Με ένα απόσπασμα από το «Χρονικό μιας Πολιτείας» του Παντελή Πρεβελάκη, ξεκίνησε τον ενθρονιστήριο λόγο του το περασμένο Σάββατο ο νέος Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Πρόδρομος, λέγοντας πως «Το Ρέθυμνο σήμερα δεν είναι, σίγουρα, η φτωχή πολιτεία των λίγων χιλιάδων κατοίκων της εποχής του Πρεβελάκη, εξακολουθεί όμως να αποτελεί την πνευματική και πολιτιστική ακρώρεια της Κρήτης, μέσα στο διάβα των αιώνων, και το όνομά του «να μένει ακατάλυτο».
Με διάθεση «αυτοπροσφοράς και θυσίας» ο νέος πνευματικός ηγέτης της τοπικής Εκκλησίας απηύθυνε «σωτήρια πρόσκληση» απ’ την οποία «ουδείς εξαιρείται», αποφεύγοντας τις «εξαγγελίες» και τους «θεολογικούς στοχασμούς». Ανταποδίδοντας τις εκδηλώσεις αγάπης που του επεφύλαξαν οι Ρεθεμνιώτισσες και οι Ρεθεμνιώτες, ο Σεβασμιώτατος άπλωσε τα χέρια του και κάλεσε το ποίμνιό του «Να συναρμοστούμε όλοι μαζί στο Σώμα της Εκκλησίας», μένοντας μακριά από «ακρότητες, υπερβολές και εξάρσεις».
Ολόκληρος ο ενθρονιστήριος λόγος του νέου Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Προδρόμου έχει ως εξής:
ΕΝΘΡΟΝΙΣΤΗΡΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΡΕΘΥΜΝΗΣ ΚΑΙ ΑΥΛΟΠΟΤΑΜΟΥ κ. ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
(Ἡράκλειο, 19 Μαρτίου 2022)
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Λαοδικείας κ.κ. Θεοδώρητε, Ἐκπρόσωπε τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριάρχου Κυρίου Κυρίου ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ,
Θεοφιλέσατε Ἐπίσκοπε Βαβυλῶνος κ. Θεόδωρε, ἐκπρόσωπε τῆς Α.Θ. Μακαριότητος τοῦ Πάπα καί Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας κ.κ. Θεοδώρου,
Σεβασμιώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Κρήτης κ.κ. Εὐγένιε, Πρόεδρε τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης,
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Λάμπης, Συβρίτου καί Σφακίων, κ.κ. Εἰρηναῖε, Τοποτηρητά τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου,
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, οἱ συγκροτοῦντες τήν Ἱεράν Ἐπαρχιακήν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης,
Σεβασμιώτατε και Θεοφιλέστατοι ἅγιοι Ἀδελφοί,
Κυρίες καί Κύριοι Ὑπουργοί καί Βουλευτές,
Κύριε Περιφερειάρχα Κρήτης, Kυρία Ἀντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνης,
Κύριε Δήμαρχε Ρεθύμνης καί λοιποί παριστάμενοι Δήμαρχοι,
Κύριοι Πρυτάνεις, Κύριοι Καθηγητές,
Κύριε Γενικέ Γραμματέα Θρησκευμάτων,
Κύριοι ἐκπρόσωποι τῶν Πολιτικῶν, Στρατιωτικῶν, Δικαστικῶν καί Ἐκπαιδευτικῶν Ἀρχῶν,
Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι τῆς Μητρός Ἐκκλησίας,
Ἀγαπητοί μου πατέρες καί ἀδελφοί,
Ὁσιώτατοι Ἡγούμενοι καί μέλη τῶν Μοναχικῶν Ἀδελφοτήτων,
Εὐλογημένε καί πιστέ λαέ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου,
«Τό Ρέθεμνος εἶναι μιά μικρή πολιτεία μ’ ἑφτά ἴσαμε ὀχτώ χιλιάδες ψυχές χτισμένη γιαλό – γιαλό στή βορινή στεριά τῆς Κρήτης, ἀπάνω στό μεσοστράτι ἀπό Χανιά σέ Μεγαλόκαστρο. Λέγεται πώς τόν παλιό καιρό ἀκούστηκε στόν κόσμο, γιά τό ἐμπόριό της, πώς πρόκοψε στή ναυτωσύνη, γέννησε κιόλας δυό-τρεῖς καλούς ποιητάδες καί ζωγράφους, ποὔναι πάντα χρειαστοί γιά νά βαστιέται τὄνομα ἑνός τόπου ἀκατάλυτο, ὅταν βουβαθοῦν τά παζάρια του κ’ οἱ ταρσανάδες του ρημάξουν, καί τά καλήτερα παιδιά του κάμουν φύλλα καί φτερά. Κοντά σ’ αὐτά λέγεται ἀκόμα, πράμα πού μπορεῖς νά τό βεβαιώσεις καί σήμερα, πώς οἱ πολίτες τοῦ Ρεθέμνου εἴταν ἄνθρωποι ἀγαθοί, σεμνοί καί συνάμα περήφανοι, διαβασμένοι καί καλότροποι, κοντολογίς εἶδος ποθητό μέσα στό φιλοτάραχο νησί. (Παντελῆ Πρεβελάκη, Τό χρονικό μιᾶς Πολιτείας, σελ.11).
Μέ τήν ὁμολογία αὐτή τοῦ μεγάλου Ρεθεμνιώτη Συγγραφέα, Παντελῆ Πρεβελάκη, ἀπό τό ἔργο του “Τό χρονικό μιᾶς Πολιτείας”, γραμμένο γιά τήν γεννέθλιά του γῆ, τό Ρέθεμνος, ἐπιθυμῶ αὐτήν τήν ἱερή καί ἱστορική ὥρα νά ξεκινήσω τόν βηματισμό μου σ’ αὐτόν τόν εὐλογημένο τόπο, τόν τόπο τῆς ἀρχοντιᾶς, τῆς εὐγένειας καί τῆς φιλοτιμοσύνης, ὡς ὁ νέος Ἐπίσκοπός του, τόν ὁποῖο ἡ Πνευματοκίνητη χορεία τῶν Σεβασμιωτάτων Μελῶν τοῦ Ἱεροῦ Βουλευτηρίου τῆς Ἀποστολοβάδιστης Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, ἀνέδειξε σέ νέο Μητροπολίτη Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου καί τόν ἐγκαθιστᾶ σήμερα στήν ἀποστολοπαράδοτη αὐτή Καθέδρα τοῦ Θεοτοκώνυμου Παλλαδίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, τόν σεμνοπρεπῆ καί καλαίσθητο Ναό τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου.
