Κενές θέσεις εργασίας υπάρχουν σε πολλά καταστήματα εστίασης του Ρεθύμνου, τα οποία αναζητούν κατάλληλο εργατικό δυναμικό, που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και να εναρμονίζεται με τις διαθέσιμες μισθολογικές απολαβές
Μείζον πρόβλημα των τοπικών επιχειρήσεων εξακολουθεί να είναι η εύρεση προσωπικού, με την προσφορά να ξεπερνά τη ζήτηση και τις απαιτήσεις να μην καλύπτονται εύκολα από το υπάρχον διαθέσιμο εργατικό δυναμικό. Το πρόβλημα της υποστελέχωσης των επιχειρήσεων δεν είναι «χθεσινό», ωστόσο μεγαλώνει χρόνο με τον χρόνο, φέρνοντας τους εργοδότες σε μία διαρκή διαδικασία αναζήτησης εργατικών χεριών, τα οποία αφενός θα ανταπεξέρχονται στις ανάγκες των καταστημάτων τους, και αφετέρου θα βρίσκονται εντός των οικονομικών δυνατοτήτων της εκάστοτε επιχείρησης. Έλλειμμα εργαζομένων της τάξης του 30% εντοπίζεται αυτή τη στιγμή στα καταστήματα της εστίασης στην πόλη, με τους καταστηματάρχες να υποστηρίζουν ότι, στην μετά την πανδημία, εποχή προσπαθούν να κάνουν την καλύτερη δυνατή διαχείριση στο συγκεκριμένο ζήτημα. «Πλέον ψάχνουμε προσωπικό όλο το χρόνο», ανέφερε μεταξύ άλλων σε δηλώσεις του στα «Ρ.Ν.» ο Μιχάλης Χάσικος, πρόεδρος του Συλλόγου Εστίασης Ρεθύμνου.
Η κρατική επιδοματική πολιτική, η έλλειψη εξειδικευμένων εργατικών χεριών η απουσία ελκυστικών απολαβών, καθώς και ο αθέμιτος ανταγωνισμός που δημιουργούν πολλοί εργοδότες είναι όλοι παράγοντες που επηρεάζουν τον εργατικό κόσμο και αυξάνουν τις αγγελίες εύρεσης και αναζήτησης εργασίας. Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τα οποία οι κενές θέσεις εργασίας για το γ’ τρίμηνο του 2024 στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας ανήλθαν σε 48.813, εμφανίζοντας σχετική μείωση, σε σύγκριση με την κορύφωση της τουριστικής σεζόν, όταν και καταγράφηκαν 58.941 κενές θέσεις. Οι δείκτες ανεργίας για τον Νοέμβριο του 2024 έπεσαν στο 9,6%, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023, όπου βρίσκονταν στο 10,8%, μείωση η οποία ωστόσο δεν μεταφράζεται στην εικόνα της αγοράς και δεν δίνει ρεαλιστικές απαντήσεις στα διαρκή προβλήματα που εξακολουθούν να υφίστανται στην αγορά.
Η προσεχής εφαρμογή της κάρτας εργασίας από την 1η Μαρτίου 2025, αναμένεται να προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες σε εργαζόμενους και εργοδότες, καθώς θα στερήσει τις δυνατότητες ευελιξίας από τις επιχειρήσεις και θα καταστήσει ακόμα λιγότερο ελκυστικές τις προσφερόμενες θέσεις εργασίας. «Αν δεν υπάρξουν δυνατότητες ευελιξίας στη χρήση της, η φύση της δουλειάς θα δημιουργήσει περισσότερες δυσκολίες και θα καταστήσει ακόμα πιο δυσεύρετα τα εργατικά χέρια», ανέφερε μεταξύ άλλων στα «Ρ.Ν.», ο Όθωνας Χριστουλάκης, ιδιοκτήτης εστιατορίου του Ρεθύμνου.
