Με ομόφωνη απόφαση ανακρίτριας και εισαγγελέα, κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος όπως ήταν αναμενόμενο, μετά την απολογία του, ο 44χρονος που την περασμένη Κυριακή πυροβόλησε και σκότωσε στο Αργουλιό Μυλοποτάμου τον 22χρονο συγχωριανό του Κώστα Χαριτάκη.
Ο δράστης, που κατηγορείται για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, ισχυρίστηκε κατά την απολογία του, όπως και προανακριτικά, πως δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τον 22χρονο αλλά προκλήθηκε από το θύμα με ύβρεις που εξαπέλυσε εναντίον του ιδίου και της οικογένειάς του, ακόμα και ύβρεις για τον νεκρό πατέρα του, είπε, γεγονός που του προκάλεσε ψυχική αναστάτωση και βρασμό ψυχής σε σημείο που θόλωσε και χωρίς να καταλάβει το πως, πήρε από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου του ένα παλιό όπλο που είχε, το έστρεψε προς το μέρος του 22χρονου και τον πυροβόλησε.
Ο δράστης, φέρεται να ανέφερε στην ανακρίτρια με λεπτομέρειες όλα τα περιστατικά φιλονικίας που είχαν προηγηθεί του εγκλήματος, μεταξύ του θύματος και μελών της δικής του οικογένειας. Φέρεται επίσης να δήλωσε μετανοιωμένος για την κακουργηματικού χαρακτήρα ενέργειά του, επαναλαμβάνοντας πως δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τον 22χρονο και ότι θολωμένος όπως ήταν δεν ήξερε τι έκανε, δεν είχε συνείδηση της πράξης του και σημειώνεται ότι για λόγους ασφαλείας, ο 44χρονος κατηγορούμενος δεν μεταφέρθηκε στο ανακριτικό γραφείο στο Δικαστικό Μέγαρο για την απολογία του, αλλά μετέβη η ανακρίτρια στην Αστυνομική Διεύθυνση Ρεθύμνου, όπου και απολογήθηκε ενώπιον της.
«Ούτε θολωμένος ούτε σε βρασμό ψυχής ήταν ο δράστης»
Από την πλευρά της, η οικογένεια του θύματος δεν δέχεται τις αιτιάσεις του δράστη και κάνει λόγο περί ανθρωποκτόνου πρόθεσης του. Η οικογένεια έχει δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής δια του δικηγόρου Ηρακλείου, Γιώργου Στειακάκη, ο οποίος ανέφερε στα «Ρ.Ν.»:
«Τα πραγματικά περιστατικά, όπως τα βίωσαν οι αυτόπτες μάρτυρες και όπως περιγράφονται στη δικογραφία, δείχνουν ότι ο κατηγορούμενος ούτε σε βρασμό ψυχής ήταν ούτε θόλωσε. Του εγκλήματος είχε προηγηθεί ένας φραστικός διαπληκτισμός στο ίδιο σημείο, μεταξύ του θύματος και του αδελφού του δράστη, όταν ο δεύτερος μαζί με τον κατηγορούμενο περνούσαν έξω από το σπίτι της αδελφής του Κώστα Χαριτάκη. Αλληλοβρίστηκαν οι δυο, σπρώχτηκαν, τους χώρισαν, το περιστατικό έληξε εκεί. Ο δράστης και ο αδελφός του έφυγαν από το σημείο. Για ποιο λόγο επέστρεψε ο κατηγορούμενος ύστερα από κάμποση ώρα; Είχε μεσολαβήσει χρόνος και τα πράγματα είχαν ήδη ηρεμήσει. Άρα ούτε ψυχικός βρασμός τον διακατείχε ούτε αναστάτωση. Επέστρεψε στην καγκελόπορτα του σπιτιού που ήταν το θύμα και ενώπιον όλης της οικογένειας του, χωρίς να διαμειφθεί νέο επεισόδιο ή λογομαχία, τον στόχευσε και τον πυροβόλησε. Με ψυχραιμία και με σταθερό χέρι. Κι αυτό αποδεικνύεται από το αποτέλεσμα της ενέργειας του που ήταν η αφαίρεση της ζωής του άτυχου Κώστα, με τις σφαίρες που βρήκαν το κορμί του. Έγκλημα εκ προμελέτης, αυτό λένε τα πραγματικά γεγονότα».
Σύμφωνα με τον κ. Στειακάκη, η οικογένεια του θύματος μετά τα πρώτα 24ωρα της θλίψης για τη δολοφονία του Κώστα και της οργής εις βάρος του κατηγορούμενου, συναισθήματα που δεν γίνεται να μην υπάρχουν, είναι πιο ψύχραιμη για να αντιμετωπίσει την απώλεια του δικού της ανθρώπου. «Δεν πρόκειται να προχωρήσουν σε καμιά πράξη αυτοδικίας. Θα περιμένουν τη δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της και να αποδώσει το δίκιο» ανέφερε ο κ. Στειακάκης.
«Λυπάμαι για ότι έγινε, σκοτείνιασα κι όταν ξύπνησα από τον λήθαργο κατάλαβα τι έκανα»
Στη διάρκεια της πολύωρης απολογίας του, ο 44χρονος κατηγορούμενος, επικαλέστηκε βρασμό ψυχής, μεγάλη ψυχική αναστάτωση λόγω των ύβρεων που του είχε απευθύνει το θύμα και αφορούσαν τη μητέρα του αλλά και τον νεκρό πατέρα του, σε βαθμό τέτοιο που δεν αντιλαμβανόταν τι έκανε, όπως είπε.