Τό Ρέθυμνο σήμερα δέν εἶναι, σίγουρα, ἡ φτωχή πολιτεία τῶν λίγων χιλιάδων κατοίκων τῆς ἐποχῆς τοῦ Πρεβελάκη, ἐξακολουθεῖ ὅμως νά ἀποτελεῖ τήν πνευματική καί πολιτιστική ἀκρώρεια τῆς Κρήτης, μέσα στό διάβα τῶν αἰώνων, καί τό ὄνομά του «νά μένει ἀκατάλυτο». Τούς ἀνθρώπους του «τούς δούλεψε ὁ καιρός» καί, στά «χιλιάδες χρόνια ἀνθρωποσύνης» πού τούς χάρισαν τό παράστημά τους, ἔχει νά προστεθεῖ καί ἡ παρουσία τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Ἡ Κρήτη, εἶναι γνωστό, ὅτι ἀπό τά πρῶτα Χριστιανικά χρόνια ἀποτέλεσε κοιτίδα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί ὅτι ἡ θρησκευτική παράδοση στή Μεγαλόνησο εἶναι ἐξαιρετικά ἔντονη σέ ὅλες τίς περιόδους τῆς Ἱστορίας, ὡσάν οἱ δύο αὐτές ζείδωρες πηγές, ἡ Κρητική ψυχή καί ἡ Ὀρθοδοξία νά ἐμφανίστηκαν γιά νά συνδράμει ἡ μιά τήν ἄλλη.
Στό Ρέθυμνο, στά μέσα ἀκόμη τοῦ τρίτου αἰῶνα, δημιουργοῦνται οἱ πρῶτοι πυρῆνες τῆς νέας θρησκείας στήν Ἐλεύθερνα, στό Πάνορμο, στήν Ἀξό, στή Βιράν Ἐπισκοπή, στή Λάππα, στά Γουλεδιανά καί ἀλλοῦ.
Κατά τήν Βυζαντινή Ἐποχή οἱ ἀκμάζουσες αὐτές κοινότητες τῶν πρωτοχριστιανικῶν αἰώνων συμμετέχουν στίς Οἰκουμενικές Συνόδους μέ τούς οἰκείους Ἐπισκόπους τους, ἐνῶ τά εὑρήματα τῆς ἀρχαιολογικῆς σκαπάνης ἐπιβεβαιώνουν ὅτι οἱ παραπάνω περιοχές ἀποτέλεσαν τίς ἑστίες τοῦ νέου πνεύματος, πού ἐνεφύσησε ὁ χριστιανισμός στή Νῆσο.
Ἡ αὐξανόμενη θρησκευτική δραστηριότητα κατά τήν β΄Βυζαντινή περίοδο, μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Κρήτης ἀπό τόν Νικηφόρο Φωκᾶ καί τόν τερματισμό τῆς Ἀραβοκρατίας, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τήν ἄνθιση τῆς πνευματικῆς καί καλλιτεχνικῆς ζωῆς. Ἡ παρουσία τῶν Βυζαντινῶν οἰκογενειῶν ἀλλά καί πνευματικῶν ἀναστημάτων, ὅπως τοῦ κυρ-Ἰωάννου τοῦ Ξένου, ἀφυπνιστοῦ τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως τῶν Κρητῶν, ὁ ὁποῖος οἰκοδόμησε Ναούς καί ἵδρυσε στήν περιοχή μας τήν Μονή τῆς Παναγίας Κυριάννας Μυριοκεφάλων, κατάφεραν ὥστε ὁ λαός νά στερεωθεῖ στήν Ὀρθοδοξία, καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης νά στραφεῖ ἐντονώτερα καί πλέον δυναμικά πρός τό Σεπτό τῆς Ὀρθοδοξίας Κέντρο, τήν Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία, τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο.
Ἡ σκληρή περίοδος τῆς Βενετοκρατίας δέν μπόρεσε νά δαμάσει τό πεῖσμα τῶν Κρητῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιμένουν στήν τήρηση τῶν παραδόσεών τους, καί χαράσσουν καινούριους δρόμους πνευματικῆς δημιουργίας, στά πλαίσια ὅμως τῆς δικῆς τους ξεχωριστῆς ἱστορικῆς καί πολιτισμικῆς ταυτότητας. Δραστηριοποιοῦνται σέ Ἀνατολή καί Δύση δίδοντας ἔργα ἀξιοπρόσεκτα. Ἀνακαινίζουν τίς παλαιές Μονές καί ἱδρύουν νέες, γιά τίς ὁποῖες σήμερα σεμνύνεται ἡ Μητροπολιτική μας περιφέρεια. Παράλληλα ἀνθίζει ἡ λογοτεχνία, τοιχογραφοῦνται ναοί, καλλιεργεῖται ἡ βυζαντινή μουσική παράδοση, στήν ἁγιογραφία κυριαρχεῖ ἡ Κρητική Μεταβυζαντινή Σχολή, ἡ πνευματική ζωή γεννᾶ τούς καρπούς της.
Στά σκοτεινά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, τό ἀπαύγασμα αὐτό τῆς ζωῆς δίδει τή θέση του σέ ἕνα ἄλλο φῶς, «στόν ἥλιο τοῦ θανάτου», ὅπου ὁ θάνατος τῶν ἡρώων, τῶν ἀγωνιστῶν καί τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως γίνεται Ἥλιος καί Τηλαυγές, πού φωτίζει καί νοηματοδοτεῖ τή ζωή τῶν ἀνθρώπων ὄχι μόνο τῆς Κρήτης, ἀλλά τῆς Οἰκουμένης ὁλόκληρης, πού πυρπολεῖ τίς καρδιές καί ἐγείρει τίς συνειδήσεις, ὥστε νά μή χαθεῖ «ἡ πρεπειά» τοῦ Γένους.
Ὁ Κλῆρος τῆς ἐποχῆς, μέ πρωτοστάτες τά ἐξάκουστα Μοναστήρια μας, τό Ἀρκάδι μέ τόν Ἡγούμενο Γαβριήλ Μαρινάκη καί τόν Γιαμπουδάκη, ὁ Ἐπίσκοπος Ρεθύμνης Γεράσιμος Περδικάρης, γενναῖοι ὁπλαρχηγοί καί ἀνδρεῖες γυναῖκες, ἡρωίδες μοναχές μέ ἀπαράμιλλη δίψα γιά ἐλευθερία, ἁπλοί χωρικοί, ὅπως οἱ ἅγιοι Τέσσερεις Μάρτυρες, οἱ προστάτες τῆς πόλεως αὐτῆς, ὁ ἅγιος Μάρτυς Γεδεών καί πλειάδα ἄλλων μαρτυρικῶν προγόνων μας, γίνονται σύμβολα αὐτοθυσίας καί αὐταπαρνήσεως, γιά νά διαφυλαχθεῖ ἄσβεστη ἡ πατρώα πίστη καί ἡ ἐθνική αὐτοσυνειδησία.
