία, αφού μέχρι τότε ίσχυαν οι άγραφοι νόμοι του Άρειου Πάγου. Οι «νόμοι του Δράκωνα» ήταν πολύ αυστηροί, με αποτέλεσμα o Άρειος Πάγος υπό την πίεση των πολιτών να καλέσει το Σόλωνα με σκοπό να δημιουργήσει το πρώτο σύνταγμα της Αθήνας (το 594 π.Χ.). Με τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, η οικονομική ισχύς των Ευπατρίδων μειώθηκε, με την κατάργηση της δουλείας ως τιμωρίας για χρέη, τον αναδασμό μεγάλων αγροτικών εκτάσεων και την ανάπτυξη του εμπορίου και της οικονομίας, ενώ εμφανίστηκε μια νέα «αστική οικονομική τάξη». Πολιτικά, ο Σόλων διαχώρισε τους Αθηναίους σε τέσσερις τάξεις, ανάλογα με τον πλούτο τους και την ικανότητά τους να εκτελούν στρατιωτικές υπηρεσίες. Η φτωχότερη τάξη ήταν οι Θήτες, που αποτελούσαν και την πλειοψηφία του πληθυσμού της Αθήνας. Με τους νόμους του Σόλωνα, οι Θήτες απέκτησαν για πρώτη φορά πολιτικά δικαιώματα και μπορούσαν να ψηφίσουν στην Εκκλησία του Δήμου, αλλά δεν μπορούσαν να έχουν πολιτικά αξιώματα. Δεδομένου ότι τότε η Αθήνα, όπως και η ευρύτερη περιοχή της Αττικής, είχαν μικρή διαθεσιμότητα υδατικών πόρων, οι Νόμοι του Σόλωνα πρόβλεπαν την ορθολογική (και μη αλόγιστη) χρήση του νερού. Συγκεκριμένα προβλεπόταν σε γενικές γραμμές ότι: (α) Κάτοικοι σε ακτίνα 4 σταδίων (710 m) είχαν δικαιώματα νερού από κάποιο πηγάδι της περιοχής. (β) Εάν το πηγάδι ήταν σε μεγαλύτερη απόσταση θα έπρεπε να ανοιχτεί άλλο πηγάδι µε ιδιωτικά μέσα. (γ) Κάθε πολίτης εδικαιούτο ποσότητα 39 L νερού κάθε μέρα, που το λάμβαναν από γειτονικό πηγάδι. (δ) Τα πηγάδια σε μια περιοχή έπρεπε να μην είναι πλησιέστερα από 22 m το ένα από το άλλο και να είναι βάθους μέχρι 18 m. Και (ε) υπήρχε υπεύθυνος δημόσιος υπάλληλος για τη διαχείριση των πηγών νερού και επιβολή προστίμων για ρύπανση νερού ή άλλες παρανομίες. Αρχαία πηγάδια, που ανασκάφτηκαν στο κέντρο της Αθήνας στο πλαίσιο της κατασκευής του νέου Μετρό στο τέλος του περασμένου αιώνα, φαίνονται στην Εικόνα 2.
Το σύνταγμα του 594 π.Χ. και οι μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, έβαλαν τα θεμέλια για τη δημιουργία της αθηναϊκής δημοκρατίας, αλλά δυστυχώς δεν μπόρεσαν να αποφύγουν τις κοινωνικές συγκρούσεις. Έτσι, μετά από 20 χρόνια αναταραχών, το δημοκρατικό κόμμα υπό την ηγεσία του Πεισίστρατου, εξαδέλφου του Σόλωνα, κατέλαβε την εξουσία το 541 π.Χ.
Ο Πεισίστρατος, αν και απέκτησε την εξουσία με τη βία (γι’ αυτό και είναι γνωστός με το όνομα τύραννος), ήταν στην πραγματικότητα ένας πολύ δημοφιλής ηγεμόνας, που έκανε την Αθήνα πλούσια, ισχυρή, κέντρο πολιτισμού, ενώ στα χρόνια του εγκαθιδρύθηκε και η αθηναϊκή ναυτική υπεροχή της στο Αιγαίο. Ο Πεισίστρατος διατήρησε μεν το σύνταγμα του Σόλωνα, αλλά αυτός και η οικογένειά του συγκέντρωσε όλα τα ανώτατα κρατικά αξιώματα.
Επί εποχής του κατασκευάστηκε το γνωστό Πεισιστράτειο υδραγωγείο, με το οποίο αντιμετωπίστηκε επιτυχώς το οξύ πρόβλημα της λειψυδρίας, που αντιμετώπιζε μέχρι τότε η Αθήνα. Κατασκευάστηκε τον 6ο -5ο αιώνα π. Χ. Έχει μήκος 10 km (με το καταληκτικό τμήμα), τροφοδοτείται από πηγές του Υμηττού και έχει μέγιστο βάθος 14 m. Υπήρχε υδρομαστευτική σήραγγα, που φαίνεται στην Εικόνα 3α, όπου επίσης φαίνονται η υδρομάστευση και σήραγγα ύψους 6 m, που προέκυψε από εκβάθυνση του πυθμένα, εξαιτίας πτώσης της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα (Angelakis and Koutsoyiannis, 2003). Επίσης, τμήμα του δευτερεύοντος δικτύου διανομής φαίνονται στις Εικόνα 3β, που καταλήγει σε κρήνες. Το υδραγωγείο αρδεύει τον Εθνικό Κήπο από το 1875 μέχρι σήμερα.
