«Στα μικρά παιδιά που είναι τόσο ευαίσθητα ακόμη και αυτές οι εικόνες των απειλούμενων ειδών τα στεναχωρούν και έχει καταγραφεί μια κατάσταση η οποία ονομάζεται climate anxiety», τονίζει
Η περιβαλλοντική συνείδηση με φόντο το σοβαρά περιβαλλοντικά ζητήματα που τίθενται πλέον στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου, συνιστά ανάγκη πια και όχι επιλογή. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωσή της διαδραματίζει η περιβαλλοντική εκπαίδευση η οποία είναι το σημαντικό αυτό εργαλείο που όχι μόνο παρέχει την απαραίτητη επιστημονική γνώση γύρω από τα περιβαλλοντικά ζητήματα αλλά αποτελεί και κινητήριος δύναμη ακόμη και για κοινωνική και οικολογική αλλαγή.
Μιλώντας στα «Ρ.Ν.» η καθηγήτρια Βιολογίας και Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης, Μαριάννα Καλαϊτζιδάκη, με αφορμή την πρόσφατη εισήγησή της στη Γιορτή Φυσικών Επιστημών για τη σημασία της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, ανέδειξε κρίσιμα ζητήματα που αφορούν το «χτίσιμο» της περιβαλλοντικής συνείδησης ήδη μέσα από τα πρώτα σχολικά χρόνια. Από την ανάγκη για υποδομές οικοδομημένες πάνω στις βιοκλιματικές αρχές μέχρι την αναγκαιότητα για ενεργό μάθηση και σύνδεση της εκπαίδευσης με την αειφορία, η κ. Καλαϊτζιδάκη εξηγεί την ανάγκη μιας εκπαίδευσης που θα επιτρέψει στα παιδιά όχι μόνο να κατανοούν το πρόβλημα αλλά και να αναλαμβάνουν δράση, πρωτοβουλίες, να βλέπουν τα οικολογικά ζητήματα με μια κριτική ματιά αναλύοντάς τα και συνδέοντάς τα με τις βαθύτερες αιτίες.
Όπως τόνισε η κ. Καλαϊτζιδάκη μάλιστα η περιβαλλοντική εκπαίδευση είναι ικανή να διαμορφώσει ενεργούς πολίτες που ενδιαφέρονται και συμμετέχουν ενεργά στην επίλυση των σύγχρονων περιβαλλοντικών ζητημάτων, ενώ τόνισε ότι η επιμόρφωση πάνω στα θέματα αυτά δεν γνωρίζει ηλικία, αλλά αποτελεί μια δυναμική διαδικασία που μας αφορά εν τέλει όλους.
O ρόλος της ενεργού μάθησης
Όπως εξήγησε η κ. Καλαϊτζιδάκη, οι έρευνες έχουν δείξει ότι η παραδοσιακή εκπαίδευση που επικεντρώνεται στην παροχή πληροφοριών δεν αρκεί για τη διαμόρφωση ευσυνείδητων και ενεργών πολιτών απέναντι στα περιβαλλοντικά ζητήματα.
Αντίθετα όπως αναφέρει η σύγχρονη μαθησιακή διαδικασία που θα έχει έναν θετικό αντίκτυπο στο παιδί βοηθώντας το ουσιαστικά να αναπτύξει περιβαλλοντική συνείδηση, θέλει τους μαθητές να εμπλέκονται ενεργά στη μάθηση μέσω πρακτικών δραστηριοτήτων, που τους επιτρέπουν να αναπτύξουν την ικανότητα να επεξεργάζονται και να επιλύουν πραγματικά περιβαλλοντικά προβλήματα βάζοντας τους «να επεξεργάζονται αυθεντικά κλιματολογικά δεδομένα και να προσπαθούν να βρουν λύσεις με προσεγγίσεις STEM, με τη μάθηση μέσω διερεύνησης, η οποία προσπαθεί να μιμηθεί τον τρόπο που δουλεύουν οι επιστήμονες. Τίθεται ένα ερώτημα και καλούνται οι μαθητές να το απαντήσουν», αναφέρει η καθηγήτρια συμπληρώνοντας μάλιστα πως εμπλεκόμενα τα παιδιά σε τέτοιες διαδικασίες διδάσκονται πως μπορούν να έχουν λόγο στην επίλυση προβλημάτων, ενδυναμώνονται ψυχικά και έτσι δεν αποκτούν αισθήματα ματαιότητας ή νοοτροπία ανημπόριας, ότι δεν μπορούν δηλαδή να συμμετάσχουν στην επίλυση των σοβαρών περιβαλλοντικών ζητημάτων ως ενήλικες: «Για την περιβαλλοντική δράση σημαντικό είναι κάτι που ονομάζεται agency, δηλαδή το άτομο να αισθάνεται ικανό να φέρει την αλλαγή. Αυτό θα πρέπει να του έχει συμβεί, να έχει ένα παράδειγμα στη ζωή του. Δηλαδή να έχει αντιμετωπίσει ένα θέμα στα πλαίσια περιβαλλοντικού προγράμματος στο σχολείο, να έχει εντοπίσει ένα πρόβλημα μαζί με τους υπόλοιπους συμμαθητές, να έχουν σκεφτεί μια λύση και όταν την προτείνουν να υλοποιηθεί. Έτσι το άτομο ενδυναμώνεται και αισθάνεται ότι έχει επίδραση στη ζωή γύρω του. Αλλιώς αισθάνεται και ως ενήλικας πια ότι δεν έχει καμία επίδραση γύρω του οπότε γιατί να ασχοληθεί».