Μέ δέος ἱερό, ἱστάμενος ἐπί τοῦ ἱεροῦ τούτου Ἀρχιερατικοῦ Θρόνου, αἰσθάνομαι τό βάρος καί τήν εὐθύνη ὅλης αὐτῆς τῆς ἱστορίας! Μιᾶς Ἱστορίας μέ σελίδες χρυσές καί παρακαταθῆκες Ἱερές! Μιᾶς ἱστορίας, πού κραυγάζει, καί συνάμα διδάσκει καί νουθετεῖ ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων, νοηματοδοτώντας τά βήματα καί τίς ἀποφάσεις ὅλων μας, τῶν ἐπιγενομένων, ὥστε νά βρίσκει ἐφαρμογή ὁ λόγος ἑνός μεγάλου Ἐκκλησιαστικοῦ ἀνδρός, «Να μείνουμε άνθρωποι για να μην ντρεπόμαστε ενώπιον των προγόνων μας και να μην ντρέπονται για εμάς οι απόγονοί μας».
Αἰσθάνομαι συνάμα τήν ἁγιαστική παρουσία καί τήν ἀνύστακτη πρεσβεία τῶν ἱερῶν γόνων, τῶν εὐκλεῶν καρπῶν τῆς Ἁγιοτόκου Αὐτῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Τῶν ἁγίων Ἐκείνων, πού πότισαν μέ τά μαρτυρικά αἵματά τους, μέ τά ἀσκητικά δάκρυα καί τούς ἱδρῶτες τους, μέ τήν ποιμαντική Ἀρχιερατική τους ἀγωνία, τά χώματα καί τήν Ἱστορική πορεία τούτου τοῦ Τόπου. Ὅλων ἐκείνων, πού ἔγιναν καί γίνονται ἐς ἀεί φωτεινοί ὁδοδεῖκτες τῆς Θείας Χάριτος, ὑπόδειγμα γιά ὅλους ἐμᾶς στίς ἀτραπούς τῆς ζωῆς μας, ὥστε νά μήν ἀποστοῦμε τοῦ στόχου μας νά γίνομε οὐρανοπολίτες, πολίτες τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ!
Στρέφω τά μάτια μου προσευχητικά στόν οὐρανό καί βλέπω τούς Ἁγίους μας, τον Ἅγιο Νεομάρτυρα Γεράσιμο, Ἐπίσκοπο Ρεθύμνης, τήν πολιοῦχο τῆς πόλεώς μας Ἁγία Βαρβάρα, τόν Ἅγιο Ἀγαθόποδα, στή χορεία τῶν Ἁγίων Δέκα Μαρτύρων τῆς Κρήτης, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Σιναΐτη, τίς Ἅγιες Πέντε Παρθένες, τόν Ἅγιο Ἀθανάσιο τόν Πατελᾶρο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τόν Ὅσιο Ἰωάννη τόν Ξένο καί τόν Ὅσιο Γεδεών τόν Καρακαλληνό, τούς Ἁγίους Τέσσερεις Νεομάρτυρες, τά παλικάρια τῆς πίστεώς μας, πού «πλουτίζουν» μέ τίς τίμιες κάρες τους τήν πόλη μας καί σύνολη τήν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης, καί τόσους ἄλλους, νά ὑψώνουν διαρκῶς τά χέρια τους γιά ὅλους ἐμᾶς στόν Θρόνο τοῦ Δικαιοκρίτου Θεοῦ. Νά γίνονται ἀνύστακτοι πρεσβευτές σέ Ἐκεῖνον, γιά νά μήν ἀποκλίνομε τῆς ὁδοῦ, γιά νά μένομε σταθεροί στόν προσανατολισμό καί στήν κλήση μας, γιά νά ζεῖ ὁ κόσμος!
Συνάμα, ἱστάμενος ἐπί τοῦ ἱστορικοῦ τούτου Θρόνου, αἰσθάνομαι στούς ὤμους μου βαρειά τήν παρακαταθήκη! Καί τοῦτο δέν εἶναι σχῆμα λόγου. Ἀλλά ἐξομολόγηση ἐσωτέρου βιώματος! Φτερουγίζει ὁ νοῦς καί θωπεύει ἡ καρδιακή προσευχή μου, μνῆμες ἱερές Ἁγίων Ἱεραρχῶν, μεγάλων Ἐκκλησιαστικῶν Ἀνδρῶν πού κλέϊσαν τήν μαρτυρική Καθέδρα τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ρεθυμνίων, καί ἀναλώθηκαν στήν πολυσχιδή διακονία Της. Ἐπισκόπων, πού πληροφόρησαν τήν ἀποστολή τους, κάνοντας πράξη τήν ἐντολή τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, κατά τήν ἀποστολική προσταγή: «…σύ δέ νῆφε ἐν πᾶσι, κακοπάθησον, ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ, τήν διακονίαν σου πληροφόρησον…» (Β΄Τιμ. 4,5)! Τήν σημερινή ἁγία ἡμέρα καί ὥρα ἐνωτίζομαι τήν φωνή τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου νά μέ συστέλει καί νά μοῦ ὑπενθυμίζει τό χρέος μου, λέγοντας ὅτι «ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ κοινωνία τῶν πιστῶν. Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ αὐτήν ταύτην τήν ἰδεώδη ἔκφρασιν τῆς μετά τῶν ἀνθρώπων κοινωνίας τῆς Ἁγίας Τριάδος» (εἰς «Εἶδον τόν Κύριον» ὁμιλία 1,1 P.G. 56, 97 κ. ἑ.). Γι’ αὐτό καί εἶναι αἰώνιος. Ἡ ἱστορία της ἔχει συνέχεια. Δέν ἄρχισε μέ ἐμᾶς, οὔτε τελειώνει σέ ἐμᾶς. Ἐμεῖς, μέσα στό διάβα της, φέροντας τό σταυρό καί τήν διακονία τῆς Ποιμαντορίας, κατά τό πρότυπο τοῦ Ἀρχιποιμένος Ἰησοῦ, ἀκόμη καί ἐάν ποιήσομε «πάντα τά διατεταγμένα», ὀφείλομε νά λέγομε «ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐμεν, ὅτι ὅ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν.» (Λουκ. ιζ΄, 10-11).
