Αθήνα Ιούλιος 2024, σ/ς 688
Aν η εποχή έκδοσης και το είδος ενός βιβλίου λειτουργούν ευνοϊκά για την αναγνωστικότητά του, τότε είναι «ευνοημένο» το πρόσφατα εκδομένο βιβλίο του π. Ανδρέα Μαμαγκάκη1 με το «μεταφορικό» και βιβλικό τίτλο «Ταξιδεύοντας επί των πτερύγων των ανέμων» και τον κυριολεκτικό και οικείο του υπότιτλο «Τα ταξίδια μου».
Παράλληλα, αν «Ένα ταξίδι ίσο με μια Επιστήμη», κατά τη βυζαντινή παροιμία, αντιλαμβανόμαστε αναλογικά την αξία των 24 ταξιδιών ανά τον κόσμο τα οποία αξιώθηκε να κάνει στη ζωή του και στα οποία μας «ξεναγεί» με βιωματικό τρόπο στο βιβλίο του ο συγγραφέας.
Εννοείται, βέβαια, ότι τα προαναφερόμενα στοιχεία δεν είναι επαρκή για ένα ευοίωνο ταξίδι μιας βιβλιοκιβωτού ταξιδιωτικών αναμνήσεων.
Η πολυδουλεμένη και καλοδουλεμένη, όμως, πένα του πολυγραφότατου2 συγγραφέα δημιούργησε ένα αξιέπαινο και αξιοανάγνωστο έργο, αυτή τη φορά ταξιδιωτικό, σπάζοντας την «παράδοση» κυρίως των βιωματικών μυθιστορημάτων του.
Τα ταξίδια καταχωρούνται σε δύο ενότητες: Του Εξωτερικού (σε όλες τις Ηπείρους εκτός της Ωκεανίας) και του Εσωτερικού (σε όλα τα γεωγραφικά διαμερίσματα της Ελλάδας).
Μέσα από τις 688 σελίδες του βιβλίου αναδύεται, μεταξύ των άλλων, η τεράστια αξία του τουρισμού ως ψυχαγωγικού και μορφωτικού παράγοντα, καθώς προσφέρεται για μια από τις πιο δημιουργικές μορφές αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου, και τις πιο καλοτοκισμένες επενδύσεις για το μέλλον, αφού ένα ταξίδι το πληρώνεις μια φορά, αλλά το «βιώνεις» όσες φορές θέλεις.
Πιο συγκεκριμένα, προβάλλεται ως γέφυρα επικοινωνίας, αλληλογνωριμίας και ανταλλαγής πολιτιστικών αγαθών, με το άτομο να αποκτά ποικίλες γνώσεις και εμπειρίες για το παρελθόν και το παρόν άλλων λαών και να αναπτύσσει/οξύνει το πολιτικό, κοινωνικό καλλιτεχνικό και πολιτιστικό του κριτήριο. Μέσα από την προσωπική επαφή αναπτύσσονται η αμοιβαία κατανόηση των λαών, η φιλία, η συνεργασία, το πνεύμα ειρήνης. Διασπώνται τα εθνικά θρησκευτικά, πολιτικά, ιδεολογικά τείχη, μειώνεται ο τοπικισμός, αμβλύνονται ο φανατισμός και οι προκαταλήψεις κάθε μορφής και αναπτύσσεται η οικουμενική αντίληψη. Οι άνθρωποι συνειδητοποιούν την πραγματικότητα της αλληλεξάρτησης και την ανάγκη αλληλοσεβασμού και συνύπαρξης. Αναδύεται επίσης ο ρόλος του τουρισμού ως παράγοντα ανάδειξης και αναβίωσης της παράδοσης μέσα από τη διοργάνωση εορτών, πανηγυριών, θεατρικών παραστάσεων, μουσικών και άλλων εκδηλώσεων, φεστιβάλ, εκθέσεων, ή τη συντήρηση παραδοσιακών οικισμών, κτιρίων, χορών, ή δημοτικών τραγουδιών, γεγονός που ενισχύει ιδιαίτερα τους συνεκτικούς εθνικούς και τοπικούς δεσμούς.
Όλα αυτά, βέβαια υπό τις προϋποθέσεις που προστατεύουν τον τοπισμό από τον τοπικισμό, τον εθνισμό από τον εθνικισμό, και το διεθνισμό από την παγκοσμιοποιημένη μαζοποίηση. Με βασικότερη προϋπόθεση τη λεγόμενη «τουριστική αγωγή» που αποβλέπει στη δημιουργία του «τουριστικού ανθρώπου», αληθινού φορέα της τουριστικής ιδέας, μιας ιδέας πολύπλευρης αλλά και πρακτικά και κοινωνικά ωφέλιμης.
