Ως παλιό μέλος του ΠΑΣΟΚ – από την πρώτη γενιά που συνέβαλε στην άνοδο και ωρίμανση του ΠΑΣΟΚ, ώστε αυτό να καταστεί ικανό να αναλάβει την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας το 1981, που βίωσε και άντεξε την περιπέτεια του θλιβερού 1989, που συνέβαλε στην ανασυγκρότηση του ΠΑΣΟΚ και στην εκ νέου ανάληψη της εξουσίας το 1993, που κάποια μέλη της αποστασιοποιήθηκαν από τις πολιτικές και τις πρακτικές του ΠΑΣΟΚ στα χρόνια των Μνημονίων, αλλά ουσιαστικά δεν απομακρύνθηκαν από αυτό και επανέκαμψαν σ’ αυτό περισσότερο συνειδητοποιημένα μετά την τραυματική εμπειρία της περιόδου διακυβέρνησης της χώρας από την «Αριστερά» – ως μέλος αυτής της γενιάς παρακολουθώ με μελαγχολία τις πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με την προεδρία στο ΠΑΣΟΚ.
Πριν ακόμα κατακαθίσει η σκόνη των Ευρωεκλογών, πριν αναλυθούν με νηφαλιότητα τα αποτελέσματά τους και αναζητηθούν τα βαθύτερα αίτια της μη επίτευξης του εκλογικού στόχου, το ΠΑΣΟΚ να καταλάβει τη δεύτερη θέση και να διεκδικήσει τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, οι επίδοξοι πρόεδροι βρήκαν τον υπαίτιο.
Αυτός φταίει! Ο νυν πρόεδρος φταίει, αν τον αλλάξουμε θα λύσουμε το πρόβλημα· υποθέτω ότι σκέφτηκαν και σκέφτονται οι νέοι/ες υποψήφιοι/ες για την προεδρία.
Όμως, η προσωποποίηση των προβλημάτων έχει μια εγγενή αδυναμία· προτάσσοντας τα πρόσωπα θέτει τα πράγματα σε δεύτερη θέση και συσκοτίζει τα πραγματολογικά αίτια του προβλήματος.
Από την άλλη, η προσωποποίηση των πραγμάτων συνεπάγεται αναπόφευκτα τη σύγκριση των προσώπων.
Γιατί με την αλλαγή προέδρου θα αλλάξουν και οι ρυθμοί ανάπτυξης και ωρίμανσης του ΠΑΣΟΚ και τα εκλογικά ποσοστά του δεν θα αυξάνονται βήμα-βήμα, αλλά αλματωδώς;
Μάλλον, επειδή οι νέοι υποψήφιοι πρόεδροι είναι ικανότεροι του νυν προέδρου.
Και προκύπτει το ερώτημα, γιατί είναι ικανότεροι;
Επειδή κάποιος απ’ αυτούς έχει πρόγραμμα και πρόταση τεκμηριωμένη και αποδεχτή από ένα ευρύτερο κοινωνικό σύνολο; Εγώ, τουλάχιστον μέχρι τώρα, δεν έχω διακρίνει κάτι τέτοιο.
Επειδή διαθέτουν καλλίτερη κατάρτιση και επιστημονική γνώση και έχουν καταξιωθεί στον κλάδο τους;
Επειδή διαθέτουν μεγαλύτερη κυβερνητική και εν γένει πολιτική εμπειρία;
Επειδή διαθέτουν μεγαλύτερη διεθνή εμπειρία και προβολή;
Επειδή χαρακτηρίζονται από πολιτική συγκρότηση, συνέπεια και σοβαρότητα και εμπνέουν εμπιστοσύνη στην κοινωνία;
Επειδή καταξιώθηκαν σε κοινωνικούς αγώνες;
Επειδή είναι πιο επικοινωνιακοί;
Οι υποψήφιοι διαφοροποιούνται, φυσικά, μεταξύ τους και καθένας έχει τη δική του πορεία και τη δική του αξία ως πολιτικό ον και προπάντων ως προσωπικότητα. Εντούτοις, κατά την εκτίμησή μου, κανένας δεν πληροί τα παραπάνω κριτήρια σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αποτελεί μια σαφή, πειστική και ελπιδοφόρα εναλλακτική έναντι του νυν προέδρου.
