Στα συμπεράσματα της τελευταίας Συνόδου κορυφής των 27, στις Βρυξέλλες, δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στην οικονομική πτυχή της άμυνας και ασφάλειας, αλλά και της σύρραξης στην Ουκρανία. Έτσι το σημερινό σημείωμά μας, είναι κατά κάποιο τρόπο, συνέχεια του προηγούμενου. Δυο είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των συμπερασμάτων: το πρώτο αφορά στο ότι η καταστροφή της Ουκρανίας, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ανοικοδόμησή της, μένει να δούμε από ποιους, και το δεύτερο είναι η δειλή αναφορά που βλέπουμε στα συμπεράσματα ότι πρέπει επιτέλους να πρυτανεύσουν οι διπλωματικές ενέργειες, αντί να ψάχνουν να συντρέχουν πολεμικά την οποιαδήποτε πλευρά.
Στο σημείο έξι των συμπερασμάτων κατά την ανταλλαγή απόψεων με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ κ. Stoltenberg σχετικά με τη συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ και την ευρωατλαντική ασφάλεια αναφέρεται το επιστέγασμα της πολιτικής σκέψης των ταγών της ΕΕ: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογραμμίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί για τα επόμενα έτη, από κοινού με τους εταίρους, σταθερή, προβλέψιμη και βιώσιμη χρηματοδοτική στήριξη για την Ουκρανία. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή και τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, επαναλαμβάνει την έκκληση που έχει απευθύνει προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για ενισχυμένη στήριξη, προκειμένου να καλυφθούν οι πλέον επείγουσες ανάγκες της Ουκρανίας όσον αφορά τις υποδομές. Επίσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση μένει πιστή στη δέσμευσή της να στηρίξει την ανοικοδόμηση, την ανάκαμψη και την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας, σε συντονισμό με τους διεθνείς εταίρους, μεταξύ άλλων στους τομείς της ψυχολογικής και ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και της παροχής συνδρομής για αποναρκοθέτηση».
Όμως, το ανωτέρω κείμενο ακολουθεί σειρά σημείων που ουσιαστικά συνδράμουν στη συνέχιση του πολέμου, με όλες τις επιπτώσεις και πέραν της καταστροφής της Ουκρανίας. Για παράδειγμα, οι αναταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και η επισιτιστική ανασφάλεια δημιουργούν ολοένα και περισσότερο προβληματισμό για το μέλλον πολλών χωρών. Αλλά η προβληματική αυτή αφορά και τμήματα των λεγόμενων αναπτυγμένων λαών, όπως στις χώρες της ΕΕ, όπου γίνεται πολιτική πλέον, η έξτρα στήριξη των λεγόμενων ευάλωτων νοικοκυριών Και όλοι στρουθοκαμηλίζουν μη θέλοντας να δουν την πραγματικότητα, με βάση την οποία τα πλέον ευάλωτα νοικοκυριά ολοένα και πληθαίνουν.
Όμως όταν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων συμπεραίνουν ότι «…η Ευρωπαϊκή Ένωση μένει πιστή στη δέσμευσή της να στηρίξει την ανοικοδόμηση, την ανάκαμψη και την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας, σε συντονισμό με τους διεθνείς εταίρους,…», τότε το θέμα αλλάζει και απαιτεί πλέον και τη δική μας προσοχή, γιατί η κάθε συμμετοχή στο αχανές αυτό πηγάδι σημαίνει ότι τα σχετικά ποσά μπορεί να φεύγουν και από τις δικές μας τσέπες, ή απλά να μην έρχονται ποτέ.
Διαβάζουμε λοιπόν ότι η BlackRock, η οποία είναι η μεγαλύτερη εταιρεία επενδύσεων χαρτοφυλακίου στον κόσμο, μαζί με την JPMorgan πρόκειται να δημιουργήσουν την Τράπεζα Ανασυγκρότησης της Ουκρανίας. Ο στόχος είναι «να προσελκύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε ιδιωτικές επενδύσεις για να βοηθήσει στην ανοικοδόμηση έργων σε μια χώρα που έχει καταστραφεί από τον πόλεμο», σύμφωνα με αναφορά από τους FT, στις 19 Ιουνίου 2023. Η βάση για αυτήν την κίνηση εδράζεται, όπως είναι γνωστό, στο ότι ο πόλεμος είναι καλός για τις επιχειρήσεις. Όσο μεγαλύτερη είναι η καταστροφή, τόσο μεγαλύτερος είναι ο ασφυκτικός έλεγχος της Ουκρανίας από «ιδιώτες επενδυτές»: Πολλοί μιλούν για «ιδιωτικοποίηση της Ουκρανίας». Και το θέμα παίρνει μορφή αν δει κανείς τι προβλέπει το «Σχέδιο για τον Νέο Αμερικανικό Αιώνα. (PNAC)», ενός δόγματος που στηρίζεται στην αρχή πρώτα καταστρέφουμε και μετά ανοικοδομούμε. Αυτό διδάσκει η ατζέντα με γνώμονα το κέρδος: η «Καταστροφή» οδηγεί στην «Ανοικοδόμηση». Αυτό που διακυβεύεται είναι η κατασκευασμένη οικονομική και κοινωνική καταστροφή κυρίαρχων εθνικών κρατών. Οι πιστωτές είναι εκεί για να «μαζέψουν τα κομμάτια» και να «οικειοποιηθούν τον πραγματικό πλούτο». Η ιδιωτικοποίηση της Ουκρανίας ως ένα φτωχό εγκαταλελειμμένο εθνικό κράτος έχει ήδη ξεκινήσει μέσω της δημιουργίας της Τράπεζας Ανασυγκρότησης της Ουκρανίας (URB) από την BlackRock και την JPMorgan. Και όλα αυτά συνοψίζονται σε ένα πρόγραμμα πυρηνικών όπλων ύψους 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο πρόκειται να αυξηθεί σε 2,0 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2030; Όπως απαιτεί η κυβέρνηση Μπάιντεν.
Ας μην ξεχαστεί ότι πρόχειροι υπολογισμοί ανεβάζουν το ποσό της ανοικοδόμησης σε άνω των 400 δισ. ευρώ, με αυξητική συνέχεια λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου και επίτασης των καταστροφών που ακολουθούν τις μάχες.
Τίποτα το θετικό και το προσοδοφόρο δεν προοιωνίζει η κατάσταση αυτή, Έτσι, καλό είναι να γνωρίζουμε που είμαστε, διότι η χώρα μας, δεν είναι μόνο χώρα ασθενούς προϋπολογισμού, που αναμένει τις διαθέσεις των πλούσιων εταίρων μας, για να διευκολύνουν την πρόσβασή μας σε κεφάλαια, αλλά και άντληση πόρων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, αλλά και ορισμένοι γείτονές μας δεν είναι ότι καλύτερο υπάρχει στην ευαίσθητη περιοχή μας.
* Ο Γιώργος Μαρκατάτος είναι διευθύνων σύμβουλος