Η εστίαση στο επίκεντρο του προβλήματος
Η εστίαση είναι ένας από τους κλάδους της ελληνικής και τοπικής οικονομίας, ο οποίος βάλλεται εντονότερα από τις δυσκολίες εύρεσης κατάλληλου εργατικού δυναμικού. Μεγαλύτερα προβλήματα συνιστούν η έλλειψη ικανοποιητικής σχέσης απολαβών – συνθηκών εργασίας και η απουσία εξειδίκευσης από τους εργαζομένους. Το επίδομα ανεργίας είναι επίσης ένας παράγοντας που καθορίζει τις συνθήκες εργασίας στα καταστήματα της εστίασης, καθώς σε μία κατεξοχήν τουριστική χώρα όπως η Ελλάδα, πλειοψηφικό κομμάτι του εργατικού κόσμου εργάζεται σε εποχική βάση, διεκδικώντας το ταμείο ανεργίας με το πέρας της τουριστικής περιόδου. «Η Κρήτη απασχολεί δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους στην εστίαση και τον τουρισμό, άρα είναι αναπόφευκτο να υπάρχει έλλειψη εργατικών χεριών. Το συγκεκριμένο πρόβλημα το αντιμετωπίζουμε κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες, αλλά και το χειμώνα υπάρχουν ελλείψεις», τόνισε μιλώντας στα «Ρ.Ν.», ο Χάρης Αυγουστάκης, αντιπρόεδρος του Συλλόγου Εστίασης.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ), τον Νοέμβριο του 2024 ο αριθμός των εγγεγραμμένων ανέργων ανήλθε σε 962.050 άτομα, σημειώνοντας αύξηση κατά 15% σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2024, όπου οι εγγεγραμμένοι άνεργοι ήταν 833.058 και επιβεβαιώνοντας ότι μετά το τέλος της διευρυμένης τουριστικής σεζόν, οι άνεργοι πληθαίνουν. Το σύνολο των επιδοτούμενων ανέργων τον Νοέμβριο του 2024 ανήλθε σε 170.851 άτομα, με το 34,1% να είναι εποχικοί υπάλληλοι -τουριστικών επαγγελμάτων. «Το πρόβλημα της έλλειψης εργατικών χεριών διαιωνίζεται τα τελευταία 3 χρόνια, αμέσως μετά την ομαλοποίηση του κόβιντ υποδεχτήκαμε αυτό το θέμα και προσπαθούμε να το διαχειριστούμε με τον καλύτερο τρόπο. Στον χώρο μας αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα έλλειμμα της τάξης του 30% σε εργατικά χέρια», συμπλήρωσε ο κ. Χριστουλάκης.
Η ανασφάλεια είναι επίσης ένα χαρακτηριστικό με το οποίο έρχονται αντιμέτωπες πολλές επιχειρήσεις, καθώς αρκετοί είναι οι εργαζόμενοι που διακόπτουν αιφνίδια την εργασία τους ή επιλέγουν να εργαστούν για σύντομα, διακοπτόμενα χρονικά διαστήματα. «Υπάρχει μία τρομερή ανισορροπία στην αγορά αυτή τη στιγμή. Έχουμε αρχίσει και ψάχνουμε προσωπικό πριν ακόμα από τις γιορτές. Υπάρχει μεγάλη ανησυχία. Είναι πολύ λίγοι αυτοί που δεσμεύονται να εργαστούν με τον τρόπο που πρέπει, το χρονικό διάστημα που τους χρειαζόμαστε και για όσο τους χρειαζόμαστε», σημείωσε μεταξύ άλλων μιλώντας στα «Ρ.Ν.», ο κ. Χάσικος, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στις συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού που δημιουργούν ορισμένοι επιχειρηματίες της περιοχής. Οι μισθολογικές αποκλίσεις δεν είναι σπάνιο φαινόμενο στην αγορά της εστίασης, ωστόσο οι προσφερόμενες αμοιβές, που ξεφεύγουν κατά πολύ από τις συνηθισμένες απολαβές προκαλούν προβλήματα στο σύνολο του κλάδου. Ο κ. Χάσικος σχολίασε: «Δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός, από εργοδότες που δημιουργούν μισθολογικές υπεραξίες. Βγαίνει ένας μάγειρας από την σχολή και του δίνουν δύο χιλιάδες ευρώ σαν πρώτο μισθό. Αυτό προκαλεί μία τεράστια ζημιά, τόσο στην αγορά, όσο και στον ίδιο τον άνθρωπο, ο οποίος μετά όταν θα πάει σε ένα άλλο μαγαζί, θα επανέλθει στην εργασιακή πραγματικότητα».
Λύσεις προσαρμογής και έκτακτης ανάγκης
Οι χιλιάδες φοιτητές που βρίσκονται στην πόλη αποτελούν σαφώς έναν σταθερό πυρήνα, από τον οποίο προκύπτουν εύκολα, φθηνά εργατικά χέρια. Ο συνδυασμός εργασίας και σπουδών είναι συχνό φαινόμενο και αναπόφευκτη ανάγκη για μεγάλο κομμάτι της φοιτητικής κοινότητας, η οποία εξυπηρετείται από την εκτενή διαθεσιμότητα θέσεων εργασίας στις τοπικές επιχειρήσεις, καταπραΰνοντας παράλληλα και τους πονοκεφάλους των εργοδοτών. Ωστόσο, σύμφωνα με τον κ. Χάσικο, οι φοιτητές αποτελούν μία λύση ανάγκης και όχι ένα μακροπρόθεσμο στήριγμα, ειδικά όσον αφορά τα τοπικά εστιατόρια. «Η λύση με τους φοιτητές δεν είναι και τόσο αποτελεσματική λύση. Για ένα εστιατόριο που σέβεται τον εαυτό του και θέλει παρέχει μία ισορροπημένη εμπειρία στον πελάτη του, οι ανειδίκευτοι φοιτητές δεν μπορούν να αποτελούν ένα αξιόπιστο στήριγμα σε βάθος χρόνου. Σε μία καφετέρια μπορούν να σταθούν καλύτερα και δουλέψουν, σε ένα εστιατόριο οι απαιτήσεις είναι μεγαλύτερες και απαιτείται γνώση του επαγγέλματος».