Την ίδια στιγμή η κ. Καλαϊτζιδάκη, εκτός από την αξία της συμμετοχής του παιδιού στη μαθησιακή διαδικασία μέσω περιβαλλοντικών προγραμμάτων τονίζει πως και η επαφή με τη φύση, η δημιουργία θετικών αναμνήσεων με αυτήν είτε με δραστηριότητες μέσω της οικογένειας είτε του σχολείου σχετίζεται επίσης σημαντικά με τη διαμόρφωση ενός ενεργού πολίτη με οικολογική συνείδηση.
Ωστόσο η ίδια στέκεται ιδιαίτερα και στο ζήτημα του πότε έχουμε πραγματική συμμετοχή των παιδιών στα περιβαλλοντικά προγράμματα που υλοποιούνται. Η κ. Καλαϊτζιδάκη μεταξύ άλλων αναφέρει ότι συχνά οι συνθήκες ή οι επιδιώξεις των ενηλίκων καταλήγουν να μην υπολογίζουν τον λόγο του παιδιού με αποτέλεσμα να βάλλεται ακόμη και η έννοια της δημοκρατίας: «Η λέξη δημοκρατία εύκολα λέγεται αλλά δύσκολα υλοποιείται. Κάποιες φορές ο εκπαιδευτικός μπορεί να αισθάνεται ότι το μικρό παιδί δεν μπορεί να τα καταφέρει ή ότι αυτός τα ξέρει καλύτερα, ή να αισθάνεται ότι δεν έχει χρόνο τώρα οπότε τα κάνει όλα ο εκπαιδευτικός. Οπότε, υλοποιείται ένα πρόγραμμα που αυτός μόνο το έχει σχεδιάσει, αυτός θα πει στα παιδιά τι θα πουν π.χ. ως συνθήματα για το περιβάλλον ή γίνεται μια δράση με το σχολείο με ένα εξωτερικό φορέα που δεν σχετίζεται με την εκπαίδευση απλά έχει πάρει ένα πρόγραμμα χρηματοδοτούμενο για λύσεις στη ρύπανση και μέσα σε αυτό το πλαίσιο έχει υποσχεθεί και μια διάχυση στα παιδιά, οπότε καλεί τάξεις παιδιών σε ένα σημείο όπου τους δίνουν μπλουζάκια που λένε ζήτω το περιβάλλον, ζήτω η πράσινη ενέργεια βγάζουν και τη φωτογραφία και τέλος. Εκεί τα παιδιά δεν έχουν φωνή. Οι ενήλικες τα χρησιμοποιούν για τις δικές τους σκοπιμότητες. Μπορεί να είναι το θέμα «το περιβάλλον» αλλά ούτε ξέρουν τα παιδιά τι κάνουν εκεί ούτε έχουν τη δυνατότητα να εκφράσουν τις ιδέες τους», αναφέρει χαρακτηριστικά η καθηγήτρια Βιολογίας και Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, τονίζοντας μεταξύ άλλων στη συνέχεια την ανάγκη θεσμοθέτησης και διεκδίκησης αυτών των ωρών στο σχολείο όπου οι φυσικές επιστήμες θα ενσαρκώνονται τελικά μέσω της ενεργού μάθησης, των διαδραστικών προγραμμάτων και δραστηριοτήτων καθότι, όπως τονίζει, όλα αυτά προκειμένου να αφομοιωθούν ουσιαστικά από το παιδί, απαιτούν χρόνο που στο σχολείο το ήδη επιβαρυμένο πρόγραμμα δεν το επιτρέπει: «Δεν είναι η ποσότητα το θέμα. Είναι η ποιότητα της μάθησης και ειδικά τώρα με όλες αυτές τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στο διαδίκτυο θα πρέπει και η εκπαίδευση θεσμικά να αναδιαμορφωθεί. Πρέπει οπωσδήποτε να αφιερώσουμε περισσότερο χώρο σε αυτή την ενεργητική μάθηση όχι ως εξαίρεση αλλά ως ένα ποσοστό του σχολικού χρόνου, να γίνει ας πούμε ένα 30%. Υπάρχουν αντιθέσεις στη ρητορική για το περιβάλλον και το τι γίνεται στην πράξη».
