Οι ελλείψεις σε υποδομές, οι ανεπαρκείς δαπάνες και οι κοινωνικές ανισότητες δημιουργούν ένα ασφυκτικό περιβάλλον, στην καρδιά του οποίου αναζητείται η ανάγκη για εύρεση ενός τρόπου που θα διασφαλίζει όχι μόνο περισσότερα χρόνια ζωής, αλλά και καλύτερη ποιότητα στα χρόνια αυτά
Σε μία βαθιά και ανησυχητική κρίση βρίσκεται η δημόσια υγεία στην Ελλάδα, καθώς παρότι έχει αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες το προσδόκιμο ζωής, η ποιότητα που χαρακτηρίζει τα επιπλέον χρόνια που ζούμε υποβαθμίζεται σημαντικά. Τα ελάχιστα, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χρήματα που δαπανώνται για την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, η έλλειψη μακροχρόνιων δομών φροντίδας και αξιόπιστων ιατρικών κέντρων κοινωνικής μέριμνας, ο κοινωνικός αποκλεισμός και η παραμέληση των ηλικιωμένων, τα υψηλά ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας και οι ψυχικές διαταραχές είναι μερικοί από τους παράγοντες που στερούν σε πολλούς ανθρώπους την αξιοπρέπεια, τόσο στη ζωή όσο και στον θάνατο και μειώνουν την ευημερία των πολιτών, σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και των επίσημων στατιστικών της Eurostat. Παρότι ο Έλληνας πολίτης ξοδεύει σημαντικά χρήματα για την υγεία του, τα δεύτερα περισσότερα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι ανάγκες του δεν ικανοποιούνται, με σχεδόν το 9% των ασθενών να μην εξυπηρετούνται αποτελεσματικά από το υπάρχον σύστημα υγείας.
Παρά το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής συγκριτικά με τον αντρικό πληθυσμό, οι γυναίκες στην Ελλάδα έχουν μικρότερη ανθεκτικότητα απέναντι στις μεταβολές των καιρών, καθώς εμφανίζονται περισσότερο ευάλωτες απέναντι σε κρίσεις, προβλήματα και δυσκολίες, υιοθετώντας έναν σαφώς πιο επιβαρυμένο ρόλο στην καθημερινή ζωή, σύμφωνα με όσα δήλωσε στα «Ρ.Ν.» ο Χρήστος Λιονής, καθηγητή Γενικής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης. «Οι γυναίκες παρότι έχουν υψηλό προσδόκιμο επιβίωσης έχουν αρκετά προβλήματα επιβάρυνσης, άρα υφίστανται σε μεγαλύτερο βαθμό τις συνέπειες πολλών κρίσεων και τις συνέπειες του στρες, το οποίο αποτελεί ένα πολύ μεγάλο προσδιοριστικό παράγοντα της υγείας και πολλών ασθενειών ψυχικών και σωματικών», σημείωσε ο κ. Λιονής, με βάση τα αποτελέσματα έρευνας που διεξήχθη σε πανελλαδικό επίπεδο, βασισμένα στην κλίμακα συνοχής του Αντονόφσκι.
Το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα για το 2022 είναι ισοδύναμο με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ωστόσο η χώρα βρίσκεται χαμηλότερα στους δείκτες, από τις περισσότερες Νότιες και Δυτικές ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ. «Είμαστε αρκετά πίσω από αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες στο προσδόκιμο επιβίωσης, λίγο πάνω από το μέσο όρο, περίπου στα 80,7 χρόνια. Μπορούμε να πούμε ότι ξεπερνάμε τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, αλλά έχουμε τρία χρόνια διαφορά από την Ισπανία, την Μάλτα και ακόμα και την Κύπρο, που έχει καλύτερο προσδόκιμο επιβίωσης. Ανεβήκαμε μετά την πανδημία, αλλά το προσδόκιμο επιβίωσης είναι αρκετά χρόνια πίσω», ανέφερε ο κ. Λιονής. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το προσδόκιμο ζωής μειώθηκε κατά 1,5 έτος, με τον κορονοϊό να ευθύνεται για το 4% των συνολικών θανάτων στη χώρα. «Ακόμα και αν οι Έλληνες βρίσκονται στον Ευρωπαϊκό μέσο όρο και παρότι συγκριτικά με άλλες χώρες έχουν μείνει πίσω, στο παρελθόν η Ελλάδα ήταν ανάμεσα στις χώρες με το υψηλότερο προσδόκιμο επιβίωσης ιδιαίτερα στις γυναίκες, αλλά τώρα έχει κατρακυλήσει», συμπλήρωσε.