Μέ ἱερό δέος ἀλλά καί καρδιακή δοξολογία πρός τόν Πανάγαθο Θεό, πού μέ καθιστᾶ σήμερα ἐπίγονο Ἐκκλησιαστικῶν Ἀνδρῶν μεγάλου βεληνεκοῦς, ἀναλαμβάνω τή σκυτάλη τῆς διαδοχῆς τους. Μνημονεύω ὀφειλετικά καί ἀξιοχρέως τίς μεγάλες μορφές τῶν ἀοιδίμων Ἀρχιερέων, Καλλινίκου, Ἱλαρίωνος, Ἱεροθέου, Διονυσίου, Χρυσάνθου, Τιμοθέου, Ἀθανασίου, Τίτου, Θεοδώρου καί Ἀνθίμου. Ὅλοι διακόνησαν ὡς καλοί ποιμένες τοῦ Εὐαγγελίου αὐτόν τόν τόπο, ὁ καθένας μέ τά χαρίσματα καί τά τάλαντά του, προσανατολισμένοι, ἤ μᾶλλον προσηλωμένοι στόν Χριστό καί τήν Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἐμόχθησαν γιά νά διατηρηθεῖ ἀκμαῖο τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί ἡ χριστιανική πίστη στήν εὐλογημένη Ἐκκλησιαστική αὐτή Ἐπαρχία. Μακαρίζω τή μνήμη τους. Εὐλαβικά ζητῶ τήν εὐχή τους καί τίς πρεσβεῖες τους στόν Θρόνο τοῦ Τρισαγίου Θεοῦ, γιά τό πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως τήν ὁποία διαποίμαναν, καί τόν ἐλάχιστο διάδοχό τους.
Μέ βαθύτατο σεβασμό, στρέφω τόν νοῦ μου στήν Μητέρα μας Ἐκκλησία, τό μαρτυρικό Φανάρι, τό Σεπτό τοῦτο Κέντρο τῆς ὑπ’ οὐρανόν Ὀρθοδοξίας καί τόν Παναγιώτατο Οἰκουμενικό μας Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο, τόν σοφό καί δεξιό οἰακοστρόφο τῆς Πρωτόθρονης καί Ἐσταυρωμένης Ἐκκλησίας. Πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες, ἐκ τοῦ σύνεγγυς, ὁ Παναγιώτατος εὐλόγησε πατρικά τήν ἀπαρχή τῆς Ἐκκλησιαστικῆς διακονίας τοῦ ὁμιλοῦντος, σέ τούτη τήν Ἐκκλησιαστική ἔπαλξη. Σήμερα, διά τοῦ Τιμίου Πατριαρχικοῦ Ἐκπροσώπου, Σεβασμιωτάτου καί λίαν ἀγαπητοῦ Μητροπολίτου Λαοδικείας κ.κ. Θεοδωρήτου, Διευθυντοῦ τοῦ ἐν Ἀθήναις Γραφείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, δαψιλεύονται οἱ σεπτές Πατριαρχικές εὐχές καί εὐλογίες, πρός τόν ταπεινό Ἐπίσκοπο τούτου τοῦ Τόπου καί τό πλήρωμα τῆς Τοπικῆς μας Ἐκκλησίας.
Εὐλαβῶς παρακαλῶ τόν πολυσέβαστο Πατριαρχικό Ἐκπρόσωπο, νά καταθέσει στόν Πάνσεπτο Οἰκουμενικό Θρόνο καί τήν Α.Θ. Παναγιότητα, τόν Πατριάρχη μας, τήν υἱική ἀγάπη καί τήν ἀφοσίωση τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, τοῦ εὐσεβοῦς Λαοῦ καί τοῦ τοῦ ἐλαχίστου Ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς. Ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου, ὅπως καί σύνολη ἡ Ἡμιαυτόνομη καί Ἀποστολοβάδιστη Ἐκκλησία τῆς Κρήτης, ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον, ὡς «πρωτοναυαρχίδα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου», κατά τήν προσφιλῆ Πατριαρχική ἔκφραση, εἶναι ἔδαφος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Καί τοῦτο εἶναι ὑψίστη τιμή, μεγίστη χαρά καί ἱερά παρακαταθήκη!
Εὐχαριστῶ ἐγκάρδια τήν Αὐτοῦ Θειοτάτη Μακαριότητα τόν Πάπα καί Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας καί πάσης Ἀφρικῆς κ.κ. Θεόδωρο γιά τίς Πατριαρχικές εὐχές καί εὐλογίες τίς ὁποῖες καί σήμερα, γιά μιά ἀκόμη φορά, δαψιλεύει στήν ἐλαχιστότητά μου, καί παρακαλῶ τόν Ἐκπρόσωπό Του, συντοπίτη μας, Θεοφιλέστατο Ἐπίσκοπο Βαβυλῶνος κ. Θεόδωρο, νά μεταφέρει τήν εὐγνωμοσύνη και τίς βαθύτατες εὐχαριστίες μου.
Τόν Σεβασμιώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης κ.κ. Εὐγένιο, Πρόεδρο τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς μας Συνόδου καί ἄμεσο Προκάτοχό μου σέ αὐτόν τόν θρόνο, τόν Νυμφαγωγό μου κατά τήν ὥρα αὐτή στά ἄδυτα τοῦ μυστηρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου, μέ λόγους εὐχαριστίας καί εὐγνωμοσύνης καταστολίζω, «ὁμολογῶν τήν χάριν, κηρύσσων τόν ἔλεον, οὐ κρύπτων τήν εὐεργεσίαν»! Ἐκ νεότητός μου, γεύθηκα τούς πατρικούς κρουνούς τῆς ἀγάπης του, ἀπό τά χέρια του ἔλαβα τόν πρῶτο βαθμό τῆς ἱερωσύνης, εἰσῆλθα στά Συνοδικά τῆς Ἐκκλησίας Σέκρετα καί μαθήτευσα παρά τούς πόδας του, ἐπί σειράν ἐτῶν, ἀκολουθώντας κοινούς δρόμους στήν Ἐκκλησιαστική διακονία, κατά τό θέλημα καί τίς βουλές τοῦ Θεοῦ!