Πάντως, όπως τονίζει η ίδια σημαντικό κομμάτι στην περιβαλλοντική εκπαίδευση των παιδιών αποτελεί και η αποφυγή της καταστροφολογίας, η οποία συχνά οδηγεί στο λεγόμενο κλιματικό άγχος, όπως εξηγεί, η καθηγήτρια: «Έρευνες έχουν αποδείξει ότι πρέπει να αποφεύγουμε την καταστροφολογία. Στα μικρά παιδιά ιδιαίτερα που είναι τόσο ευαίσθητα ακόμη και αυτές οι εικόνες των απειλούμενων ειδών τα στεναχωρούν και έχει καταγραφεί μια κατάσταση η οποία ονομάζεται climate anxiety, δηλαδή μια οντότητα πλέον που συνδέεται με φόβο, με άγχος για το μέλλον, αγωνία, ανησυχία στα μικρά παιδιά και στους νέους που πρέπει να προσπαθήσουμε να προλάβουμε. Το κλιματικό άγχος μπορεί να δημιουργηθεί με τη διδασκαλία με την προβολή εικόνων, με την καταστροφή ότι π.χ. το Ρέθυμνο θα βουλιάξει κάτω από τα νερά που θα αυξηθεί το επίπεδο της θάλασσας, που θα λιώσουν οι πάγοι. Εκεί θέλει προσοχή με αυτά. Και ξέρετε ποιο είναι το χειρότερο; Σε μια έρευνα που έγινε σε 10.000 παιδιά σε 10 χώρες και νέους ανθρώπους, ότι αυτοί που είχαν αναπτύξει το άγχος αυτό πλέον δεν είχαν εμπιστοσύνη στους πολιτικούς κα στους ηγέτες. Βλέπανε ότι δεν κάνουν αυτά που πρέπει και είχανε απαξιώσει στο μυαλό τους την πολιτική».
Η ανάγκη της συνέπειας των πράξεων με τη θεωρία: η περίπτωση των υποδομών
Η σύνδεση της εκπαίδευσης με την περιβαλλοντική δράση και αδράνεια δεν περιορίζεται μόνο στα προγράμματα που υλοποιούνται στο σχολείο, αλλά επεκτείνεται και στις ίδιες τις υποδομές του σχολικού περιβάλλοντος, όπως τόνισε η κ. Καλαϊτζιδάκη, αναφέροντας πως είναι σημαντικό οι αρχές της βιωσιμότητας να είναι κομμάτι της καθημερινότητας μέσα από χειροπιαστά παραδείγματα όπως οι υποδομές των σχολείων και των πανεπιστημίων και να μην μένουν στη θεωρία: «Οι πανεπιστημιουπόλεις που έχουν ενσωματώσει τις αρχές βιωσιμότητας όχι μόνο στην έρευνά τους ψάχνοντας να βρουν νέες τεχνολογίες για το μέλλον ή μόνο στη διδασκαλία τους αλλά και στις ίδιες τις υποδομές: κάνουν δηλαδή οικονομία στους φυσικούς πόρους όπως το νερό, γίνεται σωστή διαχείριση των στερεών απορριμμάτων, στα εστιατόρια υπάρχουν τοπικά προϊόντα, υπάρχει πράσινο, υπάρχει ισότιμη σχέση στη διοίκηση όπου γίνεται με δημοκρατικό τρόπο η επικοινωνία ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες -γιατί κι αυτό είναι μέσα στις αρχές της βιωσιμότητας, να έχουμε ισότιμη συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων- αυτοί οι φοιτητές και φοιτήτριες που έχουν βιώσει στη διάρκεια των σπουδών τους τη βιωσιμότητα ως εμπειρία και όχι ως θεωρία αυτοί θα ακολουθήσουν αυτές τις πρακτικές στο μέλλον. Αντίθετα αν μέσα στα μαθήματα, περιβαλλοντική εκπαίδευση της πόλης για παράδειγμα, τους λέω τι πρέπει να συμβαίνει και βγαίνουν έξω και βλέπουν ότι αυτό δεν ισχύει, υπάρχει μια αντίθεση και το ίδιο συμβαίνει και για τα κτίρια των σχολείων. Οπότε τα παιδιά πρέπει να βλέπουν τη βιωσιμότητα ως τρόπο ζωής όχι μόνο ως λόγια».