«Αυτή τη στιγμή ο φτωχός δίνει πολλά χρήματα για την υγεία του και φυσικά δεν την έχει»
Ιστορικά, τα χρήματα που ξοδεύει η Ελλάδα για τις δαπάνες στο δημόσιο σύστημα υγείας είναι χαμηλότερα από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, με τη χώρα το 2021 να ξοδεύει το 9,6% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της για την υγεία, σε σύγκριση με το 11% που ξοδεύουν οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά μέσο όρο. Ωστόσο, η Ελλάδα ξοδεύει συγκριτικά λιγότερα από τα μισά χρήματα. «Δίνουμε λίγα χρήματα για την κοινωνική φροντίδα, αλλά εξακολουθεί το μεγαλύτερο μέρος του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος να πηγαίνει στη δευτεροβάθμια φροντίδα υγείας και όχι στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας ή στην κοινωνική φροντίδα. Αυτά είναι ζητήματα προτεραιοτήτων. Η πολιτική υγείας έχει πολύ δρόμο μπροστά να καλύψει», σημείωσε ο κ. Λιονής.
Πάνω από τα δύο πέμπτα των δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη στην Ελλάδα αφορούσαν το 2021 την ενδονοσοκομειακή φροντίδα, καταλαμβάνοντας το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ μετά την Κύπρο και τη Ρουμανία, την ώρα που ο μέσος όρος της ΕΕ βρίσκεται στο 28%. Δεδομένου ότι οι δαπάνες στην Ελλάδα για την υγεία είναι σχετικά χαμηλές, τα εξωτερικά ιατρεία και τα φαρμακευτικά και ιατρικά βοηθήματα, απορροφούν το 30% των δαπανών για την υγεία, που είναι πολύ υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, που βρίσκεται στο 18%. «Η Ελλάδα παρόλο που βρίσκεται σε χαμηλό επίπεδο, με τις κατά κεφαλήν δαπάνες να βρίσκονται κατά το ήμισυ της Ε.Ε., θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει τη μεγάλη επιβάρυνση που έχουν τα φτωχά νοικοκυριά. Αυτή τη στιγμή ο φτωχός ξοδεύει πάρα πολλά χρήματα για την υγεία του και φυσικά δεν την έχει. Η φτώχεια σήμερα και οι ανισότητες στον χώρο της υγείας αποτελούν το μεγάλο θέμα για την Ελλάδα, γιατί τα ζητήματα της κοινωνικής δικαιοσύνης αλίμονο και αν δεν συζητούνται και δεν εξετάζονται στον χώρο της υγείας».
Παρά τη σταθερή μείωση από το 2016, το ποσοστό στην Ελλάδα των ιατρικών αναγκών που δεν ικανοποιήθηκαν, εξαιτίας του κόστους, της απόστασης ή του χρόνου αναμονής στα νοσοκομεία παραμένει σταθερά πολύ πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ. Σύμφωνα με την έρευνα EU-SILC, το 2022 ήταν το δεύτερο υψηλότερο μεταξύ των ευρωπαϊκών μελών με 9% έναντι 2,2% σε ολόκληρη την ΕΕ. «Μελέτη της κομισιόν για το 2020-2022 αμέσως μετά την πανδημία, απέδειξε ότι η Ελλάδα ξοδεύει πάρα πολύ λίγα χρήματα, τα λιγότερα από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες για δομές μακροχρόνιας φροντίδας, που σημαίνει ότι τα άτομα με αναπηρία ή με πολλαπλή νοσηρότητα ουσιαστικά δεν υπάρχουν δομές για να τα φροντίσουν. Η Ελλάδα έχει λίγες δομές, πάρα πολλές στον ιδιωτικό τομέα, τις οποίες ουσιαστικά δεν τις παρακολουθεί το υπουργείο Υγείας», συμπλήρωσε ο κ. Λιονής.