Σύμφωνα με τον συνήγορο του, Διονύση Βέρρα, ο κατηγορούμενος υποστηρίζει ότι δε μπόρεσε να διαχειριστεί συναισθηματικά αυτό στο οποίο έγινε δέκτης.
«Ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε σε όλη την παραβατική συμπεριφορά του θανόντος προς την οικογένεια του, τα όσα υπέστησαν και υπέφεραν τους μήνες που προηγήθηκαν και πως φτάσαμε στο τραγικό αυτό συμβάν, πως κορυφώθηκε όλη αυτή η ιστορία.
Δέχτηκε μια απίστευτη χυδαιότητα από την πλευρά του θανόντος και δε μπόρεσε να το διαχειριστεί. Ένας άνθρωπος που έχει αφαιρέσει μια ανθρώπινη ζωή και μέχρι τότε η ζωή του ήταν σύννομη δε μπορεί να μην είναι μετανιωμένος και συγκλονισμένος. Είναι αυτονόητο αυτό το πράγμα. Απλά δικαιολογεί την κατάσταση που προηγήθηκε για να συμβεί η πράξη του. Η κατάσταση αυτή έχει μια νομική αξιολόγηση. Ευελπιστούμε ότι οι δικαστές θα σκύψουν στους ισχυρισμούς του κατηγορουμένου και θα του αποδώσουν δικαιοσύνη όπως πρέπει. Να τιμωρηθεί αναμφίβολα γιατί αφαίρεσε μια ανθρώπινη ζωή αλλά στη διάσταση και με τον τρόπο που πρέπει» σημείωσε ο κ. Βέρρας.
Όπως και προανακριτικά, ο κατηγορούμενος ξεκίνησε και την απολογία του δηλώνοντας μετάνοια για την εγκληματική του πράξη.
«Λυπάμαι και είμαι συγκλονισμένος γιατί μια ανθρώπινη ζωή έφυγε από τα χέρια μου. Είναι κάτι που δε μπορούσα να φανταστώ ότι θα συνέβαινε σε εμένα. Έβρισε με χυδαίες εκφράσεις την οικογένεια μου. Την μητέρα μου, τον νεκρό πατέρα μου. Σκοτείνιασαν τα μάτια μου και δεν ήξερα τι έκανα. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι πήρα από το ντουλαπάκι του αμαξιού, ένα παλιό όπλο που είχα για την προστασία των προβάτων μου και να πυροβολώ κατά του θύματος. Δεν θυμάμαι ούτε πόσες σφαίρες έριξα, ούτε που τις έριξα. Δεν καταλάβαινα τι έκανα. Σα να βρισκόμουν σε λήθαργο και όταν ξύπνησα και άκουσα τα ουρλιαχτά τον πατέρα του 22χρονου κατάλαβα τι έκανα. Έβαλα τότε μπροστά το αμάξι μου και έφυγα» φέρεται να υποστήριξε ο δράστης.
Απαντώντας στις ερωτήσεις της ανακρίτριας, τι ακριβώς ήταν αυτό που τον οδήγησε στο έγκλημα και ποιες οι διαφορές του με το θύμα τόσο την Κυριακή που διέπραξε την ανθρωποκτονία όσο και προηγούμενες φορές που είχαν σημειωθεί μεταξύ τους επεισόδια, ο κατηγορούμενος ανέφερε πως το θύμα ήταν ένα δύσκολο άτομο. Εστιάζοντας στα γεγονότα της περασμένης Κυριακής, ισχυρίστηκε πως όταν το μεσημέρι περνούσε ο αδελφός του από το σπίτι της αδελφής του θύματος, ο 22χρονος τον είδε και αναίτια εξαπέλυσε ύβρεις εναντίον του. Αργότερα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, όταν μαζί με τον αδελφό του ξαναπέρασαν από το σπίτι του θύματος για να πάνε στα πρόβατα τους, ξανά ο 22χρονος τους επιτέθηκε με χυδαίες εκφράσεις.
«Κατέβηκε ο αδελφός μου από το αυτοκίνητο. Συνεπλάκη, τσακώθηκε με τον συγχωρεμένο τον 22χρονο. Πάνω που κατέβαινα από το αμάξι να τους ξεχωρίσω, είχε προλάβει ο αδελφός του κι ο πατέρας του να το κάνουν. Φύγαμε με τον αδελφό μου, ταραγμένοι και αναστατωμένοι επιστρέψαμε στο σπίτι μας. Όταν αργότερα πήρα το αμάξι μου να φύγω για να επιστρέψω στο Ρέθυμνο, περνώντας πάλι έξω από το σπίτι της αδελφής του θύματος, τον βλέπω να βρίζει τη μητέρα μου. Ο αδελφός μάλιστα του συγχωρεμένου τον επέπληξε και τον χτύπησε γι αυτή του τη συμπεριφορά. Πήγα λίγο παρακάτω, έκανα στροφή για να γυρίσω και να πάρω τη μητέρα μου. Είχε όμως φύγει. Ο 22χρονος στεκόταν στην αυλόπορτα και εξαπέλυσε εναντίον μου και πάλι ύβρεις. Το χειρότερο, έβρισε με πολύ άσχημες φράσεις τη μητέρα μου αλλά και τον νεκρό πατέρα μου, του οποίου το 3μηνο μνημόσυνο είχαμε εκείνο το πρωί. Πρόσβαλε τα ιερά και όσια της οικογένειας μου, τη μνήμη του πατέρα μου. Θόλωσα, δεν κατάλαβα πως το έκανα εγώ αυτό. Είμαι συγκλονισμένος. Λυπάμαι ειλικρινά γι αυτό που έκανα» ανέφερε ο κατηγορούμενος.