Αναπόφευκτες θα έπρεπε να θεωρούνται οι προσαρμογές των επιχειρήσεων στις νέες συνθήκες, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των μηνών αυξημένης καταναλωτικής ζήτησης. Εστιατόρια και καφετέριες με συνεχή, ανεπίλυτα προβλήματα εύρεσης αξιόπιστων εργατικών χεριών καλούνται ακόμα και να μειώσουν τα τραπεζοκαθίσματά τους, προκειμένου να διασφαλίσουν την ποιότητα των υπηρεσιών τους. «Η προσαρμογή που μπορεί να κάνει μία επιχείρηση είναι το να λιγοστέψει τα τραπέζια της. Αν δεν βρεις προσωπικό, δουλεύεις με δύο-τρεις καλούς σερβιτόρους και μειώνεις τα τραπέζια σου. Καλύτερα να έχεις λιγότερα τραπέζια με καλύτερη ποιότητα στις υπηρεσίες και υψηλότερο επίπεδο προσωπικού, παρά το μαγαζί να μην λειτουργεί όπως πρέπει», σημείωσε ο κ. Χάσικος. Σε δεύτερο χρόνο, αρκετές είναι οι επιχειρήσεις που επεξεργάζονται ενδεχόμενους περιορισμούς στα ωράρια λειτουργίας τους. Ο κ. Αυγουστάκης ανέφερε: «Επαγγελματίες του κλάδου μας αναγκάζονται να μειώνουν τις ώρες που είναι ανοικτά τα καταστήματά τους, περιορίζοντας τα ωράρια λειτουργίας τους, ιδιαίτερα τις βραδινές ώρες. Αυτό είναι ένα φαινόμενο το οποίο θα συνεχιστεί και θα υπάρχει αυξητική τάση. Καταστήματα τα οποία δεν έκλειναν τους χειμερινούς μήνες, θα τα δούμε ακόμα και να κλείνουν για δύο ή τρεις μήνες».
Συμπτύξεις στα ωράρια και μικρότερους καταλόγους ανάμεσα στις προτεραιότητες συγκεκριμένων καταστημάτων εστίασης της πόλης, καταγράφει ο κ. Χριστουλάκης: «Υπάρχουν σκέψεις αυτή τη στιγμή σε πάρα πολλά καταστήματα, να δουλέψουν μία μόνο βάρδια ελαφρώς διευρυμένη και όχι δύο βάρδιες, πρωί απόγευμα. Αυτό έχει άμεση σχέση με το έλλειμμα εξειδικευμένων εργατικών χεριών. Επίσης υπάρχουν σκέψεις από επαγγελματίες του χώρου να μειώσουν στο ελάχιστο τα προσφερόμενα είδη του καταλόγου, να υπάρξει δηλαδή ακόμα και 50% μείωση».
Τέλος, οι προκλήσεις με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπες σήμερα οι επιχειρήσεις, αλλά και η έλλειψη επαρκούς τεχνογνωσίας και ορθών επιχειρηματικών στρατηγικών από τους νέους εργοδότες οδηγούν σε συχνές αλλαγές χαρακτήρα και παρεχόμενων υπηρεσιών, σε αρκετά καταστήματα της τοπικής αγοράς. Σύμφωνα με τον κ. Χάσικο, οι νέοι στην πόλη εμφανίζονται «βιαστικοί» στο άνοιγμα νέων καταστημάτων, στερούμενοι απαραίτητης τεχνογνωσίας και εργασιακής εμπειρίας, προκειμένου να χτίσουν μία επιχείρηση με ξεκάθαρη ταυτότητα και προσανατολισμό. «Μία επιχείρηση πρέπει να έχει ταυτότητα. Υπάρχουν μαγαζιά στην τοπική αγορά που έχουν αλλάξει ταυτότητα τρεις και τέσσερις φορές. Για να μπορεί να δουλέψει ένα κατάστημα σωστά, πρέπει να το εμπιστεύεται και ο πελάτης», συμπλήρωσε ο κ. Χάσικος.