Ηλικιωμένοι, αξιοπρέπεια και χρόνια νοσήματα
Ιδιαίτερα δύσκολη είναι η κατάσταση για τους ηλικιωμένους στη χώρα, οι οποίοι παρότι ζουν περισσότερο, χάνουν την κινητικότητά τους αρκετά νωρίς, γεγονός που οδηγεί σε κοινωνικούς αποκλεισμούς και επιβάρυνση της ψυχικής υγείας, σύμφωνα με τον κ. Λιονή. «Οι ηλικιωμένοι στην Ελλάδα πλέον δεν είναι δραστήριοι. Ο ηλικιωμένος υφίσταται πολύ γρήγορα την κοινωνική απομόνωση, δεν είναι πλέον δραστήριος, αυτό επηρεάζει πάρα πολύ την υγεία του και την εξέλιξη των χρόνιων νοσημάτων που έχει, άρα εγκαθίσταται η αναπηρία, η ψυχική διαταραχή, ακόμα και η κατάχρηση αλκοόλ. Η ευημερία των ηλικιωμένων είναι πολύ μικρή, καθώς συχνά αισθάνονται απομονωμένοι και αποκλεισμένοι και βέβαια όταν μπουν στη φάση της αναπηρίας και της χρόνιας νοσηρότητας δεν έχουν να περιμένουν πολλά. Υπάρχει έλλειμμα στην ολοκληρωμένη φροντίδα του ηλικιωμένου, ο οποίος αναζητά λύσεις στα εξωτερικά ιατρεία του Νοσοκομείου». Στις τρεις πιο γερασμένες πληθυσμιακά χώρες της ΕΕ βρίσκεται η Ελλάδα σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Eurostat για το 2022. Όσον αφορά στον δείκτη εξάρτησης των ηλικιωμένων στην ΕΕ, που ορίζεται ως ο αριθμός των ηλικιωμένων, σε σύγκριση με τον αριθμό των ατόμων σε ηλικία εργασίας, η Ελλάδα βρέθηκε στην τέταρτη θέση της σχετικής κατάταξης σε επίπεδο ΕΕ με 35,6%, όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ ήταν 33%.
Επιπλέον, η ανυπαρξία δομών διαχείρισης χρόνιων νοσημάτων και τα ζητήματα αξιοπρέπειας είναι επίσης επιβαρυντικοί παράγοντες της υγείας και της ευημερίας των ηλικιωμένων. «Δεν υπάρχουν υπηρεσίες για τα χρόνια εξελισσόμενα νοσήματα. Συχνά ένα άτομο με ένα εξελισσόμενο νόσημα, που μπορεί να είναι καρδιαγγειακή ανεπάρκεια, καρκίνος και άνοια πεθαίνει χωρίς αξιοπρέπεια. Τα ζητήματα αξιοπρέπειες είναι πάρα πολύ μεγάλα και δεν έχουν συζητηθεί στον βαθμό που πρέπει. Η αξιοπρέπεια είναι δικαίωμα σήμερα, δηλαδή να πεθάνει κανείς με όρους αξιοπρέπειας. Ο ασθενής πλέον δεν πεθαίνει στο σπίτι, πρέπει να πεθαίνει στο Νοσοκομείο, κάτω από συνθήκες πολύ διαφορετικές από ότι αξίζει».