Μετά το θάνατο του Πεισίστρατου το 527 π.Χ., τον διαδέχθηκαν οι υιοί του Ιππίας και Ίππαρχος, που αποδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων. Έτσι, το 514 π.Χ. ο Ίππαρχος δολοφονήθηκε από τους «τυρρανοκτόνους«, τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτωνα. Η διακυβέρνηση της πόλης-κράτους από τον Ιππία, που ήταν εξαιρετικά αντιδημοφιλής, ανατράπηκε το 510 π.Χ. με τη συνδρομή Σπαρτιατών. Στη συνέχεια, την εξουσία ανέλαβε ο Κλεισθένης ο Αθηναίος (ca 570-507 π.Χ.), ένας πολιτικός με αριστοκρατική καταγωγή, αλλά με ριζοσπαστικές πολιτικές ιδέες, που θεωρείται ο θεμελιωτής της δημοκρατίας στην Αρχαϊκή Αθήνα (Angelakis and Koutsoyiannis, 2003).
Το 508-507 π.Χ. ο Κλεισθένης έθεσε τις βάσεις για τη δημοκρατική μεταρρύθμιση της Αθήνας. Αντικατέστησε τις παραδοσιακές τέσσερις φυλές της Αθήνας με 10 νέες φυλές, που πήραν το όνομά τους από αντίστοιχους θρυλικούς ήρωες, που δεν είχαν ως βάση τις κοινωνικές τάξεις. Κάθε φυλή χωριζόταν σε τρεις υπο-φυλές, και κάθε μια από αυτές είχε έναν ή περισσότερους δήμους, ανάλογα με τον πληθυσμό της, που αποτελούσαν τη βάση της τοπικής εξουσίας. Κάθε φυλή εξέλεγε 50 αντιπροσώπους στη Βουλή, ένα πολιτικό όργανο, που λειτουργούσε σε καθημερινή βάση. Κάπως έτσι άρχισε να γεννιέται και να εδραιώνεται η δημοκρατία στην Αθήνα.
Βιβλιογραφία
Angelakis, A. N. and Koutsoyiannis, D., (2003). Urban Water Resources Management in Ancient Greek Times. The Encycl. of Water Sci., Markel Dekker Inc., (B.A. Stewart and T. Howell, Eds.), Madison Ave. New York, N.Y., USA, pp. 999-1007.
Μπαβέας, Χ. (2013). Μπαβέας, Χ. (2013). Ιστορικά Στοιχεία Αρείου Πάγου. https://www.areiospagos.gr/history.htm
Η Αρχαία Ελλάδα (ca 750-31 π.Χ.)
Η γένεση του Ελληνικού έθνους άρχισε το 776 π.X., μετά τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες, όταν η ιδέα ενός κοινού έθνους μεταξύ των Ελληνόφωνων φυλών μεταφράσθηκε για πρώτη φορά σε μια κοινή πολιτιστική εμπειρία. Η αρχαϊκή περίοδος άρχισε το ca 750 π.Χ. μέχρι τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. και ακολούθησε η Κλασική περίοδος μέχρι το θάνατο του Αλεξάνδρου Γ’ (Μέγα Αλεξάνδρου) το 323 π.Χ. Μερικοί συγγραφείς προτιμούν να χωρίζουν αυτή την περίοδο από το τέλος των Περσικών πολέμων μέχρι το θάνατο του Μέγα Αλεξάνδρου. Τότε τέθηκαν τα πρότυπα βάσει του Ελληνικού πολιτισμού. Η επόμενη περίοδος του Ελληνικού πολιτισμού, η Ελληνιστική, άρχισε μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου. Ονομάστηκε έτσι γιατί συντελέστηκε μερικός εξελληνισμός πολλών μη Ελληνικών πολιτισμών και διήρκεσε μέχρι την κατάκτηση της Αιγύπτου από τη Ρώμη περίπου το ca 31 π.Χ.