Ἀνέρχομαι σήμερα σέ αὐτόν τόν Θρόνο διαδεχόμενος ἐκεῖνον, πού ἐπί δώδεκα συναπτά ἔτη, διακονώντας ἐδῶ, ἀγάπησε καί ἀγαπήθηκε πολύ καί καταξιώθηκε στίς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων ὡς «ὁ ποιμήν ὁ καλός». Διαβεβαιῶ ὅτι μέ ἀγάπη καί σεβασμό, θά συνεχίσω καί θά διαφυλάξω ὅ,τι παρέλαβα ἀπό ἐκεῖνον ὡς ἱερά παρακαταθήκη, μέ τόν πόθο νά τό αὐξήσω καί νά τό πολλαπλασιάσω γιά τόν ἐν Χριστῷ πλουτισμό τοῦ εὐσεβοῦς ποιμνίου πού μοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος, «ἵνα ζωήν ἔχωσι καί περισσόν ἔχωσιν» (Ἰω. 10,10). Ἅγιε Κρήτης, παρακαλῶ νά γνωρίζετε ὅτι τοῦτος ὁ τόπος θά εἶναι πάντοτε σπίτι σας, ἐφ’ ὅσον ἀποτελεῖ σάρκα ἀπό τή σάρκα σας. Ἡ εὐγνωμοσύνη καί ἡ εὐχαριστία μου στό πρόσωπό σας θά εἶναι ἰσόβιος, καί ἡ διάθεσή μου νά συμβάλω στήν ἑνότητα καί τή μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, θά εἶναι πάντοτε γιά ἐμένα προτεραιότητα καί στόχος ζωῆς.
Εὐχαριστῶ εὐγνωμόνως τόν πολυσέβαστο Γέροντα, Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λάμπης, Συβρίτου καί Σφακίων κ. Εἰρηναῖο γιά ὅλα ὅσα φρόντισε, μέ διάκριση καί ἀγάπη, κατά τό διάστημα τῆς Τοποτηρητείας του, γιά τρίτη συνεχόμενη φορά, στήν Ἱερά Μητρόπολη Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου, καί γιά ὅσα μέ πατρική στοργή, καί μᾶλλον μέ σχῆμα ὑπερβολῆς, ἀνέφερε γιά τήν ἐλαχιστότητά μου. Μέ περιβάλλει μέ τήν εἰλικρινή ἀγάπη καί τήν ἀνύστακτη φροντίδα του ἀπό τή νεαρή ἡλικία μου, καί κατέδειξε πολλές φορές τήν εὔνοιά του πρός τήν ἀναξιότητά μου. Μέ διδάσκει ὁ προσευχητικός τρόπος τῆς ἀρχιερατικῆς του πορείας. Χαίρομαι, διότι, συνοδοιπόροι, πλέον, στό Νομό Ρεθύμνης καί στίς Ἐκκλησιαστικές Ἐπαρχίες πού διακονοῦμε, θά συμπορευόμαστε γιά τό καλό τῆς Ἐκκλησίας μας. Τόν παρακαλῶ πάντοτε γιά τήν πατρική του στοργή, τίς σοφές συμβουλές καί τήν πλούσια Ἐκκλησιαστική του ἐμπειρία, πού θά εἶναι γιά ἐμένα πολύτιμο ἐφόδιο.
Εὐγνωμοσύνη καί χάριτες καταθέτω σέ ὅλους ἐσᾶς, τούς Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, τούς συγκροτοῦντες τήν Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας μας. Μέ ἀξίωσε ὁ Θεός νά διατρίβω πλησίον σας ὡς Κωδικογράφος, Ὑπογραμματεύς καί Ἀρχιγραμματεύς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἐπί 15ετίαν, καί νά ψηλαφῶ διαρκῶς τήν ποιμαντική σας ἀγωνία καί τόν ἔνθεο ζῆλο σας γιά τήν εὔρυθμη πορεία τῆς κατά Κρήτην ὁλκάδος τοῦ Κυριακοῦ Σώματος. Ὅλοι μέ τιμήσατε μέ τήν ἀγάπη, τήν ἐμπιστοσύνη καί τή στοργή σας «πάλιν καί πολλάκις». Καταθέτω τήν εὐγνωμοσύνη μου καί τόν ἰσόβιο σεβασμό μου. Ὑπόσχομαι, ἐν Ἐκκλησίᾳ πληθούσῃ, ὅτι ἐξ ὅλης ψυχῆς καί καρδίας θά συμβάλω, ὡς ὁ ἐλάχιστος τοῦ Συνοδικοῦ Βουλευτηρίου, εἰς ὅσα ἀγαθά, ἅγια καί δίκαια ὑποσχεθήκαμε ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων νά ἐργαζόμαστε, ἀπό κοινοῦ, γιά τήν θεόδρομο πορεία τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Ἀποστόλου Τίτου, πρός εὔκλεια τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί κουφισμό τοῦ βάρους τοῦ πολυευθύνου ἔργου τοῦ Πατριάρχου τοῦ Γένους.
Εὐχαριστῶ ὅλους τούς Ἁγίους Ἀρχιερεῖς ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, τήν Ἑλλάδα καί τό ἐξωτερικό, οἱ ὁποῖοι λόγῳ τῆς πανδημίας, δέν κατάφεραν σωματικά νά εἶναι μαζί μας. Γνωρίζω ὅτι αὐτή τήν ὥρα ἑνώνουν τήν προσευχή τους μέ τή δική μας, καί τούς εὐχαριστῶ μέ εὐγνωμοσύνη. Πάντοτε οἱ ἀρχιερατικές τους προσευχές θά ἀποτελοῦν πηγή εὐλογίας καί βακτηρία ἐπιστηριγμοῦ γιά τόν ἐλάχιστο ἀδελφό τους, πού σήμερα ἀναλαμβάνει τή διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ρεθυμνίων.
Εὐχαριστίες καταθέτω καί στούς παρισταμένους καί συνευχομένους Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ἀνέων κ. Μακάριο καί τούς Θεοφιλεστάτους ἁγίους Ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι σήμερα τιμοῦν καί εὐλογοῦν τήν ἀπαρχή τῆς Ἀρχιερατικῆς μου διακονίας σέ τοῦτο τόν εὐλογημένο Τόπο. Τούς παρακαλῶ πάντοτε νά ἔρχονται ἐδῶ μέ χαρά καί νά μᾶς ἐπιστηρίζουν εὐλογητικά μέ τήν παρουσία καί τή συμμετοχή τους στήν ζωή τῆς Τοπικῆς μας Ἐκκλησίας.