Καταλήγω, λοιπόν, στην απάντηση, ότι καθένας από τους υποψήφιους είναι ικανότερος του νυν προέδρου, αλλά και από τους λοιπούς συνυποψηφίους του, επειδή έτσι το πιστεύει ο ίδιος για τον εαυτό του.
Και αυτή η πίστη, αυτή η αυτοεικόνα, δεν προέκυψε μετά τις Ευρωεκλογές. Προϋπήρχε· και υποθέτω ότι αυτή η αυτοεικόνα και οι συνακόλουθες φιλοδοξίες είναι ένα από τα βαθύτερα αίτια που λειτούργησαν ανασταλτικά στην πρόσφατη πορεία του ΠΑΣΟΚ.
Τουλάχιστον κάποιοι από τους υποψήφιους προέδρους φαίνεται να ήταν έτοιμοι από καιρό και απλά περίμεναν μια αφορμή για να ξεδιπλώσουν τις φιλοδοξίες τους.
Όποια και να είναι τα αίτια και τα κίνητρα, γεγονός είναι ότι αρκετά ηγετικά στελέχη του σημερινού ΠΑΣΟΚ βρίσκονται σε μια φάση εγωκεντρισμού, αυτοαναφορικότητας και αλληλοαμφισβήτησης. Έτσι, το ΠΑΣΟΚ μπήκε σ’ έναν μονόδρομο, ανηφορικό και επίπονο. Ενδεχομένως και αδιέξοδο, αν δεν εμφανιζόταν η υποψηφιότητα Διαμαντοπούλου.
Γιατί Άννα Διαμαντοπούλου;
Η υποψηφιότητα της Διαμαντοπούλου προσδίδει, καταρχάς,κύρος και δυναμική στην ίδια την εκλογική διαδικασία και προσφέρει μια διέξοδο στο ΠΑΣΟΚ. Η δε ενδεχόμενη εκλογή της θα δημιουργήσει προϋποθέσεις για μια ελπιδοφόρα πορεία. Και αυτό, όχι μόνο επειδή πληροί περισσότερο από κάθε άλλον τα παραπάνω κριτήρια, αλλά και λόγω της όλης πορείας της.
Η Άννα Διαμαντοπούλου, με τη διεθνή εμπειρία και παρουσία της, με την πραγματογνωσία της και με την εργατικότητα, τη μεθοδικότητα και την υπευθυνότητα που την χαρακτηρίζουν, αποτελεί πολιτικό κεφάλαιο το οποίο σκόπιμο είναι να αξιοποιηθεί για την «ανασύνθεση» όχι μόνο του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας και του κράτους.
Η μεταβατική απόσυρσή της από τα τεκτενόμενα στο ΠΑΣΟΚ τής έδωσε, υποθέτω, την ευκαιρία να δει τα πράγματα από απόσταση, να επανεκτιμήσει, με βάση την πολιτική της εμπειρία και γνώση, την πολιτική κατάσταση και να επανέλθει πιο αποφασισμένη για να προσφέρει – με βάση τη δημοσιοποιημένη διακήρυξή της.
Η Διαμαντοπούλου μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα μεταξύ των θετικών στοιχείων του ιστορικού ΠΑΣΟΚ και ενός ανασυγκροτημένου και για τις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας προετοιμασμένου ΠΑΣΟΚ.
Η Άννα Διαμαντοπούλου μπορεί να συνομιλήσει πραγματολογικά και ιδεολογικά με ευρύτερους κοινωνικούς και πολιτικούς χώρους.
Μπορεί να λειτουργήσει ως επικοινωνιακός εταίρος για τους πολιτικούς χώρους αριστερά και δεξιά του ΠΑΣΟΚ και συγχρόνως να είναι ένας άβολος πολιτικός αντίπαλος γι’ αυτούς.
Η υποψηφιότητα της Άννας Διαμαντοπούλου φαίνεται να αποτελεί ιστορική ευκαιρία για το ΠΑΣΟΚ.
Ας ελπίζουμε πως θα αξιοποιηθεί.