Επαναλαμβάνω ότι όλα αυτά «αναδύονται» και επαφίεται στον αναγνώστη να τα «πιάσει», με βάση τις «πρώτες ύλες» που του παρέχει ο συγγραφέας στο κύριο μέρος και κάποιες νύξεις «προετοιμασίας» που κάνει στη σύντομη Εισαγωγή του. Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι ο συγγραφέας είναι ένας ψυχρός καταγραφέας, που ατενίζει με «περισκοπικό» βλέμμα τόπους και τοπία, ένας μηχανοποιημένος διαχειριστής μιας τράπεζας πληροφοριών. Ο τρόπος που συνυφαίνει το ενδόμυχο και το προσωπικό/ατομικό στοιχείο με τη συγχρονική κοινωνική, πολιτική, οικονομική ή πολιτισμική πραγματικότητα του τόπου που επισκέπτεται είναι πάντα διακριτικός. Το ίδιο ισχύει κατά κανόνα, όταν φέρνει στην επιφάνεια το απαραίτητο διαχρονικό τους βάθος.
Στις πρώτες ύλες συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο πληροφοριακά κείμενα αλλά ποικίλα κείμενα, μεταξύ των οποίων και αφηγηματικά, κυρίως αυτοβιογραφικού χαρακτήρα – που τηρούν τους κανόνες μιας ενδιαφέρουσας αφηγηματικότητας συνδυασμένης με χιούμορ στις σωστές αναλογίες.
Από τα πιο «δυνατά σημεία» του βιβλίου είναι εκείνα όπου η πένα του π. Ανδρέα Μαμαγκάκη λειτουργεί ως σεισμογράφος των συγκινησιακών κραδασμών που του προκαλούν οι επισκέψεις σε τόπους από τα σπλάχνα των οποίων αναδύεται ή από την επιφάνειά τους μαρτυρείται ένα μακραίωνο και πολύτροπο ελληνικό παρελθόν, όπως η Σμύρνη και η Πόλη, αλλά και εκείνα όπου η τέχνη και ο ανθρώπινος πόνος υπερβαίνουν όλες τις ανθρώπινες διαφορές, όπως η συγκλονιστική σκηνή με τους δύο τυφλούς μουσικούς Τούρκους στο «Και» της Σμύρνης. (Προφανώς είχε τους λόγους του που για το οπισθόφυλλο του βιβλίου επέλεξε ένα χιουμοριστικό απόσπασμα από την επίσκεψή του στην αγορά Αλ Χαλίλ του Καΐρου).
Έχει ιδιαίτερη σημασία να αναφερθεί ότι κάποια από τα ταξίδια του συγγραφέα στο εξωτερικό ήταν κατά κύριο λόγο θεραπευτικού στόχου σχετικά με μέλη της τετραμελούς οικογένειάς του. Το «παράπλευρο κέρδος» αποτυπώνεται στο α΄ συνθετικό της «χαρμο-λύπης» που αναδύεται μέσα από κάποιες αναφορές του.
Δεν θα παραλείψω να αναφερθώ στο επιτυχημένο εξώφυλλο του βιβλίου, με οπτική γωνία φωτογράφησης μιας των «πτερύγων» του τίτλου από το φινιστρίνι αεροπλάνου, αλλά και στην επιμέλεια της εκτύπωσης (Βιβλιοπωλείο: Νεκτάριος Παναγόπουλος).
Καταληκτικά και ανεπιφύλακτα θα έλεγα ότι το όλον πόνημα αποτελεί έναν ενδιαφέροντα συνδυασμό ταξιδιωτικής λογοτεχνίας και «άτυπου τουριστικού οδηγού».
Εύχομαι στον παλιό συμμαθητή μου και πάντα φίλο συγγραφέα να είναι το νέο βιβλίο του καλοτάξιδο και να βρει στα αναγνωστικά… λιμάνια την υποδοχή που του αξίζει.
1 Κατά το συντομότατο αυτοβιογραφικό του στο «αυτί» του εμπροσθόφυλλου: «Είναι συνταξιούχος ιερέας και εκπαιδευτικός. Γεννήθηκε στο ιστορικό και υπερήφανο χωριό του Ρεθύμνου τα Φραντζεσκιανά Μετόχια, δέκα χιλιόμετρα δυτικά του Ρεθύμνου. Απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1972-1976).
2 α) «Mακάριοι οι ακούοντες το λόγο του Θεού» β) «Απλά κηρύγματα στα Ευαγγέλια των Κυριακών» γ) «Το Ρέθυμνο του Ονείρου και της Νοσταλγίας-Μαθητικές αναμνήσεις των δεκαετιών 1950-1060» δ) «Ανθολόγιο κηρυγμάτων εις τα Κυριακά Ευαγγέλια» ε) «Στη σκιά του π. Ανυπόμονου ζ) «Ο Οιδίποδας & οι Κλέφτες των Τριανταφύλλων». η) «Οι τελευταίοι άγγελοι της Σμύρνης και οι κυρίες με τα μαύρα» θ) «Οι Κορυφαίοι του Μακρύ Στενού» ι) «Η Δασκάλα: Η ΜΑΝΑ του Πειραιά».