Εὐχαριστῶ ὅλους τούς Ἄρχοντες καί ὅλους τούς ἐκπροσώπους τῶν Πανεπιστημιακῶν, Δικαστικῶν, Ἐκπαιδευτικῶν, Πολιτικῶν καί Στρατιωτικῶν Ἀρχῶν τοῦ τόπου μας γιά τήν παρουσία τους. Μνημονεύω ὅλους τούς Παραδοσιακούς Συλλόγους, πού διακρατοῦν ἄσβεστη τή φλόγα τῆς Παράδοσής μας, χαιρετίζω ἰδιαίτερα τούς Μικρασιάτες, αὐτή τήν ἐπετειακή χρονιά ἀπό τή Μικρασιατική καταστροφή. Σέ ὅλους τούς κοινούς ἀγῶνες θά εἴμαστε μαζί, γιά νά προάγεται τό καλό ὄνομα καί ἡ ἀγαθή μαρτυρία τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς αὐτῆς. Γιά νά προασπιζόμαστε τά δίκαιά του, γιά νά διαφυλάσσομε τήν ταυτότητά του, γιά νά συμπράττομε σέ ἔργα προόδου καί οἰκοδομῆς. Χαιρετίζω καί ὅλα τά ἀπόδημα παιδιά τούτου τοῦ Τόπου, πού διαπρέπουν στήν Ἀττική, σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα καί στό ἐξωτερικό.
Εὐχαριστῶ τόν ἀγαπητό φίλο κ. Γεώργιο Καλαντζῆ, Γενικό Γραμματέα Θρησκευμάτων, πού μέ τιμᾶ μέ την παρουσία του, καί γιά τήν ἀγαστή συνεργασία πού εἴχαμε, κατά τούς χρόνους τῆς θητείας μου στό Συνοδικό Γραφεῖο.
Εὐχαριστῶ ὅλους τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας πού παρίστανται, τίς Ἀδελφότητες τῶν Ἱερῶν Μονῶν καί ὅσων περιβάλλονται τήν Πατριαρχική ἀξία, πού καταστολίζουν εὐλογητικά τίς δύο Ἐκκλησιαστικές Ἐπαρχίες μας, τά Ἐκκλησιαστικά Συμβούλια, καί τούς καλούς συνεργούς στό ἐκκλησιαστικό ἔργο, γιά τή σημερινή τιμητική καί οὐσιαστική παρουσία τους. Στό πρόσωπο τοῦ ἀγαπητοῦ μου π. Νικολάου Νικηφόρου, Γενικοῦ Ἀρχιερατικοῦ Ἐπιτρόπου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ἐκφράζω τίς εὐχαριστίες πρός ὅλο τόν ἱερό Κλῆρο, καί τή βεβαιότητα ὅτι, ὅλοι μαζί θά πορευθοῦμε μέ ἀγάπη στόν κοινό ἀγώνα ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀκριβῶς διατυπώθηκε στήν εὐγενική προσλαλιά του.
Εὐχαριστῶ τόν Ἱερό Κλῆρο καί τίς Μοναστικές ἀδελφότητες τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης, μέ τούς ὁποίους μέχρι σήμερα συμπορεύθηκαν μέ ἀγάπη καί σεβασμό. Κρατῶ μοναδικές καί ὑπέροχες στιγμές, συνυφασμένες μέ πρόσωπα μοναδικά καί ἀνεπανάληπτα. Βεβαιώνω ὅτι ὁ Τόπος τῆς νέας μου Ἐκκλησιαστικῆς μαρτυρίας θά εἶναι καί δικός τους τόπος, ὁ ὁποῖος πάντοτε μέ ἀγάπη θά τούς περιμένει νά τόν ἐπισκέπτονται. Μνημονεύω τούς συνοδίτες μου ὅλα αὐτά τά χρόνια στό Συνοδικό Γραφεῖο τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, Ἀρχιμανδρίτες Νήφωνα, Εἰρηναῖο καί Εὐγένιο. Ἰδιαίτερα μνημονεύω τή Μονή Ὁσίας Εἰρήνης Χρυσοβαλάντου Ἡρακλείου, τή μονή τῆς μετανοίας μου, καί τόν Γέροντά μου Ἀρχιμ. Μεθόδιο Σαμαριτάκη, γιά ὅλα ὅσα διδάχθηκα καί γεύθηκα στά πρῶτα βήματά μου στό μοναχισμό καί τήν Ἱερωσύνη. Δώῃ αὐτοῖς Κύριος ὁ Θεός ἑκατονταπλασίονα!
Εὐχαριστῶ ὅσους ἕως σήμερα συνάντησα καί ἀναστράφηκα στήν πορεία μου μέσα στήν Ἐκκλησία. Διδασκάλους, συμμαθητές, συμμοναστές, συμπρεσβυτέρους, συγκυρηναίους στή διακονία μου ἐκ νεότητός μου στό Ἡράκλειο, στήν Ἀθήνα καί στό Δουβλίνο τῆς Ἰρλανδίας. Στό πρόσωπο τοῦ παρισταμένου Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου κ. Νικολάου Ξεξάκη χαιρετίζω ὅλους τούς δασκάλους μου στίς βαθμίδες τῆς Ἐκπαίδευσης, καί καταθέτω τό σεβασμό μου. Χαιρετίζω ὅλους τούς παρισταμένους Ἄρχοντες Ὀφικιαλλίους τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου, οἱ ὁποῖοι ἐργάζονται ἀόκνως ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας καί μνημονεύω μέ εὐγνωμοσύνη τόν ἀγαπητό μου κ. Δημήτριο Μηλαθιανάκη, Νομικό Σύμβουλο τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς μας Συνόδου, ἠγαπημένο φίλο καί συνοδίτη.
Εὐχαριστῶ ὅλους ἐσᾶς πού σήμερα μέ τιμᾶτε μέ τήν παρουσία σας, ἀπό ὁλόκληρη τήν Κρήτη, τήν Κύπρο, τήν Ἀθήνα καί τήν Θεσσαλονίκη, τή γενέτειρά μου, τήν κώμη τῶν Σταυρακίων, τούς κατά σάρκα οἰκείους καί συγγενεῖς, τήν μητέρα μου Εὐθυμία καί τήν ἀδελφή μου Μαρία καί τόν μικρό ἀνηψιό μου Νικόλαο. Ζητῶ τήν εὐχή τοῦ μακαριστοῦ πατρός μου Νικολάου καί τῶν κεκοιμημένων προσφιλῶν μου προσώπων, κληρικῶν καί λαϊκῶν, πού σήμερα συναγάλλονται ἀπό τήν «ἀπάνω Κρήτη».