Οι Έλληνες της Κλασικής περιόδου ανήκαν σε ένα κοινό Ελληνικό γένος και η πρωταρχική τους αφοσίωση ήταν προς την πόλη τους. Έτσι, δεν έβλεπαν τίποτα το ανάρμοστο να πολεμούν συχνά με άλλες Ελληνικές πόλεις-κράτη για να υπερασπίζονται την πόλη τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο Πελοποννησιακός πόλεμος, ο ευρείας κλίμακας Ελληνικός εμφύλιος πόλεμος μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης και των συμμάχων τους. Κατά την άποψη ορισμένων ιστορικών οι περισσότερες από τις αντιμαχόμενες Ελληνικές πόλεις-κράτη συνενώθηκαν υπό το λάβαρο των πανελλήνιων ιδανικών του Μέγα Αλεξάνδρου. Μετά την μάχη στον Γρανικό ποταμό το 334 π.Χ., στη βορειοδυτική πλευρά της Μικράς Ασίας και αυτή στον κόλπο της Ιασσού στην Τουρκία το 333 π.Χ., συνέχισε με τη μάχη των Γαυγαμήλων ή μάχη των Αρβήλων. Ήταν η τελευταία, μεγαλύτερη και πιο αποφασιστική μάχη του Μέγα Αλεξάνδρου κατά του Δαρείου Γ’ Κοδομανού το 331 π.Χ. Χάρη σε αυτήν ο Αλέξανδρος έκαμψε την τελευταία αντίσταση του μεγάλου βασιλέα στην πορεία του για την κατάληψη της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών. Κατέχοντας ο Αλέξανδρος τα παράλια της Αν. Μεσογείου και έχοντας εξουδετερώσει τον περσικό στόλο, ήταν έτοιμος να περάσει στη Μεσοποταμία (Warry, 2011). Συνέχισε μέχρι το Πακιστάν και Τατζικιστάν, εξαπλώνοντας τον Ελληνικό πολιτισμό με τη δημιουργία αποικιών και εμπορικών δρόμων κατά μήκος της διαδρομής.
Η αυτοκρατορία του Μέγα Αλεξάνδρου υπέστη πλήγμα μετά το θάνατό του, αλλά οι πολιτιστικές επιπτώσεις της διάδοσης του Ελληνισμού στη Μέση Ανατολή και την Ασία επρόκειτο να αποδειχθούν μακροχρόνιες, καθώς τα Ελληνικά έγιναν η lingua franca, θέση που διατήρησαν ακόμη και στη Ρωμαϊκή εποχή. Πολλοί Έλληνες εγκαταστάθηκαν σε Ελληνιστικές πόλεις, όπως η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια και η Σελεύκεια. Μετά από δύο χιλιάδες χρόνια υπάρχουν ακόμη κοινότητες στο Πακιστάν και στο Αφγανιστάν, όπως οι Καλάς, που υποστηρίζουν την Ελληνική καταγωγή τους.
Κατά την Ελληνιστική περίοδο (ca 323-31 π.Χ.) οι Έλληνες μετακινούντο προς μεγαλύτερες πόλεις και μειώθηκε η σημασία της πόλης-κράτους. Σημαντικός παράγοντας για τη διατήρηση της Ελληνικής ταυτότητας υπήρξε η επαφή με βαρβαρικούς (μη Ελληνικούς λαούς), που ενισχύθηκε στο νέο κοσμοπολίτικο περιβάλλον των πολυεθνικών Ελληνιστικών βασιλείων. Αυτό οδήγησε στην έντονη επιθυμία μεταξύ των Ελλήνων να διασφαλίσουν τη διάδοση της Ελληνιστικής παιδείας στην επόμενη γενιά. Η επιστήμη και η τεχνολογία έφθασαν στο αποκορύφωμά τους κατά την Ελληνιστική περίοδο. Στο Ινδοελληνικό και το Ελληνικό βασίλειο της Βακτριανής διαδόθηκε ο Ελληνοβουδισμός και Έλληνες ιεραπόστολοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διάδοσή του στην Κίνα. Οι Έλληνες της Αλεξάνδρειας της Εσχάτης έγιναν γνωστοί στους Κινέζους ως Νταγιουάν.
Η διατροφή των αρχαίων Ελλήνων βασιζόταν στα κύρια γεωργικά προϊόντα της αρχαίας Ελλάδας, όπως το κριθάρι, το σιτάρι, το κρασί, το λάδι και οι ελιές. Στην Αττική παραγόταν επίσης μέλι και σύκα, που ήταν το πιο εκλεκτό φρούτο για τους αρχαίους. Τα δημητριακά αποτελούσαν την κύρια βάση της διατροφής τους. Όμως, τόσο το σιτάρι όσο και το κριθάρι δεν ήταν σε αφθονία για τους Αθηναίους, έτσι αναγκάζονταν να εισάγουν από άλλα μέρη. Το πιο συνηθισμένο καθημερινό ψωμί ήταν κρίθινο και ονομαζόταν μάζα. Στη ζύμη του ψωμιού έβαζαν διάφορα καρυκεύματα, όπως μάραθο, δυόσμο και μέντα. Ακόμα, οι αρχαίοι Έλληνες φρόντιζαν τα τραπέζια να είναι πλούσια να έχουν ψωμί, γλυκίσματα, φρούτα, ελιές, πίτες, κρέατα, χορταρικά και φυσικά και από άφθονο κρασί.