Οι πρώτοι Μινωίτες πιστεύεται ότι κατάγονται κυρίως από Νεολιθικούς, που πιθανώς μετανάστευσαν χιλιάδες χρόνια νωρίτερα, μεταξύ ca 10.000-8.000 π.Χ. από εξ ανατολών περιοχές, όπως είναι η περιοχή Λεβάντε, στην ανατολική Μεσόγειο και σήμερα περιλαμβάνει το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη, την Ιορδανία, τη Συρία και μέρος της νότιας Τουρκίας (Εικ. 1). Οι πρόγονοι των Μινωϊτών έμαθαν από αυτούς, πώς να εξημερώνουν άγρια σιτηρά και πώς να καλλιεργούν την ελιά. Αυτό τούς επέτρεψε αντί νομάδες κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες να γίνουν οι πρώτοι αγρότες της εποχής τους (Paschou et al., 2014).
Η ελιά είναι ταυτόσημη με χιλιάδες χρόνια Ελληνικής ιστορίας και παράδοσης, καθώς το ελαιόδεντρο σε άγρια μορφή φαίνεται ότι πρωτοεμφανίστηκε στην Ελλάδα το ca 10.000 π. Χ. και καλλιεργήθηκε από κατοίκους από την περιοχή του Λεβάντε ή από τους Μινωίτες την Πρωτομινωική περίοδο ca 3200-2600 π. Χ. Επειδή η παραγωγή των άγριων ελαιόδενδρων δεν ήταν ικανοποιητική, άρχισε ο εμβολιασμός τους με άλλες ποικιλίες, όπως η Κορωνέικη, που παράγουν καλύτερη και μεγαλύτερη ποσότητα ελαιόκαρπου και φυσικά ελαιόλαδου. Από τότε έως και σήμερα, οι έννοιες «Μεσόγειος» και «Ελιά» είναι σχεδόν ταυτόσημες.
Αναμνηστική, προϊστορική ελιά θεωρείται η ελιά του Αζοριά (Εικ. 2), που βρίσκεται ένα χιλιόμετρο νότια του χωριού Καβούσι στον νομό Λασιθίου σε υψόμετρο 252 m, στο δρόμο προς τον ομώνυμο αρχαιολογικό χώρο. Αυτή η ελιά είναι ένα φυσικό Μνημείο και είναι η παλαιότερη Μινωική ελιά, εμβολιασμένη σε άγριο υποκείμενο, αποτελώντας το αρχαιότερο δείγμα εμβολιασμού, πιθανότατα σε ολόκληρο τον κόσμο (Παπαγεωργίου, 2018).
Αυτή η ελιά εκτιμάται ότι φυτεύτηκε μεταξύ 1450 και 1100 π.Χ., δηλαδή στην Υστερομινωική περίοδο. ΄Εχει υποδειχθεί ως η πιο Αρχαία Μινωική ελιά, αφού περιβάλλεται από τους κοντινούς τέσσερις αρχαίους οικισμούς Βροντά, Κάστρο και Αζοριά και από τον οικισμό Καβούσι, που χρονολογείται από το έτος 4700 π.Χ. (Εικ. 3), όπου έχουν βρεθεί πολλά σχετικά αγγεία και συστήματα άλεσης του ελαιοκάρπου και παραγωγής λαδιού. ΄Εχει αναγνωρισθεί ως Μνημείο, εξαιτίας των μεγάλων διαστάσεων του κορμού της, αλλά και λόγω της θέσης της. Στους αρχαίους οικισμούς της περιοχής υπάρχουν ευρήματα που σχετίζονται με την καλλιέργεια της ελιάς κατά τη Μινωική περίοδο, όπως ελαιοτριβεία (Εικ. 4), εργαλεία, αποθήκες και διάφορα άλλα αγγεία ελαιόλαδου.
Η ελιά ανήκε στον Γεώργιο Γραμματικάκη μέχρι το 2008. Όπως προαναφέρθηκε είναι ποικιλίας Κορωνέϊκης, που είναι συνώνυμη της λιανολιάς (ή ψιλολιάς ή λαδολιάς ή κρητικιάς). Ο κορμός της σε ύψος 0,80 m έχει περίμετρο που ξεπερνά τα 14 m και διάμετρο 4,95 m (Μαρκαντωνάκης και Ράμμος, 2022). Το ύψος της ξεπερνά τα 10 m και η παραγωγή της σε ελαιόκαρπο τα 1000 kg (Παπαγεωργίου, 2018). Με βάση τη μέθοδο των ετήσιων δακτυλίων, η ηλικία του δέντρου υπολογίζεται σε 3.470 χρόνια.
Το 2004, μετά από πρόταση των κατοίκων της περιοχής και του δήμου της Ιεράπετρας, αποφασίστηκε να στεφανωθεί η πρώτη νικήτρια του Μαραθωνίου Γυναικών στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας με στεφάνι από αυτήν την ελιά.
Στις Κλασική και Ελληνιστική περιόδους, η καλλιέργεια της ελιάς πολλαπλασιάστηκε. Η Αθήνα, η οποία εκείνη την περίοδο αποτελούσε το οικονομικό κέντρο της Ελληνικής επικράτειας, θεωρούνταν απ’ όλο τον αρχαίο κόσμο ως η «Μητρόπολη των καρπών». Η αθηναϊκή πολιτεία εφάρμοζε αυστηρή πολιτική στη γεωργική οικονομία, έχοντας άμεση παρέμβαση σε αυτήν. Άλλωστε, οι ελιές για τους αρχαίους Αθηναίους ήταν ιερά δέντρα, ως προερχόμενα από την ελιά, που φύτεψε η ίδια η θεά Αθηνά στον ιερό βράχο της Ακρόπολης. Η καταστροφή ή εκρίζωση ελαιόδεντρου αποτελούσε ποινικό αδίκημα.
Σήμερα, η ελιά είναι η πρώτη σε σπουδαιότητα δενδρώδης καλλιέργεια στη χώρα μας και η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα στον κόσμο σε παραγωγή ελαιόλαδου. Με την ελαιοκαλλιέργεια απασχολείται περίπου το 1/3 του αγροτικού πληθυσμού της χώρας, ενώ σε πολλές περιοχές το ελαιόλαδο αποτελεί αποκλειστικό εισόδημα των αγροτών. Στην Κρήτη η παράδοση συνεχίζεται με πολλή φροντίδα και μεράκι με την καλλιέργεια της παραδοσιακά κορυφαίας ποικιλίας ελιάς, της Κορωνέικης, κυρίως στην ανατολική Κρήτη. Περίπου το 1/4 της συνολικής έκτασης της Κρήτης (65% της γεωργικής γης) καλύπτεται από ελαιόδεντρα, ενώ είναι η δεύτερη περιφέρεια της χώρας σε αριθμό ελαιόδεντρων. Η Κρήτη φαίνεται ως ένας ελαιώνας από το ένα άκρο μέχρι το άλλο.
Βιβλιογραφία
Paschou, P., Drineas, P., Yiannaki, E., Razou, A., Kanaki, K., Tsetsos, F., Padmanabhuni, S. S., Michalodimitrakis, M., Renda, M. C., Pavlovic, S., Anagnostopoulos, A., Stamatoyannopoulos, J. A., Kidd, K. K., and Stamatoyannopoulos, G. (2014). Maritime route of colonization of Europe. Proceedings of the National Academy of Sciences; DOI: 10.1073/pnas.1320811111
Μαρκαντωνάκης, Μ. & Ράμμος, Χ. (2022). Η αρχαία ελιά του Καβουσίου (Κρήτη), το αρχαιότερο δείγμα μπολιάσματος στον κόσμο. Χλωρίδα και βλάστηση, http://votaniki.gr/xlorida/mnimeiaka-dentra/i-elia-toy-azoria-kriti-to-archaiotero-deigma-mpoliasmatos-ston-kosmo/?fbclid=IwAR1-WZyIllZvR3FzsYT5WCzef8ErS2zASOmU855YP6XiHmCEMuehCmaY_1w
Παπαγεωργίου, Κ. (2018). Oι τρεις αρχαιότερες ελιές στην Ευρώπη. e-thessalia.gr, https://e-thessalia.gr/oi-treis-archaioteres-elies-stin-eyropi/