Είναι σημαντικό να δίνουμε χώρο στη φύση να εξελίσσεται, να είναι ήσυχη χωρίς τη βαριά ανθρώπινη παρέμβαση, τόνισε ο Πέτρος Λυμπεράκης, βιολόγος στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας
Αντιμέτωπη με τις μεγαλύτερες κρίσεις στην ιστορία βρίσκονται η άγρια χλωρίδα και πανίδα του πλανήτη, με την ανθρώπινη δραστηριότητα να επιφέρει αλλαγές στα οικοσυστήματα, με αποτέλεσμα να απειλείται η βιοποικιλότητα και κατ’ επέκταση η ίδια η ανθρώπινη επιβίωση.
Οι προστατευόμενες περιοχές στη χώρα είναι 446 – με πολλές από αυτές να βρίσκονται στην Κρήτη -, αλλά η διαχείρισή τους παραμένει ελλιπής. Η έλλειψη πολιτικής βούλησης, η πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων και η απουσία ελεγκτικών μηχανισμών καθιστούν την προστασία της φύσης περισσότερο θεωρητική παρά ουσιαστική στην πράξη.
Ταυτόχρονα η καθημερινή σχέση των ανθρώπων με τη φύση είναι προβληματική, από την καταστροφική χρήση φυτοφαρμάκων, μέχρι την ανεξέλεγκτη τουριστική εκμετάλλευση, ο άνθρωπος απομακρύνεται όλο και περισσότερο από το φυσικό περιβάλλον.
Τα παραπάνω συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια συζήτησης του βιολόγου στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης Πέτρο Λυμπεράκη στην Τηλεόραση CRETA με τη Σώτια Πεντεδήμου, μιλώντας για την πραγματική διάσταση του προβλήματος και τη στάση που πρέπει να υιοθετήσει η κοινωνία για την προστασία της φύσης και όλων των ειδών που φιλοξενεί.
Ο κ. Λυμπεράκης αναφέρθηκε σε δύο κατευθύνσεις που μπορεί ο άνθρωπος να δράσει ώστε να έρθει πιο κοντά στη φύση, να την αγαπήσει και να την προστατεύσει.
«Είναι σημαντικό να δίνουμε χώρο στη φύση να εξελίσσεται, να είναι ήσυχη χωρίς τη βαριά ανθρώπινη παρέμβαση, καθώς παντού παρεμβαίνει, ιδιαίτερα στις προστατευόμενες περιοχές που καλύπτουν σχεδόν το 30% της χερσαίας επιφάνειας και πάνω από το 20% της θαλάσσιας. Στα χαρτιά προσεγγίζουμε και κάνουμε προσπάθεια για τη διαχείριση αυτών των περιοχών, όμως δεν προστατεύονται πραγματικά. Επίσης είναι σημαντικό να αναπτυχθούν οι σχέσεις των ανθρώπων με την υπόλοιπη φύση, πέρα από τις προστατευόμενες περιοχές. Κάνουμε ζημιά στη φύση γιατί δεν ερχόμαστε σε επαφή αρκετά μαζί της. Την επαφή με τη φύση πρέπει να τη συστηματοποιήσουμε, να έρθουμε κοντά και να την αγαπήσουμε. Οπότε συνοπτικά έχουμε δύο προσεγγίσεις, οι προστατευόμενες περιοχές που είναι και μια παγκόσμια τάση και η καθημερινή μας σχέση με τη φύση».
Πολιτικό στοίχημα η προστασία της φύσης
Η προστασία της φύσης δεν είναι απλά ένα ηθικό ζήτημα, αλλά ένα πολιτικό στοίχημα, με τη χρηματοδότηση και την πολιτική βούληση να είναι οι βασικοί παράγοντες που καθορίζουν το μέλλον των προστατευόμενων περιοχών και των περιβαλλοντικών πρωτοβουλιών.
Όπως σημείωσε ο κ. Λυμπεράκης, είμαστε μακριά από μια συμφωνία για καθολική προστασία συγκεκριμένων περιοχών, ωστόσο οι συζητήσεις που γίνονται σε παγκόσμιο επίπεδο για τη βιοποικιλότητα έχουν συμβάλει κατά ένα βαθμό στην προστασία της: «Είμαστε μακριά από μια συμφωνία για καθολική προστασία συγκεκριμένων περιοχών. Ωστόσο έχει δημιουργηθεί ένα φόρουμ και γίνεται μια κουβέντα εκεί. Τα συμπεράσματα από εκεί είναι σημαντικά και η εξέλιξη των συμπερασμάτων κάθε χρονιά, κάτι το οποίο είναι θετικό, βέβαια πάει με αργό ρυθμό. Έχουμε το εργαλείο, το θέμα είναι να έχουμε και την πολιτική βούληση. Ένα από τα συμπεράσματα των συναντήσεων είναι ότι όλοι λένε «ναι», όλοι αγαπάνε τη φύση στα λόγια, όταν έρθει η ώρα για τα χρήματα που πρέπει να δαπανηθούν για να υλοποιηθεί κάτι… κάνουν πίσω. Αυτό πρέπει να αλλάξει και είναι θέμα πολιτικής πίεσης. Δεν περιμένουμε να το κάνει όλος ο υπόλοιπος κόσμος, ας κάνουμε εμείς το μερίδιό μας», σημείωσε ο κ. Λυμπεράκης.
Εμπόδια στην περιβαλλοντική διαχείριση στην Ελλάδα είναι η γραφειοκρατία, η πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων και η καθυστέρηση λήψης κρίσιμων αποφάσεων. Παρότι έχουν γίνει κάποια βήματα προόδου, ιδιαίτερα υπό την πίεση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, πολλά ζητήματα παραμένουν άλυτα, όπως η έλλειψη σαφούς ρυθμιστικού πλαισίου για τις προστατευόμενες περιοχές.
«Πριν 20 χρόνια η κατάσταση ήταν απελπιστική, εξακολουθεί να είναι πολύ κακή ιδιαίτερα σε δύο τομείς. Στον τομέα της φύλαξης και του ελέγχου έχουμε πάρα πολλά προβλήματα γιατί είναι πολλές οι αρμοδιότητες, πολυδιασπασμένες, και έτσι όταν πάει να αναζητήσει ο πολίτης το δίκιο του η μια υπηρεσία παραπέμπει στην άλλη. Από την άλλη όμως κάτω από την πίεση της ΕΕ ένα από τα θετικά που μας έχει φέρει η περιβαλλοντική νομοθεσία είναι ότι είμαστε υποχρεωμένοι να παρακολουθούμε και φαίνεται ότι τα πράγματα πάνε λίγο καλύτερα. Δηλαδή έχουν γίνει βήματα προς μια πιο οργανωμένη κατάσταση, αλλά σήμερα η ραχοκοκαλιά του προβλήματος είναι ότι και οι 446 περιοχές της Ελλάδας, μεταξύ των οποίων και η Κρήτη, περιμένουν το «Ευαγγέλιο» πως τις διαχειρίζεσαι που λέγεται ειδική περιβαλλοντική μελέτη και προεδρικό διάταγμα».
Αναφορικά με τις ειδικές περιβαλλοντικές μελέτες που έχει ξεκινήσει η σύνταξή τους από το 2017 για τις 446 προστατευόμενες περιοχές, ο κ. Λυμπεράκης τόνισε ότι θα έπρεπε να είναι έτοιμες ήδη από το 2021.
Πλούσια περιοχή η Κρήτη σε επίπεδο βιοποικιλότητας
Έναν φυσικό θησαυρό έχει η Κρήτη, με τη γεωγραφική της απομόνωση και το ιδιαίτερο κλίμα της να έχουν δημιουργήσει ένα οικοσύστημα με σπάνια και ενδημικά είδη. Ωστόσο η ανεξέλεγκτη τουριστική ανάπτυξη, η άναρχη δόμηση και η ρύπανση των υδάτων απειλούν τη μοναδικότητα του νησιού.
Η άγρια φύση δεν κινδυνεύει μόνο από την ανθρώπινη δραστηριότητα, αλλά και από την αδιαφορία.
Όπως σημείωσε ο κ. Λυμπεράκης: «Βγαίνοντας στο πεδίο κάθε φορά θα δούμε κάτι καινούργιο, κάθε φορά μας εντυπωσιάζει κάτι. Πουλιά που δεν τα είχαμε ξανά προσέξει, άγρια χόρτα που δεν τα είχαμε δει ότι είναι εκεί, ερπετά, μικρά θηλαστικά. Ο πλούτος είναι απίστευτος και αρκεί να θέλει κανείς δεν προλαβαίνει να τα μάθει όλα. Είναι τόσο πλούσια η Κρήτη, γι’ αυτό και τη μελετάνε πάρα πολλά χρόνια επιστήμονες από όλο τον κόσμο. Είναι μια κληρονομιά που θα πρέπει να θεωρούμε τους εαυτούς μας τυχερούς που τους έχουμε».
Η δραστηριότητα του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας
Κρίσιμο ρόλο στην τεκμηρίωση και την προστασία της φυσικής κληρονομιάς του νησιού διαδραματίζει το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, ωστόσο συχνά το μουσείο «αναγκάζεται» να παίζει και τον ρόλο της αστυνόμευσης, καθώς η έλλειψη ενός επαρκούς κρατικού ελεγκτικού μηχανισμού το μετατρέπει σε σημείο αναφοράς για καταγγελίες των πολιτών.
«Το μουσείο θα έπρεπε να έχει δύο ρόλους. Ο ένας είναι τεκμηρίωση, δηλαδή να συλλέγει τα στοιχεία για το τι είναι αυτά τα σημαντικά πράγματα που έχουμε γύρω μας και το δεύτερο είναι να τα προωθεί προς τον κόσμο. Από ό,τι μπορούμε να μετρήσουμε με την ανάκαμψη ορισμένων ειδών με τα οποία ασχολούμαστε, φαίνεται ότι έχει αποτέλεσμα. Δυστυχώς μπαίνουμε και σε τρίτο ρόλο, τον ρόλο της αστυνόμευσης, γιατί ο κόσμος πολύ συχνά αποτείνεται σε εμάς λόγω της έλλειψης ενός πραγματικού ελεγκτικού μηχανισμού που θα πάρει ένα πρόβλημα και θα δώσει λύσεις. Στο μουσείο κάποιοι ασχολούνται με την ενεργειακή μετάβαση που είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα. Άλλοι ασχολούνται με τις παραλίες και τις καταστροφές. Το θετικό είναι ότι υπάρχουν πολλές ομάδες πολιτών που ασχολούνται ενεργά. Αυτό κοιτάμε να χαράξουμε ως πολιτική, να υποστηρίζουμε αυτές τις ομάδες στο σημείο που έχουν δίκαιο».
Επιμέλεια: Μαγδαληνή Κουντουνιώτη