Μάλιστα η ίδια στάθηκε και σε προτάσεις που γίνονται για την ενίσχυση της βιωσιμότητας των σχολείων με σημαντική θετική επίδραση και στη γύρω γειτονιά, αναφέροντας το παράδειγμα της Αθήνας και του καθηγητή Κωνσταντίνου Καρτάλη: «Μια πρόταση του Κωνσταντίνου Καρτάλη, του καθηγητή φυσικής περιβάλλοντος στο ΕΚΠΑ, ο οποίος επεξεργαζόμενος με την ομάδα του λύσεις για την κλιματική αλλαγή για την Αθήνα πρότεινε τη μετατροπή των σχολικών αυλών σε δίκτυο μικρών πάρκων και μάλιστα σε προσομοίωση στον υπολογιστή είδε ότι μια τέτοια φύτευση στην αυλή, θα ρίξει τη θερμοκρασία 1 έως 3 βαθμούς στη σχολική αυλή αλλά θα έχει όφελος και στη γειτονιά του σχολείου σε απόσταση 80 με 100 μέτρων. Ενώ εμείς έχουμε δει να γίνονται βιοκλιματικές αναπλάσεις για να πέσει η θερμοκρασία έως 3 βαθμούς με ακριβά υλικά πλακίδια ειδικά για τον δρόμο κ.λπ. και εδώ η φύτευση του σχολείου μπορεί να έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Επίσης, οι λύσεις για την κλιματική αλλαγή είναι σε δύο επίπεδα: το ένα είναι ο μετριασμός των εκπομπών των αερίων που συμμετέχουν στην αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη και το άλλο είναι η ετοιμασία των πόλεων, οι προσαρμογή τους στις νέες συνθήκες όπως πιθανές πλημμύρες, πυροπροστασία κ.λπ. Άρα με το να γίνουν αυτές οι φυτεύσεις βοηθούν και στην προσαρμογή της πόλης στην κλιματική αλλαγή».
Η περιβαλλοντική εκπαίδευση ως δυναμική διαδικασία
Το σημαντικό, όπως τόνισε στα «Ρ.Ν.» η κ. Μαριάννα Καλαϊτζιδάκη είναι ότι η περιβαλλοντική εκπαίδευση δεν περιορίζεται μόνο στα σχολεία, αλλά αφορά όλη την κοινωνία, καθώς οι γνώσεις και οι αξίες που καλλιεργούνται από την παιδική ηλικία συνεχίζουν να επηρεάζουν τη συμπεριφορά των ανθρώπων καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.
Μέσω μη τυπικών τρόπων μάθησης, όπως εξηγεί, οι πολίτες μπορούν να ενισχύσουν ή και να αποκτήσουν περιβαλλοντική – οικολογική συνείδηση, ενώ όπως ανέφερε στο εξωτερικό λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη το γεγονός πως οι ενήλικες που δεν έλαβαν την κατάλληλη εκπαίδευση στα σχολικά τους χρόνια, χρειάζεται να το κάνουν τώρα αφού υπάρχουν επαγγελματίες που παρέχουν τέτοιες εκπαιδεύσεις σε όποιον το επιθυμεί: «Η εκπαίδευση δεν είναι μόνο το σχολείο. Η περιβαλλοντική εκπαίδευση όταν επινοήθηκε τη δεκαετία του ’70 αφορούσε τους πάντες, τους γονείς, τους ηλικιωμένους και ειδικές επαγγελματικές κατηγορίες που η δράση τους επηρεάζει τα περιβαλλοντικά ζητήματα. Εκτός από την τυπική εκπαίδευση που είναι μες στο εκπαιδευτικό σύστημα υπάρχουν και άλλες μορφές εκπαίδευσης που λέγονται μη τυπική ή άτυπη εκπαίδευση. Η μη τυπική εκπαίδευση είναι οι επισκέψεις στα μουσεία, οι επισκέψεις σε ένα πάρκο φυτών όπου εκεί υπάρχει κάποιος άνθρωπος που έχει τον ρόλο να κάνει περιβαλλοντική εκπαίδευση και δέχεται γονείς, οικογένειες, ομάδες επισκεπτών ανεξαρτήτως ηλικίας. Στο εξωτερικό η περιβαλλοντική εκπαίδευση δεν είναι μόνο υποχρέωση του εκπαιδευτικού, είναι επάγγελμα. Φορείς όπως οι δήμοι έχουν τμήμα περιβαλλοντικό και παρέχουν τέτοιες εκπαιδεύσεις, ή ένα αγρόκτημα που κάνει βιολογικές καλλιέργειες έχει τέτοιο άτομο κ.ά. Είναι λοιπόν επάγγελμα ώστε να αντιμετωπιστούν και οι υπόλοιπες ομάδες του πληθυσμού. Επίσης η τηλεόραση είναι άτυπη μορφή εκπαίδευσης μέσω προβολής ντοκιμαντέρ κ.λπ. Συζητώντας ακόμα με τους γνωστούς, διαβάζοντας εφημερίδα, οι ομιλίες που κάνουμε στην πόλη μας. Όλα βοηθούν και έτσι η μάθηση είναι εντός και εκτός του σχολείου».