Εὐχαριστῶ ὅλα τά Τοπικά Μέσα Γενικῆς Ἐνημερώσεως, καί ἰδιαίτερα τόν τηλεοπτικό δίαυλο Κρήτη TV, γιά τήν ἀπευθείας μετάδοση τῆς σημερινῆς ἀκολουθίας, καθώς προσφέρουν τή δυνατότητα τῆς συμμετοχῆς, διά τοῦ ἤχου καί τῆς εἰκόνας, σέ πολλούς ἀνθρώπους πού βρίσκονται μακρυά μας.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, φωτόμορφα τέκνα τῆς Τοπικῆς αὐτῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐπαρχίας,
Στρέφω τά μάτια μου πρός ὅλους ἐσᾶς καί ἀνοίγω διάπλατα τήν ἀγκαλιά μου, ἀπό τό κέντρο τοῦ Ρεθύμνου μέχρι τό πιό μικρό χωριό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας. Καί τοῦτο δέν εἶναι σχῆμα λόγου. Εἶναι ἀνάγκη καί διάθεση καρδιᾶς! Εἶναι τρόπος καί ἐπιλογή ζωῆς! Εἶναι βίωμα καρδιακῆς κοινωνίας. «Εἰς τοῦτο ἐλήλυθα»!
Γνωρίζω καλά καί αἰσθάνομαι καρδιακά ὅτι εἰσέρχομαι σήμερα στό ἱερό τῆς ἐκκλησιαστικῆς εὐθύνης μου, στό ἄβατο τῆς σχέσης τοῦ καθενός μέ τόν Θεό καί τά ζωοπάροχα μυστήριά Του. Χαίρομαι πολύ πού καλοῦμαι νά ἱερουργήσω στά θυσιαστήρια τῶν ψυχῶν χιλιάδων ἀνθρώπων, πού μοῦ ἐμπιστεύεται ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἡ βούληση τῆς Ἐκκλησίας, τό μυστήριο τῆς σωτηρίας. Χαίρομαι πού γίνομαι Ἐπίσκοπός σας γιά νά μοιρασθῶ μαζί σας ὅ,τι ἔχω καί ὅ,τι εἶμαι. Ἐσεῖς ἀποτελεῖτε ἀπό δῶ κι ἐμπρός τό περίγραμμα τῆς ζωῆς μου, τό ἐπίκεντρο τῶν ἐνδιαφερόντων μου, τήν ὁδό τῆς σωτηρίας μου, τούς ἀδελφούς τοῦ Κυρίου, τὸ ὁρατό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ στή ζωή μου.
Δανείζομαι αὐτή τήν ὥρα τούς λόγους τοῦ ἐν ἁγίοις ἀναπαυομένου Πατριάρχου τῶν Σέρβων κυροῦ Παύλου, ὁ ὁποῖος στόν ἐνθρονιστήριο λόγου του εἶχε ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ανερχόμενος εις τον θρόνο του Αγίου Σάββα δεν έχω κανένα δικό μου πρόγραμμα δια το έργον τούτο. Το πρόγραμμα μου είναι το Ευαγγέλιον του Χριστού, η καλή αύτη αγγελία περί του Θεού μεθ ημών και της Βασιλείας Του εντός ημών -εφ’ όσον με την πίστιν και την αγάπην Τον δεχθούμεν».
Ἡ τοποθέτηση τοῦ μακαριστοῦ Πατριάρχου μέ ἐκφράζει ἀπόλυτα. Δέν ἦρθα ἐδῶ γιά νά ὑλοποιήσω δικό μου Πρόγραμμα ἤ ἀνθρώπινους σχεδιασμούς. Δέν ἦρθα νά ἐπιβάλω ἤ νά ἐπιβληθῶ. Δέν ἐπιθυμῶ σήμερα νά προβῶ σέ ἐξαγγελίες οὔτε νά ἀναπτύξω θεολογικούς στοχασμούς καί μάλιστα ἐνώπιον πολυσεβάστων καί πολυπείρων Ἀρχιερέων. Τό πρόγραμμά μου θέλω νά εἶναι τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ καλή αὐτή ἀγγελία τοῦ Θεοῦ καί τῆς Βασιλείας Του. Αὐτό πού ἐπαγγέλλεται ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία! Kαί σέ αὐτό τό Πρόγραμμα καλῶ ὅλους νά συμπορευθοῦμε ἀπό κοινοῦ! Τόν Ἱερό μας Κλήρο, τά Μοναστικά Τάγματα, τούς Ἄρχοντες τοῦ Τόπου μας, τούς προκρίτους τοῦ λαοῦ μας, τήν Πανεπιστημιακή Κοινότητα, τούς Φορεῖς τῆς Παράδοσής μας, τούς φοιτητές, τούς μαθητές, τά παιδιά μας, τίς οἰκογένειες, τούς νέους καί τούς ἡλικιωμένους, κάθε ἕναν ἄνθρωπο, κάθε μιά ἔμψυχη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Οὐδείς ἐξαιρεῖται ἤ περισσεύει ἀπό τή σωτήρια αὐτή πρόσκληση, τήν ὁποία σᾶς ἀπευθύνει διά τοῦ Ἐπισκόπου σας ἡ Ἐκκλησία.
Εἰσερχόμενος στή ζωή τῆς Τοπικῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τῆς θέσεως τοῦ νέου Ἐπίσκοπου της, μέ διάθεση αὐτοπροσφορᾶς καί θυσίας, «ἀναθιβάνω» στό νοῦ καί τήν καρδιά μου τούς λόγους τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος «εἰς τόν Ποιμένα»: «Ποιμένα ἀληθινόν, ἀποδείξει ἀγάπη, δι’ ἀγάπην γάρ ὁ Ποιμήν ὁ Μέγας Ἐσταύρωται».
Αὐτός ὁ μονόδρομος τῆς ἀγάπης, παρακαλῶ ὅλους νά εἶναι ὁ κοινός μας δρόμος. Τῆς ἀγάπης, πού πάντοτε πιστοποιεῖται στή θυσία, τήν ὑπέρβαση, τήν αὐτοπροσφορά, τήν ἔξοδο ἀπό τό ἐγώ καί τήν εἴσοδο στό «ἐμεῖς» τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας, πού εἶναι ἄλλωστε πρόγευση τῆς παραδείσιας ζωῆς.