«Το γυναικείο φύλο δοκιμάζεται»
Σχεδόν 1 στις 2 Ελληνίδες γυναίκες καταγράφουν περισσότερες από μία χρόνιες παθήσεις στην ηλικία των 65 και άνω, ενώ μόνο το 30% των ανδρών σημειώνει αντίστοιχα δείγματα σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, τα οποία επιβεβαιώνονται και από την έρευνα που κατέγραψε ο κ. Λιονής σε τοπικό επίπεδο. «Σύμφωνα με δικές μας μελέτες, μετρήσαμε μέσω μιας κλίμακας την ικανότητα που έχουν άντρες και γυναίκες να έχουν μεγαλύτερη ελπίδα στα επόμενα χρόνια, αλλά και σε σχέση με τις ικανότητές τους να διαχειρίζονται κρίσεις, επώδυνα δηλαδή γεγονότα. Αυτή η κλίμακα λεγόταν κλίμακα συνοχής και ήταν ένα είδος εργαλείου που δείχνει την ικανότητα να ζουν μέσα σε μία ζωή με προβλήματα, απροσδόκητα και μη προβλέψιμα γεγονότα. Όσο πιο ψηλά είναι η κλίμακα, τόσο σου δείχνει ότι τα άτομα έχουν μεγάλη πεποίθηση ότι οτιδήποτε και αν τους συμβεί είναι διαχειρίσιμο και αντιμετωπίσιμο και τα γεγονότα της ζωής είναι προβλέψιμα. Αυτή η εσωτερική πίστη φαίνεται να σχετίζεται με την υγεία»
Σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, οι γυναίκες σε αυτήν την κλίμακα «σκοράρουν» πολύ περισσότερο και αυτό πιθανόν να οφείλεται στο ότι ζουν και περισσότερο. Ωστόσο, ο κ. Λιονής υπογράμμισε: «Το παράδοξο, που έχει εντοπιστεί και στον πληθυσμό της Κρήτης και όπως προκύπτει από τις δημοσιεύσεις μας σε πέντε περιοχές στην Κρήτη, αλλά και σε δύο στην Πελοπόννησο, είναι ότι οι άντρες βγαίνουν πιο μπροστά, που σημαίνει ότι το γυναικείο φύλο κάπου έχει χάσει μία φυσική δεξιότητα που έχει, μέσα από τον επιβαρυμένο ρόλο που του αποδίδεται, ο οποίος συμπεριλαμβάνει για παράδειγμα την ευθύνη ενός ατόμου με αναπηρία που βρίσκεται στο οικογενειακό περιβάλλον. Συνήθως αυτά τα φορτία συνεχίζει να τα παίρνει το γυναικείο φύλο, που σημαίνει ότι το γυναικείο φύλο δοκιμάζεται».
Ψυχικές διαταραχές και παιδική παχυσαρκία
Απογοητευτικά είναι τα δείγματα της Ελλάδας, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ για το 2023, αναφορικά με τους δείκτες ευημερίας και τα επίπεδα ψυχικής υγείας των Ελλήνων, καταγράφοντας αρνητικές πρωτιές σε αρκετές κατηγορίες που σχετίζονται με την προσωπική, επαγγελματική και οικονομική ζωή, σε σύγκριση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο κ. Λιονής επεσήμανε: «Παρόλο που η Ελλάδα εξακολουθεί να κρατάει τους δείκτες θνησιμότητας από αυτοκτονίες σε καλό επίπεδο, υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για το ζήτημα της ψυχικής υγείας. Οι Έλληνες φαίνεται ότι δηλώνουν σε πολύ μεγάλο ποσοστό ότι η ψυχική τους υγεία έχει επιβαρυνθεί»
Την ίδια ώρα, ένας στους έξι ενήλικες ήταν παχύσαρκος στην Ελλάδα το 2019 (16%), ποσοστό υψηλότερο από χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία, αλλά κοντά σε χώρες όπως η Κύπρος, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Το 28% των παιδιών στην ηλικία των 15 ετών ήταν παχύσαρκο το 2022, ενώ σύμφωνα με την έρευνα, τα αγόρια είναι πολύ πιο πιθανό να εμφανίσουν δείγματα παχυσαρκίας, σε σύγκριση με τα κορίτσια. «Το ζήτημα της παχυσαρκίας είναι πολύ σοβαρό και θέλει πάρα πολύ δουλειά και σαφέστατα την εμπλοκή της μέσης και της δημοτικής εκπαίδευσης, για να γίνει εφικτό μέσω των δασκάλων να περάσουν αντιλήψεις και πρακτικές».
*Τα στοιχεία που παρατέθηκαν μπορούν να βρεθούν στην επίσημη ιστοσελίδα του Organisation for Economic Co-operation and Development (OECD): https://www.oecd.org/en.html