Ἐλᾶτε ὅλοι μαζί, ὁ καθένας μέ τίς δυνάμεις καί τά χαρίσματά του, νά συναγωνισθοῦμε στό στάδιο τῆς παρούσης ζωῆς, ὅσο Ἐκεῖνος ἐπιτρέψει, γιά νά εἴμαστε αἰώνια μαζί Του! Σᾶς ἀπλώνω τά χέρια μου καί παρακαλῶ δώσετέ μου τά δικά σας, γιά νά συναρμοσθοῦμε ὅλοι μαζί, στό ἕνα Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μας, «ὅτι εἷς ἄρτος, ἕν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμεν» (Α΄Κορ. ι΄,17). Ἄς σταθοῦμε μακρυά ἀπό ἀκρότητες, ὑπερβολές καί ἐξάρσεις, ἐξατομικεύσεις καί διχοστασίες, ἐγωισμούς καί αὐτονομήσεις, πού σχίζουν καί μερίζουν τό χιτώνα τοῦ Χριστοῦ, καί καταργοῦν τήν προαιώνια θεία βουλή, «ἵνα πάντες ἕν ὧσι» (Ἰω. ιζ΄, 21).
Ἐλᾶτε, νά ἀγκαλιάσουμε προσευχητικά τόν ἀγώνα κάθε ἑνός ἀνθρώπου! Νά σεβασθοῦμε τόν τίμιο ἰδρῶτα του, νά ἀφουγκρασθοῦμε τίς ἀνάγκες του, νά ζήσωμε τίς ἀγωνίες του! Νά ἀκούσομε τούς προβληματισμούς του! Νά σταθοῦμε συνοδίτες καί ἀρωγοί στούς ποικίλους «σταυρούς» τῶν ἀδελφῶν μας!
Νά πιστοποιοῦμε διαρκῶς τή σωτήρια σχέση μας, κύκλῳ τῆς Ἁγίας Τραπέζης καί ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου, στό Μυστήριο τῶν Μυστηρίων, τή Θεία Εὐχαριστία, γινόμενοι σύσσωμοι καί σύναιμοι μέ τόν Χριστό. Ἐκεῖ στήν Ἱερά Πρόθεση καί τήν Ἁγία Τράπεζα ὅλοι θά συναντιόμαστε, ζῶντες καί κεκοιμημένοι, οἱ ἐγγύς καί οἱ μακράν!
Ἐλᾶτε, νά βιώσομε τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὄχι ὡς κάτι τό προσδοκώμενο ἤ πού ὑπάρχει κάπου, μακρυά ἀπό τό τώρα καί ἔξω ἀπό ἐμᾶς, ἀλλά ὡς τή μακαρία ἐκείνη κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία «ἐντός ἡμῶν ἐστι», καί τήν ὁποία καθημερινά καλούμαστε νά κατακτήσομε μέσα ἀπό τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης: «Ἐάν ἀγαπᾶτε με, τάς ἐντολάς τάς ἐμάς τηρήσατε, καί ἐγώ ἐρωτήσω τόν πατέρα καί ἄλλον παράκλητον δώσει ὑμῖν, ἵνα μένῃ μεθ’ ὑμῶν εἰς τόν αἰῶνα» (Ἰω. ιδ΄, 15-16).
Ἰδιαίτερα, τοῦτες τίς δύσκολες καί παράξενες ἡμέρες, ἐλᾶτε, νά ἐντείνομε τήν προσευχή μας, γιά τήν κατάπαυση τοῦ πολέμου στήν Οὐκρανία, πού τόσες ἡμέρες ταλανίζει τή σύγχρονη πραγματικότητα, γνωρίζοντας καλά τήν ἐπισήμανση τοῦ Χρυσορρήμονος Ἁγίου Ἰωάννου ὅτι, «Εάν επικρατήσει η ειρήνη, θα βασιλεύσει και η αγάπη. Και αν η αγάπη κυριαρχήσει, τότε και η ειρήνη θα εδραιωθεί» (Ιω. Χρυσόστομος, PG 62, 174).
Τιμιώτατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, Ἐντιμώτατοι ἄρχοντες, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Μέ ἐνισχύουν τοῦτες τίς ὥρες, λέξεις ἁπλές καί ἀπέριττες, ἀνθρώπων πού ἀγάπησα πολύ. Ἐκφράσεις, πού ὅλες αὐτές τίς ἡμέρες διατυπώθηκαν «σιγανά καί ταπεινά», ἀνεπιτήδευτα καί ἀνυπόκριτα! Κρατῶ αὐτές τίς λέξεις ὡς φυλακτό πολύτιμο στό θησαυροφυλάκιο τῆς καρδιᾶς μου.
Τελειώνοντας αὐτήν τήν πρώτη μου προσέγγιση μέ τήν ἀγάπη σας, μέ αἰώνια εὐγνωμοσύνη στρέφω τό νοῦ μου στό Γέροντα Ἀρχιεπίσκοπο Εἰρηναῖο, πού πολλές φορές στίς θλίψεις καί τίς δυσκολίες μου, μέ ἕνα χαμόγελό του, μέ μιά φράση του, πού ἀκόμα καί τώρα ἀπό τήν κλίνη τῆς ἀσθένειάς του ἐπαναλαμβάνει διδακτικά, «Ψηλά τό κεφάλι», μέ ἐπεστήριξε καί ὁδήγησε τό βῆμα τοῦ λογισμοῦ μου μακρυά ἀπό ἀνθρώπινα ἀδιέξοδα καί ἀπογοητεύσεις. Ἔτσι, συνεχίζει δυό χρόνια περίπου τώρα, μέ ἰώβεια ὑπομονή, ἀληθινή χαρά καί ὑποδειγματικό θάρρος νά μαρτυρεῖ τό φρόνημα τῆς θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας. Ξεκινώντας σήμερα τό πρωί γιά νά ἔλθω ἐδῶ, φίλησα τό χέρι Του, λαμβάνοντας τήν πατρική του εὐχή, ὡς πολύτιμο ἐφόδιο καί ἐφαλτήριο μοναδικῆς ἀξίας στή νέα ἀτραπό τῆς ζωῆς μου.
«Ψηλά τό κεφάλι» τό λοιπόν ἀδελφοί μου ἠγαπημένοι, μέ τήν ἀληθινή Κρητική λεβεντιά καί τό ὡραῖο Ὀρθόδοξο φρόνημα, πού κρατᾶ τόν ἄνθρωπο ὄρθιο καί τόν καθιστᾶ πολίτη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ!
«Ψηλά τό κεφάλι», γιά νά βλέπουμε ποῦ εἶναι τό πολίτευμά μας καί ποιά εἶναι ἡ κλήση μας!
Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἴη μετά πάντων ἡμῶν, προσφιλέστατοι ἀδελφοί μου! Εἰρήνη ὑμῖν καί ἡμῖν! Ὁ Χριστός καί ἦν καί ἔστι καί ἔσται ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν!